Η μονή Δαφνίου ανήκει στη σειρά των σπουδαίων βυζαντινών μνημείων του ελλαδικού χώρου· μαζί με τη
Μονή του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία και τη
Νέα Μονή της Χίου αποτελούν τα αντιπροσωπευτικότερα παραδείγματα εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής και τέχνης, που διασώζονται από τη μέση βυζαντινή περίοδο, όταν η αυτοκρατορία βρισκόταν στο απόγειο της ακμής της.
Η μονή Δαφνίου βρίσκεται στις παρυφές του άλσους Χαϊδαρίου και δεν είναι χωρίς σημασία, για τη μετάβαση από την ειδωλολατρική στη χριστιανική λατρεία, το γεγονός ότι η μονή χτίστηκε πάνω στον άξονα της Ιεράς Οδού, του αρχαίου δρόμου που οδηγούσε από την Αθήνα στην Ελευσίνα και τον οποίο ακολουθούσαν οι μύστες των Ελευσινίων μυστηρίων. Μάλιστα, όπως διαπιστώθηκε από τις ανασκαφές στο χώρο, το σημερινό μοναστήρι χτίστηκε στη θέση παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 6ου αιώνα, που με τη σειρά της θεμελιώθηκε πάνω στα ερείπια αρχαίου ιερού του Απόλλωνα. Το αρχαίο ιερό καταστράφηκε το 396 μ.Χ., ενώ το πρώτο μοναστήρι φαίνεται πως εγκαταλείφτηκε στη διάρκεια των σλαβικών επιδρομών του 7ου και 8ου αι. Στα ερείπιά του θα κτιστεί η νέα μονή γύρω στα 1100, στη διάρκεια της βασιλείας του Αλέξιου Α΄ Κομνηνού.
Η μονή του 11ου αι. οχυρώθηκε με ισχυρό περίβολο με πύργους και επάλξεις, που της προσέδιδαν φρουριακό χαρακτήρα. Από άποψη εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το καθολικό, καθώς ανήκει σε μια παραλλαγή των σταυροειδών εγγεγραμμένων ναών, τον οκταγωνικό τύπο. Κύριο χαρακτηριστικό του είναι οι μεγάλες διαστάσεις του τρούλου και ο τρόπος στήριξής του, που αφήνουν ενιαίο και ελεύθερο τον κεντρικό χώρο. Η όλη κατασκευή είναι εξαιρετικά επιμελημένη, όπως φαίνεται από την τοιχοποιΐα, τα πλούσια κεραμοπλαστικά μοτίβα που διακοσμούν την εξωτερική επιφάνεια των τοίχων, τη χρήση μαρμάρου στο εσωτερικό, αλλά κυρίως τα περίφημα ψηφιδωτά που συγκαταλέγονται στα αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης. Οι παραστάσεις, που τοποθετούνται σε χρυσό φόντο και καλύπτουν τις ψηλότερες επιφάνειες του νάρθηκα, του κυρίως ναού, της κόγχης του ιερού και του τρούλου, εκπροσωπούν μία εικονογραφική τάση του τέλους του 11ου αι. που ονομάστηκε κλασική, ακριβώς επειδή με τις ιδανικές μορφές της παραπέμπει στα αρχαία ελληνικά αγγεία και γλυπτά. Τεχνοτροπία και πολυτέλεια κατασκευής καθρεφτίζουν την επιρροή της πρωτεύουσας Κωνσταντινούπολης, αλλά και υποδεικνύουν, ενδεχομένως, σχέσεις με την ίδια την αυτοκρατορική αυλή.
Την περίοδο της Φραγκοκρατίας στην Αττική (1204-1458), οι σταυροφόροι παραχώρησαν τη μονή Δαφνίου σε κιστερκιανούς μοναχούς, ενώ χρησιμοποιήθηκε και ως κοιμητήριο των δουκών της Αθήνας. Όταν το 1458 το λεκανοπέδιο παραδόθηκε στο νέο κατακτητή του, τον Μωάμεθ Β΄ τον Πορθητή, η κυριότητα του Δαφνίου επανήλθε στους ορθόδοξους μοναχούς. Στα χρόνια της Επανάστασης, το μοναστήρι χρησιμοποιήθηκε ως ορμητήριο, μετά την ίδρυση όμως του ελληνικού κράτους ερημώθηκε και τελικά εγκαταλείφθηκε. Στα 1883-85 στέγασε το δημόσιο ψυχιατρείο, ενώ στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν μετά από δύο μεγάλους σεισμούς το μνημείο κινδύνευε πλέον να καταρρεύσει, ξεκίνησαν οι πρώτες αναστηλωτικές εργασίες και ανασκαφικές έρευνες στο αλλοτινό μοναστικό συγκρότημα.
Δείτε περισσότερα
Κατάλογος UNESCO - Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς