Η Κοινότητα Κρυόνερου (ονομασία που την οφείλει στην Κοινοτική πηγή
απ' όπου υδρεύεται το χωριό) βρίσκεται Β.Α. της
Αμαλιάδας
σε απόσταση 10 χλμ. περίπου. Εμφανίζεται με στοιχεία πρώτης αναγνώρισης ως κοινότητα
Λοπεσίου Β.Δ. 18-8-1912 ΦΕΚ Α 256/1912 και προήλθε επό την τέως κοινότητα Πηνείων,
με πρώτους συνοικισμούς: Λόπεσι, Κουκλάκι, Τερόν. Το «Λόπεση» σλαβική λέξη που
σημαίνει αγελαδότοπος.
Ο συνοικισμός Λόπεση μετονομάστηκε σε Κρυόνερο και η περιοχή Ρένεση
σε
Ανάληψη με Δ. 19-7-1928
ΦΕΚ Α. 156/1928.
Οι συνοικισμοί Κουκλάκι και Ζερό ή Τερόν και τώρα Ανάληψη προσαρτήθηκαν
αντίστοιχα στις κοινότητες
Χαβαρίου
και
Γερακίου αντίστοιχα με
Β.Δ. 20-1-1916 ΦΕΚ Α 28/1916.
Η περιοχή επί Τουρκοκρατίας ανήκε σε Τούρκο Αγά που κατοικούσε στη
θέση «Ρένεσι». Στην θέση αυτή και σήμερα υπάρχει κτηνοτροφικός συνοικισμός. Αλλος
συνοικισμός είναι του «Νιοχωρίου». Υπάρχουν ονομασίες και χαλάσματα που θυμίζουν
παλαιότερους συνοικισμούς, όπως «Παλαιοκώμη», «κώμη», που μαρτυρούν ότι οι κάτοικοί
για λόγους τους οποίους δεν γνωρίζουμε τους εγκατέλειψαν. Για του Νιοχωρήτες λέγεται,
ότι εγκατέλειψαν το τόπο τους για να γλυτώσουν από το «ζούδι» και ήρθαν κοντά
στο μοναστήρι με την θαυματουργή εικόνα της Παναγιάς που έφυγε από το Κούλουγλη
για να έλθει στον τόπο αυτό. Γι' αυτό μαζί πανηγυρίζουν τα δυο χωριά, την γιορτή
της Παναγίας στις 23 Αυγούστου.
Λέγεται ότι με την απελευθέρωση όλη η περιοχή περιήλθε στην κυριότητα
του στρατηγού της Ελληνικής Επανάστασης Σισίνη. Αυτός όταν βρέθηκε στη
Δίβρη
φιλοξενήθηκε από τον Ηγούμενο της εκεί Μονής. Τόσο δε πολύ ευχαριστήθηκε από την
φιλοξενία ώστε δώρισε στη Μονή όλη την εδώ ιδιοκτησία του. Η Μονή έκτισε το εδώ
μοναστήρι σαν Μετόχι και το επάνδρωσε περί το 1860. Αξιοποιήθηκε η περιοχή με
εργάτες από την Τσακωνιά που εγκαταστάθηκαν σε κτήματα που τους παρεχώρησε η εκκλησία.
Τα κτήματα λεγόταν «κολληγικά» οι καλλιεργητές «κολλήγοι». Η καλλιέργεια αυτού
του τύπου διατηρήθηκε ως το 1936 που ο Ο.Δ.Ε.Π. εξαγόρασε την περιουσία από τους
μέχρι τότε καλλιεργητές. Την ίδια εποχή έρχονται κι άλλοι Αρκάδες και η περιοχή
πυκνοκατοικήθηκε, το χωριό δεν καλύπτει μεγάλη έκταση, ούτε κατάλληλη για την
ανάπτυξή του. Η γύρω περιοχή ανήκει στο Μοναστήρι της Παναγιάς.
Το υψόμετρο του χωριού είναι 450 μ. Το 1971 είχε 350 κατοίκους . Με
την απογραφή του 1981, 311 κατ. και του 1991 έχει 282 κατ. Περιτριγυρίζεται από
πευκόδασος. Καλλιεργούνταν οι σταφίδες. Σήμερα τα δημητριακά και οι ελιές. Επίσης
οι κάτοικοι ασχολούνται και με την κτηνοτροφία. (αγελάδες, γιδοπρόβατα)
Το 1965 μετά από ισχυρό σεισμό οι κατοικίες κρημνίζονται και αρχίζει η αντικατάστασή
τους από σύγχρονες μονώροφες. Το χωριό πανηγυρίζει στις 7 Ιανουαρίου ημέρα Ιωάννου
του Προδρόμου και 23 Αυγούστου τα 9μερα της Παναγίας.
Το Δημοτικό Σχολείο του Λοπεσίου από μαρτυρίες τεκμαίνεται ότι λειτούργησε περί
του 1900. Απέκτησε στέγη το 1922, από τη Μοναχή "Ευπραξία Αναστασοπούλου"
που το παραχώρησε στην εκκλησία του Α. Ιωάννου. Επειδή στερούνταν προαυλίου γίνεται
νέα προσπάθεια από το 1967 που τελικά κατορθώνεται να ανεγερθεί δημόσιο κτίριο
σε οικόπεδο της Μονής.