gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 6 τίτλοι με αναζήτηση: Ιστορία  στην ευρύτερη περιοχή: "ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ Επαρχία ΕΒΡΟΣ" .


Ιστορία (6)

Ανάμεικτα

Συνοπτική ιστορία Κυπρίνου

ΚΥΠΡΙΝΟΣ (Κωμόπολη) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
Ψάχνοντας για την ιστορία του χωριού μας φτάνουμε στο τέλος του 18ου αιώνα, όπου βρίσκουμε τους προγόνους μας να κατοικούν στο μικρό χωριό Φερίγγιο ή Βερέμ-Κιοϊ κατά άλλους. Στο χωριό αυτό ζούσαν μαζί με τους Τούρκους. Η ζωή τους ήταν πολύ δύσκολη, ένα πραγματικό μαρτύριο. Οι Τούρκοι φέρονταν πολύ σκληρά και βάρβαρα. Μοναδική διέξοδος για αυτούς είναι να φύγουν. Έτσι περνούν στην άλλη μεριά του ρέματος και χτίζουν ένα νέο χωριό στην τοποθεσία "Ντεντέδες". Στο νέο τους χωριό οι Κυπρινιώτες προσπαθούν να βρουν την ηρεμία τους για να ζήσουν χωρίς το φόβο των Τούρκων και να δημιουργηθούν. Δεν άργησε όμως και σε αυτό το χωριό να τους βρει ο Τούρκος κατακτητής. Σιγά σιγά άρχισαν στο χωριό να έρχονται τουρκικές οικογένειες. Ο πληθυσμός των "Ντεντέδων" δεν ήτανε πια μόνο Έλληνες. Η ζωή τους έγινε το ίδιο και χειρότερη απ' ότι στο φερέγγιο. Η νέα μετακόμιση δεν άργησε να γίνει και πάλι οι Κυπρινιώτες αναγκάστηκαν να φύγουν από το χωριό τους και να μετακομίσουν στην τοποθεσία "Κιρκ-Μπουνάρ", εκεί χτίζουν ένα νέο χωριό το Γενί-Κιοϊ. Ένα χωριό που στην αρχή όλα πάνε καλά, οι πρόγονοι μας αρχίζουν και πάλι να δουλεύουν σκληρά για να ριζώσουν. Δεν άργησαν όμως και πάλι να έρθουν στο νέο χωριό οι Τουρκικές οικογένειες, αφού έτσι έβρισκαν χέρια για τις δουλείες τους χωρίς αυτοί να δουλεύουν. Σαν να μην έφτανε όμως αυτό, το χωριό αποτέλεσε και θύμα των περαστικών Τούρκων εμπόρων που λεηλατούσαν, άρπαζαν, βασάνιζαν τους κατοίκους χωρίς κανένα δισταγμό.
Σιγά σιγά στην αρχή κάποιες οικογένειες άρχισαν να φεύγουν και στην συνέχεια όλες. Προορισμός τους τώρα ήταν η τοποθεσία του παλιού χωριού του Κυπρίνου αμέσως κάτω από το σημερινό χωριό. Εκεί βρίσκουν προστασία κοντά στο Μπέη της περιοχής, δουλεύοντας στο τσιφλίκι του ως εργάτες. Η τοποθεσία αυτή ονομάζεται "Σαρί-Χαντίρ" που κατά κάποιους σημαίνει "Κίτρινο ψάρι" του Ποταμού 'Αρδα. Η μετακίνηση αυτή γίνεται γύρω στο 1860, στο νέο αυτό χωριό οι Κυπρινιώτες αρχίζουν κάπως να ηρεμούν και να αποκτούν την δική τους γη. Φτάνουμε στο 1912-14 όπου οι πρόγονοι μας περνάνε άλλη μια μεγάλη δοκιμασία, αυτή τη φορά ο κατακτητής είναι άλλος, οι Βούλγαροι, το ίδιο όμως σκληρός και βάρβαρος με τους Τούρκους. Οι Κυπρινιώτες αντιστέκονται σε κάθε προσπάθεια των Βουλγάρων να τους πολιτογραφήσουν Βούλγαρους.
Το 1931 η μοίρα χτυπά σκληρά στον Κυπρίνο όπως έχει ονομαστεί πια το χωριό, σε μια ελεύθερη μετάφραση της λέξης "Σαρί-Χαντίρ". Μετά από πολύ βροχή το χωριό πλημμυρίζει και καταστρέφονται όλα σχεδόν τα σπίτια, σώζεται μόνο η Εκκλησία που ήταν πέτρινη. Για τελευταία φορά οι Κυπρινιώτες αφήνουν το χωριό τους και χτίζουν τον σημερινό Κυπρίνο με σχέδιο ρυμοτομίας, με ομοιόμορφα σπίτια, σχολεία, όμορφες πλατείες και πάρκα και σημαντική εξέλιξη. Σήμερα το χωριό μας είναι ένα από τα ομορφότερα και μεγαλύτερα χωριά της βόρειας περιοχής του Έβρου. Χωριό ζωντανό που σφύζει από ζωή αποτελώντας το καμάρι των κατοίκων του.
Το κείμενο παρατίθεται τον Αύγουστο 2002 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Κυπρίνου

Σύντομα ιστορικά στοιχεία

ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ (Πόλη) ΕΒΡΟΣ
  Η παράδοση αναφέρει ότι η Ορεστιάδα κτίσθηκε από τον Ορέστη ο οποίος για να ξεφύγει από το διωγμό των Ερινύων για το φόνο της μητέρας του Κλυταιμνήστρας, ήλθε στη Θράκη και κατά τη συμβουλή των Μάντεων, λούσθηκε στα νερά των τριών ποταμών (Έβρος, Αρδα και Τούντζα) και θεραπεύτηκε από την ασθένεια που τον βασάνιζε, από τον τρόμο και την καταδίωξη των Ερινύων. Από ευγνωμοσύνη και εις ανάμνηση του γεγονότος αυτού έκτισε μικρή πόλη στη συμβολή των τριών ποταμών, που την ονόμασε Ορεστιάδα, όπως αναφέρουν οι αρχαίοι συγγραφείς Στράβων, Πλίνιος, Στεφ. Βυζάντιος.
  Η παράδοση αυτή διατηρήθηκε δια μέσου των αιώνων, την επιβεβαίωσαν Έλληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς, την επικύρωσαν και οι νεότεροι ιστορικοί και αρχαιολόγοι. Η πόλη όμως και στους μετέπειτα χρόνους, μέχρι την εποχή που την κατέλαβαν οι Ρωμαίοι, φαίνεται ότι έφερε και τα δύο ονόματά της. Και Ορεστιάδα μεν την έλεγαν οι υπόλοιποι Έλληνες, Ουσκουδάμα δε οι Θράκες. Λόγω της στρατηγικής της θέσης καθώς βρίσκεται στον άξονα που συνδέει την Κωνσταντινούπολη με την Κεντρική Ευρώπη ήταν πόλος έλξης των κατακτητών.
  Στις αρχές του πρώτου αιώνα μ.Χ. οι Ρωμαίοι κατέλαβαν την πόλη και το 127 ο Αυτοκράτορας Αίλιος Πόλος Αδριανός, κατά μία άλλη παράδοση λούσθηκε και αυτός στα νερά του ποταμού Έβρου και θεραπεύτηκε από την ανίατη αρρώστια του σε ανάμνηση δε αυτού του γεγονότος ανοικοδόμησε την Ορεστιάδα ή Ουσκουντάμα και της έδωσε το όνομα Αδριανούπολη ή Αιλία. Στους κατοπινούς χρόνους την πόλη ονόμασαν οι μεν Τούρκοι Εντίρνε, οι δε Βούλγαροι Οντρίν που είναι και τα δύο παραφθορά του ονόματος Αδριανούπολη.
  Η Αδριανούπολη στη μακραίωνη ιστορία της κατακτήθηκε από διάφορους βάρβαρους λαούς που ήλθαν από όλα τα σημεία του ορίζοντα. Οι καταστροφές που συσσωρεύτηκαν στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία (330 έως 1453 μ.Χ.) συμπληρώθηκαν με την άλωση της Αδριανούπολης από τους Τούρκους το 1365 και στη συνέχεια της Βασιλεύουσας Κων/πολης το 1453.
  Η Αδριανούπολη από το 1550 μέχρι το 1922 γίνεται φάρος πνεύματος με την ίδρυση σχολείων, γυμνασίων και παρθεναγωγείων από τα οποία αποφοίτησαν μεγάλες μορφές του Ελληνικού Έθνους, όπως ο Στέφανος Καραθεοδωρής και ο Κων/νος Καραθεοδωρής (καθηγητής μαθηματικών του Πανεπιστημίου του Μονάχου, μαθητής του Πανεπιστημίου Γκαίτιγκεν και διάδοχος του μαθηματικού Φέλιξ Κλάιν) και πολλοί δάσκαλοι του Γένους. Στην περίοδο του 1821 συμμετείχε στην εθνεγερσία χωρίς να καταφέρει να αποκτήσει την ελευθερία της. Το 1829 κατέβηκαν προς την Αδριανούπολη οι Ρώσοι προσπαθώντας μέχρι το 1872 να δημιουργήσουν την έως τότε ανύπαρκτη εθνική Βουλγαρική συνείδηση και να κάνουν πραγματικότητα το πανσλαυιστικό όνειρο. Ο 2ος Βαλκανικός πόλεμος που ξεκίνησε με τις έριδες μεταξύ Βουλγάρων και Σέρβων τον Ιούνιο του 1913 δίνει την Αδριανούπολη ξανά στα χέρια των Τούρκων. Στις 15 Ιουλίου 1920 η Αδριανούπολη απελευθερώνεται από τον Ελληνικό στρατό αλλά η χαρά της απελευθέρωσης δε διαρκεί πολύ χρόνο: η Μικρασιατική συμφορά του 1922 παρασύρει όλη την περιοχή της Ανατολικής Θράκης και εγκαταλείπονται χωριά και πόλεις που ήταν επί αιώνες Ελληνικά. Το 1923 με τη συνθήκη της Λωζάνης η Ορεστιάδα παραδίνεται στους Τούρκους για στρατιωτικούς λόγους. Οι Έλληνες κάτοικοί της ξεσπιτώνονται και κτίζουν απέναντι από την παλιά πόλη, την καινούργια τους πόλη που την ονομάζουν Νέα Ορεστιάδα.
  Με την υπ' αριθμ. 238/1992 απόφαση το Δημοτικό Συμβούλιο Ν. Ορεστιάδας καθορίζει ως έμβλημα της πόλης τη μορφή της μυθικής Ιφιγένειας, ως υπενθύμιση της θυσίας της Ορεστιάδας στο βωμό των ευρύτερων Εθνικών συμφερόντων και αναγκών του νεότερου Ελληνισμού.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο του Δήμου Ν. Ορεστιάδας (1996).

Σελίδες επίσημες

ΝΕΑ ΒΥΣΣΑ (Κωμόπολη) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
  Η Νέα Βύσσα με πληθυσμό 3300 κατοίκους, βρίσκεται στις χαμηλές παρέβριες περιοχές και στο βορειοανατολικότερο πεδινό σημείο το νομού Έβρου, νότια από την παλιά ελληνική πόλη Αδριανούπολη (Ουσκουδάμας). Ο λαός της - όπως προκύπτει από τη μελέτη των ηθών και των εθίμων του, αλλά και της ψυχοσύνθεσής του - προέρχεται κατά πάσα πιθανότητα από τον πανάρχαιο ισχυρότατο και πολεμικό λαό της Θράκης των Βησσών (ή Βέσσων), που κυριαρχούσε στην ίδια περιοχή και που όπως αναφέρει πρώτος ο Ηρόδοτος, ήταν φύλο του έθνους των Σατρών που με άδεια τους είχαν την επιμέλεια χρηστηρίου του Διονύσου. Οι Βησσοί ήταν λαός ατίθασος, πολεμικός και ληστρικός. Μέχρι δε 183 π.Χ. αναφέρονται σαν ο κυριότερος λαός της Θράκης.
  Με το πέρασμα αιώνων και μετά από συνεχείς πολέμους με τους Ρωμαίους - στην κυριαρχία των οποίων τελικά υπάχθηκαν μετά την ήττα από το Λεύκιο Πίσσωνα το 11 μ.Χ. -περιορίσθηκαν πληθυσμιακά. Τον 4ο αι. π. Χ. εκχριστιανίστηκαν, οπότε άρχισε να περιορίζεται και η παροιμιώδης αγριότητά τους.
  Μέχρι τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας κανένας ιστορικός, γεωγράφος ή περιηγητής δεν αναφέρει την ύπαρξη του χωριού. Στα χρόνια της τουρκικής κατοχής και μέσα στο σκοτάδι της αμάθειας και της έλλειψης οποιωνδήποτε γραπτών στοιχείων, είναι αδύνατο να βρει κανείς στοιχεία για το ξεφύτρωμά του. Για να επιχειρήσουμε να βρούμε την αρχή της ίδρυσής του, πρέπει να στηριχτούμε σε γενικά δεδομένα και στην παράδοση, που έχει ανακατευτεί με πολλές φανταστικές αναφορές και έχει δημιουργήσει διάφορες εκδοχές. Την εποχή της τουρκοκρατίας λοιπόν, συναντούμε μια μικρή ομάδα οικογενειών που κατοικεί στο κέντρο της άλλοτε χώρας τους, σε μικρό οικισμό, 8 με 10 χλμ. περίπου νοτιοδυτικά της Αδριανούπολης, στις παρυφές υψωμάτων με την ονομασία Παλάτι. Η τοποθεσία αυτή βρίσκεται νότια από τη συμβολή του ποταμού Έβρου με τον Τούντζα, σε ένα σημείο που το ποτάμι σχηματίζει ένα ημικύκλιο.
  Πριν από τη μετακίνησή του είχε διαμορφωθεί σε ένα χωριό με δώδεκα συνοικίες. Τα σόϊα έμεναν συνήθως στην ίδια συνοικία. Οι δρόμοι του ήταν ίσιοι από την μια άκρη του χωριού έως την άλλη.
  Είχε τρεις πλατείες. Η μία ήταν στο βόρειο μέρος το χωριού, κοντά στο ποτάμι και ονομαζόταν Καβάκα, γιατί υπήρχε εκεί ένα τεράστιο "καβάκι" (λεύκα). Σε αυτήν την πλατεία γίνονταν οι χοροί και τα γλέντια του καλοκαιριού. Η δεύτερη βρισκόταν νοτιότερα της Καβάκας, σε μια τούμπα (ύψωμα) που υπήρχε εκεί. Την έλεγαν Αμπάρα, γιατί εκεί βρισκόταν τα αμπάρια (αποθήκες), όπου έδιναν σαν φόρο στους Οθωμανούς. Η Τρίτη βρισκόταν δίπλα στους μύλους το Σιαντίδη, στο νοτιοανατολικό μέρος του χωριού και ονομαζόταν η πλατεία των μύλων. Το σχολείο και η εκκλησία βρισκόντουσαν στο βόρειο μέρος του χωριού δίπλα στο ποτάμι και ανατολικά από την Καβάκα. Υπήρχαν δύο σχολικά κτίρια, ανάμεσα στα οποία ήταν χτισμένη η εκκλησία το Αγίου Γεωργίου. Ο οικισμός αυτός, επειδή διέτρεχε τον κίνδυνο του πλήρους αφανισμού, λόγω του ότι βρισκόταν υπό τη διαρκή απειλή ληστών αναγκάστηκε να μετοικήσει πλησιέστερα προς την Αδριανούπολη, όπου και περιορίζονταν οι κίνδυνοι. Ο τόπος στον οποίο εγκαταστάθηκαν οι λίγες αυτές οικογένειες ήταν Βόσνιοι αιχμάλωτοι. Σε αυτούς οι Τούρκοι είχαν επιβάλει την καταναγκαστική εργασία της μεταφοράς των λαφύρων από τη Βαλκανική Χερσόνησο προς το εσωτερικό της αυτοκρατορίας τους. Οι Βόσνιοι, κατά τη διάρκεια της ανάπαυσης και της βοσκής των καμήλων έμεναν σε έναν πρόχειρο καταυλισμό που με τον καιρό ονομάστηκε Μπόσνα ("τόπος των Βοσνίων") (οι Τούρκοι το έλεγαν "Μποσνάκοϊ"). Μετά τη μετοίκηση όμως των νέων κατοίκων, πήρε το όνομα Βοσνοχώριον. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η παραμονή των Βοσνίων ήταν βραχύχρονη και κατά συνέπεια δεν υπήρξε καμία αφομοίωση με τους ντόπιους. Βέβαια σαν αποτέλεσμα της διέλευσης των Βοσνίαιων από το μέρος εκείνο έμεινε μόνο η ονομασία του οικισμού ως Βοσνοχώρι.
  Οι νέοι κάτοικοι έχοντας απαλλαχθεί από τους επιδρομείς και από την τουρκική καταπίεση, επιδόθηκαν ολόψυχα σε ειρηνικές ασχολίες, όπως:στη γεωργία, την κτηνοτροφία, τη σηροτροφία, την αμπελουργία και την υφαντουργία. Το χωριό τροφοδοτούσε την Αδριανούπολη με άφθονα λαχανικά και φρούτα, καθώς είχε πολλούς λαχανόκηπους και ήταν μόνο Έλληνες ορθόδοξοι χριστιανοί, χωρίς να υπάρχει κανείς αλλόφυλος. Κάθε μέρα με τα κάρα τους οι λαχανοπαραγωγοί έφερναν φρέσκα λαχανικά στην Αδριανούπολη, έχοντας πάντα μαζί τους και από 1-2 βοηθούς, είτε παιδιά τους, είτε παραγιούς. Σύντομα οργανώθηκαν σε μια λαμπρή κοινότητα (Δημογεροντία), η όποία αφού απέκτησε μεγάλη διοικητική ισχύ, κατόρθωνε να ιδρύει σχολεία και ναούς, να διορίζει δασκάλους, να αναζωπυρώνει την Εθνική Ιδέα, και όλα αυτά, ικανοποιώντας τεχνητά τα θελήματα των κατακτητών. Αν και έζησαν κάτω από δουλεία διατήρησαν αναλλοίωτες τις βασικές αρχές της ζωής τους, τα ήθη και τα έθιμά τους ιδίως από ηθικής πλευράς.
Νεώτερα χρόνια
  Το 1920 με την απελευθέρωση της περιοχής η Μπόσνα ονομάστηκε Βύσσα. Τον Αύγουστο το 1923, με την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάννης, η οποία ρύθμιζε τα σύνορα και την ανταλλαγή των πληθυσμών, η Βύσσα (Μπόσνα) δόθηκε στους Τούρκους, μαζί με την Σιδηρόπετρα (Ντεμιρτάς). Ο κάτοικοι του Βοσνοχωρίου - Μπόσνα εγκαταστάθηκαν στην τωρινή τοποθεσία 4χλμ. Νοτιότερα, δίπλα στα σύνορα, σε περιοχή που βρισκόταν ο τουρκικός οικισμός Αχύρ - Κιοϊ, που το 1920 σήμαινε Σταυλοχώρι ή κατά παραλλαγή του 1930 Αχυροχώρι. Οι κάτοικοι προτίμησαν αυτή τη λύση, διότι τα περισσότερα χωράφια τους είχαν απομείνει στο ελληνικό έδαφος (παπάς - γιαλοί και Παλάτι) και θεώρησαν την εγκατάστασή τους στον Αχυροχώρι προσωρινή και τη γρήγορη επιστροφή τους στο Βοσνοχώρι σίγουρη.
  Το 1930, ο καθηγητής του Γυμνασίου Αδριανούπολης Λαμπουσιάδης, στον οποίο ανατέθηκε από τη Διοίκηση να δώσει στον οικισμό την καταλληλότερη ονομασία, μετονόμασε τον οικισμό σε Νέα Βύσσα.
  Σταθμός της Αδριανούπολης ήταν το Καραγάτς - για αυτό και παραχωρήθηκε στους Τούρκους αν και βρίσκεται στην δυτική όχθη του Έβρου ποταμού - και τα τουρκικά τρένα που πήγαιναν στην Αδριανούπολη περνούσαν από ελληνικό έδαφος (τη Νέα Ορεστιάδα) και τα ελληνικά τρένα που κατευθύνονταν βορειότερα περνούσαν από το τουρκικό (Καραγάτς). Τον Οκτώβριο του 1971 οι Τούρκοι έκαναν νέα γραμμή Αλπουλού - Αδριανούπολη - Καπού Κουλέ χωρίς να διασχίζουν πλέον το ελληνικό έδαφος. Ο σταθμός του Καραγάτς καταργήθηκε και το 1975 η χώρα μας κατασκεύασε νέα γραμμή από Νέα Βύσσα μέχρι Μαράσια, οπότε τα ελληνικά τρένα δεν περνούν πλέον από τουρκικό έδαφος.
  Τα Καραγάτς δεν έχει πια την παλιά αίγλη του σιδηροδρομικού σταθμού και της ευρωπαϊκής του κοινωνικής ζωής που είχε άλλοτε. Τώρα είναι ένα ασήμαντο χωριουδάκι. Οι σιδηροδρομικές γραμμές ξηλώθηκαν. Το μεγάλο κτίριο του σταθμού έγινε το πανεπιστήμιοTRAKYA YNICERTESI και οι σπουδαστές πηγαινοέρχονται με λεωφορεία από την Αδριανούπολη. Ανατολικά της Αδριανούπολης κτίζονται νέα κτίρια του τουρκικού πανεπιστημίου και θα αποτελέσουν μια μεγάλη πανεπιστημιούπολη.
  Η Μπόσνα σχεδόν δεν υπάρχει. Μένουν μόνο μερικές οικογένειες κτηνοτρόφων και όλα τριγύρω είναι ερείπια. Μονάχα μία γέφυρα κατασκευάστηκε που συνδέει με την αντίπερα όχθη του ποταμού.
(Στοιχεία από τα αρχεία του Σχολείου και το βιβλίο: Το Γένος Καραθεοδωρή του Τάκη Τσονίδη).
Το κείμενο παρατίθεται τον Απρίλιο 2004, με φωτογραφίες, από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Βύσσας

Νέα Ορεστιάδα

ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ (Πόλη) ΕΒΡΟΣ

Ιστορικά στοιχεία

ΤΡΙΓΩΝΟ (Δήμος) ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ
  Η ακριτικότητα της περιοχής του Τριγώνου, είναι φαινόμενο που δημιουργήθηκε όταν ο χώρος αυτός έγινε παραμεθόριος, μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78 και την πραξικοπηματική προσάρτηση της Αν. Ρωμυλίας (βόρειας Θράκης), στη Βουλγαρία. Επιτάθηκε δε με τη Συνθήκη της Λοζάννης, οπότε ο Νομός 'Eβρου και ιδιαίτερα η περιοχή του Τριγώνου βρέθηκε μεταξύ Τουρκίας και Βουλγαρίας, ο δε ποταμός Αρδας την εχώριζε από την υπόλοιπη Ελληνική επικράτεια και ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες, με μόνο μέσο σύνδεσης τον σιδηρόδρομο. Παλιότερα όμως ο τόπος αυτός με τα μεγάλα ποτάμια και την πλατειά πεδιάδα, ήταν ένα σταυροδρόμι λαών και πολιτισμού. Τα πρώτα ίχνη ζωής, τμήματα σκελετού από μαστόδοντα που έζησαν πριν από 3-5 εκατομμύρια χρόνια, ανακαλύφτηκαν στις περιοχές Ορμένιου και Κριού, ενώ ίχνη παλαιολιθικού ανθρώπου βρέθηκαν στις νότιες όχθες του Aδρα. Η βλάστηση ήταν οργιαστική κοντά στα ποτάμια, τα ζώα αφθονούσαν που έρχονταν εδώ να βρουν την τροφή τους και τα ακολούθησε ο παλαιολιθικός και μετά ο νεολιθικός άνθρωπος. Από την εποχή του σιδήρου και μετά, υπάρχουν αρκετές θέσεις με ίχνη δραστηριότητας του ανθρώπου. Την αρχαϊκή και κλασική εποχή, η περιοχή κατοικείται από Θράκες και ιδιαίτερα το βασίλειο των Οδρυσών και ακολούθησε την εστορική πορεία της υπόλοιπης Θράκης, όπως φαίνεται από αναθηματικές επιγραφές προς τον Απόλλωνα και τον Θράκα ήρωα.
Ρωμαϊκή και Βυζαντινή περίοδος
  Στη Ρωμαϊκή και τη Βυζαντινή περίοδο η περιοχή του Τριγώνου, ανήκε στην ευρύτερη περιοχή της Αδριανούπολης και γνώρισε συνεχείς αναστατώσεις από τις επανειλημμένες από Βορρά επιδρομές. Τοπικό κέντρο ήταν η Τζερνομιάνου πόλις, το σημερινό Ορμένιο. Κοντά στην πόλη αυτή έγινε το 1371 η μάχη της Μαρίτσας (του 'Εβρου), κατά την οποία τουρκικά στρατεύματα νίκησαν τις ενωμένες δυνάμεις των Σέρβων και των άλλων βαλκανικών κρατών. Από τότε παρουσιάζεται αλματώδης τουρκική εξάπλωση σε όλη τη Βαλκανική.
Τουρκοκρατία
  Η κατάληψη της Θράκης από τους Οθωμανούς Τούρκους, επέφερε μεγάλες πληθυσμιακές αναστατώσεις στην αρχή. Εγκατάσταση μουσουλμάνων από τη Μικρασία, εξισλαμισμοί, φυγή των χριστιανών σε ορεινές περιοχές. 'Οταν επήλθε ειρήνευση και γαλήνη στην περιοχή μετά 2 αιώνες, άρχισε μετακίνηση πληθυσμού στον χώρο της Θράκης και στην περιοχή του Τριγώνου. Τότε προφανώς έφτασαν πληθυσμοί από την Ηπειρο κυρίως όπως μαρτυρείται από τους τοπικούς θρύλους που εγκαταστάθηκαν στα Πετρωτά και το γειτονικό Σβίλεγκραντ της Βουλγαρίας, εμπλουτίζοντας έτσι το εντόπιο ανθρώπινο δυναμικό. Οι περιπέτειες και οι πόλεμοι του 19ου και του 20ου αιώνα, είχαν τον αντίκτυπό τους στους πληθυσμούς της περιοχής, η οποία ενσωματώθηκε τελικά στο ελληνικό κράτος τον Μάιο του 1920 και νομιμοποιήθηκε με την Συνθήκη των Σεβρών και το περί Θράκης παράρτημα της Συνθήκης της Λοζάννης.
Νεότερη εποχή
  Μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την Συνθήκη της Λοζάννης, καθώς και τις ελληνοβουλγαρικές συμφωνίες, η περιοχή δέχτηκε προσφυγικούς πληθυσμούς τόσο από την ανατολική όσο και από τη βόρειο Θράκη. Δημιουργήθηκε έτσι, ένα κράμα Ελληνικού θρακικού πληθυσμού με σχετική ομοιομορφία πολιτιστικών παραδόσεων.

Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ