Εμφανίζονται 3 τίτλοι με αναζήτηση: Ιστορία στην ευρύτερη περιοχή: "ΑΡΝΑΙΑ Πόλη ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ" .
ΑΡΝΑΙΑ (Πόλη) ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ
Μοναδική πηγή για την Αρναία της αρχαιότητος είναι ο Θουκυδίδης, όπου
διαβάζουμε ότι ο στρατηγός Βρασίδας, κατευθυνόμενος με το στρατό του από την Ακανθο
προς την Αμφίπολη, αναχώρησε
από την πόλη «Αρναί». «Αρνη» κατά
τη μυθολογία, ονομαζόταν η κόρη του Αιόλου και μητέρα του Βοιωτού. Σύμφωνα με
όσα αναφέρει ο Παυσανίας (ΙΧ, 40, 5), από αυτήν πήραν το όνομά τους δύο πόλεις:
στη Θεσσαλία και στη Βοιωτία.
Το Φθινόπωρο του 424 π.Χ. ο στρατηγός της Σπάρτης Βρασίδας ήταν δραστηριοποιημένος
στην σημερινή Χαλκιδική, προσπαθώντας να προσεταιρισθεί τις πόλεις της Χερσονήσου.
Λίγο «προ του Τρυγητού» πολιορκεί την Ακανθο. Με την χρήση λόγων γοητευτικών,
βοηθούσης και της βεβαίας απειλής ότι θα καταστραφούν τα σταφύλια, έπεισε τους
Aκανθίους να εγκαταλείψουν την συμμαχία των Αθηναίων και να προσχωρήσουν στο στρατόπεδο
των Σπαρτιατών. Λίγες ήμερες αργότερα προσχώρησε και η Στάγειρος,
η οποία βρισκόταν δίπλα στην σημερινή Ολυμπιάδα. H σχετική διήγηση του Θουκυδίδη
συνεχίζεται με λεπτομερείς περιγραφές άλλων πολεμικών γεγονότων τα όποια διαδραματίσθηκαν
στην περιοχή της Βοιωτίας. Δεν γνωρίζουμε
τις ενδιάμεσες κινήσεις του Βρασίδα, στον oποίο επανέρχεται ο ιστορικός γράφοντας:
Πρόκειται για την μοναδική ιστορική αναφορά που έχουμε για την πόλη των Αρνών. Ούτε καν την ονομαστική του ονόματος της γνωρίζουμε, ούτε το πού ακριβώς βρισκόταν. Το μόνο που μας μένει λοιπόν είναι να προσεγγίσουμε την πόλη μας με μία σειρά συλλογισμών: Ως προς τη θέση της, λαμβάνοντας υπόψη την πορεία του στρατηγού Βρασίδα και τα ερείπια αρχαίων τειχών, κεραμοσκεπών τάφων και το πλήθος οστράκων που βρέθηκαν στα βόρεια του λόφου Προφήτης Ηλίας, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η αρχαία πόλη «Αρναί» βρισκόταν κοντά στο λόφο αυτό. Κατά μία άλλη όμως έκδοχή, γύρω από το λόφο αυτό βρισκόταν η αρχαία πόλη Αυγαία. Επρεπε να ήταν χτισμένη στο σημείο όπου βρίσκεται η σημερινή Αρναία και ο λόφος του «Αϊ-Λια» να ήταν η ακρόπολή της. Ως προς την χρονολογία κτίσεως των Αρνών δέν υπάρχει κάποια απόλυτα συγκεκριμένη πληροφόρηση. Το γεγονός όμως ότι ο Ηρόδοτος δεν αναφέρει την πόλη Αρναία στη διήγηση της πορείας του Ξέρξη, ο οποίος ακολούθησε τον ίδιο δρόμο, αντίθετα προς τον Βρασίδα, πηγαίνοντας προν την Ακανθο, μας οδηγεί στο να δεχθούμε, χωρίς απόλυτη βεβαιότητα, ότι την εποχή εκείνη η πόλη δεν υπήρχε. Είναι πιθανό πάντως η πόλη Αρναί να ήταν αποικία των Ανδρίων, εφόσον στην Ανδρο υπήρχε πόλη που ονομαζόταν Αρνη."Επί ταύτην (Αμφίπολην) ουν ο Βρασίδας άρας εξ Αρνών της Χαλκιδικής επορεύετο τω στρατώ και αφικνόμενος περί δείλην επί τον Αυλώνα και Βρομίσκον ..." (Θουκ. 4.103)
Για την προέλευση του ονόματος αυτού υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Η πιο λογική εκδοχή αποδίδει την ίδρυση σε εργάτες που προέρχονταν από τους γύρω οικισμούς και από τις άλλες περιοχές της Ελλάδας και της Βουλγαρίας και oι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο μετόχι της μονής Κωνσταμονίτου. Η πρώτη αναφορά περιέχεται στο πλαστό χρυσόβουλλο του Ιωάννου Ε' Παλαιολόγου. Πρόκειται για έγγραφο προβληματικό και ως προς την χρονολόγηση του, η σύνθεση του οποίου θα πρέπει να στηρίχθηκε σε κάποιο αυθεντικό χρυσόβουλλο του Ιωάννου Ε', εκδοθέν την 15η Ιουνίου 1363. Στο ανωτέρω «χρυσόβουλλο», περιέχονται τα μετόχια της Μονής και μεταξύ αυτών αναφέρεται και το -εις την Ραλήγγοβην- μετόχιον εις όνομα τιμώμενον του Αγίου Στεφάνου. Ο έκδοτης του κειμένου παρατηρεί ότι το όνομα «Ραλήγγοβη» είναι αλλοίωση της «Λιαρίγκοβης» με αναστροφή των γραμμάτων. Στον βακουφναμέ της Μονής του 1569, όπου περιλαμβάνονται όλα τα περιουσιακά στοιχεία της, δεν συμπεριλαμβάνεται μετόχι στην Λιαρίγκοβη. Θα πρέπει λοιπόν να θεωρήσουμε ως πιθανόν ότι η πλαστογράφηση έγινε μετά το έτος αυτό. Η πρώτη σαφώς χρονολογούμενη αναφορά του μετοχίου την οποία μπορέσαμε να εντοπίσουμε, γίνεται σε ένα φερμάνιο του 1750, το όποιο περιέχει απόσπασμα παλαιοτέρου εγγράφου μη χρονολογημένου. Το απόσπασμα είναι κατάλογος των μετοχιών της Κασταμονίτου, όπου μεταξύ των άλλων αναφέρονται και τα εξής:Προέλευση - Εξήγηση της ονομασίας Λιαρίγκοβη-α: (1). «Ελληνοσλαβικής καταγωγής» αποτελείται από τις λέξεις: "λιέρα-γκοβνή=κοπριά-σωρός" επειδή η πεδιάδα ήταν παλιά τόπος βοσκής ζώων που εκτρέφονταν από την μονή Κωνσταμονίτου (2) ότι η λέξη προέρχεται από την τουρκική "Γιαρίγκοβη" που σημαίνει σχισμένη πεδιάδα από χείμαρρο.
Κείμενο: Δημητρίου Κύρου, Ιωακείμ Παπάγγελου
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2002 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Αρναίας
ΝΕΟΧΩΡΙ (Χωριό) ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ
Το Νεοχώρι αναφέρεται με το όνομά του ή ως Νοβοσέλο (σλαβική λέξη) σε πολύ μεταγενέστερα
έγγραφα κυρίως του Αγ. Όρους
(από τον 16ο αιώνα και μετά) ή την εποχή της Τουρκοκρατίας ώς ένα από τα μαντεμοχώρια
(είχαν ως αποκλειστική ασχολία την εξόρυξη μεταλλευμάτων με ειδικά προνόμια και
καθεστώς, από την Μεγάλη Πύλη του Σουλτάνου και αρμόδιο το Μαντεμ Αγά, με έδρα
το μαχαλά ή την Αρναία).
ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙ (Κωμόπολη) ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ
Το κείμενο παρατίθεται τον Φεβρουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Αρναίας
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς ιδρύθηκε το Παλαιοχώρι με το σημερινό
του όνομα. Το όνομά του προέρχεται ακριβώς από ότι είναι ακριβώς πολύ παλιό χωριό.
Κατά πάσα πιθανότητα το Παλαιοχώρι υπήρξε μία απ' τις 32 πόλεις της
Ολυνθιακής Ομοσπονδίας, που κατέστρεψε ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος ο Β'
το 348 π.Χ. Η Μακεδονική παρουσία στην περιοχή επιβεβαιώνεται προς το παρόν από
τα αρχαία νομίσματα, που βρέθηκαν σ' αυτήν.
Γύρω από το χωριό σώζονται πολλά ερείπια κάστρων, οικισμών ή οχυρώσεων
(Βαλτούδα, Νέπωσι, Κρανιά, Καμήλα). Κατά καιρούς βρέθηκαν σ' αυτά αρχιτεκτονικά
μέλη, τάφοι, όστρακα, νομίσματα, αγγεία και διάφορα αντικείμενα. Σύμφωνα με την
παράδοση, στη Βαλτούδα υπήρχε αρχαίος ναός. Σ΄αυτή την τοποθεσία πιθανόν να βρισκόταν
και η αρχική θέση του Παλαιοχωρίου.
Βόρεια του Παλαιοχωρίου, μέσα στα όρια της Κοινότητος Παλαιοχωρίου,
στην περιοχή του κάστρου "Νέπωσι"(=απόρθητο) ξεκίνησε ανασκαφή, μετά
από ενέργειες της κοινότητας, τη βοήθεια του αρχαιολόγου κ. Ιωακείμ Αθ. Παπάγγελου
και τη χρηματοδότηση με την παρέμβαση του υφ.Εθν.Οικονομίας κ. Χρήστου Πάχτα.
Τα συμπεράσματα από την επιφανειακή μέχρι στιγμής μελέτη του κάστρου
είναι τα εξής :
Στην κορυφή ενός οχυρού λόφου, φύσει και θέσει απόρθητου, είναι κτισμένο
ένα κάστρο το "Καστέλλι", όπως το ονομάζουν οι Παλαιοχωρινοί, το μεγαλύτερο στη
Χαλκιδική. Η μόνη σύνδεση του λόφου με το βουνό είναι ένα στενό απόκρημνο μονοπάτι.
Βρέχεται από τρεις πλευρές από τον "Παλαιοχωρινό λάκκο", βασικό παραπόταμο του
Χαβρία, που ακούγεται βουερός στο βάθος χαράδρας 30 - 40 μέτρων. Περιβάλλεται
σε μεγάλη ακτίνα από τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, με οργιαστική βλάστηση.
Το κάστρο καταλαμβάνει έκταση 15 στρεμμάτων (σε επίπεδο) και περιστοιχίζεται από
τείχος μήκους 800 - 1000 μέτρων περίπου και ύψους 4 - 5 μέτρων. Το τείχος φαίνεται
να έχει τρεις οικοδομικές φάσεις, που ξεχωρίζουν στο ύψος και δείχνουν πόσες φορές
ανακατασκευάσθηκε μετά από καταστροφές.
Το παλιότερο εύρημα στην περιοχή, είναι ένα αττικό μελαμβαθές κεραμικό
όστρακο, που μέχρι στιγμής δεν ερμηνεύθηκε η παρουσία του εκεί. Οι Τούρκοι περιορίσθηκαν
στα χωριά της Χαλκιδικής και δεν έστειλαν στρατό να καταλάβει το Αγιο
Όρος. Το μέτωπο στην Κασσάνδρα κρατήθηκε μετά από νικηφόρα σύγκρουση στην
Ορμύλια στις 27 Ιουνίου
1821. Μετά απ' αυτά, ο Μπαιράμ πασάς αποσύρθηκε για να προχωρήσει στη νότια Ελλάδα,
όπου χρειαζόταν ενισχύσεις. Έτσι η ομοσπονδία των Μαδεμοχωρίων διαλύθηκε (Αύγουστος
1821).
Οι κάτοικοι του Παλαιοχωρίου και των γύρω χωριών κατέφυγαν επίσης
στα βουνά, τη Νιγρίτα
Σερρών και το Αγιο Όρος μέχρι που δόθηκε αμνηστία απ' το Σουλτάνο.
Οι Παλαιοχωρινοί επέστρεψαν και ξανάκτισαν τα σπίτια τους το 1835-36.
Ξανακτίσθηκε και ο παλιός ναός του Ταξιάρχη Μιχαήλ, ψηλά σ' ένα λόφο, παραπλεύρως
του "Παλαιοχωρινού Λάκκου", το 1835 (χωρίς άδεια από τους Τούρκους).
Κτίσθηκε στα ερείπια αρχαίου ναού που κάηκε και κατεδαφίστηκε από τους Τούρκους.
Ο ρυθμός αυτού του ναού είναι βασιλική μονόκλιτη απλή. Τυπικό κτίσμα των χρόνων
της Τουρκοκρατίας. ΄Εχει μικρή είσοδο. Για να μπεί κανείς ανεβαίνει δύο σκαλιά
και κατεβαίνει άλλα δύο μετά την είσοδο. Οι υπόδουλοι Έλληνες έκτιζαν τους ναούς
τους μ' αυτόν τον τρόπο, για να είναι δύσκολο στους κατακτητές να τους μετατρέψουν
σε σταύλους, όπως συνήθιζαν τότε.
Σ' αυτόν το ναό τοποθετήθηκε και η θαυματουργή εικόνα του Παμμεγίστου
Ταξιάρχη Μιχαήλ, κτητορική εικόνα που ανάγεται στο τέλος του 15ου με αρχή του
16ου αιώνα. Η εικόνα χρονολογήθηκε με την αξιόπιστη μέθοδο της ραδιομέτρησης.
Σώζεται μέχρι και σήμερα, είναι κρητικής τεχνοτροπίας, και ήταν 3 φορές επιζωγραφισμένη.
Επανήλθε στην πρώτη της κατάσταση μετά από πρόσφατη συντήρηση. Είναι καλυμμένη
από αργυρόχρυσο υποκάμισο ρωσικής τέχνης, με πλήθος αναθήματα. Σύμφωνα με την
παράδοση βρέθηκε, αφού έσκαψαν στο ίδιο χώρο που κτίσθηκε ο ναός του Ταξιάρχη
Μιχαήλ.
Εγκαίνια του ναού που λειτουργεί σήμερα σαν κοιμητηριακός πραγματοποιήθηκαν
πρόσφατα, τον Ιούνιο του 1996, επειδή διαπιστώθηκε ότι δεν είχαν γίνει παλιά όταν
κτίσθηκε ο ναός προφανώς για τον φόβο των Τούρκων.
Στα ιστορικά μνημεία του Παλαιοχωρίου από την εποχή της Τουρκοκρατίας
συγκαταλέγεται επίσης και ο νέος ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών, Πολιούχων του
Παλαιοχωρίου, που βρίσκεται στό κέντρο του σημερινού χωριού.
Οι κάτοικοι αποφάσισαν να κτίσουν το νέο ναό, περί τα τέλη του 19ου
αιώνα, επειδή το χωριό είχε μεγαλώσει και οι ανάγκες αυξήθηκαν.
Κατά τα χρόνια όμως της τουρκικής κατοχής απαγορευόταν η ανοικοδόμηση,
ακόμα και η συντήρηση ναών. Ο μόνος τρόπος ήταν η έκδοση ειδικού βασιλικού διατάγματος
(φιρμανιού) από την Κωνσταντινούπολη,
την έδρα του Σουλτάνου. Για να εκδοθεί όμως αυτό από την "Υψηλή Πύλη"
χρειαζόταν μεγάλο χρηματικό ποσό σε χρυσές λίρες για δωροδοκίες, καθώς και πολύμηνα
και επικίνδυνα ταξίδια στην Κωνσταντινούπολη, χωρίς να είναι σίγουρο το αποτέλεσμα.
Για καλή μας τύχη, το έτος 1899 εφησύχαζε στο Μυλοπόταμο, στο Αγιο
Όρος, ο πρώην Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ' ο μεγαλοπρεπής. Τον επισκέφθηκαν
οι κάτοικοι του Παλαιοχωρίου και τον παρεκάλεσαν να μεσολαβήσει στην Πύλη, πράγμα
που τους υποσχέθηκε. Τους υποσχέθηκε επίσης ότι θα παρευρεθεί στα εγκαίνια για
την αποπεράτωση του ναού.
Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, οι προύχοντες του χωριού ειδοποιήθηκαν
να πάνε στην Κωνσταντινούπολη, και παρέλαβαν το φιρμάνι.
Η θεμελίωση του ναού πραγματοποιήθηκε το 1899 και κτίσθηκε (με μαστόρους
από την Καστοριά, όπως φαίνεται από το συμβόλαιο παρακάτω) με βιασύνη, λόγω της
ρευστής κατάστασης που επικρατούσε τότε στα Βαλκάνια, στο σύντομο για την εποχή
διάστημα των τεσσάρων ετών.
Ο νέος Ιερός Ναός, που αφιερώθηκε στη σύναξη των Παμμεγίστων Ταξιαρχών
Μιχαήλ και Γαβριήλ, κατασκευάσθηκε ευρύχωρος (400 m2) σε ρυθμό τρικλίτου βασιλικής,
επειδή απαγορευόταν τότε από τους κατακτητές ο βυζαντινός ρυθμός μετά τρούλλου.
Τα εγκαίνιά του έγιναν το 1903. Ο Πατριάρχης Ιωακείμ δεν μπόρεσε να
παρευρεθεί, γιατί το 1901 επανεκλέχθηκε για 2η φορά Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως,
αλλά έστειλε Ιερό Αντιμήνσιο, πάνω στο οποίο τελέσθηκε η πρώτη θεία Λειτουργία
στο νεόδμητο ναό, που εγκαινιάσθηκε από τον επίσκοπο και πρόεδρο Ιερισσού Ιωακείμ.
Σήμερα αυτός ο ναός είναι ιδιαίτερα μεγαλοπρεπής με αξιοθαύμαστο ψηλό
ξυλόγλυπτο τέμπλο και ταβάνια. Ελάχιστα κειμήλια διαφυλάχθηκαν από τότε, επειδή
τα περισσότερα με τις συνεχείς μετακινήσεις, λόγω του διωγμού των κατακτητών,
ή καταστράφηκαν από την αμάθεια, ή χάθηκαν.
Αυτά είναι, εκτός από τη θαυματουργή εικόνα του Ταξιάρχη Μιχαήλ, που αναφέραμε
παραπάνω, ένα Αγιο Ποτήριο μολύβδινο του 1600 μ.Χ., ένα ζεύγος στεμμάτων ρωσικής
κατασκευής, μία σειρά Μηναία, ένα Ανθολόγιο του 1743, δύο Ευαγγέλια ένα του 1759
και ένα του 1799 όλα εκδόσεων Βενετίας, ένα ζεύγος εξαπτέρυγα του 1863, 2 μπρούτζινα
μανουάλια δώρο της μονής
Βατοπεδίου στα εγκαίνια του Ναού (1904), δίσκοι από κασσίτερο και πολλά άλλα,
χωρίς όμως ιδιαίτερη αξία.
Τα κείμενα είναι απο το βιβλίο του κ. Καλαμπαλίκη Αθανασίου για το Παλαιοχώρι
Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.
Εγγραφείτε τώρα!