Το συναντάμε αμέσως τρία χιλιόμ. μετά τον Αγ. Προκόπιο μέσα σ' ένα
τοπίο που ξεπερνά κάθε φαντασία. Αρχικά ήταν κτισμένο στη θέση της Αγίας Τριάδας
και μεταφέρθηκε εδώ μετά από πολλές κατολισθήσεις.
Δυστυχώς οι κάτοικοι αναγκάστηκαν πολλές φορές να το εγκαταλείψουν
βρίσκοντας καταφύγιο που αλλού στο φυσικό καταφύγιο της Νεράϊδας, αλλά και να
μεταναστεύσουν όταν οι Τούρκοι έκαψαν το χωριό τους και να ξεκινήσουν μια νέα
ζωή, στην περιοχή της Αγιάς.
Παντού συναντάς πηγές με κελαρυστά νερά να διαπερνούν με φιδίσιους
ελιγμούς τα πολλά έλατα, τις καστανιές και τα πεύκα όπου τα αγριογούρουνα, οι
αλεπούδες κ.λπ. έχουν βρεί το τέλειο καταφύγιο.
Όταν φθάνεις στην κορυφή του Μαυροπολίου σε υψόμ. 1700μ. έρχεσαι και
σε οπτική επαφή με τα
Στουρναρέϊκα,
τα
Τρίκαλα, την
Καρδίτσα
και το
Νεραϊδοχώρι ενώ
από τις κορυφές της Τσιούκας και της Νεραϊδας το βλέμμα σου φθάνει μέχρι τα
Μετέωρα
και τα Χάσια.
Η ονομασία που δόθηκε στο Δήμο δεν είναι τυχαία αφού στη θέση «Παλαιόκαστρο»
επιβεβαιώνεται η ύπαρξη του βασιλείου των Αιθήκων στον 4ο π.Χ. Μεταξύ των Καλογήρων
και του Αγ. Προκοπίου τοποθετείται η πόλη Ποίτνεο ή Πότναιο που άκμασε από τον
5ο π.Χ. έως τους ρωμαϊκούς χρόνους.
Από δω πιθανότατα προερχόταν και η ανάγλυφη επιτύμβια στήλη του Εχένικου,
πολεμιστή ή αξιωματούχου που σκοτώθηκε σε μάχη τον 4ο π.Χ., η οποία έπεσε θύμα
αρχαιοκαπήλων και μετά από πολλές περιπέτειες βρέθηκε και φυλάσσεται σήμερα στο
Αρχαιολογικό Μουσείο
της Λάρισας.
Οι Καλόγηροι συνδυάζουν το όνομά τους και με την εκκλησιαστική ιστορία
αφού ήταν η πατρίδα του ηγούμενου της Μονής Δουσίκου Ιερόθεου (1793-1819 & 1822-1823)
ενώ ο Ι. Παπασωτηρίου διάβασε το 1937 σε ανθολόγιο του Αγ. Νικολάου ενθύμηση σχετική
με το πέρασμα από τους Καλογήρους του Κοσμά του Αιτωλού το1777.
Αγοράστε: Βότανα βουνού (τσάι, χαμομήλι, μέντα, ρίγανη, μπιτούνι, μελισσόχορτο
και τσουκνίδα), καλαμποκάλευρο. (σε σημεία πώλησης, καταστήματα, ταβέρνες, καφενεία
και ιδιώτες - παραγωγούς).
Δοκιμάστε: Ντόπιο τσίπουρο, μεζέδες, ρετσίνα, πίτες, πλαστό, γαλακτοκομικά
προϊόντα, ψητά γάστρας - σούβλας, σούπες, πατσά.