Οδοιπορικό
Βρίσκεται σε ένα μάλλον πετρώδες ύψωμα ανάμεσα στα χωριά
Σγουροκεφάλι
και
Σαμπάς και απέχει από
Ηράκλειο 23 χιλιόμετρα. Ο
επισκέπτης μπορεί να φτάσει ως εδώ ακολουθώντας το δρόμο
Ηράκλειο
- Αμνισός -
Επισκοπή -
Σγουροκεφάλι
- Αγκάραθος, μπορεί όμως και να πάει από την κεντρική οδική αρτηρία της επαρχίας
Πεδιάδος, από
Ηράκλειο προς
Καστέλι και να στρίψει αριστερά
αρκετά μετά το χωριό
Αγιές Παρασκιές.
Πρόκειται για ένα παλαιότατο
μοναστήρι
που υπήρχε από το 15ο αιώνα, αλλά δεν αποκλείεται να είχε ιδρυθεί και στα χρόνια
της Β΄ Βυζαντινής περιόδου. Δεν υπάρχουν όμως οι πηγές εκείνες που θα μπορούσαν
να οδηγήσουν σε τέτοια συμπεράσματα. Στην αρχή ήταν μικρό μοναστήρι που ανήκε
στη μεγάλη κρητική οικογένεια των Καλλεργών, οικογένεια επιφανών ανδρών, με σπουδαία
επαναστατική δράση εναντίον των Ενετών κατακτητών της Κρήτης. Ο πρώτος γνωστός
Ηγούμενος της μονής ονομαζόταν Νήφων Νοταράς. Όπως δείχνουν τα στοιχεία που σώθηκαν
ο Νήφων ήταν εκείνος που αναδιοργάνωσε και ανέδειξε το μικρό ως τότε μοναστήρι.
Η οικογένεια Καλλέργη προσέφερε αρκετά ακίνητα, τα οποία πολλαπλασιάστηκαν αργότερα
με δωρεές των πιστών και αγορές.
Η ανάπτυξη της μονής συνεχίστηκε και κατά τα επόμενα χρόνια. Από τα
μέσα του 16ου αιώνα άρχισε να οχυρώνεται η μονή και να αποκτά φρουριακή μορφή,
με τρεις εισόδους, από τις οποίες κεντρική ήταν εκείνη της νότιας πλευράς. Σήμερα
σώζονται αρκετά στοιχεία από το παλαιό φρουριακό συγκρότημα, όπως οι δύο πύλες,
τα θολοσκεπή κτήρια των παλαιών βορδοναρείων κ.α. Στα τέλη του 16ου αιώνα το κτήριο
είχε αποπερατωθεί και η μονή κυριαρχούσε στην ευρύτερη περιοχή, όπου βρίσκονταν
δεκάδες μικρότερα μοναστήρια, τα περισσότερα από τα οποία έγιναν εξαρτήματα της
Αγκαράθου. Την εποχή εκείνη οι ηγούμενοι της μονής κατάγονταν από τη νήσο Κύθηρα,
που βρίσκεται κοντά στην Κρήτη. Ο πρώτος Κρητικός ηγούμενος της μονής ονομαζόταν
Μάξιμος Λούκαρις και ήταν αδελφός του μεγάλου εκκλησιαστικού άνδρα και Οικουμενικού
Πατριάρχη, του Κυρίλλου Λούκαρη. Ο Μάξιμος ανέλαβε τη διακυβέρνηση της μονής το
1619,σε μια δύσκολη περίοδο με πολλές οικονομικές δυσκολίες. Ήταν, όμως, άνθρωπος
με οργανωτικές δυνατότητες και κατάφερε να ανακόψει την άσχημη οικονομική πορεία
της μονής. Ο επισκέπτης της μονής μπορεί να δει μια κτητορική επιγραφή που βρίσκεται
στην Αγκάραθο και φέρει το όνομα του. Βρίσκεται αριστερά μόλις εισέλθει κάνεις
στο μοναστηριακό περίβολο από τη σημερινή κεντρική είσοδο.
Το 1637 η μονή είχε 60 μοναχούς και πολλά εισοδήματα από αγροτικές
καλλιέργειες (σιτηρά, κρασί, λάδι, ελιές, όσπρια και λαχανικά)και ήταν ένα από
τα πλουσιότερα μοναστήρια της Κρήτης. Η ορθή διοίκηση του Μάξιμου είχε επιφέρει
αποτελέσματα...
Η θέση της μονής στο κέντρο της Κρήτης δημιούργησε τις προϋποθέσεις
ώστε να διαδραματίσει έναν ουσιαστικό ρόλο για την κρητική ορθοδοξία. Για το λόγο
αυτό επελέγη μετά το θάνατο του Μάξιμου Λούκαρη, μια σημαντική εκκλησιαστική προσωπικότητα
της Ενετοκρατούμενης Κρήτης για την ηγουμενία της Αγκαράθου. Πρόκειται για τον
μέχρι τότε ηγούμενο της
Μονής
Ακρωτηριανής Σητείας (σήμερα Τοπλού) Μελέτιο Παντόγαλο. Δεν γνωρίζομε πόσο
καιρό έμεινε ηγούμενος της Αγκαράθου ο Μελέτιος, η θητεία του συνέπεσε, όμως,
με τα χρόνια πριν από την επίθεση των Τούρκων εναντίον της Κρήτης.
Πιστεύεται σήμερα ότι η Μονή Αγκαράθου ήταν επί Ενετοκρατίας κέντρο
παιδείας στο οποίο σπούδαζαν νεαροί μαθητές, ιερωμένοι ή και λαϊκοί, και αντίγραφαν
τα χειρόγραφα βιβλία. Μοναχοί ή Ηγούμενοι της ανέβηκαν όλες τις βαθμίδες της εκκλησιαστικής
ιεραρχίας και έγιναν μέχρι και Πατριάρχες (Κύριλλος, Λούκαρις, Μελέτιος Πηγάς,
Σύλβεστρος ο Κρης).
Οι Τούρκοι επιτέθηκαν εναντίον της Κρήτης τον Ιούνιο του 1645. Τον
ίδιο χρόνο κατέλαβαν τα
Χανιά
και τον επόμενο το
Ρέθυμνο.
Όταν έφτασαν πια στην ενδοχώρα του Ηρακλείου, Ηγούμενος στην Αγκάραθο ήταν ο Αθανάσιος
Χριστόφορος, ένας δυναμικός ιερομόναχος που δεν δίστασε να σηκώσει τα όπλα εναντίον
των εισβολέων και να σχηματίσει επαναστατικό σώμα με το οποίο πολέμησε λυσσαλέα
τους Τούρκους. Η δράση του είναι γνωστή από το έργο του ποιητή και ιστορικού Μαρίνου
τζάνε Μπουνιαλή, ο οποίος μας πληροφορεί ότι ο Αθανάσιος σχημάτισε αψίδα με κεφάλια
Τούρκων στρατιωτών για να περάσει ο Ενετός στρατηγός Ντολφίν!
Λίγο μετά τη λυσσαλέα αντίσταση του Αθανάσιου οι Τούρκοι είχαν καταλάβει
ολόκληρη την ύπαιθρο της Κρήτης και πολιορκούσαν την πρωτεύουσά της τον
Χάνδακα
(σήμερα Ηράκλειο). Ο πολεμιστής Ηγούμενος πρόλαβε και έφυγε απ’ το νησί. Βρήκε
καταφύγιο στην
Ιταλία, όπου
μετέφερε και πολλά εκκλησιαστικά κειμήλια για να μην πέσουν αυτά στα χέρια των
Οθωμανών. Οι Ενετοί τον καλοδέχτηκαν και έζησε εκεί τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής
του.
Ο τελευταίος Ηγούμενος της περιόδου της Ενετοκρατίας ονομαζόταν Μελέτιος
Καλλονάς και καταγόταν από τα Κύθηρα. Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς διαδέχτηκε
τον Αθανάσιο, πρέπει, όμως, να θεωρείται βέβαιο ότι απλώς έφερε τον τίτλο του
Ηγουμένου χωρίς να προλάβει να ασκήσει τα καθήκοντά του. Το πέρασμά του από τη
Μονή ήταν σημαντικό επειδή πρόλαβε και φυγάδεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του (στα
Κύθηρα) τις ιερές εικόνες κειμήλια, βιβλία και έγγραφα. Τα κειμήλια αυτά παρέμειναν
στα Κύθηρα για περισσότερα από 300 χρόνια. Ανάμεσα σ’ αυτά τα κειμήλια ήταν και
η εικόνα της Παναγίας που οι Κυθήριοι την ονόμασαν "Παναγία Ορφανή",
θέλοντας να πουν ότι η εικόνα αυτή ήταν ορφανή, αφού το μοναστήρι της είχε ήδη
πέσει στα χέρια των Τούρκων. Το 1970 οι αρχές των
Κυθήρων
παρέδωσαν στους μοναχούς της Αγκαράθου όσα από τα κειμήλια είχαν διασωθεί. Ανάμεσα
σ’ αυτά ήταν και η εικόνα της Παναγίας, που δεν είναι πια ορφανή, αφού βρίσκεται
πάλι στο μοναστήρι της. Μπορεί κανείς να την θαυμάσει μέσα στον ιερό Ναό.
Η κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους δημιούργησε πολλά προβλήματα
στη Μονή. Είναι βέβαιο ότι θα τη κατέστρεφαν και θα δήμευαν τα ακίνητά της, αλλά
η παρέμβαση του πρώτου Μητροπολίτου Κρήτης Νεόφυτου Πατελάρου ήταν σωτήρια. Οι
Τούρκοι δεν κατέστρεψαν το μοναστήρι απαγόρευσαν όμως την επισκευή του. Εκείνα
τα χρόνια εγκαταστάθηκε στην Αγκάραθο ο Μητροπολίτης Κρήτης Νεόφυτος, ο πρώτος
ύστερα από πολλά χρόνια ορθόδοξος Μητροπολίτης της Κρήτης (οι Ενετοί είχαν καταργήσει
τις ορθόδοξες επισκοπές). Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν δύσκολα. Η φορολογία
που επέβαλαν οι κατακτητές ήταν βαριά και η καταπίεση αφόρητη. Παρ’ όλα αυτά συνέχισε
να λειτουργεί με αρκετούς μοναχούς οι οποίοι ασχολούνταν μόνο με αγροτικές εργασίες,
ενώ ελάχιστοι μοναχοί μπορούσαν πλέον να αποκτήσουν παιδεία και να μάθουν ανάγνωση
και γραφή. Η Αγκάραθος δε θύμιζε σε τίποτα το παλιό κέντρο παιδείας και πολιτισμού....
Από ότι φαίνεται, η Μονή ενίσχυε και τα επαναστατικά κινήματα και τους μαχητές
της κρητικής ελευθερίας.
Στην επανάσταση του 1821 οι Τούρκοι έσφαξαν τους μοναχούς και έβαλαν
φωτιά στα κτήρια. Ένα μεγάλο τμήμα καταστράφηκε. Η Μονή παρέμεινε έρημη για λίγα
χρόνια και μετά το τέλος της επανάστασης εγκαταστάθηκαν ξανά εκεί οι μοναχοί που
είχαν σωθεί από τη σφαγή. Φαίνεται πως οι μοναχοί περίμεναν την καταστροφή του
1821. Για το λόγο αυτό έκρυψαν σε ένα σπήλαιο τις καντήλες και άλλα εκκλησιαστικά
σκεύη. Αλλά ο μοναχός που τα έκρυψα σφαγιάστηκε από τους κατακτητές και κανείς
δεν έμαθε που τα είχε κρύψει. Ύστερα από 150 περίπου χρόνια ένας καλόγηρος βοσκός
της Μονής βρήκε μέσα στο σπήλαιο μια καντήλα!
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες της Τουρκοκρατίας η Αγκάραθος άρχισε
να ξαναβρίσκει την παλιά της αίγλη. Μετά το 1860 ίδρυσε σχολείο στο οποίο φοιτούσαν
οι μαθητές από τα γύρω χωριά. Η τουρκική κυριαρχία είχε αρχίσει να γίνεται απαλότερη...
Οι Κρήτες ξεσηκώθηκαν πάλι το 1866 ζητώντας την ελευθερία τους. Η
Αγκάραθος έγινε ορμητήριο ενός σπουδαίου κρητικού ήρωα, του Αντωνίου Τριφύτσου
ο οποίος σκοτώθηκε κοντά στη Μονή. Το φυλακτό του και άλλα κειμήλια που είχε φυλάσσονται
σήμερα στο μοναστήρι.
Το 1894 ανοικοδομήθηκε ο Ναός. Η Τουρκοκρατία τελείωσε το 1898 και
από τότε άρχισε μια καινούργια περίοδος για την Κρήτη και τα μοναστήρια της. Η
Αγκάραθος συγκαταλέγεται ανάμεσα στις Μονές εκείνες που επιβίωσαν και διατηρήθηκαν
ως τις μέρες μας. Τα τελευταία χρόνια, που ο μοναχισμός προσέλαβε μια καινούργια
πιο πνευματική διάσταση, η Μονή Αγκαράθου έγινε πόλος έλξεως νέων μορφωμένων μοναχών,
πτυχιούχων πανεπιστημιακών σχολών και άλλων που έχουν ξαναδώσει στο μοναστήρι
την παλιά του μορφή.
Ο επισκέπτης της Μονής μπορεί να δει τα σωζόμενα τμήματα του παλιού
μοναστηριού, τον κατανυκτικό Ναό με τις σύγχρονες τοιχογραφίες που εικονίζουν
κρητικούς Αγίους, αλλά και τη ρογδιά της Αγκαράθου. Πρόκειται για ένα μικρό δέντρο
που φύτρωσε μπροστά από το ιερό και οι μοναχοί ανάβουν πάντα ένα καντήλι στο κορμό
του. Η παράδοση λέει κάτω από το δέντρο αυτό βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας και
για το λόγο αυτό χτίστηκε η Μονή. Λέγεται πως στην αρχή ήταν αγριόθαμνος αλλά
οι πρώτοι μοναχοί το κέντρισαν ρογδιά - παρά τους φυσικούς νόμους - και το "μπόλι"
έπιασε. Από τότε το δέντρο είναι ιερό.
(Από το Βιβλίο του Ν. Ψιλάκη "Βυζαντινές μνήμες της Κρήτης", Ηράκλειο
1994)
Σήμερα το Μοναστήρι είναι ιδιόρρυθμο και έχει 19 αδελφούς.