Η
ακρόπολη της Καβάλας εντάσσεται στους μεσαιωνικούς περιβόλους της "λευκής
εποχής", δηλαδή, των χρόνων που ακόμα δεν είχε επικρατήσει στην πολεμική τεχνική
η χρήση της πυρίτιδας. Η έλλειψη ενός ισχυρού οχυρωματικού χαρακτήρα διακρίνει
την κατασκευή των πύργων, των εισόδων και των τειχών.
Στη χερσόνησο της Παναγίας Καβάλας ελέγχονται οι εκσκαφές θεμελίων
σε όλες τις οικοδομές.
Από το 1964 ως το 1969 έγιναν εκτεταμένες εργασίες συντήρησης, συμπλήρωσης
και ανακατασκευής τμημάτων του τείχους, ενώ αργότερα, στα διαστήματα μεταξύ 1973-74
και 1978-79, έγιναν εργασίες συντήρησης του τμήματος του παράλιου τείχους πίσω
από το Τελωνείο Καβάλας. Συντάσσεται, επίσης, μελέτη του ΤΕΕ και του Πολυτεχνείου
Αθηνών σε συνεργασία με την 12η ΕΒΑ, για το προσεκτικό αρμολόγημα όλων των επιφανειών
του τείχους, για την πλήρωση των ρωγμών και την αποτροπή των διογκώσεων που παρουσιάζει
σε διάφορα σημεία του από τις κατά καιρούς επιχώσεις και το βάρος των υπερκείμενων
κατοικιών.
Τα σημαντικότερα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου είναι:
Η ακρόπολη
Καβάλας. Κορωνίδα του ιστορικού κέντρου της Καβάλας, υψώνεται στην
κορυφή της βραχώδους χερσονήσου της Παναγίας Καβάλας. Χρονολογείται στις αρχές
του 15ου αιώνα και διαδέχτηκε τη βυζαντινή ακρόπολη, που καταστράφηκε το 1391.
Περιλαμβάνει τους βασικούς χώρους για την άμυνα, όπως προμαχώνα, δεξαμενή νερού,
αποθήκη εφοδίων (αργότερα φυλακή), φυλάκιο καθώς και τον κυκλικό πύργο που σώθηκε
από τη βυζαντινή περίοδο.
Παράλιο τείχος. Το τμήμα της μεσαιωνικής οχύρωσης της Καβάλας,
κατασκευασμένο σε πολλές φάσεις, περικλείει τη βραχώδη χερσόνησο του παραδοσιακού
οικισμού της Παναγίας Καβάλας.