Η ιστορία του χώρου
Κάτω από το σύγχρονο οικισμό της Λίνδου βρίσκεται θαμμένη μία από τις σημαντικότερες αρχαίες πόλεις της Ρόδου και του ανατολικού Αιγαίου. Τα μόνα ορατά σήμερα μνημεία της αρχαιότητας διέσωσε ο
επιβλητικός γυμνός βράχος που αναδύεται από τη θάλασσα σε υψόμετρο 116 μ. και αποτελεί το ορόσημο του Λινδιακού τοπίου. Πρόκειται για τη
μνημειακή ακρόπολη με το περίφημο στην αρχαιότητα ιερό της Λινδίας Αθηνάς και το μεσαιωνικό κάστρο της εποχής των Ιπποτών. Βέβαια η ιστορία της Λίνδου ξεκινά πολύ πιο νωρίς, όπως μαρτυρούν τα σποραδικά ευρήματα που ήρθαν στο φως στην ευρύτερη περιοχή και χρονολογούνται από τα νεολιθικά έως τα μυκηναϊκά χρόνια.
Από τις απαρχές ακόμη της ιστορίας της η Λίνδος αναδύεται μέσα από την αχλύ του μύθου ως ισχυρή δύναμη. Ως πρώτος οικιστής της αναφέρεται ο γιος του Ηρακλή Τληπόλεμος, ο οποίος έφερε τους Δωριείς στη Ρόδο και ίδρυσε τις τρεις σημαντικές πόλεις του νησιού, τη Λίνδο, την Κάμειρο και την Ιαλυσό, που μαζί με την Κω, την Κνίδο και την Αλικαρνασσό αποτέλεσαν στη συνέχεια μια ισχυρή συνομοσπονδία, τη «Δωρική Εξάπολη». Η
επίκαιρη θέση της Λίνδου στον κόλπο του Μεγάλου Γιαλού της εξασφάλισε τον έλεγχο της δυτικής πλευράς του νησιού, ενώ ο Όμηρος μνημονεύει τη συμμετοχή της στον Τρωικό πόλεμο, δείγμα της ναυτικής της δύναμης.
Η χρυσή εποχή της Λίνδου ήταν τα αρχαϊκά χρόνια (7ος-6ος αι. π.Χ.), όταν η πόλη συμμετείχε στην ελληνική αποικιακή κίνηση, ιδρύοντας μεταξύ άλλων τη Γέλα στη Σικελία. Κυρίαρχη μορφή τον 6ο αι. ήταν ο τύραννος Κλεόβουλος, ένας εκ των επτά σοφών του αρχαίου ελληνικού κόσμου, στα χρόνια του οποίου ανεγέρθηκαν τα πρώτα μεγάλα οικοδομήματα της ακρόπολης, όπως ο ναός της Αθηνάς.
Το 408/7 π.Χ. η Λίνδος, η Κάμειρος και η Ιαλυσός ιδρύουν από κοινού στο βόρειο τμήμα του νησιού τη μεγαλύτερη πόλη-κράτος της εποχής, τη Ρόδο. Αν και έπαψε να είναι πολιτικά και οικονομικά αυτόνομη, η Λίνδος παρέμεινε ένα σημαντικό κέντρο, κυρίως χάρη στο διάσημο ιερό της, το οποίο έλαβε μνημειακή μορφή με προπύλαια και κλίμακες κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Στη διάρκεια του Μεσαίωνα η αρχαία ακρόπολη χρησιμοποιήθηκε ως φρούριο και ο αμυντικός της χαρακτήρας ενισχύθηκε, ιδίως στα χρόνια των Ιωαννιτών Ιπποτών (1309-1522).
Τα μνημεία του χώρου
Σήμερα, η
ανάβαση στην Ακρόπολη γίνεται από τον ίδιο ανηφορικό δρόμο, όπως και στην αρχαιότητα. Έξω από το κάστρο υποδέχεται τον επισκέπτη η λαξευμένη στο βράχο πρύμνη πλοίου, η
τριημιολία, χαρακτηριστικός τύπος ροδιακού πολεμικού πλοίου της εποχής. Το ανάγλυφο ήταν βάθρο αγάλματος του ναυάρχου Αγησάνδρου, έργο του γλύπτη Πυθόκριτου.
Το
μεσαιωνικό κάστρο, με τα οικόσημα των ιπποτών να στέκουν ακόμη και σήμερα εμβληματικοί φύλακες, εκτείνεται σε ολόκληρη σχεδόν την επιφάνεια του λόφου. Τα
τείχη του ακολουθούν το φυσικό ανάγλυφο του εδάφους και η περίμετρός τους φτάνει τα 508 μ. Η εξωτερική σκάλα του κάστρου οδηγεί στο
Διοικητήριο, την έδρα του καστελλάνου και στην παρακείμενη
Βυζαντινή εκκλησία του Αγίου Ιωάννη.
Το
αρχαίο ιερό καταλαμβάνει την κορυφή της ακρόπολης. Για να φτάσει κανείς στο ναό της Αθηνάς περνά μέσα από τη μεγάλη
δωρική στοά και εν συνεχεία ανεβαίνει τα
34 σκαλοπάτια που οδηγούν στα προπύλαια. Τα αναστηλωμένα σήμερα μνημεία του ιερού μαρτυρούν την προσπάθεια του αρχαίου αρχιτέκτονα για την
απόδοση θεατρικότητας και προοπτικής κλιμάκωσης στο χώρο. Ο
δωρικός ναός της Αθηνάς είναι χτισμένος στο ψηλότερο σημείο του βράχου, ο καταληκτήριος σταθμός της κλιμακωτής ανοδικής πορείας στην ακρόπολη. Η
περίοπτη θέση του προσφέρει μια εκπληκτική
πανοραμική θέα προς τ’ άλλα μνημεία και τη θάλασσα. Χτίστηκε στο β΄ μισό του 4ου αι. ή στις αρχές της Ελληνιστικής περιόδου, αντικαθιστώντας τον αρχαϊκό ναό του Κλεόβουλου, που κάηκε το 392 π.Χ. Σύμφωνα μάλιστα με το Χρονικό της Λίνδου, τη σημαντικότερη γραπτή πηγή της αρχαιότητας για την ιστορία του ιερού, στο νέο ναό τοποθετήθηκε λατρευτικό άγαλμα της θεάς, αντίστοιχου τύπου με τη χρυσελεφάντινη Αθηνά του Φειδία στον Παρθενώνα.
Στην περιφέρεια της ακρόπολης σώζονται διάσπαρτα μνημεία της αρχαίας πόλης. Κάτω από το ναό της Αθηνάς βρίσκεται το
αρχαίο θέατρο, λαξευμένο στη ΝΔ πλευρά του λόφου, και στην προέκτασή του το Τετράστωο, κτίριο που προοριζόταν πιθανότατα για λατρευτικές τελετές. Ένα ιδιαίτερο μνημείο είναι το Βουκόπιον στα βορειοανατολικά της ακρόπολης. Αποτελούσε τόπο θυσιών, όπως μαρτυρούν οι 38 επιγραφές που σώζονται στους γύρω λόφους. Δύο ακόμη σημαντικά μνημεία, είναι το Αρχοκράτειο και ο Τάφος του Κλεόβουλου, τάφοι δύο επιφανών οικογενειών της αρχαίας Λίνδου, που αργότερα μετατράπηκαν σε χριστιανικούς ναούς.
Ο
παραδοσιακός οικισμός της Λίνδου είναι από μόνος του ένα αξιοθέατο, με τη
βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας του 15ου αι. και την πληθώρα των
αρχοντικών του από τον 17ο αι. να αποτελούν μάρτυρες μιας αίγλης που ουσιαστικά δεν έσβησε ποτέ στο διάβα της ιστορίας.