«Λάμαρη, αυτή προήλθε από την λέξη la mare (τόπος προς την θάλασσα)
»
Αμισός - Σαμψούντα - Ν. Σαμψούντα
«
Αμισός
ονομάστηκε η αποικία που τον 6ο π.Χ. αιώνα ίδρυσαν οι Ίωνες κάτοικοι της
Μιλήτου
στα νότια παράλια του
Εύξεινου
Πόντου. Υπήρξε μια από τις σημαντικότερες πόλεις του Πόντου. Από την φράση
«εις Αμισόν» πήρε το όνομα Σαμψούντα, ( Εις Αμισόν - Σαμσόν - Σαμψόν - Σαμψούντα)
και εξελίχθηκε στην σημαντικότερη και εμπορικότερη, μετά την Τραπεζούντα, πόλη
των παραλίων του Πόντου. Μεγάλη ήταν η οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη
της στις αρχές του 20ου αιώνα. Αυτή διακόπηκε από την πολιτική των Νεoτούρκων,
οι οποίοι σχεδίασαν και εφάρμοσαν συστηματικά και μεθοδικά την εξόντωση του Ελληνικού
στοιχείου του Πόντου (1916-1923).
Τα τάγματα εργασίας, οι εκτελέσεις επιφανών Ποντίων, οι απαγχονισμοί,
οι εκτοπίσεις στο εσωτερικό της χώρας των κατοίκων των παραλίων, η ερήμωση μεγάλων
περιοχών από τους Τσέτες και οι ατέλειωτες πορείες θανάτου, είχαν σαν αποτέλεσμα
τον θάνατο των περισσοτέρων από 350.000 Ελλήνων του Πόντου, γεγονός που χαρακτηρίζεται
γενοκτονία.
Η τραγωδία του ελληνισμού του Πόντου κλείνει με τον ξεριζωμό όσων
επέζησαν, από τις πανάρχαιες κοιτίδες τους, μετά την Μικρασιατική καταστροφή,
το 1922. Ο Ελληνικός πληθυσμός της Αμισού καθώς και των γύρω χωριών, παρότι αντιστάθηκε
γενναία δημιουργώντας αντάρτικο στα βουνά, κυριολεκτικά αποδεκατίστηκε. Όσοι απέμειναν
μεταφέρθηκαν με καράβια, κουβαλώντας μόνο την ψυχή τους, στην Ελλάδα. Ακολουθώντας
την διαδρομή Πόντος-
Πειραιάς
-
Μακρόνησος (παρέμειναν
σε καραντίνα λόγω των επιδημιών) -
Αμαλιάδα
-
Λευκάδα -
Θεσπρωτία,
φτάνουν στην Πρέβεζα. Οι περισσότεροι προέρχονται από τα χωριά της Σαμψούντας:
Σερνίτς, Σάψαρτζα, Τεκέκοϊ, Φουντουτσάχ - Αλματσούχ, Κατίκιοϊ (Aνω Αμισός) Τσάταλτζα,
Φουντόκοϊ, Τσαρσαμπά, Γαράταα, Παϊκιοϊ, καθώς και μερικοί από την Τραπεζούντα,
Κερασούντα και Πάφρα. Στο ίδιο διάστημα φτάνουν στον Πειραιά, αφού περάσουν από
Κων/πολη, καράβια από
το Ναβοροσίσκι της Ρωσίας με Πόντιους, Σαμψουντίους στην καταγωγή που είχαν μεταναστεύσει
στη Ρωσία. Αυτοί ζούσαν κατά οικογένειες σε χωριά (χούταρι). Των Ποπάντων (Παπαδόπουλου),
Κουκάντων (Ηλιόπουλου), Σαχπαζάντων κ.α, κοντά στο Κρίμσκι, Μπακάνσκι, ασχολούμενοι
κυρίως με την καλλιέργεια καπνού. Ήταν Ελληνόφωνοι (μιλούσαν την Ελληνική και
την Ποντιακή διάλεκτο) ενώ οι προερχόμενοι από τα χωριά της Σαμψούντας στην πλειοψηφία
τους ήταν Τουρκόφωνοι. Από τον Πειραιά το καράβι τους μετέφερε στο λιμάνι της
Aρτας όπου έμειναν περίπου
δύο χρόνια. Στη συνέχεια η πολιτεία τους παραχώρησε χωράφια και οικόπεδα στην
περιοχή της Πρέβεζας ανάμερα στο
Λούρο
και τα
Φλάμπουρα. Έφτασαν
εκεί, συνάντησαν τους συμπατριώτες τους από τον Πόντο και όλοι μαζί κάτω από δύσκολες
συνθήκες και με σκληρή δουλειά έχτισαν την Ν. Σαμψούντα»
Σήμερα η Ν Σαμψούντα είναι ένας κόσμος ζεστός, φιλόξενος και ευγενικός
που αξίζει τον κόπο να τον ζήσει κανείς καλύτερα, να νιώσει τη γενναιοδωρία τους
και να γνωρίσει τις παραδόσεις του.
Λειτουργούν αρκετοί πολιτιστικοί και αθλητικοί φορείς και κάθε χρόνο
πραγματοποιούν εκδηλώσεις. Ονομαστές είναι: Το Τσάι που διοργανώνει ο Σύλλογος
Γυναικών, το Καρναβάλι και οι 3μερες εκδηλώσεις του Συλλόγου «Αμισός».