Η Θεσπρωτία είναι περιοχή κατεξοχήν ορεινή και σχηματίζεται από τις
δυτικές οροσειρές της Πίνδου που βαθμιαία χαμηλώνουν προς της θάλασσα και από
στενόμακρες κοιλάδες, ανάμεσα στις οροσειρές. Οι πεδινές περιοχές - στα παράλια
οι πεδιάδες που έχουν σχηματισθεί από τις προσχώσεις των ποταμών
Καλαμά
και
Αχέροντα και στην ενδοχώρα
οι κοιλάδες των ίδιων ποταμών και των παραποτάμων τους - καλύπτουν μόλις το 5%
της συνολικής έκτασης του νομού. Παρόλο που μεγάλο μέρος των ακτών είναι απότομες,
πολλοί μικροί κόλποι εναλλάσσονται με μεγαλύτερους, αποτελώντας το προγεφύρωμα
της
Ελλάδας προς την
Ιταλία
- "πρόκεινται της Ελλάδος προς την Ιταλία" (Πολύβιος) - χαρίζοντάς της
δίκαια το χαρακτηρισμό "ευλίμενος Θεσπρωτία" που διέσωσε η αρχαία γραπτή
παράδοση.
Στα παράλια και στη χαμηλή ζώνη του εσωτερικού το κλίμα είναι μεσογειακό,
με ήπιους χειμώνες και θερμά καλοκαίρια, ενώ στην ημιορεινή και ορεινή ενδοχώρα
το κλίμα γίνεται ηπειρωτικό. Η Θεσπρωτία ανήκει στη ζώνη της μεσογειακής χλωρίδας,
με εξαίρεση τα υψηλότερα βουνά, όπου επικρατεί βλάστηση της Κεντρικής Ευρώπης.
Η οικονομία της περιοχής βασίζεται, κατά κύριο λόγο, στην αγροτική
παραγωγή. Στις πεδινές εκτάσεις στις εκβολές του
Καλαμά
και του
Αχέροντα καλλιεργούνται
εσπεριδοειδή, καλαμπόκι, τριφύλλι, ρύζι και ακτινίδια. Από τα πλούσια σε νερά
ποτάμια της Θεσπρωτίας,
Καλαμά
και
Αχέροντα, αρδεύεται το
σύνολο σχεδόν των παραποτάμιων πεδινών εκτάσεων. Στα παράλια και στις χαμηλές
κοιλάδες της ενδοχώρας ευδοκιμεί η ελιά.
Στα παραποτάμια λιβάδια και στα ορεινά βοσκοτόπια αναπτύσσεται η κτηνοτροφία
των αιγοπροβάτων και των βοοειδών, γνωστών ήδη από την αρχαία φιλολογική παράδοση.
Υπάρχουν επίσης αξιόλογες βιοτεχνίες και ελάχιστες μικρού μεγέθους βιομηχανίες,
ενώ μεγάλη ανάπτυξη παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια ο τουρισμός, το εμπόριο και
οι μεταφορές απασχολώντας το 1/3 του ενεργού πληθυσμού του νομού.
(κείμενο: Γ. ΡΗΓΙΝΟΣ, Μ. ΠΑΣΙΑΚΟΣ)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Ιούλιο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο
της Νομαρχίας Θεσπρωτίας.