Στο νοτιοδυτικό άκρο της αργολικής πεδιάδας κοντά στις πηγές του Ερασίνου ποταμού (σημερινό Κεφαλάρι) και πάνω σε κύρια οδική αρτηρία που κατά την αρχαιότητα οδηγούσε από το Aργος προς την Τεγέα και την υπόλοιπη Αρκαδία, βρίσκεται ένα μεμονωμένο μνημείο, ένα μικρό οχυρό, γνωστό σήμερα με την ονομασία ''Πυραμίδα'' του Ελληνικού. Σύμφωνα με τις ανασκαφικές μαρτυρίες και τα χαρακτηριστικά στοιχεία της δομής του χρονολογείται στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα και όχι στην προϊστορική περίοδο, όπως πρόσφατα θέλησαν να αποδείξουν ορισμένοι ερευνητές. Στα ύστερα χρόνια της αρχαιότητας θεωρούσαν την πυραμίδα ως ταφικό μνημείο ''Πολυάνδριον'', ενώ σήμερα είναι βέβαιο ότι είναι οχυρό του τύπου των μικρών φρουρίων που έλεγχαν τους οδικούς άξονες και που είναι γνωστός και από άλλες περιοχές της Αργολίδας και Κυνουρίας.
Εχει σχήμα πύργου με επικλινείς τις εξωτερικές πλευρές του οι οποίες
περιβάλλουν ένα ορθογώνιο οικοδόμημα συνολικών εσωτερικών διαστάσεων 7,03 x 9,07μ. Οι εξωτερικοί αυτοί τοίχοι, ανερχόμενοι με κλίση πλευράς 60 μοιρών, σε ύψος 3,50μ μετατρέπονται σε κατακόρυφους για να στηρίξουν τους ορόφους της ανωδομής. Η κύρια είσοδος του μνημείου βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του μνημείου, δηλαδή στην πλευρά που κοιτάζει προς την θάλασσα του Αργολικού κόλπου. Απ' αυτήν εσωτερικά ξεκινά ένας στενόμακρος διάδρομος που οδηγεί σε μικρότερη πυλίδα, ανοιγμένη στο νότιο τοίχο του κυρίως χώρου, ενός τετράγωνου δωματίου πλευράς 7 μ περίπου. Το επιβλητικό αυτό μνημείο είναι όλο δομημένο από σκληρό γκρίζο ασβεστόλιθο της περιοχής σε τραπεζιόσχημο και πολυγωνικό εν μέρει σύστημα από μεγάλους λιθόπλινθους.
Ανασκαφικές έρευνες στο μνημείο του οποίου η λιθοδομή του παρέμεινε
ακλόνητη επί 2400 χρόνια έγιναν από τον Th. Wiegand το 1901, κυρίως όμως από τον
L.Lord το 1938, οι οποίοι δημοσίευσαν τα αποτελέσματα των ανασκαφών τους σε σχετικές μονογραφίες.