Η Βυζαντινή περίοδος
(Σημ.: Ιστορία αρχαίων χρόνων στην Αρχαία
Λαμία)
Στην περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας η Λαμία μνημονεύεται
για πρώτη φορά στα πρακτικά της 3ης Οικουμενικής Συνόδου που' γινε στα 431 μ.Χ.
στην Έφεσο και στην οποία πήρε μέρος ο επίσκοπος της ο Σεκουδιανός. Τη συναντάμε
ξανά σε γραπτό κείμενο το 531 μ.Χ. όταν ένας απ'τους ιερείς της ο Πατρίκιος,
ταξίδεψε στη Ρώμη για να συναντήσει τον Πάπα και να του επιδώσει επιστολή του
Μητροπολίτη της Λάρισας, στην οποία παραπονιόταν γιατί ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης
τον είχε καθαιρέσει.
Αναφέρεται άλλη μια φορά ακόμα το όνομα της. Τούτο συμβαίνει το
551μ.Χ., στην εποχή του Ιουστινιανού, όταν ένας φοβερά μεγάλος και καταστρεπτικός
σεισμός αφάνισε όχι μονάχα τη Λαμία, μα και ολόκληρη την τριγύρω περιοχή . Από
τούτη τη χρονιά και για αιώνες η Λαμία πέφτει σε παρακμή. Χάνεται.
Ανάμεσα στο 551 μ.Χ. και στο 869μ.Χ. που ξαναμνημονεύεται, πολλά
γεγονότα έγιναν, όπως για παράδειγμα τα δεινά που υπέστη με τον ερχομό των Οστρογότθων,
των Σλάβων και των Βουλγάρων καθώς επίσης και η απόκτηση καινούριου ονόματος,
με το οποίο τη γνωρίζουμε στην 8η Οικουμενική Σύνοδο, που' γινε στην Κωνσταντινούπολη
στα 869 μ.Χ. και στην οποία πήρε μέρος ο εκπρόσωπος της, ο Γεώργιος, Επίσκοπος
Ζητουνίου, όνομα που θα κρατήσει μέχρι το 1836.
Είναι γνωστό ότι οι Λαμιώτες ασπάστηκαν το Χριστιανισμό πολύ νωρίς,
πιθανά ανάμεσα στα 50 και 52 μ.Χ., δηλαδή την εποχή που και οι γείτονες μας
Υπατιαίοι άκουσαν το Ευαγγέλιο για πρώτη φορά από τον Ηρωδίωνα , έναν από τους
εβδομήντα Αποστόλους. Δε μας είναι όμως γνωστό αν ο Ηρωδίωνας ήταν εκείνος που
πρωτομύησε τους Λαμιώτες στο Χριστιανισμό ή κάποιος άλλος. Ένα άλλο γεγονός
που συνέβη κατά την περίοδο της διάδοσης του Χριστιανισμού είναι το πέρασμα
απ' τη Λαμία των Αποστόλων Παύλου και Λούκα στο ταξίδι τους απ'την Κόρινθο για
τη Μακεδονία. Μερικοί απ' τους ιστορικούς το αμφισβητούν .Πιστεύουν πως η πορεία
που ακολούθησαν ήταν απ' τη Στυλίδα στην Πελασγία και κατόπιν στον Αλμυρό. Άλλοι
πιστεύουν πως πέρασαν απ'τη Λαμία για το Δομοκό κι από κει στα Φάρσαλα. Το πιθανότερο
είναι να ακολούθησαν τη δεύτερη πορεία, μιας και η Λαμία ήταν από αρχαιοτάτων
χρόνων ξακουστή, αφού υπήρξε κάποτε πρωτεύουσα και τόπος πολλών πολέμων.
Οι Φράγγοι και οι Καταλανοί
Οι Σταυροφόροι, με το πρόσχημα της τάχα απελευθέρωσης των Αγιων
Τόπων απ'τους άπιστους, κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη στις 13 του Απρίλη στα
1204. Μιας και γίνηκαν κυρίαρχοι της, Βασιλίαδες των Πόλεων, δημιούργησαν δικό
τους κράτος, επέλεξαν για βασιλιά τους τον κόμητα της Φλάνδρας, Βαλδουίνο και
μοίρασαν το Βυζαντινό Κράτος αναμεταξύ τους, κόβοντας το σε βαρονίες, αυθεντίες
και μαρκιωνίες. Τη Στερεά τη δώσανε στο μαρκήσιο Βονιφάτιο το Μομφερατικό. Τούτος
ίδρυσε τη Βαρωνία του Ζητουνίου, την Αυθεντία της Γραβιάς και τη Μαρκωνία της
Βοδονίτσας. Φαίνεται δε πως ήτανε γενναιόδωρος, γιατί αμέσως μας παραχώρησε
στο Τάγμα των Ναϊτών. Φοβερές και τρομερές οι επιπτώσεις της Φραγκοκρατίας σ'ολόκληρη
την Ελλάδα, μα και στη Λαμία. Στα 1275 η πόλη συν γυναιξί και τέκνοις δίνεται
προίκα από το σεβαστοκράτορα Ιωάννη στο Γουλιέλμο Δελαρός, για το γάμο του με
την Ελάνη, κόρη του Ιωάννη. Το ίδιο δε γεγονός επαναλαμβάνεται στα 1316, όταν
ο νόθος γιος του βασιλιά των Καταλανών Φρειδερίκου, Ντον Αλφόνσο Φαδρίγ, πήρε
για γυναίκα του την κόρη του Βονιφάτιου της Καρύστου.
Η Λαμία έγινε τόπος τρομακτικών συγκρούσεων ανάμεσα στους Φράγκους
και τους Βυζαντινούς μέχρι τη χρονιά που πέρασε στα χέρια του Δεσπότη της Ηπείρου,
βρήκε κάποια ηρεμία, που όμως δεν κράτησε παρά ελάχιστο χρόνο, γιατί οι Φράγκοι
την ξαναϋποδουλώσανε.
Στα 1319 γνώρισε τους Καταλανούς. Νέες περιπέτειες λεηλασίες, αιματοχυσία,
το χάσιμο κάθε αστικού δικαιώματος, η στέρηση περιουσιακών τίτλων, η ανακήρυξη
της Νέας Πάτρας (Υπάτης) ως πρωτεύουσας της περιοχής και με επισκοπική έδρα,
είναι μερικά απ' τα πάμπολλα που τούτοι πράξανε για να καταντήσουν τη Λαμία
πόλη ασήμαντη, δευτερεύουσας σημασίας και φέουδο του αφέντη και δυνάστη Φαδρίγου.
Και ενώ θα περίμενε κανείς με το θάνατο του βάναυσου Καταλανού να λυτρωθούν
οι κάτοικοι, έγινε το αντίθετο, γιατί τον διαδέχτηκε ο γιος του Πέτρος, φοβερότερος
του πατέρα. Στα 1356 αναλαμβάνει ο νεότερος αδελφός, Ιάκωβος Φαδρίγος και στα
1367 ο γιος του, Αλφόνσος Λουδοβίκος Φαδρίγος, που ήτανε κόμης των Σαλώνων και
αυθέντης της Λαμίας. Και σα να μην έφτανε η βαρβαρότητα των Καταλανών, ήτανε
και οι Αλβανοί που ανάμεσα στα 1320 και 1365 κατέβαιναν κατά εκατοντάδες, πολεμούσαν
τους Καταλανούς, λεηλατούσαν τη Λαμία και γύρω στα 1365 λέγεται ότι την κυρίεψαν
κιόλας. Στη συνέχεια πολλά ήταν τα δεινά που επεφύλαξε η μοίρα σε τούτη την
πόλη. Οι κατακτητές της την άρπαζαν ποτέ ο ένας και ποτέ ο άλλος. Έτσι στα 1393
το Ζητούνι για πρώτη φορά καταλαμβάνεται απ'τους Τούρκους που νίκησαν τους Καταλανους.
Στα 1402 πέφτει στα χέρια των Βυζαντινών που το ξαναθυμήθηκαν. Αρχηγός τούτης
της κατοχής ο Καντακουζηνός ο Στραβομύτης. Στα 1423 ξαναγίνεται απόκτημα των
Τούρκων. Το κράτησαν μέχρι τα 1444 για να το ξαναπάρουν οι Βυζαντινοί και να
το διαφεντέψουν μέχρι το 1446, δηλαδή για 387 χρόνια θα βρεθεί κάτω απ' τη μπότα
των Τούρκων και θα λευτερωθεί στις 28 του Μάρτη στα 1833.
Η Τουρκοκρατεία
Στη διάρκεια της μακρόχρονης τούρκικης κατοχής, οι συνθήκες ζωής
των κατοίκων του Ζητουνίου ήταν όμοιες κι απαράλλαχτες μ' εκείνες του λαού της
υπόλοιπης τουρκοκρατούμενης χώρας. Ο ραγιάς κατάντησε έρμαιο κι ένα τίποτα στα
χέρια των πασάδων, των αγάδων και κατοπινά των κοτσαμπασηδων.Από τη μια ο κεφαλικός
φόρος και το παιδομάζωμα κι από την άλλη τα τσιφλίκια των πασάδων, γονάτιζαν
τον έρημο ραγιά που προσπαθούσε να επιβιώσει από μια χούφτα πετροχώραφα. Και
δεν του έφτανε μονάχα τούτο .Έπρεπε ν' αποδίδει στον αφέντη το ένα πέμπτο της
μιζέριας του. Στην περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το Ζητούνι υπήρξε στρατιωτικό,
πολιτικό και εμπορικό κέντρο. Στην εποχή Δε του Σελίμ του Β' (1566-1574) ήταν
Βιλαέτι, δηλαδή είχε γενικό διοικητή και καδή.
Μιας και ήτανε στρατιωτικό κέντρο διατηρούσε ένα μεγάλο αριθμό στρατιωτών,
συνήθως από 5.000 μέχρι 10.000. Και τούτο σήμαινε εξαναγκασμό των κατοίκων σε
ανεύρεση τροφής, στέγης, ζωοτροφής, απάνθρωπες αγγαρείες, εξευτελισμούς και
ταπεινώσεις. Όλα τούτα και πολλά ακόμα, προστιθέμενων και των κοτζαμπάσηδων,
αναγκάσανε τους Έλληνες να γίνουνε κλέφτες και αρματολοί. Οι Ζητουνιάτες δεν
αποτέλεσαν εξαίρεση. Τα χρόνια τούτα οι κάτοικοι της πόλης ήτανε ένα συνοθύλευμα
λαών και φυλών, όπως Τούρκοι, Έλληνες, Αρμένιοι, Λατίνοι, Γύφτοι και Εβραίοι.
Μας τα λένε οι πολλοί και αξιόλογοι περιηγητές κι αξιωματούχοι που
διάβηκαν την πόλη. Ανάμεσα σε τούτους και ο Μωάμεθ ο Β' που την άνοιξη του 1458
πέρασε απ' εδώ διαβαίνοντας για την Πελοπόννησο. Αν και σ' ολη τη διάρκεια των
τεσσάρων αιώνων οι συνθήκες ζωής ήτανε άθλιες. Δε μπόρεσαν να σβήσουν τη ψυχή
του Έλληνα που περίμενε τη στιγμή της αποτίναξης του ζυγού. Ήρθε κάποτε. Την
έφεραν οι στίχοι του Ρήγα, οι εργάτες της Φιλικής Εταιρείας στο 18ο αιώνα και
η αποστασία του Αλί Πασά. Και σαν η φλόγα της Επανάστασης ξεπήδησε στην Πελοπόννησο,
η Ρούμελη παρά τον άμεσο κίνδυνο και τις απειλές, δεν ολιγωρούσε, Εστέναζε μόνον
και περίμενε την καλήν στιγμήν, δια να ριφθεί πάνοπλος εις τον αγώνα, όπως το
έκαμε μετ' ολιγον, και έδωκε τα εκπληκτικότερα ηρωικά κατορθώματα, αίμα, πήραν
πολεμικής και στρατηγικούς εγκεφάλους..
Σύμβολο ηρωισμού, αυταπάρνησης και αδάμαστης ψυχής ο Θανάσης Διάκος,
που 'ξερε πολύ καλά πως ο θάνατος του κείνη τη στιγμή άξιζε πιότερο για το Γένος
κι απ'τη ζήση του. Μετά την απελευθέρωση, η Λαμία κινδύνευσε να παραμείνει στις
τουρκοκρατούμενες περιοχές. Μα, ύστερα από ένα διπλωματικό αγώνα ανάμεσα στην
Τουρκία και στην Ελλάδα για την οριοθέτηση των συνόρων, νικήτρια αναδείχτηκε
η Ελλάδα, κι έτσι η Λαμία απόχτησε τη λευτεριά της. Το Βασιλικό Διάταγμα που
εκδόθηκε στις 10 του Φλεβάρη στα 1833 όριζε την παραλαβή του Φρουρίου απ' τις
Ελληνικές Αρχές, όμως τούτο δεν πραγματοποιήθηκε πριν απ' τις 28 του Μάρτη στα
1833. Ημέρα μήνας και χρόνος της πολυπόθητης λευτεριάς. Η Λαμία πια όριζε τον
εαυτό της.
Η μεταεπαναστατική Λαμία
Το πρώτο φαινόμενο, άξιο μνημόνευσης, που σημειώνεται μετά την
οριοθέτηση των συνόρων και το ελευθέρωμα της πόλης, είναι το φευγιό των τούρκικων
οικογενειών για την ακόμα τουρκοκρατούμενη Θεσσαλία και το βιαστικό ξεπούλημα
της περιουσίας τους που "εν μια νυκτί" πέρασε απ' τους αγάδες σε ελάχιστους
Έλληνες, τους αργότερα γνωστούς ως μεγαλοτσιφλικάδες. Έτσι το σύνολο των Ελλήνων
βρέθηκαν από ραγιάδες Τούρκων, σκλάβοι και δούλοι των συμπατριωτών τους! Ακολουθούν
οι λοιμώδεις αρρώστιες, οι ελονοσίες, ο δάγκειος πυρετός και η μεγάλη παιδική
θνησιμότητα. Πώς και με τι να πολεμήσεις τούτα, που 'μοιάζαν με κεφάλια Λερναίας
Ύδρας που όσα κι αν έκοβες τελειωμό δεν είχαν! Μακεδόνες, Θεσσαλοί και Ηπειρώτες
καταφθάνουν στην πόλη μας για ν' αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια και να βρουν
κάποιο μεροκάματο. Κι όσοι καταφέρνουν να περάσουν το Τουρκικό Προξενείο που
λειτουργεί στη Λαμία (1857 - 1881) και το Τελωνείο, θεωρούν τον εαυτό τους πολύ
τυχερό. Ακολουθεί ο ερχομός του Όθωνα. Έρχεται τούτος ο δεκαοχτάχρονος "Βασιλιάς"
το Γενάρη στα 1833. Ανήλικος καθώς είναι φέρνει μαζί του δυο τρεις Αντιβασιλιάδες
για να τον ορμηνεύουν και ταυτόχρονα να διοικούν μέχρι να τρανέψει. Και σαν
να μην έφταναν τούτοι, κουβάλησε μαζί του και κάμποσες δεκάδες χιλιάδες Βαυαρούς
στρατιώτες.
Όλοι τους μαζί, "Βασιλιάς", Αντιβασιλιάδες και στρατός
προξένησαν τόσα δεινά στο χιλιόπαθο λαό που, τα όσα παθήματα ανιστορήσαμε μέχρι
τώρα σε τούτη τη σύντομη ιστορία, είναι μηδαμινά σε σύγκριση με όσα υπέφερε
ο λαός μέχρι τα 1862, που διώχθηκε άρον άρον.Δε θα τα αναφέρουμε όλα. Δεν είναι
της παρούσης μελέτης. Ένα μονάχα θα αναφέρουμε, έτσι για δείγμα.
Τούτο είναι το θέμα "Ληστεία" που για πολλές δεκαετίες
ταλάνισε και ξεζούμισε τον ήδη "στεγνωμένο" ελληνικό λαό. "Η
ληστεία στην μεταεπαναστατική Ελλάδα και ιδιαίτερα η μορφή που πήρε στη Στερεά,
συνδέεται άμεσα με την εδαφική ρύθμιση του ελληνικού ζητήματος και την οργάνωση
του νεοσυστάτου κράτους... Πήρε όμως απειλητικές διαστάσεις μετά το 1833 και
συγκεκριμένα μετά τη διάλυση των ατάκτων στρατευμάτων του Αγώνα από τους Βαυαρούς
αντιβασιλείς τον Μάρτιο του ιδίου χρόνου". Οι πολλές κι απανωτές συσκέψεις,
τα πολύωρα συμβούλια και οι νόμοι, που ο ένας ακύρωνε τον άλλο, δε μπόρεσαν
δυστυχώς να λύσουν τούτο το κοινωνικό μεταεπαναστατικό πρόβλημα. Και δεν μπόρεσαν
γιατί ο αγωνιστής, ο μπαρουτοχτυπημένος Έλληνας πολεμιστής του '21 αδικήθηκε
κατάφωρα, κυνηγήθηκε άγρια και δεν του αναγνωρίστηκε ηθικά και υλικά ο τιτάνιος
αγώνας του. Διώχθηκε, μέσα απ' τον τόπο του, απ' τον Όθωνα και το συνάφι του.
Και σαν οι νόμοι δεν έβαζαν φραγμό, ίδρυσαν την Οροφυλακή με 8 τάγματα,
που στα 1833 είχα έδρα τη Λαμία και στο Αγρίνιο και συστάθηκαν, την ίδια χρονιά,
δυο στρατοδικεία: Ένα στην πόλη μας και τ' άλλο στο Μεσολόγγι. Φέρανε και τη
λαιμητόμο! Αποτέλεσμα μηδέν. Η ληστεία συνέχιζε "ακάθεκτη".
Στα 1835 λειτουργεί στη Λαμία το πρώτο Ελληνικό Σχολείο και στα
1850 ιδρύεται το Γυμνάσιο μας. Στα 1855 αρχίζει το εισαγωγικό και εξαγωγικό
εμπόριο, εκδίδονται εφημερίδες, τυπώνονται βιβλία, εμφανίζεται το συντεχνιακό
και συνδικαλιστικό πνεύμα, ιδρύεται το υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στα
1860, και στα 1875 φτάνουν τα πρώτα θεατρικά "μπουλούκια". Δίνονται
ελληνικά ονόματα στους δρόμους της πόλης στα 1858, ιδρύονται οι πρώτοι υγειονομικοί
σταθμοί. Διορίζεται δήμαρχος ο Νίκος Χρυσοβέργης στα 1836 και η "Ιερά Σύνοδος
του Βασιλείου της Ελλάδος" και το διοικητικό μέρος της αυτοκέφαλης Εκκλησίας
ανέθεσαν τα καθήκοντα επισκόπου της Επιτροπής της Φθιώτιδας στον Ιάκωβο Μητρόπουλο.
Η ίδρυση της εμποροπανηγύρεως (1855) και του Τελωνείου (1839) συνέβαλαν
στην κίνηση του εμπορίου, και δίνουν την ώθηση στην εμφάνιση των πρώτων αστικών
επαγγελμάτων. Προ του 1875 καταφθάνουν από την Αθήνα οι πρώτοι θεατρικοί θίασοι.
Λειτουργεί συγχρόνως στρατιωτικό και πολιτικό νοσοκομείο και στο 1836 ιδρύεται
φαρμακείο. Μεταφέρεται το Πρωτοδικείο από την Άμφισσα στη Λαμία και ιδρύεται
το Ειρηνοδικείο. Λειτουργεί έκτακτο Στρατοδικείο και Κακουργιοδικείο, που εκδίδει
πολλές αποφάσεις, μερικές από τις οποίες, προβλέπουν θανατικές ποινές λόγω εξάρσεως
της ληστείας. Το 1860 ιδρύεται στη Λαμία υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας.
Το 1858 αλλάζουν οι δρόμοι τα τουρκικά ονόματα και κτίζονται τα πρώτα νεοκλασσικά
σπίτια. Εδώ εδρεύουν μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις και λειτουργούν το Λοιμοκαθαρτήριο
και οι Καζάρμες (υγειονομικοί σταθμοί). Εδώ έχουν κάνει από το 1875 την εμφάνισή
τους οι πρώτες σοσιαλιστικές και προοδευτικές ιδέες.Βάσει του 8.1.1833 ιδρύθηκε
ο Δήμος Λαμιέων, με έδρα τη Λαμία, πλαισιωμένος από τα χωριά : Ζητούνι, Ταράτσα,
Μακρολείβαδο, Δερβέν Φούρκα, Τσοπανλάτες, Λαϊτσά, Μπεκή, Καλύβια, Ιμίρμπεη,
Αλαμάνα, Μεγάλη Βρύση, Σαρμπουσακλή και Κόμμα. Στα 1836, μετά την κατάργηση
του Δήμου Κορωνείας, υπάχθησαν στο Δήμο Λαμιέων και τα χωριά Δίβρη, Παληοχώρι
και Λιμογάρδι. Την εκτελεστική εξουσία κατά τα χρόνια 1833-1836 ασκούσαν ο έπαρχος
και δύο δημογέροντες, οι Αθ. Τσίγγας και Α. Παπαλεξίου. Πρώτος επίσκοπος του
μεταπελευθερωτίκου Ζητουνίου, ήταν ο Ιάκ. Μητρόπουλος.
Αυτά και πολλά ακόμα, μικρά και μεγάλα γεγονότα, ακολούθησαν μέχρι
τ' απόγερμα του 19ου αιώνα, που προτού προλάβει να μας "καληνυχτίσει"
σφραγίστηκε μ' ένα τρανταχτό συμβάν, τον πόλεμο της ντροπής, τον πόλεμο του
1897.
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2002 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Λαμιέων
1905 - 1975
Ο Αλέκος Κοντόπουλος γεννήθηκε στη Λαμία
το 1904. Από τα μαθητικά του χρόνια ζωγραφίζει. Το 1921 τελειώνει το Γυμνάσιο
και αρχίζει τη ζωγραφική του μαθητεία στο εργαστήρι του αγιογράφου Γ.Σαραφιανού,
ζωγραφίζοντας εκκλησίες της περιοχής. Την ίδια περίοδο οργανώνει την πρώτη ατομική
του έκθεση στη Λαμία.
Το 1923 έρχεται στην Αθήνα και σπουδάζει στη σχολή Καλών Τεχνών με
καθηγητές τους Γεώργιο Ιακωβίδη, Νικόλαο Λύτρα και Δημήτρη Γερανιώτη.Τον Ιούνιο
του 1930 φεύγει στο Παρίσι
για μεταπτυχιακές σπουδές στις Ακαδημίες COLAROSSI και GRANDE CHAUMIERE.
Στα 1933 παντρεύεται την MARCELLE-RACHEL BOUSSARD.
Συμμετέχει σε πολλές εκθέσεις ατομικές και ομαδικές, στην Ελλάδα
και στο εξωτερικό.Στα χρόνια της κατοχής μετέχει στην Εθνική Αντίσταση. Από το
1940 ως το 1969 εργάζεται στο Αρχαιολογικό
Μουσείο Αθηνών.
Δίνει διαλέξεις και με συζητήσεις δρα παιδευτικά για τις μεταπολεμικές
καλλιτεχνικές γενιές. Είναι ο πρώτος ζωγράφος που χάραξε τη γραμμή της μοντέρνας
τέχνης στην Ελλάδα.
Το 1972 αρνείται να δεχθεί το Α´ Κρατικό βραβείο ζωγραφικής,
σαν ένδειξη διαμαρτυρίας και αποδοκιμασίας του δικτατορικού καθεστώτος που επικρατούσε
τότε.
Πέθανε στην Αθήνα
στις 13 Αυγούστου το 1975.
Από το 1963 έζησε στην Αγία
Παρασκευή, στο σπίτι της οδού Αλέκου Κοντόπουλου 13, που σήμερα στεγάζει τη
Δημοτική Βιβλιοθήκη και το ομώνυμο μουσείο Αγίας Παρασκευής "Αλέκος Κοντόπουλος",
σύμφωνα με τη δωρεά που έγινε στο Δήμο
Αγίας Παρασκευής μετά από κοινή επιθυμία του καλλιτέχνη Αλέκου Κοντόπουλου
και της συζύγου του Μαρσέλ Κοντοπούλου.
Τηλέφωνο: +30 22310 22222, 32976
Φαξ: +30 22310 22303
Τηλέφωνο: +30 22310 22331, 44840
Τηλέφωνο: +3022313 51200-2
Φαξ: +3022310 23656
Τηλέφωνο: +30 22310 22314, 22214
Φαξ: +30 22310 22314
Τηλέφωνο: +30 22310 28971
Φαξ: +30 22310 42704
Τηλέφωνο: +30 22310 27700, 20700, 37733
Φαξ: +30 22310 37722
Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.
Εγγραφείτε τώρα!