Η αρχαία Αμφίπολη η "ευφυεστάτη και καλλίστη" ήταν κτισμένη αμφιθεατρικά,
επάνω σε ένα συγκρότημα λόφων, εκεί που ο
νομός
Σερρών συναντάει τη θάλασσα. Η περίβλεπτος αυτή θέση της πρόσφερε δύο όψεις.
Η μία προς το εσωτερικό, τον
Στρυμόνα
και την άλλοτε λίμνη του Αχινού και η άλλη προς τη θάλασσα, από την οποία απείχε
4,5 χλμ. Στο πιο ψηλό της σημείο βρίσκονταν η "Ακρόπολη", η οποία προφυλάσσονταν
με τείχος.
Λόγω της θέσεως της, των εισπραττομένων φόρων και της παραγωγής ναυπηγήσιμων
ξύλων, έφθασε σε αξιοζήλευτο επίπεδο πολιτισμού και γρήγορα έγινε σημείο διαμάχης
ανάμεσα στους Αθηναίους (των οποίων ήταν αποικία) και στους Σπαρτιάτες. .
Η αρχική της ονομασία ήταν
«Εννέα οδοί». Όταν ο Ξέρξης
βαδίζοντας εναντίον της Ελλάδας μέσω
Θράκης
και
Μακεδονίας, έφθασε σ'
αυτήν, σύμφωνα με περσικό έθιμο, έθαψε ζωντανούς εννέα νέους και εννέα παρθένες
για να έχει αίσιο τέλος η εκστρατεία. Επίνειό της υπήρξε η
Ηιόνα.
Κατά καιρούς έγινε η βάση των Αθηναίων αλλά και των Σπαρτιατών που ενδιαφέρονταν
για την εκμετάλλευση των μεταλλείων χρυσού και αργύρου, που υπήρχαν στο
Παγγαίο.
Γι’ αυτό και ο Δημοσθένης στους λόγους του δεν παρέλειπε να τονίζει την
αξία της Αμφίπολης για το ασφαλές της λιμάνι, την ξυλεία από τα
Κερδύλλια
όρη, τα πλούσια μεταλλεία, καθώς και την εύφορη ενδοχώρα της, που εκτείνονταν
μέχρι τις περιφέρειες της
Νιγρίτας,
των
Σερρών, της
Ζίχνης
και του
Παγγαίου. Ο Αδριανός
αναφέρει ότι τα ναυπηγεία της Αμφίπολης (γνωστά από την εποχή ακόμη του Πεισίστρατου,
605 - 527 π.Χ.), ήσαν τα σπουδαιότερα της εποχής.
Αλλά την ακμή και τη λαμπρή της ανάδειξη οφείλει στους Αθηναίους που
αμέσως μετά τη μάχη του
Μαραθώνα
(490 π.Χ.) άρχισαν να ενδιαφέρονται γι’ αυτήν, πραγματοποιώντας στα 466
π.Χ. την πρώτη αποτυχημένη εκστρατεία για την κατάληψή της. Είκοσι εννέα χρόνια
αργότερα, ο ´Αγνων, κατ’ εντολή του Περικλή, έφθασε στην Ηιόνα, απώθησε
τους Ηδωνούς και έχτισε στη Θέση "Εννέα οδοί" την Αμφίπολη.
Στα 424 π.Χ. ο Λακεδαιμόνιος στρατηγός Βρασίδας αποβιβάστηκε στη
Χαλκιδική
με 1700 στρατιώτες, εγκατέστησε στη συνέχεια φρουρά στο Στρυμόνα, κοντά στην Αμφίπολη,
και με «ήπιες προτάσεις»κατάφερε να την πάρει στα χέρια του, ύστερα από έναν αγώνα
δρόμου όπως θα λέγαμε, με τον Αθηναίο στρατηγό Θουκυδίδη, που καθυστέρησε μέσα
σε μια φοβερή χιονοθύελλα! Έτσι χάθηκε για τους Αθηναίους η Αμφίπολη και κατηγορήθηκε
ως δοσίλογος ο Θουκυδίδης για την αργοπορία του, δικάστηκε ερήμην από τους συμπατριώτες
του και καταδικάστηκε σε εικοσαετή εξορία.
Στα 422 π.Χ. ο Κλέων ο Δημαγωγός με τον αέρα της νίκης που είχε πετύχει
στην Πύλο, κατάφερε να πείσει τους Αθηναίους και με 30 πλοία, 1200 πεζούς και
300 ιππείς αποβιβάστηκε στη
Χαλκιδική
και αμέσως κατευθύνθηκε προς την
Ηιόνα.
Ο Βρασίδας που την υπερασπίζονταν όμως, αφού άφησε το μεγαλύτερο μέρος του στρατού
του μέσα στην Αμφίπολη και κάτω από τις διαταγές του Κλεαρίδα, πήρε 2.000 πεζούς
περίπου και 300 ιππείς και στρατοπέδευσε στους πρόποδες των
Κερδυλλίων,
από τη δεξιά όχθη του
Στρυμόνα.
Η σύγκρουση των δύο στρατών δε θα βραδύνει και οι Αθηναίοι του Κλέωνα θα νικηθούν
και θα τραπούν σε φυγή ενώ ο ίδιος θα δεχτεί θανάσιμο χτύπημα Μυρκίνιου πελταστή.
Ταυτόχρονα όμως τραυματίστηκε βαριά και πέθανε και ο στρατηγός των Σπαρτιατών
ο Βρασίδας, που θάφτηκε με μεγαλοπρέπεια και εξαιρετικές τιμές στην αγορά της
Αμφίπολης. Εξακόσιους νεκρούς θα θρηνήσουν οι Αθηναίοι σ’ αυτή τη σύγκρουση
και μόνον επτά οι Σπαρτιάτες, αλλά η προσπάθεια να επιβληθούν στην Αμφίπολη δεν
Θα σταματήσει.
Στα 415 π.Χ. Αθηναϊκά πλοία για μια ακόμη φορά θα πολιορκήσουν την
Αμφίπολη, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Οι Αθηναίοι θα κάνουν την τελευταία αποτυχημένη
τους προσπάθεια για την κατάληψή της στα 359 π.Χ.
Ένα χρόνο μετά (358 π.Χ.), η Αμφίπολη κατελήφθη από τον Φίλιππο, για
να καταστεί η ναυτική βάση των προπαρασκευών της Ασιατικής εκστρατείας, που τελικά
θα πραγματοποιήσει ο Μέγας Αλέξανδρος με 30.000 πεζούς και 5.000 ιππείς για την
κατάκτηση του μέχρι τότε γνωστού κόσμου.
Μετά τη μάχη της
Πύδνας
(167π.Χ.) ο Ρωμαίος Αιμίλιος Παύλος έκανε την Αμφίπολη πρωτεύουσα του πρώτου τμήματος
της χώρας και την ονόμασε
"Η Μακεδόνων πρώτη" και σ’ αυτή
συνεκλήθη η συνέλευση ύστερα από την επιστροφή του, οι αποφάσεις της οποίας έκριναν
την τύχη της
Μακεδονίας.
Οι Ρωμαίοι κατακτητές οργάνωσαν σ’ αυτήν γιορτές και αγώνες και από το λιμάνι
της αναχώρησαν για τη Ρώμη τα ρωμαϊκά πλοία τα φορτωμένα με τους θησαυρούς των
βασιλέων της
Μακεδονίας,
αφού για μέρες είχαν εκτεθεί σε κοινή θέα στην Αμφίπολη. Αλλά τα χρόνια αυτά της
ρωμαϊκής κατοχής υπήρξαν και τα πλέον σκληρά για τους κατοίκους της Αμφίπολης
και της Μακεδονίας γενικότερα, αφού χιλιάδες απ' αυτούς εξορίστηκαν στην
Ιταλία
από την οποία δεν επέστρεψαν ποτέ.
Το 51 μ.Χ. από την Αμφίπολη πέρασε και ο Απόστολος Παύλος πηγαίνοντας
από τους Φιλίππους στη Θεσσαλονίκη, αφού από αυτήν πέρναγε η Εγνατία οδός που
συνέδεε τη
Ρώμη με το
Βυζάντιο.
Την παρακμή των Ρωμαίων ακολούθησαν χρόνια δίσεκτα και άγρια κατά
τη διάρκεια των οποίων τα ίχνη της Αμφίπολης αρχίζουν να χάνονται. Στην αρχή την
κατέλαβαν οι Ερούλοι (267 μ.Χ.), ύστερα οι Βησιγότθοι (395 μ.Χ.) και τέλος οι
Σλάβοι.
Ό,τι όμως κατάφερε να διασωθεί από το χρόνο και τους αλλόφυλους επιδρομείς,
ισοπεδώθηκε τελικά από τους Νορμανδούς (1185) και αργότερα τους Καταλανούς (1307)
που δεν άφησαν πέτρα επάνω στην πέτρα, για να την ξανακτίσει στα 1341 μ.Χ. ο Ανδρόνικος.
Στα 1342 κατελήφθη από τους Σέρβους και στα 1373 μ.Χ. μπήκε σε αυτή θριαμβευτής
ο Τούρκος στρατηγός Γαζή Εβρενός. .
Στα 1956, ο αείμνηστος έφορος αρχαιοτήτων Καβάλας Δ. Λαζαρίδης, επιμελήθηκε
των ανασκαφών στην Αμφίπολη, που έφεραν στο φως πολλά και αξιοθαύμαστα ευρήματα...
Από την Εικονογραφημένη Ιστορία των Σερρών του Βασίλη Τζανακάρη
Το κείμενο παρατίθεται τον Απρίλιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Σερρών