Από την ίδρυση της
Θεσσαλονίκης
το 316 π.Χ., ο χώρος της Νεάπολης ήταν έξω από τον πολεοδομικό ιστό και ανήκε
στην περιοχή των εξοχών. Αρχαιολογικά ευρήματα του 1958, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγονται
και τα δύο χρυσά κοσμήματα με το δωδεκάκτινο αστέρι - σήμα του Δήμου, καταδεικνύουν
ότι η Νεάπολη αποτελούσε κτήμα εύπορης οικογένειας.
Στα Βυζαντινά χρόνια και αργότερα στην περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας,
η περιοχή εξακολουθούσε να είναι ύπαιθρος της Θεσσαλονίκης, κατά πάσα πιθανότητα
καλλιεργημένα χωράφια.
Η ανάγκη εγκατάστασης των ξεριζωμένων Ελλήνων της προσφυγιάς ήταν
εκείνη που γέννησε τη Νεάπολη στη δυτική πλευρά της πόλης, στην περίοδο 1916-1922.
Βαφτίστηκε έτσι σε ανάμνηση της αλησμόνητης πατρίδας του
Ικονίου
(Νεφ -Σεχήρ στα Τουρκικά, Νεάπολη δηλαδή) της
Μικράς
Ασίας και η επιλογή αυτής της ονομασίας, της "νέας πόλης" εξυπηρετούσε
παράλληλα και σαφείς συμβολικούς σκοπούς.
Το πρώτο κύμα προσφύγων εγκαθίσταται προσωρινά στη περιοχή το 1914.
Έλληνες από τη
Μικρά Ασία
και την
Ανατολική Θράκη,
διωγμένοι από την τουρκική κυβέρνηση σε αντίποινα για την ήττα της στους Βαλκανικούς
Πολέμους. Οι περισσότεροι ήρθαν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και εγκαταστάθηκαν
πιο σταθερά στην περιοχή. Στο διάστημα που μεσολάβησε ο πληθυσμός της Νεάπολης
ενισχύθηκε από μερίδα των πυροπαθών, θυμάτων της καταστροφικής πυρκαγιάς του 1918.
Το 1934 η Νεάπολη αναγνωρίζεται ως Κοινότητα και το 1946 προάγεται
σε δήμο, ως αποτέλεσμα της πληθυσμιακής της εξέλιξης, καθώς μετά το τέλος του
Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου εγκαθίστανται σ’ αυτήν και εσωτερικοί μετανάστες,
που αναζητούν δουλειά στην πόλη.
Τα τελευταία 15 χρόνια η δυναμική που αναπτύσσεται, οδηγεί τη Νεάπολη
στην κατάκτηση περίοπτης θέσης στην ευρύτερη περιοχή της
Θεσσαλονίκης.
Το κείμενο παρατίθεται τον Απρίλιο 2003 από την ιστοσελίδα
http://www.neapoli.gr/Dhmos/dpage01.htm
του Δήμου.