Οι πρώτοι οικιστές του, κατά την παράδοση, επειδή η περιοχή είχε πολλά
δάση, ήταν ειδικοί ξυλοκόποι που προσκάλεσε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος θ΄ ο Μονομάχος
από την
Κωνσταντινούπολη,
για το κτίσιμο της
Νέας
Μονής. Οι πειρατικές όμως επιδρομές τους ανάγκασαν να αποσυρθούν για την ασφάλεια
στο διπλανό απόκρημνο βράχο των 450 μέτρων ύψος.
Εδώ έκτισαν ένα δεύτερο οικισμό με τετρακόσια σπίτια, σχολεία, Εκκλησίες,
δικαστήρια, φυλακή με θαυμαστή αρχιτεκτονική, δουλεύοντας την πέτρα σε σχηματισμούς
στενών τοξοτών παραθύρων και θυρών. Τα κτίσματα διασχίζουν μικροί γραφικοί δρομίσκοι.
Ολόκληρο το χωριό με το φυσικό βράχινο τείχος αποτελεί οχυρό καστρόπυργο.
Στην επανάσταση του 1822, ύστερα από γενναία αντίσταση οι Αναβατούσοι μαζί με
άλλους Χιώτες που είχαν καταφύγει στο οχυρό για να σωθούν έγραψαν μία νέα Εθνική
Εποποϊα, με αποκορύφωμα τις σκηνές του Χιώτικου Ζαλόγγου, που συνέθεσαν στα νοτιοανατολικά
του Κάστρου, κοντά στην Εκκλησία της Παναγίας, οι γυναίκες του Ανάβατου, οι οποίες
αντάλλαξαν τη ζωή με το τίμημα του ηρωικού θανάτου, για να μην από τους βαρβάρους
επιδρομείς. Κι' όταν ολόκληρο το Καστροχώρι θάφτηκε στα χαλάσματα των φοβερών
σεισμών του 1881, οι ταλαίπωροι Αναβατούσοι ανάστησαν στις παρυφές του βράχου
τον νεότερο, τρίτου κατά σειρά, σημερινό οικισμό τους.
Ο χώρος όμως εδώ, πέρα από τη ιστορικότητά του, αποκτά και ιδιαίτερη
αξία από την ιδιόμορφη τεχνική των κτισμάτων. Εσωτερικά, στην αρχή της μοναδικής
εισόδου του Κάστρου, στα ανατολικά, κυριαρχεί το κτιριακό συγκρότημα του Τριωφόρου.
Αποτελείται από το Λουτρουβιό, το Διδακτήριο με τη δεξαμενή και την Εκκλησία της
Παναγιάς.
Το ισόγειο είναι το Ελαιοτριβείο, με τις τεράστιες πέτρες, στις οποίες
συνθλίβονται οι ελιές για να βγει το λάδι. Πάνω σ' αυτό το Διδακτήριο (δύο δωμάτια,
που αποτελούσαν το σχολείο) και δίπλα του η Δεξαμενή, στην οποία μεγάλα πήλινα
κανάλια συγκέντρωναν τα νερά της βροχής, για να χρησιμοποιηθεί από τους κατοίκους
σε περίπτωση αποκλεισμού του χωριού από τον εχθρό.
Η στέγη της Δεξαμενής είναι το δάπεδο της Εκκλησίας της Παναγίας των
Εισοδίων, με δίκλιτη στέγη, γιόρταζε στις 21 Νοεμβρίου. Σήμερα σώζεται μόνο το
ένα κλίτος. Στο Ιερό βήμα υπάρχει η τοιχογραφία του Παντοκράτορα (17ος αιώνας)
και στο νοτιοανατολικό δάπεδο διατηρούνται αιμάτινα ίχνη από την τουρκική ανθρωποσφαγή
του 1822.
Σε μικρή απόσταση προς τα βορειοδυτικά, λίγο πιο πάνω από την Εκκλησία,
σώζεται η Φυλακή, το Δικαστήριο και το Κρυφό Σχολείο και στην υψηλότερη κορφή
του Κάστρου, υπερήφανα διαφεντεύει η Καστροεκκλησία της Ακρόπολης, ο Ταξιάρχης.
Η αρχική Εκκλησία πυρπολήθηκε το 1822 από τους Τούρκους. Στη θέση αυτή κτίστηκε
άλλη μετά τις σφαγές και τους σεισμούς του 1881 καταστράφηκε και πάλι. Σήμερα
έχε αναστηλωθεί από την αρχαιολογική υπηρεσία.
Μικρή απόσταση από τον Ταξιάρχη, βορειοδυτικά, βρίσκεται ερειπωμένο
το σπίτι του Ψαρού στο οποίο οχυρώθηκαν οι Αναβατούσοι κι ανέτρεψαν την τουρκική
επίθεση που έγινε από το ύψωμα Αμόνι. Η εκκλησία του σημερινού Ταξιάρχη, που γιορτάζει
στις 8 Νοεμβρίου, στο σύγχρονο οικισμό, ανεγέρθηκε μετά τους σεισμούς του 1881.
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Ομηρούπολης