Η Μελισσόπετρα βρίσκεται 12 χιλιόμετρα δυτικά της Δημητσάνας, πάνω
στον οδικό άξονα Δημητσάνα - Λουτρά Ηραίας, αμέσως μετά τη Ζάτουνα. Είναι χτισμένη
στην πλαγιά του όρους Εχτίχοβα, και το υψόμετρό της είναι 800 μ. Η θέα του χωριού
που είναι πλούσια, ξεκινάει από το νότο όπου ο επισκέπτης αγναντεύει την οροσειρά
του Λύκαιου όρους ή Διαφόρτι με τα διάσπαρτα χωριά του, τον έφορο παρόχθιο κάμπο
του Αλφειού, και καταλήγει στη δύση όπου, με καθαρή ατμόσφαιρα, διακρίνεται το
Ιόνιο Πέλαγος και η Ζάκυνθος.
Το αρχικό όνομα του χωριού ήταν Τρεστενά, η προέλευση του οποίου έχει
αποδοθεί ότι είναι Σλαβική, ενώ το 1927, με ανάλογο διάταγμα μετονομάστηκε Μελισσόπετρα.
Αναφορικά με την ιστορία της Μελισσόπετρας, μέχρι σήμερα, η επιστημονική έρευνα
δεν έχει εξετάσει επαρκώς την ιστορική της πορεία μέσα στους αιώνες που πέρασαν,
έτσι ώστε να αναδειχθούν με ασφάλεια τα στοιχεία που αφορούν το ιδρυτικό της έτος,
η μορφή της αρχικής της κατοίκησης, καθώς επίσης η ανάπτυξη και η οργάνωσή της
σε ανεξάρτητο οικισμό.
Η πρώτη πάντως γραπτή μαρτυρία μέσα στην οποία αναφέρεται η Μελισσόπετρα,
προέρχεται από τον κώδικα της μονής Αιμυαλών, τον οποίο δημοσίευσε η Ιωάννα Γιανναροπούλου
μέσα στα Γορτυνιακά, τ. Α', Αθήναι 1972, σσ. 303-390, με τίτλο Ποικίλα σημειώματα
εκ Γορτυνιακών κτητορικών κωδίκων, Α' Κώδιξ μονής Αιμυαλών (υπ αριθ. 146). Μέσα
στον κώδικα αυτό, τον Μάρτιο του 1661, ο ιερομόναχος Θεοδόσιος από την Τρεστενά,
έγραψε στην αγία πρόθεση της μονής Αιμυαλών τον πατέρα του Δαμασκηνό, τη μητέρα
του Βασιλική και τον εαυτό του, για την ψυχική τους σωτηρία. Με βάση την αδιάσειστη
αυτή ιστορική μαρτυρία και με δεδομένο το γεγονός ότι, η καθιέρωση του ονόματος
ενός χωριού προϋποθέτει ύπαρξη πρότερου βίου, ο οποίος στις περισσότερες περιπτώσεις,
συνήθως, υπολογίζεται περισσότερο του ενός αιώνα, είναι προφανές ότι, η αρχική
κατοίκηση και συνεπώς το ιδρυτικό έτος της Μελισσόπετρας, θα πρέπει να τοποθετηθεί,
αν όχι νωρίτερα, τουλάχιστον μεταξύ 15ου και 16ου αιώνα (1400-1600).
Αναζητώντας το ιδρυτικό έτος της Μελισσόπετρας, παραθέτουμε μερικά
από τα στοιχεία της δικής μας έρευνας που έχουν ιδιαίτερη σημασία και αξία, κρίνοντας
ότι μπορούν να συμβάλουν στην ανάδειξή του. Λίγες εκατοντάδες μέτρα ανατολικά
της σημερινής Μελισσόπετρας, υπάρχει το τοπωνύμιο "Μαχαλάς". Στην περιοχή αυτή,
βρίσκονται διάσπαρτα τα ερείπια του μικρού ομώνυμου Τρεστενίτικου οικισμού, ο
οποίος εγκαταλείφτηκε και ερήμωσε στις αρχές του 20ου αιώνα. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες
των γηραιότερων Μελισσοπετραίων, από τους πρώτους κατοίκους του Μαχαλά, ήταν ο
Αντώνιος Μέτζιος, ένας άνδρας που φημιζόταν για τη σωματική του διάπλαση, για
την αντοχή και τη δύναμή του. Τα σπίτια του Μαχαλά και οι κήποι τους, υδρεύονταν
από μια πηγή που βρισκόταν λίγα μέτρα πιο πάνω από τον οικισμό, η οποία εξαφανίστηκε
στη δεκαετία του 1960 κατά τη διάρκεια των εργασιών διάνοιξης του δημόσιου δρόμου
του χωριού. Λίγο πιο κάτω από την περιοχή του Μαχαλά, υπάρχει το τοπωνύμιο Παλιόπυργος.
Στην περιοχή αυτή, ακόμη και σήμερα σώζονται τα ερείπια πυργοειδούς κτιρίου, όπου
σύμφωνα με την τοπική παράδοση, ήταν η κατοικία του Αγά της περιοχής, ο οποίος
διέθετε μεγάλη ιδιοκτησία γης, γνωστή με το σημερινό τοπωνύμιο "Τσελεπαίικα".
Στην ευρύτερη περιοχή ιδιοκτησίας της Μελισσόπετρας, έτσι όπως αυτή ξεκινάει από
τα τελευταία σπίτια του χωριού και εκτείνεται νοτιοδυτικά μέχρι τον κάμπο της,
σώζονται αμέτρητα αγιωνύμια, μέσα στα οποία βρίσκονται τα ερείπια αρκετών ναών.
Ο Αγιο-Λιάς, ο Αγιώργης, η Αγια-Μαρίνα, ο Αγιο-Θανάσης, ο Αγιάννης, η Παναγίτσα,
ο Αγιο-Δημήτρης, ο Αγιο-Βασίλης, ο Αγιο-Αντρέας κ.α., είναι μερικά από αυτά. Στην
ίδια περιοχή, υπάρχουν διάσπαρτα τα ερείπια αρκετών κτισμάτων που από παράδοση
πιστεύεται ότι χρησιμοποιήθηκαν στη νομαδική κατοίκηση των πρώτων Τρεστενιτών,
ενώ σε διαφορετικά σημεία, υπάρχουν και δύο νεκροταφεία. Μέσα στον ευρύτερο αυτό
χώρο, εκτός από τα γνωστά τοπωνύμια που λίγο ή πολύ είναι όμοια με εκείνα των
γύρω χωριών, ξεχωρίζουν αυτά που αναφέρονται σε κάποιον Αράπη, όπως είναι η σπηλιά,
το αλώνι και το πουρνάρι του Αράπη, καθώς επίσης και της Τούρκας η Λάκκα, κατάλοιπα
πιθανόν των Οθωμανών κατακτητών.
Η ύπαρξη των πολλών αγιωνυμίων και εκκλησιών, σε απόλυτο συνδυασμό
με το πλήθος των παλαιότερων Τρεστενιτών που εντάχθηκαν στον ιερατικό βίο, προφανώς
αναδεικνύουν τα θρησκευτικά συναισθήματα των φιλόθρησκων κατοίκων του χωριού.
Μέσα από τις ιστορικές πηγές γνωρίζουμε ότι, το έτος 1661, στην ακμάζουσα τότε
γειτονική μονή Φιλοσόφου (παλαιά μονή - Κρυφό Σχολειό), ηγούμενος της μονής ήταν
ο Τρεστενίτης Μακάριος, ενώ το έτος 1664, ηγούμενος της ίδιας μονής ανέλαβε ο
επίσης Τρεστενίτης Θεοδόσιος. Από το έτος αυτό και ύστερα, τόσο στη μονή Αιμυαλών,
όσο και στη μονή Φιλοσόφου, αρκετοί Τρεστενίτες έχουν γραφεί κατά καιρούς μέσα
στους κώδικες αλλά και σε διάφορα δικαιοπρακτικά έγγραφα των μονών, άλλοτε ως
μάρτυρες σε αγοραπωλησίες γης και άλλοτε ως αφιερωτές διαφόρων ειδών και αντικειμένων.
Ειδικά για τη μονή Φιλοσόφου, αυτή θα πρέπει να ήταν η αγαπημένη μονή πολλών Τρεστενιτών,
αφού η στήριξή τους προς αυτή, υπήρξε αμείωτη μέχρι τους τελευταίους χρόνους της
και την οριστική διάλυσή της που έγινε το 1834. Κατά τη δημιουργία της νέας μονής
Φιλοσόφου, αμέσως μετά την κατασκευή του Καθολικού που έγινε το 1691, ο Τρεστενίτης
Γεώργιος Προκόπης, χρηματοδότησε την κατασκευή των φορητών δεσποτικών εικόνων
του τέμπλου του Καθολικού, που φιλοτέχνησε ο Κρητικός ζωγράφος Βίκτωρ, αφήνοντας
την αφιέρωσή του πάνω σε αυτές "Δέηση του δούλου του Θεού Γεωργίου Προκόπη από
χωρίο Τρεστενά, Χείρ Βίκτορως, 1694". Λίγα χρόνια αργότερα, στις 12 Αυγούστου
του 1700, ο Τρεστενίτης Γεώργιος Παπαδόπoυλoς, συμβάλλοντας στην κατασκευή του
κτιρίου των κελιών της νέα μονής Φιλοσόφου, αφιέρωσε εκατό ριάλια, ογδόντα συνοίκια
γέvvημα και δέκα λίτρες καρφία "?δια vα φτειάσoυv τo κτίριov της τράπεζας τoυ
μovαστηρίoυ Φιλoσόφoυ, δια ψυχικήv τoυ σωτηρίαv". Αναφορικά με τις γνωστές προσφορές
των Τρεστενιτών προς τη μονή των Αιμυαλών, σημειώνουμε αυτή του κυρ-Γιωργάκη Χαχάλη
ο οποίος στις 8 Σεπτεμβρίου 1796, ανήμερα της εορτής της μονής, έδωσε για την
ψυχική σωτηρία του πατέρα του Αντρούτσου, της μητέρας του Χρυσάντως, της συζύγου
του Παναγιώτας και του ιδίου, πενήντα γρόσια και μία φοράδα που είχε μισιακή με
τον Χρόνη Σαρλά, καθώς επίσης και αυτή της Μιλίτσας Χριστοδουλίνας, της κυρά-Πάσαινας,
που το 1812 έγραψε στην αγία πρόθεση της μονής, τον εαυτό της και τον άνδρα της
Χριστόδουλο και έδωσε 5050 άσπρα οφείλοντας και άλλα 250.
Κύρια ασχολία των Μελισσοπετραίων ήταν η Γεωργία και η κτηνοτροφία. Από τις διάφoρες απoγραφές γνωρίζουμε ότι, τo έτoς 1700, η Μελισσόπετρα είχε πληθυσμό 112 άτoμα. Το 1829 είχε 340 κατοίκους, το 1849 241, το 1851 242, το 1861 296, το 1879 335, το 1889 360, το 1896 337, το 1907 290, το 1920 270, το 1928 255, το 1940 261, το 1951 206, το 1961 142, το 1971 108, το 1981 81, το 1991 63, ενώ στην απογραφή του 2001 απογράφηκαν 51 άτομα. Τους χειμερινούς μήνες στη Μελισσόπετρα κατοικούν τριάντα περίπου μόνιμοι κάτοικοι, ενώ το καλοκαίρι ο αριθμός τους φτάνει τους εκατό.
Στην επανάσταση του 1821, έντεκα Μελισσοπετραίοι έχουν καταγραφεί
στον αγώνα για την κατάκτηση της λευτεριάς. Από τη Μελισσόπετρα κατάγονται ο διεθνούς
φήμης Έλληνας μουσουργός Δημήτρης Μητρόπουλος (1896-1960), ο Ιερόθεος Μητρόπουλος,
οποίος κατά τα έτη 1893-1903 διετέλεσε επίσκοπος Πατρών και Ηλείας, ο αρχιμανδρίτης
Ευσέβιος Ματθόπουλος (1849-1929), ο ζωγράφος-αγιογράφος και χαράκτης Τάκης Μαθιόπουλος
(1916-1971) κ.α.
Στο κέντρο του χωριού, βρίσκεται ο ναός του Αγίου Αθανασίου, κτίσμα
των αρχών του 19ου αιώνα και στο πλάι του, είναι χτισμένη ή παραδοσιακή τοξωτή
κρήνη με τις σκαλιστές γούρνες της, από την οποία παλαιότερα υδρευόταν το χωριό.
Ακριβώς απέναντι, βρίσκεται η μικρή παραδοσιακή ταβέρνα του χωριού που λειτουργεί
όλες τις μέρες και ώρες. Λίγο πιο δίπλα από την παραδοσιακή βρύση, ο επισκέπτης
μπορεί να θαυμάσει το εγκαταλελειμμένο αρχοντικό του Δουληγέρη, δείγμα αρχιτεκτονικής
ομορφιάς, που αρχικά ήταν ιδιοκτησίας κάποιας εύπορης οικογενείας, και ακριβώς
δίπλα του, τα ερείπια του σπιτιού του Δημήτρη Μητρόπουλου, πάνω στα οποία έχει
τοποθετηθεί ειδική αναμνηστική πλάκα. Πάνω στον κεντρικό δρόμο, υπάρχει το σπίτι
του Ευσέβιου Ματθόπουλου. Στο κάτω μέρος του χωριού, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει
τον ναό του Αϊ-Γιάννη, κτίσμα του 17ου αιώνα, που ανήκει στον σπάνιο τύπο του
σταυρεπίστεγου ναού, και ο οποίος είναι ένας από τους τέσσερις που υπάρχουν σε
όλη την περιοχή της Γορτυνίας. Επίσης, λίγα μόλις μέτρα από τα τελευταία σπίτια
της Μελισσόπετρας, στην άκρη της κοίτης του διερχόμενου ξηροχείμαρρου Λουμνά,
μέσα στα βράχια, είναι χτισμένο το ξωκλήσι της Παναγίας. Σύμφωνα με την παράδοση,
ο χώρος αυτός αρχικά ήταν ασκητήριο.
Κείμενο: Γεώργιος Παν. Θεοχάρης.Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Δημητσάνης