Σε απόσταση 35 περίπου χιλιόμετρα από το
Αργος
ο ταξιδιώτης φτάνει στο χωριό του Αχλαδόκαμπου (με 1583 κατοίκους στην απογραφή
του 1951 και 844 κατά την απογραφή του 1991), ένα ωραίο αμφιθεατρικό χωριό με
πέτρινα σπίτια σε υψόμετρο 450μ.
Εδώ ενώνονται οι δύο όμοροι Νομοί
Αργολίδας
και
Αρκαδίας, γι’ αυτό
και ο Αχλαδόκαμπος επικοινωνεί εξίσου και με την
Τρίπολη
και με το
Αργος.
Ριζωμένο βορειοανατολικά από την πεδιάδα του χωρίζεται στο πάνω και
το κάτω χωριό. Με καλοχτισμένα σπίτια πέτρινα, αλλά και καινούργια που ολοένα
και πληθαίνουν, με μεγάλη εκκλησία-μητρόπολη, σχολείο κι άνετη πλατεία, διαθέτει
(από κληροδότημα) και κτήριο θερμών λουτρών, που λειτουργούσαν από χρόνια για
τους ξένους, δωρεάν. Με πολλούς απόδημους, που δεν ξεχνούν το χωριό τους, με την
εργατικότητα των κατοίκων του, που ασχολούνται ακόμα όσοι απόμειναν εδώ με την
κτηνοτροφία, τις ελιές και τα δημητριακά, ο Αχλαδόκαμπος ξεχώριζε κάποτε ανάμεσα
στα ορεινά χωριά της περιοχής σαν πρότυπο κεφαλοχώρι νοικοκυραίων.
Συγκροτημένο από τον 17ο αιώνα, στάθηκε φρουρός σ’ αυτό το καίριο
πέρασμα και προσέφερε πολλές θυσίες στην επανάσταση του 1821. Από δω ο Θ. Κολοκοτρώνης
ξεσήκωσε την επιστράτευση και αντιστάθηκε στην κάθοδο του Δράμαλη και εδώ έγιναν
συμβούλια στρατιωτικά αργότερα και η συμφιλίωσή του με τη Γερουσία. Με τον Ιμπραήμ
το 1825 ο Αχλαδόκαμπος αφανίστηκε, ενώ η γενναιότητα ακόμη και των γυναικών του
χωριού έμεινε θρυλική. Από δω κατάγονται οι αγωνιστές Κ. Δούσιος και οι Αναγνωστόπουλοι.
Ο Αχλαδόκαμπος και τώρα δεσπόζει πάνω από την πεδιάδα του, που τη
διατρέχει μικρό ρεύμα χειμαρρώδες 18 χιλιομέτρων και χύνεται νότια στους
Μύλους.
Την προστατεύει από το νοτιά η οροσειρά
Παρθένι
κι η ψηλή κορφή της Ροεινό ή Προφήτης Ηλίας με υψόμετρο 1215 μέτρα τη χωρίζουν
από την πεδιάδα της Μπαρτσοβάς (την Τεγεατική).
Στα ριζά της οροσειράς
Παρθένι
υπήρχαν πολλές αγριαχλαδιές. Εκεί αποδίδεται η μία εξήγηση για το τοπωνύμιο "Αχλαδόκαμπος".
Η άλλη εκδοχή λέει ότι το χωριό πήρε το όνομά του από τις ελιές, με τις οποίες
ήταν γεμάτος ο κάμπος του και όταν τις είδε ένας Τούρκος αγάς θαύμασε και αναφώνησε:
"Αχ!-λαδόκαμπος". Ωστόσο το 1885 ο Α. Μηλιαράκης στην "Πολιτική
του Γεωγραφία" καταγράφει αμπέλια, δημητριακά, οπωροφόρα και πολύ λίγες ελιές
στην ήδη βαφτισμένη πεδιάδα. Σ’ ένα φράγκικο επίσης χάρτη αναγράφεται η
ονομασία Achladocambos, που κλίνει προς την πρώτη εκδοχή.
Χωριό καθαρά κτηνοτροφικό άλλοτε με 45.000 αιγοπρόβατα, 10 τυροκομεία,
παράδοση αρχιτσελιγκάδων και ποιμενικά τραγούδια. Πλούσια τα παλιά έθιμα σε γραφικές
λεπτομέρειες, που έχουν περάσει στο δημοτικό τραγούδι, στις παροιμίες και στις
παραδόσεις του Αχλαδόκαμπου. Τα πανηγύρια του Αχλαδόκαμπου ήταν της Αγίας Τριάδας
στο παλιό εκκλησάκι στα σύνορα του χωριού με την Κοινότητα
Αγιωργίτικα,
την Πεντηκοστή, καθώς και άλλα πανηγύρια σε μικρά ξωκκλήσια, ευκαιρίες για γλέντια
και φαγοπότια, μοναδική ψυχαγωγία των κατοίκων του άλλοτε. Η βραστή γίδα ήταν
και είναι το φημισμένο φαγητό του τόπου.
(κείμενο: Αλέξης Τότσικας)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Μάρτιο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο
της Νομαρχίας Αργολίδας.