gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 3 τίτλοι με αναζήτηση: Προσκυνήματα  στην ευρύτερη περιοχή: "ΤΟΥΡΚΙΑ Χώρα ΕΥΡΩΠΗ" .


Προσκυνήματα (3)

Μοναστήρια

Μονή Αγίου Ιωάννη Θεολόγου

ΑΙΝΟΣ (Αρχαία πόλη) ΤΟΥΡΚΙΑ
Το 1652 ιδρύθηκε σχολή στη μονή, με αξιόλογη βιβλιοθήκη, στην οποία δίδαξε ο Νικηφόρος ο Φιλαλήθης από τα Μουδανιά.

Μονή Αγ. Τριάδος - Ιερά Θεολογική Σχολή Χάλκης

ΠΡΙΓΚΗΠΟΝΝΗΣΑ (Σύμπλεγμα νήσων) ΤΟΥΡΚΙΑ
Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης
Η Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης βρίσκεται σε λόφο, που ονομάζεται λόφος της Ελπίδας, στη νήσο Χάλκη, μία από τα Πριγκηπόννησα. Απέχει μία περίπου ώρα με πλοίο από την ακτή της Πόλης. Στον τόπο των εγκαταστάσεων της Σχολής βρίσκεται η Μονή της Αγίας Τριάδος, που ιδρύθηκε κατά την περίοδο των βυζαντινών χρόνων, χωρίς να έχουμε πληροφορίες για τον ακριβή χρόνο. Ανίδρυση και ανασύσταση της Μονής συνδέεται με τους Οικουμενικούς Πατριάρχες Μέγα Φώτιο, Μητροφάνη Γ´ και Γερμανό Δ´. Ο τελευταίος, ο Γερμανός Δ´ (1842-1845) επισκέφθηκε τη Μονή το 1842, είδε κατεστραμμένες και ερειπωμένες τις εγκαταστάσεις της και αφού έλαβε τη σχετική άδεια από τις τουρκικές αρχές προχώρησε σε ανίδρυση και ανοικοδόμησή της. Την 1η Οκτωβρίου του 1844 με ειδική τελετή επανήρχισε η λειτουργία της Ιεράς Μονής και ταυτόχρονα έγινε η έναρξη της λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής.
  Το κτίριο, στο οποίο στεγάστηκε αρχικά η Μονή ήταν ξύλινο. Περιλάμβανε χώρους για τη στέγαση των καθηγητών και των σπουδαστών, αίθουσες διδασκαλίας, νοσοκομείο, διευθυντήριο και το πατριαρχικό διαμέρισμα. Σε παρακείμενη λιθόκτιστη διώροφη οικοδομή στεγάστηκε η βιβλιοθήκη του ιδρύματος. Ο σεισμός όμως της 28ης Ιουνίου 1894 μετέτρεψε σε ερείπια τις εγκαταστάσεις, εκτός του ναού, και ανέστειλε τη λειτουργία του.
  Η σημερινή μορφή της Ιεράς Μονής και της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης οφείλεται στην προσφορά του μεγάλου ευεργέτη Παύλου Σκυλίτση Στεφάνοβικ που ανέθεσε στον αρχιετέκτονα Περικλή Φωτιάδη την οικοδόμηση των νέων εγκαταστάσεων σε σχήμα Π. Το συγκρότημα της Σχολής αποτελείται από υπόγειο, ισόγειο και δύο ορόφους. Τα εγκαίνια έγιναν την 6ην Οκτωβρίου 1896 και συνεχίστηκε η λειτουργία της Σχολής. Κατά την δεκαετία του ’50 άρχισαν και προοδευτικά ολοκληρώθηκαν αρκετές εσωτερικές μεταρρυθμίσεις τους οικοδομικού συγκροτήματος με στόχος τους την ικανοποίηση των νέων αναγκών και απαιτήσεων. Ολοκληρώθηκαν σύγχρονοι εγκαταστάσεις λουτρών, εσωτερικής θερμάνσεως, μαγειρείων, ψυκτικού θαλάμου, ενώ έγινε πλήρης επισκευή της οροφής και επαναδιοργάνωση του νοσοκομείου και του διευθυντηρίου. Στην περίοδο αυτή έγιναν και οι εργασίες επιδιορθώσεως του μοναστηριακού ναού. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις περιβάλλονται από κήπους, την αισθητική σχεδίαση και την δημιουργία των οποίων επιμελήθηκε ο Μητροπολίτης Πριγκηποννήσων Δωρόθεος. Πίσω από το ιερό βήμα του ναού της Μονής και σε ιδιαίτερο χώρο εκτός του κήπου υπάρχουν τάφοι Πατριαρχών, Μητροπολιτών και Καθηγητών της Σχολής.
  Η Ιερά Θεολογική Σχολής της Χάλκης ιδρύθηκε για να καλύψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και της Ορθοδοξίας γενικότερα. Την ίδρυσή της επέβαλαν και ειδικότερα αίτια, όπως η ευρύτερη αναγέννηση των γραμμάτων κατά τον 19ον αιώνα, η ανάγκη της εκκλησιαστικής και θεολογικής καταρτίσεως του ορθόδοξου κλήρου, η τακτική και συστηματική καλλιέργεια της θεολογικής επιστήμης, η αντιμετώπιση σε ιδεολογικό επίπεδο και με αυστηρά επιστημονικά επιχειρήματα καινοφανών δυτικών ιδεολογιών, όπως του υλισμού και κοινωνικο-φιλοσοφικών συστημάτων με αντιχριστιανικές θέσεις, αλλά και η αντιμετώπιση του προσηλυτισμού που άρχισαν να ασκούν σε βάρος της Ορθοδοξίας οι δυτικές χριστιανικές ομολογίες.
  Η ιστορία της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης από της ιδρύσεώς της (1844) μέχρι σήμερα περιλαμβάνει πέντε περιόδους: την Α´, από το 1844 μέχρι το 1919. Κατά την περίοδο αυτήν η Σχολή είχε επτά τάξεις, τέσσερις γυμνασιακές και τρεις θεολογικές, με κάποιες περιοδικές εξαιρέσεις, την Β´, από το 1919 μέχρι το 1923, όταν καταργήθηκε το γυμνασιακό τμήμα και η Σχολή λειτουργησε ως Ακαδημία με πέντε τάξεις, την Γ´, από το 1923 μέχρι το 1951, όταν επανήλθε στο παλαιό επτατάξιο σχήμα της, την Δ´, από το 1951 μέχρι το 1971, που η Σχολή λειτουργούσε με επτά τάξεις, τις τρεις γυμνασιακές και τις τέσσερις θεολογικές. Το 1971 η Σχολή έκλεισε, με νόμο της τουρκικής κυβερνήσεως που απαγόρευσε τη λειτουργία ιδιωτικών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Τέλος, από το 1971 παρά τις κατά καιρούς υποσχέσεις των τουρκικών αρχών η Σχολή της Χάλκης δεν λειτουργεί. Στις εγκαταστάσεις της προσέρχονται προσκηνυματικά οι ορθόδοξοι και οι φίλοι της Ορθοδοξίας, ενώ πρόσφατα με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίου Βαρθολομαίου διοργανώνονται διεθνή Οικολογικά Συμπόσια και Συνέδρια με εκλεκτές ξένες συμμετοχές.
  Η Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης λειτούργησε βάσει Εκπαιδευτικών Κανονισμών, που εκδόθηκαν κατά τα έτη 1845, 1853, 1857, 1867, 1874, 1898, 1903 και 1951. Ο Κανονισμός του 1903 εφαρμόζετο συνεχώς από το 1923 και εξής με τροποποιήσεις σύμφωνα προς τον περί Μειονοτικών Σχολών και της Μέσης Παιδεύσεως Κανονισμό του Υπουργείου Παιδείας της Τουρκικής Δημοκρατίας. Τέλος ο Κανονισμός του 1951 είναι ο πρώτος που επικυρώθηκε από την τουρκική πολιτεία. Βέβαια για θέματα εσωτερικής ζωής, σχέσεων, πειθαρχίας και εφαρμογής του προγράμματος υπάρχουν και οι ειδικού εσωτερικοί κανονισμοί.
  Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης είναι Ίδρυμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και έχει ως άμεσον προστάτη, ρυθμιστή και πνευματική κορυφή τον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη και την περί αυτόν Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Θρόνου. Ειδικότερα με τα αναφερόμενα στην Σχολή ζητήματα ασχολείται ιδιαίτερη επιτροπή αρχιερέων, που ονομάζεται «Εφορία της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης». Η «Εφορία» διαθέτει ιδιαίτερο γραφείο στο Πατριαρχείο και αναφέρεται κανονικώς στην Ιερά Σύνοδο. Την «Εφορία» απασχολούν η κατάρτιση του προϋπολογισμού, ο διορισμός του διδάσκοντος προσωπικού, η πρόσληψη των σπουδαστών και η γενικότερη εποπτεία της Σχολής.
  Την εσωτερική διεύθυνση της Σχολής ασκεί ο διευθυντής της, που ονομάζεται «σχολάρχης». «Σχολάρχης» μπορεί να ονομαστεί αρχιμανδρίτης ή συνήθως επίσκοπος ή μητροπολίτης. Αυτός είναι ο πρόεδρος του καθηγητικού συλλόγου και θεωρείται ηγούμενος της μοναστικής κοινοβιακής αδελφότητας, που απαρτίζουν κατά ιδιότυπον τρόπο ως αδελφοί της Ιεράς Μονής οι σπουδαστές της. Συνεργάτες στο έργο του ο σχολάρχης έχει τους καθηγητές, τον γραμματέα, τον επιστάτη ή επιμελητή των σπουδαστών, τον βιβλιοφύλακα, τον γραμματέα της διευθύνσεως και τον οικονόμο. Σχολάρχης συνήθως διορίζεται ένας από τους αγάμους κληρικούς μέλος του καθηγητικού συλλόγου. Σχολάρχες, που διεύθυναν κατά τον 19ον αιώνα για σειράν ετών την Σχολή, υπήρξαν: ο Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Κωνσταντίνος Τυπάλδος (1844-1864) και ο Αρχιμανδρίτης Γερμανός Γρηγοράς (1868-69, 1977-97). Κατά δε τον 20ον αιώνα σχολάρχες υπήρξαν ο Μητροπολίτης Σελευκείας Γερμανός Στρηνόπουλος (1907-1922), ο Μητροπολίτης Ιωακείμ Πελεκάνος (1924-1931, ο Μητροπολίτης Φιλαδελφείας Αιμιλιανός (1932-1942), ο Μητροπολίτης Νεοκαισαρείας Χρυσόστομος Κορωναίος (1942-1950), ο Μητροπολίτης Ικονίου Ιάκωβος Στεφανίδης (1951-1955) και τέλος ο Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Μάξιμος Ρεπανέλλης (1955-1991).

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως


Studion

ΨΑΜΑΘΙΑ (Αρχαία πόλη) ΤΟΥΡΚΙΑ
  (Latin Studium), the most important monastery at Constantinople, situated not far from the Propontis in the section of the city called Psamathia. It was founded in 462 or 463 by the consul Studios (Studius), a Roman who had settled in Constantinople, and was dedicated to St. John the Baptist. Its monks came from the monastery of Acoemetae.
  At a later date the laws and customs of Studion were taken as models by the monks of Mount Athos and of many other monasteries of the Byzantine Empire; even today they have influence. The Studites gave the first proof of their devotion to the Faith and the Church during the schism of Acacius (484- 519); they also remained loyal during the storms of Iconoclastic dispute in the eighth and ninth centuries.
  Abbot Nicholas (848-5 and 855-58) refused to recognize the Patriarch Photius and was on this account imprisoned in the Studion. He was succeeded by five abbots who recognized the patriarch. The brilliant period of the Studion came to an end at this time.
  As regards the intellectual life of the monastery in other directions it is especially celebrated for its famous school of calligraphy which was established by St. Theodore. In the eighth and eleventh centuries the monastery was the centre of Byzantine religious poetry; a number of the hymns are still used in the Greek Church. Besides St. Theodore and Nicetas, a number of other theological writers are known.
  In 1204 the monastery was destroyed by the Crusaders and was not rebuilt until 1290; the greater part of it was again destroyed when the Turks captured Constantinople (1453). The only part now in existence is the Church of St. John Baptist, probably the oldest remaining church in Constantinople, a basilica which still preserves from the early period two stories of columns on the sides and a wooden ceiling.

Klemens Loffler, ed.
Transcribed by: Michael C. Tinkler
This extract is cited June 2003 from The Catholic Encyclopedia, New Advent online edition URL below.


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ