gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 6 τίτλοι με αναζήτηση: Προσκυνήματα για το τοπωνύμιο: "ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ Πόλη ΕΒΡΟΣ".


Προσκυνήματα (6)

Καθεδρικοί ναοί

Εκκλησία Αγίου Αθανασίου

  Ο ναός κτίστηκε το 1834 από τον τέκτονα προσκυνητή Κάλφα Μιχαήλ, όπως αναγράφεται σε κυκλική επιγραφή επάνω από την είσοδο. Στις γραπτές πηγές βρίσκουμε το ναό "νεοχμωθέντα εξ αυτών βάθρων" "και εις μέρη και εις πριν εν όλως ήν" του προηγούμενου μεταβυζαντινού ναού που με τη σειρά του είχε κτιστεί στη θέση, όπως φαίνεται, του καθολικού βυζαντινού μοναστηριακού συγκροτήματος. Πότε το μοναστηριακό καθολικό ματατράπηκε σε ενοριακό και μάλιστα μητροπολιτικό ναό δεν γνωρίζουμε. Υποθέτουμε ότι κάτι τέτοιο θα συνέβη στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα. Ο προϋπάρχων μεταβυζαντινός ναός ετιμάτο και αυτός στο όνομα του Αγίου Αθανασίου και βρισκόταν σε κακή κατάσταση σύμφωνα με σειρά εγγράφων ήδη κατα το τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα.
  Στα τέλη του 18ου αιώνα εκδηλώνεται η πρώτη έντονη κρίση ανάμεσα στους "Καλελήδες" και τις έξω συνοικίες. Η κρίση επικεντρώνεται μεν στην κάρπωση των εσόδων του Αγίου Αθανασίου, της μόνης μέχρι τότε λειτουργούσας εκκλησίας, αλλά στην πραγματικότητα εκφράζει τη σύγκρουση ανάμεσα στη νέα, ανερχόμενη αστική μεσαία τάξη και την παλαιά αριστοκρατία της γης. Θα μπορούσαμε λοιπόν ακόμη και την ανοικοδόμηση του ιστορικού ναού της Αγίας Σοφίας ως ναού της Παναγίας στη συνοικία Γιαχουδή να τη θεωρήσουμε ως προέκταση αυτού του μόλις διαφαινόμενου "ταξικού" αγώνα.
  Ο νάρθηκας κτίζεται στα 1892, όταν συναντάμε "κατασκευήν των καταρρευσάντων τοιχών των τριών ιερών εκκλησιών". Επί μητροπολίτου Ιωακείμ Σιγάλα πρίν από τον πόλεμο κτίστηκαν το Κηροποιείο και το σημερινό μεγαλοπρεπές κωδωνοστάσιο το οποίο αντικατεστησε το παλαιό ξύλινο. Τέλος ανοικοδομήθηκε ο τοίχος του νάρθηκα που βρίσκονταν σε ερειπιώδη κατάσταση.
  Στα θυρόφυλλα της Ωραίας Πύλης διαβάζουμε σκαλισμένο το όνομα του δημιουργού του θαυμάσιου ξυλόγλυπτου τέμπλου: "Σταμάτης Νικολάου Μαδυτινός/Μάρτιος, 1835". Το κατώτερο τμήμα του τέμπλου κοσμούν ωραίοι πίνακες. Οι πίνακες αποδίδονται με μονοχρωμίες και απεικονίζουν φανταστικά η πραγματικά τοπία, κτίσματα και πόλεις, πύργους και μέγαρα, σε παραστάσεις, παρόμοιες με εκείνες που συναντώνται σε κοσμικές τοιχογραφίες αρχοντικών των αρχών του 19ου αιώνα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρουν παρουσιάζει πίνακας αναρτημένος επάνω από τη νότια είσοδο του κυρίως ναού ο οποίος πιθανότατα παρουσιάζει το Διδυμότειχο των αρχών του 19ου αιώνα με τη γέφυρα των δώδεκα ανοιγμάτων, ένα μεγάλο Μαυσωλείο στη θέση Ναμαζκιάχ και το κάστρο να επιβάλλεται με την παρουσία του σε ολόκληρη την πόλη.
  Σε εικόνες της εποχής κατασκευής του ναού, όπως του Αγίου Αθανασίου, η του Αγίου Νικολάου εντυπωσιάζει η μπαρόκ διάθεση, αλλά και η άψογη καλλιτεχνική διαπραγμάτευση.
  κανός αριθμός εικόνων από το 1821-1822 (αλλά και προηγούμενων χρόνων) βρίσκεται στο Ιερό φανερώνοντας την ενεργή παρουσία της εκκλησίας ακριβώς κατά τις δύσκολες στιγμές της ελληνικής επανάστασης, παρά την ουσιαστική χηρεία του επισκοπικού θρόνου [έως το 1824].
  Στα βόρεια του νάρθηκα υπήρχε ημιυπόγειο οστεοφυλάκιο, το οποίο περιέπεσε σε αχρηστία στις αρχές του 20ου αιώνα και στον οποίο μεταφέρονταν τα οστά των παλαιών τάφων των μητροπολιτών. Πιθανότατη είναι η ύπαρξη υπόγειας κρύπτης κάτω από το δάπεδο του ναού.
(Αθ. Γουρίδη «ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΔΙΔΥ/ΤΕΙΧΟ», Διδ/χο, Μάϊος 1999)

Εκκλησίες

Αγίου Γεωργίου του Παλαιοκαστρίτη ή Σουρπ Κεβόρκ

Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της οχύρωσης. Χτίστηκε το διάστημα 1828-1831 στη θέση του βυζαντινού ναού του Αγίου Γεωργίου Παλαιοκαστρίτη, στην οποία είχε στεφθεί αυτοκράτορας ο Ιωάννης Καντακουζηνός το 1341. Σήμερα ανήκει στην αρμένικη κοινότητα.

Εκκλησία του Χριστού Σωτήρα

  Ο ναός είναι κτισμένος ακριβώς επάνω από τις κεντρικές Καστρόπορτες σε απόσταση 100 περίπου μέτρων από αυτές.
  Οι "Κώδικες" της Ιεράς Μητριπόλεως Διδυμοτείχου μας παραδίδουν ότι ο ναός κτίστηκε στη θέση ενός ερειπωμένου παλαιού παρεκκλισίου. Η θέση όμως του κτιρίου στη διάρθρωση του βυζαντινού οικισμού του κάστρο, η αρχική πλούσια καταγραφή των ιερών σκευών που προϋπήρχαν του ναού, αλλά και οι άφθονες παραδόσεις που όλες έχουν να κάνουν με τη θαυμα-τουργή δράση του Χριστού του κάστρου μας οδηγούν στην παραδοχή, ότι κατά πάσα πιθανότητα υπήρχε σημαντικό μοναστήρι στη θέση του σημερινού ναού. Εάν συνδυάσουμε τις πληροφορίες από τις βυζαντινές πηγές με τις παραδόσεις οδηγούμαστε στην υπόθεση της ταύτισης της θέσης με τη Μονή του Χριστού Παντοκράτορος.
   Η κατασκευή του ναού ξεχωρίζει το Χριστό από τους άλλους ναούς της περιοχής: η τρίκλιτη βασιλική στεγάζεται όχι με ξύλινη στέχη, αλλά με ιδιαίτερα βαριές λίθινες καμάρες. Το εγχείρημα που τελέστηκε από ηπειρωτικό συνεργείο, "Αχίρ τσελεπήδες αλβανίτας" ήταν ιδιαίτερα παράτολμο παρά το γεγονός ότι η ανωδομή δέχθηκε με ισχυρούς ξύλινους ελκυστήρες. Έτσι ήδη από το 1853 έχουμε την πρώτη επισκευή του ναού, για να ακουλουθήσουν και πολλες άλλες μέσα στο 19ο αιώνα.
  Τα εγκαίνια του ναού έγιναν τη 2η Μαΐου του 1846, τη γιορτή και πάλι του Μεγάλου Αθανασίου, πολιούχου της πόλης, ημέρα που όπως φαίνεται ήταν ιδιαίτηρα σημαντική για τους καστρινούς. Η κατασκευή διήρκεσε δύο χρόνια.
   Το κωδωνοστάσιο του ναού είναι κτισμένο επάνω στον παρακείμενο βυζαντινό πύργο. Κατασκευάστηκε το 1873 και επισκευάστικε το 1893-1894. Κατά το μεσοπόλεμο επί Ιωακείμ Σιγάλα ανεγέρθηκε το σημερινό κωδωνοστάσιο.
   Μέσα στην εκκλησία βρίσκονται δύο εικόνες, κειμήλια μοναδικής σημασίας για τους κατοίκους της πόλης και για όλη την περιοχή.
   Η πρώτη, έργο υψηλότατης τέχνης είναι μία βυζαντινή αμφιπρόσωπη εικόνα: Στη μία της όψη απεικονίζεται η Βρεφοκρατούσα Θεοτόκος στον τύπο της Οδηγήτριας, περιβαλλόμενη από σεβίζοντες μικρογραφημένους αγγέλους. Στα δεξιά της και χαμηλά με μικρά ερυθρά γράμματα διαβάζουμε "Η ΔημοτυχΗΤΗσα". Στην άλλη όψη αναπτυσσεται η Σταύρωση, όπου ο Ιησούς, ο Ιωάννης και η Θεοτόκος αποδίδονται λιτά, χωρίς έντονες εξπρεσιονιστικές εκφράσεις, αλλά αντίθετα με συγρατημένη έκφραση και βαθιά εσωτερική θλίψη που προσιδιάζει στον ιδεαλισμό και κλασικισμό των Παλαιολόγων και παραπέμπει σε εργαστήριο της Κωνσταντινούπολης.
   Η δεύτερη εικόνα η δεσποτική του Χριστού για την οποία η παράδωση λέγει ότι ιστορήθηκε από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Πρόκειτε κατά τον γράφοντα για έργο ρωσικής προέλευσης από το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα και τη Σχολή της Μόσχας. Η εικόνα θεωρείται θαυματουργή. Κατά την περίοδο της Πεντηκοστής συνέρεαν πιστοί ασθενείς, ιδιαίτερα δε πνευματικά άρρωστου από όλα τα μέρη της Θράκης και συχνά διέμεναν για μέρες μέσα στο ναό ή στα καταλύματα στην αυλή του. Μέχρι σήμερα διατερούνται και επιδεικνύονται στο νάρθηκα του ναού οι σιδερένιοι κρίκοι που χρησίμευαν για το δέσιμο των ψυχικά ασθενών, χριστιανών, αλλά και αλλοθρήσκων. Τα θαύματα που αποδίδονταν στο Χριστό του Διδυμοτείχου ήταν πολλά και η φήμη του ήταν μεγάλη σε ολόκληρη τη Θράκη.
   Το Καλέ-Παναΐρ κατά την ημέρα της Πεντηκοστής ήταν η μεγαλύτερη γιορτή της πόλης και επικεντρωνόταν γύρω από τη λιτανεία της εικόνας του Χριστού. Η εικόνα μεταφερόνταν από το Χριστό στον Aγιο Αθανάσιο και στη συνέχεια επέστρεφε στο Χριστό. Ακολουθούσε πανηγύρι στα "τσαΐρια" που περιελάμβανε περίφημους παλαιστικούς αγώνες, χορούς, παζάρι κ.λπ. Πιθανότατα σε παλαιότερους χρόνους το πανηγύρι αυτό γινόταν μέσα στο κάστρο. Στον αυλόγυρο υπήρχε θαυμάσιος ξύλινος εξώστης που πατούσε επί "βυζαντινών κιονοκράνων" που χρησίμευε κυρίως για την Ανάσταση και που δυστυχώς και αυτός κάποια στιγμή καταστράφηκε.
(Αθ. Γουρίδη «ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ», Διδ/χο, Μάϊος 1999, σελ. 138-139).

Εκκλησία Κοίμησης της Θεοτόκου

  Είναι ο μόνος σημερινός ναός που βρίσκεται έξω από τα τείχη στο βορειοανατολικό άκρο της παλαιάς πόλης. Αποτελεί και αυτός τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με νάρθηκα και γυναικωνίτη στο υπερώον. Έχει αναγερθεί στη θέση του ιστορικού ναού της Αγίας Σοφίας. Στη σημερινή του μορφή κτίστηκε το 1843 στη θέση του προηγουμένου που με τη σειρά του "εκενουργήθη" μόλις στις 6/3/1806, αλλά θεωρήθηκε "μικρός... και ετοιμόρροπος" λίγα χρόνια μετά. Στον πρόναο είναι σήμερα τοποθετημένες σε θέσεις, σύστοιχες του τέμπλου οι δεσποτικές εικόνες της φάσης αυτής από το 1806 έως το 1818.
  Στο υπέθρυρο της κυρίας εισόδου μπορεί ο πιστός να διαβάσει σε ανάγλυφη διακόσμημένη επιγραφή: "ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ ... 1843 ΜΑΪΟΥ 1". Αλλη επιγραφή που σήμερα έχει καλυφθεί από μεταγενέστερο κονίαμα έγραφε: "ΕΚΕΝΟΥΡΓΗΘΗ /ΤΟΥΤΟΣ Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙ/ΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ/ΕΝ ΕΤΕΙ ΑΩΣΤ' ΜΑΡΤΙΟΥ ΣΤ 1806 ".
  Το 1892 ξανακτίστηκε, πλιθόκτιστος πλέον ο νάρθηκας του ναού μαζί με εκείνον του Αγίου Αθανασίου.   Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και για μεγάλο χρονικό διάστημα στην αυλή του ναού λειτουργούσε η αστική Σχολή. Στις αρχές του 20ου αιώνα ο ναός γνώρισε πολλές περιπέτειες αφού δύο φορές πέρασε στους Βουλγά-ρους ανάμεσα στα 1913 και 1919. Το 1925-26 κτίστηκε το Κωδωνοστάσιο μαζί με τον περίβολο του ναού.
  Στο ναό βρίσκονται μερικές από τις καλύτερες εικόνες των ζωγράφων του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, όπως η εικόνα των τριών Ιεραρχών ή της Αγίας Τριάδας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο παλιός επιτάφιος ο οποίος είχε σχεδιαστεί "διά χειρός Δημητρίου εικονογράφου εκ Ζαγώρας", αλλά και το ιδιαίτερα αξιόλογο κουβούκλιο στο ιερό, έργο και αυτό του Σταμάτη του Μαδυτηνού.
(Αθ. Γουρίδη «ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ», Διδ/χο, Μάϊος 1999, σελ. 140).

Ναός Παναγίας Ελευθερώτριας

Κτίστηκε κατά την τρέχουσα δεκαετία επί Μητροπολίτη Νικηφόρου Β' στο κεντρο της σημερινής πόλεως. Η ολοκλήρωση του μέσα στο ελάχιστο διάστημα του ενάμισι έτους αποτελεί πραγματικό θαύμα. Ο ναός, ο οποίος ξεχωρίζει με το μέγεθος και τον τρόπο που προβάλλεται στην πόλη είναι σύνθετου σταυροειδούς εγγεγραμένου τύπου, στο κέντρο του οποίου ανυψώνεται ο τεράστιος κεντρικός τρούλος. Στο εσωτερικό του εντυπωσιάζουν οι τοιχογραφίες του ιερού οι οποίες ακολουθούν μεταβυζαντινά πρότυπα, όπως και το πολυτελες ψηφιδωτό του τρούλου.
(Αθ. Γουρίδη «ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΔΙΔ/ΤΕΙΧΟ», Διδ/χο, Μάϊος 1999, σελ. 149).

Αγιος Νικόλαος

  Βρισκόταν στη μικρή πλατεία του Μπαλήκ-παζάρ (δηλαδή της ιχθυαγοράς) στα βόρεια της μεγάλης αγοράς. Οι "Κώδικες" της Μητροπόλεως αναφέρονται στο ναό χαρακτηρίζοντάς τον αρχαία εκκλησία και φυσικά υπονοώντας ότι ο ναός ήταν βυζαντινός.
  Ο ναός βρισκόταν σε ερειπώδη μορφή στα μέσα του 19ου αιώνα. Παλαιά περιγραφή αναφέρεται σε ύπαρξη μικτής τοιχοποιίας, θεμέλια που εξέχουν και αλλού υψώνονται κατά μισό μέτρο κ.λπ. Είχαν ακόμη τα θεμέλια του Αγίου Βήματος με κοίλο μάρμαρο με οπή στη μέση, μαρμάρινο αγαλματίδιο κ.λπ. Από αυτά σήμερα δεν σώζεται τίποτε, αφού ο ναός καταστράφηκε ολοσχερός το 1878 κατά το ρωσοτουρκικό πόλεμο. Αντικαταστάθηκε από μικρό προσκυνητάρι, ξύλινο στην αρχή και λιθόκτιστο στη συνέχεια που ανεγέρθηκε δίπλα στο αρχοντικό Χατζηρβασάνη, το σημερινό Λαογραφικό Μουσείο.
  Γύρω από τα ερείπια του ναού υπήρχαν διάφορα γήπεδα τα οποία είχαν δωρηθεί στον Αγιο Νικόλαο. Κατά το τελευταίο του 19ου αιώνα η ελληνική κοινότητα είχε πολλές φορές εκδηλώσει την επιθυμία αποκατάστασης του ναού.
  Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 γύρω από τον άγιο Νικόλαο επικεντρώνεται η διαμάχη βουλγαροφρόνων και ελλήνων. Η άποψη του γράφοντας είναι ότι ο παλαιοχριστιανικός ναός ήταν κτισμένος αρκετά πιο κάτω, πίσω ακριβώς από το μεγάλο Κερβαν-Σεράι και τα λουτρά του Φεριντούν Αχμέντ Μπέγκ. Η γειτνίαση με το κέντρο της Οθωμανικής πόλης οδήγησε στην μετατόπιση του λατρευτικού χώρου προς τα βέρεια, προκειμένου να απελευθερωθεί χώρος για τα δημόσια κτίσματα των κατακτητών.
(Αθ. Γουρίδη «ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ», Διδ/χο, Μάϊος 1999, σελ. 147).

Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ