gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 3 τίτλοι με αναζήτηση: Βιογραφίες  στην ευρύτερη περιοχή: "ΣΥΒΡΙΤΟ Δήμος ΡΕΘΥΜΝΟ" .


Βιογραφίες (3)

Μουσικοί

Μανώλης Ακουμιανάκης (Χαντρακομανώλης)

ΑΝΩ ΜΕΡΟΣ (Χωριό) ΣΥΒΡΙΤΟ
1915
  Μανώλης Ακουμιανάκης, γνωστότερος με το παρώνυμο Χαντρακομανώλης, που το πήρε από τη μάνα του, της οικογένειας των Χανδράκηδων, με ρίζα το Άνω Μέρος Αμαρίου. Γεωργός, λαϊκός οργανοπαίκτης (λυρατζής) και ριμαδόρος, συγκαταλέγεται στους γνήσιους εκφραστές της ποιητικής και καλλιτεχνικής διάθεσης του κρητικού λαού. Γεννήθηκε στο Γερακάρη (1915) και κοντά μισό αιώνα με το σύνθετο ταλέντο του και το σπινθηροβόλο πνεύμα που τον διακρίνει, δίδει ξεχωριστό τόνο στις διάφορες εκδηλώσεις εορταστικού και πανηγυρικού χαρακτήρα μέσα στη Γερακαριανή κοινωνία. Το ταλέντο του στιχοπλόκου στην αρχή κατασπαταλήθηκε σε μια πολύ περιορισμένη θεματογραφία. Τα τελευταία χρόνια σημείωσε ουσιαστική μεταστροφή. Τα στιχουργήματά του (ιδιότυπης τεχνοτροπίας) απλώθηκαν σε ευρύτερους ορίζοντες και φάνηκε ο πηγαίος ποιητάρης με ισοδύναμες επιδόσεις σε όλα τα είδη της Ρίμας (παινετικής, σατιρικής, ιστορικής) - αλλά και με νεανική παραγωγικότητα ώστε να ελπίζουμε και σε επόμενες αξιολογότερες επιτεύξεις. Έχει συνθέσει και γράψει σε ιδιόχειρα πρόχειρα σημειώματα και πολλές άλλες ρίμες και τραγούδια, εκτός από αυτά που συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο του «Γερακαριανές Ρίμες και Μνήμες», που είτε δεν σώζονται είτε δεν κρίθηκε σκόπιμο για διαφόρους λόγους να δημοσιευθούν. Εξίσου βέβαια είναι ενδιαφέρουσες και οι «δοξαρές» του στη βροντόλυρα.
  Θυμίζουν τους παλιούς, ανόθευτους κρητικούς σκοπούς και θα είναι κρίμα να μη διασωθούν. Πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο (Μεραρχία Κρητών) και στη Μάχη της Κρήτης που βρέθηκε αδειούχος λόγω τραυματισμού και κατατάχθηκε με την εισβολή στο έμπεδο Ρεθύμνου. Στην Κατοχή οργανώθηκε στον Αγώνα εναντίον των ναζί και τιμήθηκε με το Μετάλλιο της Εθνικής Αντίστασης. Είναι παντρεμένος με τη Ροδοθέα Ευαγγέλου Ταταράκη και έχει δυο γιους, μια κόρη και εννιά εγγόνια. Ρίμες και μαντινάδες του δημοσιεύονται συχνά σε τοπικές εφημερίδες του Ρεθύμνου, με μεγάλη επιτυχία.

Κείμενο: Κωνσταντίνος Ακουμιανάκης, Επιμ.: Κώστας Βασιλάκης
Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της cretan-music.gr


Σηφακάκης Νικηφόρος

ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ (Χωριό) ΣΥΒΡΙΤΟ
  Ένας εξαίρετος άνθρωπος, αισθαντικός λυράρης και καλλιτέχνης οργανοποιός, ολιγογράμματος, αλλά βαθιά φιλοσοφημένος, με πολλές ευαισθησίες και ποικίλα ενδιαφέροντα. Κατάγεται από τους Αποστόλους Αμαρίου του νομού Ρεθύμνης, αλλά ζει με την οικογένειά του στο γειτονικό Θρόνος Αμαρίου, όπου και εργάζεται «φιλοτεχνώντας μουσικά όργανα» με έμφαση στη λύρα. Το φιλόξενο σπίτι του είναι πόλος έλξης ανθρώπων που ενδιαφέρονται για την πολιτισμική κληρονομιά της Κρήτης, οι οποίοι πάντα φεύγουν ωφελημένοι από τη σπάνια εργασία του και την πολύτιμη συναναστροφή του.
  Διατηρεί πολύχρονη συνεργασία, ως οργανοποιός, με τον Ψαραντώνη, ενώ οι λύρες του, που η κατασκευή της καθεμιάς μπορεί να διαρκέσει μήνες ή και χρόνο (είναι γεωργός το επάγγελμα), διαφέρουν η μία από την άλλη τόσο στη φωνή όσο και στην εμφάνιση, συχνά μάλιστα και στις διαστάσεις (από λυράκια μέχρι λύρα διπλάσια της συνηθισμένης, το λεγόμενο λυροντσέλο). Διοχετεύοντας στο ξύλο τα συναισθήματά του από την ευαίσθητη σχέση του με το περιβάλλον και τον πολιτισμό (από τα κατσοπρίνια του Ψηλορείτη, που υψώνεται δίπλα στο χωριό του, ώς τον Όμηρο και τον Καζαντζάκη), έχει αποτυπώσει στις λύρες του μορφές όπως του Κύκλωπα ενώ καταβροχθίζει έναν σύντροφο του Οδυσσέα, το διπλό πρόσωπο της ανθρώπινης ψυχής (από μπροστά άνθρωπος κι από πίσω θεριό, που μόνο ο ίδιος ο λυράρης, την ώρα που βαστά το όργανο, το βλέπει -όπως μόνο ο καθένας από μάς γνωρίζει τα σκοτεινά βάθη της ψυχής του), των «αμαθιώ τη βρύση» (τη βρύση των δακρύων, που τόσο συχνά αναφέρεται στα παραδοσιακά μας τραγούδια) κ.τ.λ.
   Αν και ποτέ δεν έπαιξε λύρα ως επαγγελματίας μουσικός, φυλάσσει στο δοξάρι και στα δάχτυλά του σπάνιες σειρές από αμαριώτικα πεντοζάλια («πενταζάλια», στο τοπικό ιδίωμα) και πολύτιμες μνήμες από τις κοντυλιές παλαιότερων λυράρηδων του χωριού του (Θρονιανών), όπως ο πατέρας του, ο Τίτος ο Σπυθούρης, ο Στρατιδάκης, ο Μιχάλης Κουφάκης, ο θείος του Γιώργης Σηφακάκης («πολεμάρχος του 1912») κ.ά. Ο καθένας από αυτούς «έπαιζε στο δικό του μοτίβο, δεν έμοιαζε με τον άλλο». Έπαιζαν λίγα συρτά, αλλά κυρίως «πενταζάλια, σούστες, καστρινά» κ.λπ. Ο Σπυθούρης έπαιζε και τριζάλη, όμως η κοντυλιά αυτή του τριζάλη ξεχάστηκε. Μέρος της μουσικής τους, παιγμένη από το Νικηφόρο, έχει ηχογραφηθεί ανεπίσημα και βρίσκεται σε ιδιωτικές συλλογές.
   Ο ίδιος λέει:
«Δεκάξε χρονώ έσαξα την πρώτη μου λύρα. Ύστερα ασχολήθηκα με τα σίδερα, με τα ελαιουργεία, εγύρισα από το στρατό, από την Αθήνα, κι επειδή η μάνα μου δε μ' άφηνε να παίξω λύρα, για να γιάνω τον καημό μου έκατσα κι εκατασκεύασα μια λύρα με μεράκι, με προσοχή...»
«Δε θέλω να πειράξω τ' άλλα κοπέλια» (=να ανταγωνιστώ τους νέους οργανοποιούς), «γιατί εμείς πρέπει ν' ανοίξομε τσι πόρτες να περάσουνε τα κοπέλια κι εμείς να τρυπώξομεν οι γέροντες, αλλά για να μη με πειράξει κείνο το τρελό και να κάθομαι να παίζω ζάρια και χαρθιά στο καφενείο, κάνω αυτό. Δεν είμαι έμπορας, τροζοκουλτουριάρης είμαι, αλλά για μένα κουλτούρα είναι μία ιδιαιτέρα μόρφωση...»
«Ο προππάπους μου, αφέντης (=ο πατέρας) του παππού μου, ο Σηφογιώργης (=Γιώργης Σηφακάκης), έσαζενε βροντόλυρες κι είχενε τρεις βροντόλυρες κι εκρέμουνταν εις τον τοίχο. Κι όντεν απόθανεν η γυναίκα ντου, επειδή αυτός έκλαιγενε με τη μουσική, το πρωί 'θάψαν τη γυναίκα ντου και το μεσημέρι έπαιζε ντη λύρα στο κατώι. Και τσή 'χενε βγαρμένο το στύλο για να μη φωνιάζει δυνατά. Και μπαίνει η κόρη ντου, η θειά μου η γι-Αντρουλίνα (ήτονε μαμμή), και του λέει: «Για το Θεό, αφεντάκη (=πατερούλη), και το πρωί 'θάψαμε ντη μάνα μου κι εδά παίζεις τη λύρα;» Και στη κάνει: «Αφησέ με, μωρή, να μου περάσει το μεράκι...» Αυτός ήθελενε να ξεσπάσει, ο καθένα μας γυρεύει ένα τρόπο να ξεσπάσει, αλλά πρέπει να πάθεις χιλιάδες περιστατικά στη ζωή σου... Οι βροντόλυρές του δε σώζουνται, δεν προσέχομε, και ο πολύ ρεαλισμός μάς επέταξε την παράδοσή μας πέρα.»

Από ηχογραφημένη συζήτηση με το Γ. Γαβαλά και το Θ. Ρηγινιώτη, τον Απρίλιο του 1999 στο Θρόνος
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της cretan-music.gr


Ροδάμανθος Ανδρουλάκης

ΟΨΙΓΙΑΣ (Οικισμός) ΣΥΒΡΙΤΟ
  Γεννήθηκε στον Οψυγιά Αμαρίου και τα πρώτα του ακούσματα στη μουσική τα απέκτησε από το συγχωριανό του Στέλιο Κουτάκη, έναν υπέροχο λυράρη που χάθηκε πρόωρα στην περίοδο της κατοχής από πνευμονία. Το πρώτο του μουσικό όργανο ήταν ένας χοχλιός με τον οποίο έπαιζε τη λεγόμενη "μπουκόλυρα" (είχε πάρει ένα κέλυφος από χοχλιό και φυσούσε μέσα βγάζοντας ήχους που θύμιζαν λύρα).
  Από μικρός ασχολήθηκε με τη λύρα και δεν είχε συμπληρώσει ακόμα τα έντεκα όταν πρωτόπαιξε σε γάμο. Το βασικό του επάγγελμα ήταν ράφτης και μαλιστα για μιά δεκαετία (1955-1965) το ραφείο του τον κράτησε μακριά από τα γλέντια. Το 1965 ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο, τον οποίο διαδέχτηκαν πολλοί με δικές του συνθέσεις αλλά και παραδοσιακά κομμάτια. Έχει σημαντική δισκογραφική παρουσία με αποκορύφωμα τη δεκαετία του 70 και τη συνεργασία του με το Μανώλη Κακλή και την ιδιαίτερα γόνιμη συνεργασία τους. Από το 1971 μέχρι σήμερα ασχολείται αποκλειστικά με τη λύρα συντροφιά πλέον με το γιο του Κώστα στο λαούτο.
  Ο Ροδάμανθος όπως τον φωνάζει μέχρι και σήμερα όλη η Κρήτη, θεωρείται πλέον από τους κλασσικούς της λύρας, διδάσκει σε νέα παιδιά την τέχνη του και παραμένει πάντα δημιουργικός καθώς πάντα βρίσκεται στο στάδιο δημιουργίας νέων συνθέσεων...

Κώστας Βασιλάκης
Το κείμενο παρατίθεται τον Οκτώβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της cretan-music.gr


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ