gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 4 τίτλοι με αναζήτηση: Ιστορία  στην ευρύτερη περιοχή: "ΚΟΜΟΤΗΝΗ Πόλη ΡΟΔΟΠΗ" .


Ιστορία (4)

Ανάμεικτα

ΚΟΜΟΤΗΝΗ (Πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
  Τέταρτος αιώνας μ.Χ., γύρω στα 395 μ.Χ. τις εύφορες πεδιάδες της Θράκης αλωνίζουν βάρβαροι. Οι διαβάσεις που μέσ’ απ’ τη Ροδόπη οδηγούν στην κοιλάδα του Αρδα, στις πεδιάδες της Φιλιππούπολης και στη βυζαντινή Βερόη, μένουν αφύλακτες. Ένα οχυρό χρειάζεται, στην Εγνατία πλάι, καταφύγιο σε καιρό επιδρομών, ορμητήριο κατά των εχθρών. Το κτίζει ο Θεοδόσιος ο Α μικρό "πόλισμα" στάση για ξεκούραση των ταξιδιωτών και των εμπορικών καραβανιών που διέσχιζαν την Εγνατία, τετράγωνο, χωρίς τάφρο, με δεκάξι συνολικά πύργους, με εγκαταστημένη φρουρά και καλλιμάρμαρο ναό της Παναγίας. 1207 μ.Χ. Ο θηριώδης Τσάρος των Βουλγάρων Σκυλογιάννης καταστρέφει τη Μοσυνούπολη, δεν αφήνει πέτρα πάνω στην πέτρα. Όσοι γλιτώνουν τη σφαγή βρίσκουν καταφύγιο στο μικρό φρούριο-πόλισμα στα ανατολικά. Με τον καιρό η ζωή γύρω του και μέσα του πυκνώνει. Γίνεται πολίχνη και αναφέρεται σε κείμενο για πρώτη φορά τον 14ο αιώνα. Είναι τα Κομοτηνά του Νικηφόρου Γρηγορά ή τα Κουμουτζηνά του Ιωάννη Καντακουζηνού. Ονομασία που την τυλίγουν μύθοι και θρύλοι των γιαγιάδων, των παππούδων, των παλιών αγαπημένων. Να και η αλήθεια. Κουμουτζηνά Βυζαντινό τοπωνύμιο, τα κτήματα του Κουμούτζη (Κουμούτζιν - βυζαντινή λέξη, σημαίνει "όλα μαζί") ή στρατιωτικός τίτλος του κόμητος, που από τη Ρώμη δινόταν στους επικεφαλής των βάνδων (ταγμάτων) Κομητηνά, Κουμητηνά, Κουμουτηνά, Κουμουτζηνά.
  Η βυζαντινή πολίχνη με τον καιρό αποκτά σπουδαιότητα. Σ’ αυτήν αυλίζεται ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος ο Γ, για να αποκρούσει τον ηγεμόνα της Σμύρνης Ομούρ. Αυτή γίνεται θέατρο του εμφύλιου σπαραγμού Καντακουζηνών - Παλαιολόγων.
  Το 1361 είναι το τελευταίο έτος που τα Κουμουτζηνά ακούνε σ’ αυτό το όνομα. Υποκύπτουν στην πολιορκία του ελληνικής καταγωγής Χριστιανού εξωμότη Γαζή Εβρενός και το λαϊκό όνομα της πόλης μεταπλάθεται σε Γκουμουλζίνα - Γκιουμουρτζίνα (καρβουνότοπος - τόπος κοίλος, χαμηλός).
  Και το κρατάει η πόλη σ' όλη τη σκοτεινή περίοδο της Τουρκοκρατίας και στα χρόνια της Βουλγαρικής κατοχής που ακολουθούν και σ' αυτά του "περιέργου" σύντομου καθεστώτος της Διασυμμαχικής Διακυβέρνησης από τον Γάλλο στρατηγό Sharpy.
  Το σημερινό της όνομα, που φέρνει στο νου την Κομοτηνή, την κόρη του αρχαίου ζωγράφου Παρασσίου, το χαίρεται η πόλη από τις 14 Μάη του 1920. τότε ο αντιστράτηγος Ζυμβρακάκης και οι άνδρες του, υλοποιώντας μια διπλωματική νίκη των Χαρίσιου Βαμβακά και του Ελευθέριου Βενιζέλου, την ελευθέρωσαν και την ένωσαν με τη μητέρα-Ελλάδα.
  Όμως σ’ όλη τη διάρκεια των δύσκολων χρόνων, ο ελληνικός πληθυσμός κυριαρχούσε στην πόλη, όπως μαρτυρούν όλοι οι περιηγητές που πέρασαν και για κάποιες μέρες ή ώρες ξαπόστασαν για να συνεχίσουν το δύσκολο ταξίδι τους, της διάβασης της Εγνατίας.
  Το 1800 χτίζεται ο ιερός ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου, μια ξυλόστεγη τρίκλιτη βασιλική που μέχρι σήμερα είναι ο Μητροπολιτικός Ναός της Κομοτηνής και πρόσφατα αναστηλώθηκε για να συμπληρώνει κι αυτός μαζί με τα άλλα μνημεία την αδιάψευστη μαρτυρία της περιπέτειας αυτού του τόπου στους αιώνες.
(κείμενο: Βίκυ Τριανταφυλλιά)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο της Νομαρχίας Ροδόπης.

Αξιόλογες επιλογές

Οχυρό Νυμφαίας

ΝΥΜΦΑΙΑ (Χωριό) ΚΟΜΟΤΗΝΗ

Σελίδες επίσημες

ΚΟΜΟΤΗΝΗ (Πόλη) ΡΟΔΟΠΗ
  Στο κέντρο της Θράκης, η φορτωμένη με ιστορία Κομοτηνή φέρει στο ίδιο της το όνομα τη Βυζαντινή της καταγωγή.
  Η πόλη αναφέρεται από τους ιστορικούς του 14ου αιώνα. Πρώτος ο αυτοκράτορας και ιστορικός Καντακουζηνός την αναφέρει με την ονομασία «Κουμουτζηνά». Ο Νικηφόρος Γρηγοράς, ονομάζει «Κομοτηνά» την πολίχνη όπου στρατοπέδευσε ο αυτοκράτορας.
  Ο καθηγητής Στίλπων Κυριακίδης, μας έδωσε την πιο έγκυρη ετυμολογία: την εποχή εκείνη η κατάληξη «-ηνά» δήλωνε τα κτήματα κάποιου. Προφανώς ενός Κουμούτζη που είχε κτήματα στην περιοχή και προτείνει επίσης την προέλευση αυτού από το Κόμης, που είναι αξίωμα και δικαιολογεί την ιδιοκτησία.
  Στα χρόνια του Βυζαντίου αναπτύχθηκε ιδιαίτερα η γύρω περιοχή και στο όρος Παπίκιο άνθησαν μοναστικά κέντρα όπου αποσύρθηκαν προσωπικότητες όπως ο Αλέξιος, γιος του Εμμανουήλ του Α' Κομνηνού (1191) και ο Γρηγόριος Παλαμάς (1316). Όταν ο Τσάρος της Βουλγαρίας Καλογιάννης, κατέστρεψε τον 13ο αιώνα τις πιο κοντινές ανεπτυγμένες πόλεις και κυρίως τη Μοσυνούπολη, η Κομοτηνή γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη.
  Καταλαμβάνεται το 1361 από τους Οθωμανούς και μετονομάζεται σε Γκιουμουλτζίνα, που είναι παραφθορά του βυζαντινού Κουμουτζηνά. Κατά την τουρκοκρατία συνεχίζει να αναπτύσσεται και το 1899 γίνεται έδρα Διοίκησης. Στις 14 Μαΐου 1920 ενσωματώνεται οριστικά στη ελληνική επικράτεια.
  Στη νεότερη ιστορία η ανάπτυξη της Κομοτηνής ενδυναμώνεται με τον ερχομό των προσφύγων από την Ανατολική Θράκη, την Μικρά Ασία και τον Πόντο. Η θέση σχεδόν πάνω στην Εγνατία οδό την καθιστά διεθνές πέρασμα εδώ και αιώνες.
  Σήμερα είναι μία από τις πόλεις όπου λειτουργεί το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και έδρα των Πρυτανικών Αρχών του, ενώ βρίσκεται κοντά σε μία υπό ανάπτυξη Βιομηχανική Περιοχή και αποτελεί την έδρα της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δήμου Κομοτηνής


  Τα τεκμήρια για την ύπαρξη αρχαίου πολίσματος στην θέση της σημερινής Κομοτηνής, οδηγούν στα πρωτοχριστιανικά χρόνια: το φρούριο της, ο επιτύμβιος βωμός του 4ου αι. μ.Χ., το ελληνιστικής εποχής δωρικό κιονόκρανο και η εικονιστική κεφαλή (πορτραίτο) που χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 2ου αι. μ.Χ. Είναι όμως, πολύ πιθανό, και στο σημείο αυτό συγκλίνουν οι απόψεις αρκετών ιστορικών, να προϋπήρχε κάποιος οικισμός, έστω και ατείχιστος, ώστε, εάν σήμερα, ισχυρισθούμε ότι η Κομοτηνή έχει ιστορία δύο χιλιετιών, δεν θα ήμασταν μακριά από την ιστορική αλήθεια.
  Η θέση της πάνω στην Εγνατία οδό, η οποία συνέδεε το Δυρράχιο με την Κωνσταντινούπολη, της έδιδε προνόμια "ιδίως οικονομικού χαρακτήρα", ώστε, σταδιακά, εξελίχτηκε και εμφανίστηκε στον ορίζοντα της τοπικής ιστορίας, στην σκιά βέβαια της γειτονικής της Μαξιμιανούπολης (στα νεότερα χρόνια Μοσυνούπολης), η υπεροχή της οποίας, μέχρι την καταστροφή της από τους Βουλγάρους, ήταν αδιαμφισβήτητη.
  Οι επόμενες, χρονικά, μαρτυρίες θα καταγραφούν πολύ αργά, στον 14ο αι. μ.Χ., όταν η ακρωτηριασμένη βυζαντινή αυτοκρατορία, σπαρασσόταν από τις εμφύλιες διαμάχες και τις εχθρικές επιθέσεις στα σύνορά της. Ο ιστορικός και αυτοκράτορας Ιωάννης Στ' ο Καντακουζηνός και ο σύγχρονός του Νικηφόρος Γρήγορος αναφέρονται, ο μεν πρώτος στο "Κουμουτζηνά πόλισμα", ενώ ο δεύτερος στην πολίχνη με την ονομασία "Κομοτηνά" ή "Κομοτηνή". Η πρώτη μαρτυρία, του έτους 1331 μ.Χ., συνδέεται με το περιστατικό της συνάντησης στην σημερινή εκτεταμένη πεδιάδα "όπου η Μονή Βαθυρρύακος" των στρατευμάτων του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ' και του ηγεμόνα της Σμύρνης Ομούρ, η οποία είχε αίσια κατάληξη, αφού τα στρατεύματα του δεύτερου, αποχώρησαν χωρίς να πολεμήσουν. Το έτος 1343 μ.Χ. η Κομοτηνή, όπως και οι υπερασπιστές των γειτονικών φρουρίων Ασώματος, Παραδημή, Κρανοβούνιο και Στυλάριο προσχωρούν στον Καντακουζηνό για να συμμετάσχουν στον καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος διήρκεσε έως το 1347 και ουσιαστικά προετοίμασε το έδαφος για την κατάληψη της περιοχής από τους Τούρκους.
  Στα 1363, κατά την πιθανότερη σήμερα εκδοχή, ο εξισλαμισμένος Έλληνας άρχοντας, Γαζή Εβρενός Μπέη, στην κατακτητική του πορεία από τα Ύψαλα προς την Θεσσαλονίκη, εισέρχεται στην Κομοτηνή και εγκαθιδρύει την οθωμανική κυριαρχία, η οποία επρόκειτο να διαρκέσει πεντέμισι αιώνες. Όπως μαρτυρεί οθωμανικό κατάστιχο, η διαδικασία αλλαγής του εθνικού χαρακτήρα της πόλης δεν ήταν εύκολη ούτε και σύντομη. Σύμφωνα λοιπόν με το κατάστιχο, στα 1530, δύο σχεδόν αιώνες μετά την κατάκτηση, στην πόλη λειτουργεί μόλις ένα τζαμί και μερικά μεστζίτια. Την ίδια εποχή, στα 1548, ο περιηγητής Pierre Belon, που την επισκέφτηκε μας πληροφορεί ότι κατοικείται από Έλληνες και λίγους Τούρκους, θα χρειαστεί να ακολουθήσουν στους επόμενους αιώνες μαζικοί εποικισμοί με μουσουλμάνους της Ανατολίας, καθώς και η προσχώρηση των Πομάκων στο Ισλάμ, για να αλλοιωθεί η φυσιογνωμία της Κομοτηνής.
  Οι συνθήκες ζωής των χριστιανών, κατά τις διασωθείσες μαρτυρίες, είναι αφόρητες. Ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπί, που επισκέπτεται την πόλη στα μέσα του 17ου αι., ενώ είναι γλαφυρότατος στην περιγραφή της, για τους Έλληνες δεν αναφέρει ούτε και αν υπάρχουν, κάτι, που μόνο έμμεσα συνάγεται!
   Σύμφωνα με περιστατικό που κατέγραψε ο Αγγλος περιηγητής Clarke (1801), ο ίδιος και η συνοδεία του λιθοβολήθηκαν στους δρόμους της Κομοτηνής από τον τουρκικό όχλο, αλλά και από τους χριστιανούς, οι οποίοι όφειλαν να συμμερίζονται τις ορέξεις των δυναστών τους. Όταν δε, εισήλθε στο κατάστημα ενός Έλληνα αργυροχόου, αυτός προς δημιουργία εντυπώσεων, ύψωσε την φωνή του και τους απέπεμψε με άσχημο τρόπο. Ψιθυρίζοντας, όμως, τους είπε ότι θα μπορούσαν να συναντηθούν στο χάνι... Τα δύο περιστατικά δίνουν μια αμυδρή και στιγμιαία μόνο εικόνα του ψυχολογικού κλίματος, μέσα στο οποίο ζούσαν οι Έλληνες.
  Αλλά, στην διάρκεια του 19ου αι. σημαντικές εξελίξεις, όπως η ελληνική επανάσταση, οι μεταρρυθμίσεις του Χάττι Χουμαγιούν και η προοδευτική εξασθένιση της οθωμανικής παντοδυναμίας, δίνουν περιθώριο προόδου στα υπόδουλα έθνη. Στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα και στις αρχές του 20ου αι. η ελληνική αστική κοινότητα της Κομοτηνής κατέχει τα σκήπτρα του εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου, που διενεργείται πλέον μέσω του σιδηροδρόμου. Τα άφθονα προϊόντα της πεδιάδας (καπνός, σιτηρά κ.ά.) διακινούνται από Έλληνες εμπόρους, οι οποίοι πλουτίζουν σύντομα και αγοράζουν μεγάλα αγροκτήματα (τσιφλίκια), που συναπαρτίζουν εκτάσεις χιλιάδων στρεμμάτων και σημαντικό ποσοστό της συνολικής τότε καλλιεργήσιμης γης. Χτίζουν τους πρώτους ατμόμυλους, το αλεύρι των οποίων καλύπτει τις ανάγκες της περιοχής. Όμορφα αρχοντικά, "ορισμένα σώζονται ως σήμερα" ιδιοκτησίες πλουσίων της πόλης, δίνουν το μέτρο της οικονομικής προόδου.
  Αν και ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1877-78) προκαλεί την μαζική εγκατάσταση δεκάδων χιλιάδων μουσουλμάνων προσφύγων (τότε ιδρύονται νέες συνοικίες), εν τούτοις η πρόοδος των χριστιανών δεν αναχαιτίζεται.
  Στον πνευματικό τομέα έχουν επίσης να επιδείξουν θεαματικά αποτελέσματα. Στα 1885 λειτουργεί ο σύλλογος "ΟΜΟΝΟΙΑ" στους κόλπους του οποίου νέοι της Κομοτηνής δίνουν θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες, ενώ παράλληλα, πολυποίκιλη δραστηριότητα ασκεί και η Αδελφότης Κυριών. Στην πόλη κυκλοφορούν αδιάλειπτα όλες οι ελληνικές εφημερίδες της Κωνσταντινούπολης. Μεγάλοι ευεργέτες φροντίζουν με δωρεές τους, για την εύρρυθμη λειτουργία των σχολείων.
  Οι φιλομαθέστεροι μαθητές συνέχιζαν τις σπουδές τους στα εκπαιδευτήρια της Αδριανούπολης και στην συνέχεια στα πανεπιστήμια της Ευρώπης. Ενδεικτικό της πνευματικής κίνησης, είναι το γεγονός ότι από την Κομοτηνή καταγόταν μια από τις πρώτες γυναίκες γιατρούς της Θράκης (μόνο στην Αδριανούπολη υπήρχε προηγούμενο). Πρόκειται για την Βικτωρία Μαργαριτοπούλου.
  Την κατάσταση καταγράφει ο διεθνής εμπορικός οδηγός Annaire de commerce Didot-Rottin του 1912, σύμφωνα με τον οποίο στην Κομοτηνή υπάρχουν 33 Έλληνες επιστήμονες, τραπεζίτες και έμποροι, 6 Αρμένιοι, 4 Ιουδαίοι, 3 Οθωμανοί και κανείς Βούλγαρος.
  Στην δεκαετία του 1910, η μακρόχρονη βουλγαρική κατοχή και το σχέδιο για τον πλήρη εκβουλγαρισμό της περιοχής, είχαν καταστρεπτικές συνέπειες στους χριστιανούς αλλά και στους μουσουλμάνους της Θράκης. Κατά την έκφραση της εποχής, η Θράκη μετετράπη σε απέραντη "κοιλάδα κλαύθμωνος".
  Το σύντομο χρονικό των γεγονότων αρχίζει με τον Α' Βαλκανικό πόλεμο (1912-13), την ήττα της Τουρκίας και την κατάληψη της Κομοτηνής από τα βουλγαρικά στρατεύματα. Οι υπερβολικές αξιώσεις της Βουλγαρίας σε βάρος των συμμάχων της οδηγούν στον Β' Βαλκανικό πόλεμο και την συντριβή της από τα ελληνικά και σερβικά στρατεύματα. Στις 14 Ιουλίου του 1913, εισέρχεται στην πόλη, μέσα σε ατμόσφαιρα ξέφρενου ενθουσιασμού, ο ελληνικός στρατός και στο Διοικητήριο της (σημερινό δικαστικό μέγαρο) κυματίζει η ιστορική σημαία της πόλης την οποία κατασκεύασαν την προηγούμενη νύχτα οι γυναίκες της Κομοτηνής. Η συνθήκη του Βουκουρεστίου (28 Ιουλίου 1913) επιδικάζει την περιοχή στην ηττημένη Βουλγαρία και την αρχική χαρά των κατοίκων της διαδέχεται η απόγνωση. Παρά τις απεγνωσμένες εκκλήσεις των Θρακών για την ανάληψη στρατιωτικής δράσης, η ελληνική κυβέρνηση επιμένει στον σεβασμό της συνθήκης. Ενώπιον του κινδύνου της επιστροφής του βουλγαρικού στρατού, οι χριστιανοί και οι μουσουλμάνοι ενωμένοι, ιδρύουν για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας την βραχύβια Δημοκρατία της Γκιουμουλτζίνας, με πρωτεύουσα την Κομοτηνή. Η βουλγαρο-τουρκική συνθήκη της Κωνσταντινούπολης στις 16 Σεπτεμβρίου 1913, αίρει και τα τελευταία εμπόδια για την στρατιωτική κατάληψη της περιοχής. Τον Οκτώβριο τα βουλγαρικά στρατεύματα εισέρχονται στην πόλη. Αλλοι κάτοικοι θα εκτοπισθούν στο εσωτερικό της Βουλγαρίας, άλλοι θα φυλακιστούν και άλλοι θα καταφέρουν να διαφύγουν στις πόλεις της ελεύθερης Ελλάδας, όπου περιπλανιόντουσαν πένητες και αβοήθητοι.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Δήμου Κομοτηνής


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ