gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 1 τίτλοι με αναζήτηση: Ιστορία για το τοπωνύμιο: "ΚΟΥΦΟΝΗΣΙ Νησί ΛΕΥΚΗ".


Ιστορία (1)

Σελίδες επίσημες

  Δεν υπάρχει καμία πληροφορία ότι υπήρχε συνοικισμός στο νησί τα τελευταία τουλάχιστο 1000 χρόνια, αλλά η αρχαιολογική σκαπάνη απέδειξε πως κάτω από τη σιωπηλή γη του έρημου νησιού ήταν θαμμένος ένας ολόκληρος κόσμος.
  Πρώτο το χωρίο του Plinii μιλάει για νήσο Leuce στη θαλάσσια περιοχή που βρίσκεται «αντίθετα από το ακρωτήριο της Ιτάνου».
  Η ταύτιση του νησιού αυτού με το Κουφονήσι δεν ήταν μόνο πέρα για πέρα η ενδεδειγμένη, αλλά δημιούργησε και ιστορικές ευθύνες για τους μελετητές αφού η περίφημη επιγραφή της «Διαιτησίας των Μαγνήτων» μιλά αρκετά διεξοδικά για αυτό. Η επιγραφή αυτή που σήμερα είναι εντοιχισμένη στην πρόσοψη του καθολικού της Μονής Τοπλού μιλά για τις οριακές διαφορές μεταξύ Ιτάνου και Ιεράπυτνας και μια από τις πιο βασικές ήταν η διεκδίκηση από την Ιεράπυτνα του νησιού Λεύκη.
  Η Λεύκη ήταν σημαντικός σταθμός αλιείας σπόγγων και επεξεργασίας της πορφύρας που από ότι μας λένε οι Αριστοτέλης και Πλίνιος ο Παλιός, μαζεύονταν ζωντανά στην αρχή του Φθινοπώρου και τα συντηρούσαν σε κούρτους ώσπου να μαζευτούν πάρα πολλά γιατί κάθε ένα κοχύλι έδινε μόνο μία σταγόνα βαφής. Μετά κοπανούσαν τα πιο μικρά σε πέτρες και τα πιο μεγάλα τα τρυπούσαν και έβγαζαν από το λαιμό του μαλακίου ένα μικρό αδένα που ονομαζόταν «άνθος». Έπειτα, έβαζαν στην άλμη το γαλακτώδες υγρό, πρόσθεταν λίγο ξύδι, το άφηναν σε δοχείο στον ήλιο και σιγά σιγά το χρώμα από κίτρινο γινόταν κατακόκκινο που το αραίωναν ή το συμπύκνωναν με βράσιμο. Η βαφή αυτή που λεγόταν «πορφύρα» πουλιόταν την εποχή εκείνη όσο ζύγιζε σε ασήμι. Αν σε αυτή προσέθεταν άνθη υακίνθου, το χρώμα ήταν βιολετί, αλλά εθεωρείτο κατωτέρας ποιότητας.
  Εκτός όμως από το ότι η Λεύκη ήταν πλουτοπαραγωγική πηγή για τη μητρόπολη, φαίνεται πως συγχρόνως και η θέση της έπαιξε στρατηγικό ρόλο στην προσέγγιση πλοίων στις Ν.Α. ακτές. Η Διαιτησία που έγινε το 132 μ.Χ. δικαίωσε την Ίτανο και απέδωσε το νησί στους Ιτανίους, στους οποίους ανήκε και προγονικά. Πρώτος ο ακούραστος ερευνητής των αρχαίων Αγγλος Ναύαρχος T. B. Spratt σε επίσκεψη στο Κουφονήσι στα μέσα του περασμένου αιώνα είδε διάφορα ερείπια που τα περιγράφει με αρκετή σαφήνεια όπως ναός στα νότια με τεμάχια από μαρμάρινο άγαλμα, οικισμός στα βόρεια και δεξαμενές νερού στο κέντρο περίπου του νησιού.
  Το 1903 οι Αγγλοι αρχαιολόγοι R. C. Bosanquet και C .T. Currelly πήγαν ένα απόγευμα στο νησί και εξέτασαν βιαστικά τα όσα περιγράφει ο Spratt.
  Από τότε, το 1971 ο αρχαιολόγος Albert Leonard επισκέφτηκε το νησί και παρατήρησε προσεκτικότερα τις επιφανειακές αρχαιότητες. Αλλά χωρίς την αρχαιολογική σκαπάνη κάθε τι που γραφόταν ήταν απλώς υποθέσεις.
  Έτσι, το 1976 άρχισαν συστηματικές ανασκαφές από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Κρήτης με επικεφαλής τον αρχαιολόγο Νίκο Παπαδάκη.
  Τα δύο πρώτα χρόνια στη Β.Δ. άκρη του νησιού, απέναντι από το νησάκι Μάρμαρα και σε μικρή απόσταση από την παραλία οι ανασκαφές έφεραν σε φως ένα θαυμάσια διατηρημένο λίθινο θέατρο του οποίου το κοίλο ήταν κατεστραμμένο μόνο στη δυτική πλευρά ενώ και μεγάλο τμήμα των εδωλίων του κέντρου είχε τελείως καταστραφεί. Το κοίλο έχει 12 σειρές εδωλίων και η μέγιστη χορδή του έχει μήκος 34 μέτρα.
  Η απόσταση του 12ου εδωλίου από το δάπεδο της ορχήστρας φτάνει περίπου τα 6 μέτρα. Υπολογίζεται πως το κοίλο χωρούσε περίπου 1000 άτομα. Η ορχήστρα, σχεδόν ημικύκλιο, ήταν ντυμένη με πήλινες πλάκες. Το σκηνικό οικοδόμημα, κατεστραμμένο στο δυτικό του τμήμα, θα πρέπει να έφτανε σε μήκος τα 20 μέτρα, ενώ το πλάτος του είναι περίπου 9 μέτρα.
  Μπορεί να δει κανείς το ανατολικό παρασκήνιο, το λογείο, το υποσκήνιο καθώς και την ανατολική πάροδο που ήταν στεγασμένη με θόλο. Το θέατρο είχε πλούσια διακόσμηση που λεηλατήθηκε.
  Το θέατρο καταστράφηκε με αγριότητα και πυρπολήθηκε ίσως από φανατικούς Χριστιανούς στα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα. Στα νότια του θεάτρου, αλλά ιδίως στα ανατολικά, εκτείνεται ο συνοικισμός που φαίνεται πως είναι μεγαλύτερος από όσο είχε υπολογιστεί στην αρχή.
  Οι ανασκαφές εκεί έφεραν στο φως ένα μεγάλο σπίτι - έπαυλη από το οποίο σώζονται οκτώ πλήρη δωμάτια στα οποία εισέρχεται κανείς από μικρό, αλλά επιβλητικό πρόπυλο που κοιτά στο δρόμο που οδηγούσε στην ανατολική πάροδο του θεάτρου.
  Στο σπίτι αυτό βρέθηκαν τα μαγειρεία του καθώς και το απαραίτητο οικιακό εργαστήρι για την κατεργασία της πορφύρας και τα δύο επίσημα δωμάτια για τους ξένους που ήταν στρωμένα με ψηφίδες άσπρες και μαύρες που σχημάτιζαν γεωμετρικά σχέδια μέσα σε πλαίσια, όπως ρόμβους και σταυροειδή κοσμήματα. Στον κυρίως οικισμό ανασκάφηκε ένα άλλο μεγάλο σπίτι με δεκαέξι δωμάτια. Τα ευρήματα και η χρήση των χώρων δεν αφήνουν αμφιβολία ότι και αυτό είναι ένα τυπικό σπίτι αλιέων πορφύρας.
  Το πιο σημαντικό όμως οικοδόμημα του οικισμού - μετά το θέατρο - είναι το επιβλητικό κτήριο των δημόσιων λουτρών, το οποίο ήταν σε χρήση από τον 1ο έως τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Είναι γνωστή η παθολογική αγάπη που έτρεφαν οι Ρωμαίοι στα δημόσια λουτρά συνδυάζοντας τη σωματική καθαριότητα με τη γύμναση και τη συζήτηση. Τα λουτρά ήταν απαραίτητο οικοδόμημα όχι μόνο στις πόλεις, αλλά και στους συνοικισμούς. Στα πλουσιόσπιτα υπήρχε ξεχωριστός χώρος, μικρογραφία των δημόσιων λουτρών, ενώ γνωστή είναι η πολυτέλεια των αυτοκρατορικών λουτρών.
  Το λουτρικό συγκρότημα του Κουφονησίου περιλαμβάνει όλους τους χώρους οι οποίοι σύμφωνα με το τυπικό των λουτρών ήταν σε χρήση σε ένα τέτοιο κτίριο: Γύρω από ένα κήπο, για την ξεκούραση των πελατών και επισκεπτών εκτείνονται τα δωμάτια όπως, το κεντρικό λεβητοστάσιο - του οποίου οι τοίχοι σώζονται σε ύψος 4 μέτρων - δύο υπόκαυστα - ίσως για άνδρες και γυναίκες ξεχωριστά - λουτρώνες για εφίδρωση, χλιαρό, ζεστό και κρύο λουτρό και αποδυτήρια. Σε ορισμένα δωμάτια η πολυτέλεια είναι ακόμα και σήμερα εμφανής καθώς διατηρούνται τμήματα από τη μαρμάρινη επένδυση του πατώματος και των τοίχων.
  Τέλος, στο Ν. μέρος του νησιού ερευνήθηκε ο ναός που αναφέρεται από τον Spratt που έχει συνολικές διαστάσεις 18.00 x 15.70 μέτρα με κρηπίδωμα και ο οποίος δυστυχώς έχει υποστεί εξοντωτική λεηλασία από τη λατόμευσή του - στα 1920 περίπου - για να κατασκευαστεί ένα τεράστιο κτίριο - φάρος σε απόσταση μόνο 5 μέτρων από την ανατολική στενή πλευρά του ναού που ήταν η είσοδός του, αν και στη βόρεια μακριά πλευρά του βρέθηκε και άλλη, κλιμακωτή είσοδος. Δίπλα από τη Β.Δ. γωνία του βρέθηκαν τα δύο μεγάλα κομμάτια από το κολοσσιαίο λατρευτικό άγαλμα του ναού - τα είδε και ο Spratt - που παρίστανε θεότητα καθιστή σε θρόνο τύπου κυβόλιθου. Τα δύο κομμάτια που σώζονται είναι: Το ένα κυβόλιθος με το αριστερό τμήμα της λεκάνης και το άλλο, το δεξιό πόδι από το πτυχωτό ένδυμα της μέσης μέχρι τον αστράγαλο.
  Δυστυχώς, είναι πολύ κατεστραμμένο αλλά φαίνεται ελληνιστικής εποχής. Το συνολικό του ύψος θα ξεπερνούσε τα 2,5 μέτρα.
  Πάνω του διάφοροι επισκέπτες - ναυτικοί κυρίως - έχουν χαράξει τα ονόματά τους και τις χρονολογίες, μία από τις οποίες είναι1630.
  Είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς, αλλά μάλλον θα είναι αλήθεια, ότι τα κομμάτια από μάρμαρο που φαίνονται ανάμεσα στο οικοδομικό υλικό του διπλανού κτιρίου του φάρου προέρχονται από το υπόλοιπο σώμα του αγάλματος που οι εργολάβοι του φάρου κομμάτιασαν για να χρησιμοποιήσουν για «σφήνες» στις πέτρες και τους τεράστιους συμμετρικούς λίθους που και αυτοί «ξεριζώθηκαν» από το ναό του οποίου σήμερα μόνο οι αναβαθμοί και το εσωτερικό γέμισμα - το δάπεδο έχει καταστραφεί - σώζονται.
  Όλο το νησί είναι γεμάτο από ερείπια που αρχίζουν από τα Π.Μ. χρόνια μέχρι τα Βυζαντινά, όπου στη δυτική ακτή σπήλαια έχουν χρησιμοποιηθεί σαν ξωκλήσια με χαράγματα αγίων και επιγραφές λατινικές με χρονολογία σε ένα, 1638. Στο ανατολικό τμήμα του νησιού υπάρχει εξάλλου το εκκλησάκι του Αι - Νικόλα, χτισμένο στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα από το Ν. Ρεμουντάκη. Ο μεγαλογαιοκτήμονας Ρεμουντάκης από την Αγία Τριάδα νοίκιασε το νησί από το 1905 μέχρι το 1935. Την περίοδο αυτή διέμεναν μόνιμα 10 - 15 οικογένειες, που παρήγαγαν 85 - 100 τόνους δημητριακά το χρόνο. Παράλληλα, υπήρχαν στο νησί 25 βοοειδή, 400 - 500 αιγοπρόβατα και 5 - 6 όνοι.
  Παλιά υπήρχαν στο νησί πηγές, το νερό των οποίων θα πρέπει να κατέληγε στις ρωμαϊκές υδρομαστευτικές σήραγγες και δεξαμενές. Η θέση των πηγών θα πρέπει να βρισκόταν στο σημείο τομής δύο μεγάλων ρηγμάτων στο κέντρο του νησιού, στο οποίο φαίνεται να καταλήγει το ρωμαϊκό υδρομαστευτικό δίκτυο. Οι λόγοι για τους οποίους οι πηγές αυτές έχουν πλέον στερέψει, θα πρέπει να σχετίζεται με τις κλιματικές μεταβολές και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, την οποία μαρτυρούν τα υποθαλάσσια αρχαιολογικά ευρήματα, που φαίνονται στο βυθό στη θέση Καμαρέλες στο βόρειο τμήμα. Πιθανό οι πηγές αυτές να υπάρχουν ακόμα καλυμμένες από αμμοθίνες.
  Είναι τέτοια η έκταση των αρχαίων ερειπίων που σε συνδυασμό με το ότι το νησί δεν κατοικήθηκε ποτέ από την εποχή που κάποιο άγνωστο γεγονός το ερήμωσε ολοκληρωτικά - ίσως τον 4ο μ.Χ. αιώνα - όχι μόνο προσφέρεται για σπουδαίες και συνεχείς αρχαιολογικές έρευνες, αλλά και ο χαρακτηρισμός «μικρή Δήλος» δεν μπορεί να θεωρηθεί πως δεν ανταποκρίνεται μορφολογικά τουλάχιστο στην παρουσία του νησιού στο χώρο της αρχαιολογίας, τηρούμενων φυσικά των αναλογιών.
  Το Πανεπιστήμιο Κρήτης (Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, Τμήμα Αρχαιολογίας) έχει εκπονήσει μια «Μελέτη Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος της Νησίδας Κουφονήσι» που ολοκληρώθηκε το Φεβρουάριο του 1998. Οι προτάσεις της μελέτης αυτής θα συμβάλουν αποφασιστικά, αφενός στην προστασία του φυσικού του περιβάλλοντος και των αρχαιολογικών χώρων του νησιού και αφετέρου στην παροχή ποιοτικών υπηρεσιών στους Έλληνες και ξένους επισκέπτες του.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Λεύκης


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ