gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 50 τίτλοι με αναζήτηση: Αξιοθέατα  στην ευρύτερη περιοχή: "ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Πόλη ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ" .


Αξιοθέατα (50)

Links

Συντριβάνι

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ (Πόλη) ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
  Όταν ο Σαμπρή πασάς κατεδάφισε το 1869 τα παραθαλάσσια Βυζαντινά Τείχη της Θεσσαλονίκης και λίγο αργότερα (1889) ο Μιδάτ πασάς τα ανατολικά για να δημιουργηθεί η ονομαζόμενη -τότε- Λεωφόρος Χαμηδιέ (σημ. Εθνικής Αμύνης) προκειμένου να "εξωραϊστεί" η πόλη, δημιουργήθηκε άσχημη εντύπωση στον πληθυσμό της πόλης και ιδιαίτερα στους Έλληνες. Για να απαλειφθεί η εντύπωση αυτή, η τουρκική διοίκηση αποφάσισε να εξωραϊσει το χώρο κατασκευάζοντας το Συντριβάνι, που πέρα από το διακοσμητικό του ρόλο χρησιμοποιούνταν και για το πότισμα των ζώων.
  Τα εγκαίνια του Συντριβανίου έγιναν με μεγαλοπρέπεια, όπως άλλωστε φαίνεται και στην παρακάτω φωτογραφία.
  Το παλιό Συντριβάνι αναστηλώθηκε πρόσφατα (1977) από το Δήμο Θεσσαλονίκης και ξανατοποθετήθηκε στον ίδιο ακριβώς χώρο της ομώνυμης πλατείας, με σχέδια και επίβλεψη του Απόστολου Παπαγιαννόπουλου.
Οι πληροφορίες περιλαμβάνονται στο βιβλίο του Απόστολου Παπαγιαννόπουλου με τίτλο: ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτεμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας


UNESCO - World Heritage List

Ναός Παναγίας Χαλκέων

Τηλέφωνο: +30 2310 272910
   Ο ναός κτίστηκε στα 1028 από τον πρωτοσπαθάριο Χριστόφορο σύμφωνα με την επιγραφή στο μαρμάρινο υπέρθυρο της κύριας δυτικής εισόδου. Μετά την άλωση της πόλης το 1430 μετατράπηκε σε τζαμί και αποδόθηκε πάλι στη χριστιανική λατρεία μετά την απελευθέρωση του 1912. Το μνημείο σήμερα, λειτουργεί ως ναός.
   Επίμηκες κτίσμα με νάρθηκα στη δυτική πλευρά, τετράγωνο κυρίως ναό και τρίκογχο Ιερό Βήμα στην ανατολική πλευρά. Στην κάτοψη του κυρίως ναού τέσσερις κίονες και ισάριθμες καμάρες σχηματίζουν εγγεγραμμένο σταυρό, που το κέντρο του καλύπτεται με οκτάπλευρο τρούλο. Χαμηλότεροι τρούλοι καλύπτουν τα δύο άκρα του νάρθηκα. Οι τοιχογραφίες του ναού χρονολογούνται στον 11ο και 14ο αιώνα.
   Μετά τους σεισμούς του 1932 γίνονται αναστηλωτικές εργασίες στο νάρθηκα και στο νότιο αέτωμα του ναού. Εργασίες αναστήλωσης έγιναν και μετά τους σεισμούς του 1978.
   Το 1987, στα πλαίσια της σύνταξης στατικής μελέτης του μνημείου, έγιναν διάφορες ανασκαφικές τομές στην αυλή του ναού.

Ναός Αγίου Δημητρίου

Τηλέφωνο: +30 2310 270008, 260915, 268480
Φαξ: +30 2310 268480
   Ο ναός του Αγ. Δημητρίου κτίστηκε στα ερείπια ρωμαϊκού λουτρού. Ο πρώτος ναός, ένα μικρό προσευκτήριο κτίστηκε μετά το 313. Τον 5ο αιώνα ο έπαρχος Λεόντιος έκτισε μεγάλη τρίκλιτη βασιλική, που κάηκε στα 626 - 34. Αμέσως μετά κτίστηκε η πεντάκλιτη βασιλική. Το 1493 μετατράπηκε σε τζαμί. Το 1912 αποδόθηκε πάλι στη χριστιανική λατρεία. Κάηκε στη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 και ξαναλειτούργησε το 1949, αφού ολοκληρώθηκε η αναστήλωσή του. Στην κρύπτη του ναού οργανώθηκε η έκθεση αρχαιοτήτων που διασώθηκαν από την πυρκαγιά ή βρέθηκαν στις ανασκαφικές έρευνες. Το μνημείο λειτουργεί σήμερα ως ναός.
   Ο ναός του Αγ. Δημητρίου είναι πεντάκλιτη βασιλική με νάρθηκα και εγκάρσιο κλίτος, με κρύπτη κάτω από το ιερό και το εγκάρσιο κλίτος και προσαρτημένο στη νοτιο - ανατολική γωνία της το παρεκκλήσι του Αγ. Ευθυμίου. Από την πυρκαγιά του 1917 διασώθηκαν λείψανα μόνο από τον λαμπρό γλυπτικό και ζωγραφικό (ψηφιδωτά, τοιχογραφίες) διάκοσμο του ναού, που αντιπροσωπεύουν τις διάφορες φάσεις της ιστορίας του.
   Μετά την πυρκαγιά του 1917, άρχισαν οι αναστηλωτικές εργασίες που διακόπηκαν το 1938, ξανάρχισαν το 1946 και το μνημείο ξαναλειτούργησε το 1949. Στα πλαίσια των αναστηλωτικών εργασιών έγιναν διάφορες ανασκαφικές έρευνες στο ναό και στην κρύπτη μετά την πυρκαγιά του 1917 και στα 1946 - 1949.

Ναός Αχειροποιήτου

Τηλέφωνο: +30 2310 227369
   Ο ναός κτίστηκε γύρω στα μέσα του 5ου αιώνα στα ερείπια ρωμαϊκού λουτρού. Ετιμάτο στο όνομα της Θεοτόκου. Ηταν ο πρώτος ναός που μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης το 1430 μετατράπηκε σε τζαμί. Αποδόθηκε στη χριστιανική λατρεία το 1930. Σήμερα λειτουργεί ως ναός.
   Ο ναός είναι τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα στη δυτική πλευρά και δεύτερη είσοδο με μνημειακό πρόπυλο στο μέσον της νότιας πλευράς. Ανατολικά του προπύλου υπάρχει πρόσκτισμα, βαπτιστήριο ή διακονικό. Στο ανατολικό άκρο του βόρειου κλίτους δημιουργείται μικρό παρεκκλήσι. Από τη διακόσμηση του ναού σώζονται ψηφιδωτά του 5ου αιώνα στα εσωρράχια των τοξοστοιχιών και τοιχογραφίες 13ου αιώνα στο νότιο κλίτος.
   Ανασκαφικές εργασίες έγιναν στα 1927 - 28, στα 1946 - 47 στον περίβολο, στα 1961 στα δυτικά του ναού και μετά τους σεισμούς του 1978 μέσα και έξω από το ναό στα πλαίσια της σύνταξης μελέτης αναστήλωσης του μνημείου.
   Εκτεταμένες εργασίες αναστήλωσης έγιναν στις αρχές του αιώνα, στα 1927 - 28, στα 1949, ενώ σήμερα είναι σε εξέλιξη οι εργασίες αποκατάστασης του μνημείου μετά τους σεισμούς του 1978.

Ναός Αγίων Αποστόλων

Τηλέφωνο: +30 2310 537915
   Καθολικό, πιθανώς μονής της Παναγίας. Κτίστηκε στα 1310-14 από τον πατριάρχη Νίφωνα Α', σύμφωνα με την επιγραφή στο μαρμάρινο υπέρθυρο της εισόδου και τα τρία μονογράμματα στα επιθήματα τριών κιονοκράνων της δυτικής όψης του ναού. Μετατράπηκε σε τζαμί στη δεκαετία 1520 - 1530. Σήμερα λειτουργεί ως ναός.
   Ορθογώνιο κτίσμα αποτελούμενο από τον κυρίως ναό σχήματος εγγεγραμμένου σταυρού, τρίκογχο ιερό στα ανατολικά, στοά σχήματος Π που περιβάλλει τις άλλες πλευρές του κυρίως ναού και εξωνάρθηκα στα δυτικά της στοάς. Η λαμπρή ζωγραφική διακόσμηση του ναού είναι συνδυασμός ψηφιδωτών στο επάνω τμήμα και τοιχογραφιών στο κάτω τμήμα του ναού.
  Το 1940 - 41 και μετά τους σεισμούς του 1978 έγιναν αναστηλωτικές εργασίες και συνοδεύτηκαν με εργασίες συντήρησης των τοιχογραφιών.
   Το 1995 άρχισαν ανασκαφικές έρευνες στον περιβάλλοντα χώρο του μνημείου και βρίσκονται σε εξέλιξη.

Ναός Αγίου Νικολάου Ορφανού

Τηλέφωνο: +30 2310 202978
   Καθολικό μονής των αρχών του 14ου αιώνα, που οφείλει την ονομασία του είτε στον φιλάνθρωπο ρόλο του Αγ. Νικολάου απέναντι στα ορφανά, είτε σε πιθανό κτήτορα από την οικογένεια των Ορφανών, ενώ άλλες απόψεις θεωρούν ως κτήτορα τον κράλη της Σερβίας Μιλούτιν. Είναι μετόχι της Μονής Βλατάδων και λειτουργούσε ως εκκλησία και σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Το μνημείο σήμερα λειτουργεί ως ναός.
   Ορθογώνιο κτίσμα αποτελούμενο από ένα κεντρικό επιμήκη ξυλόστεγο χώρο, που οι τρείς πλευρές του περιβάλλονται από στοά σχήματος Π, ενώ στην ανατολική διαμορφώνεται η τρίπλευρη κόγχη του ιερού. Στο εσωτερικό του ναού σώζεται το μαρμάρινο τέμπλο και μεγάλο μέρος από την τοιχογράφηση που τοποθετείται στα χρόνια 1310 - 20.
   Στα 1959 - 60 έγιναν εργασίες αναστήλωσης. Κατά τα ίδια χρόνια έγιναν ανασκαφικές έρευνες στο εσωτερικό του ναού. Στα 1971 ανασκάφηκε το πρόπυλο του ναού.

Ναός Αγίου Παντελεήμονα

Τηλέφωνο: +30 2310 204150
  Καθολικό, πιθανόν της μονής της Θεοτόκου Περιβλέπτου, που κτίστηκε περί τα τέλη του 13ου και τις αρχές του 14ου αιώνα, από τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιάκωβο. Στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας μετατράπηκε σε τζαμί, πιθανώς στα 1568 - 1571.
  Ορθογώνιο κτίσμα με νάρθηκα, τρουλοσκέπαστο κυρίως ναό σε σχήμα εγγεγραμμένου σταυρού και τριμερές ιερό με πεντάπλευρη κόγχη. Μικρότερος τρούλος υψώνεται στο μέσον της στέγης του νάρθηκα. Στα ανατολικά άκρα της βόρειας και νότιας πλευράς προσαρτώνται δύο παρεκκλήσια. Στην αρχική μορφή του ναού τα παρεκκλήσια αποτελούσαν τις καταλήξεις στοάς σχήματος Π που περιέβαλλε το ναό.
  Το 1973 έγιναν ανασκαφές από την 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στο προαύλιο του ναού. Μετά τους σεισμούς του 1978 έγιναν διάφορες ερευνητικές τομές μέσα και έξω από το ναό στα πλαίσια του προγράμματος αναστήλωσης του μνημείου.
  Οι εργασίες αναστήλωσης είναι υπό εξέλιξη. Μετά το τέλος της αναστήλωσης θα λειτουργήσει ως ναός.

Μονή Λατόμου

Τηλέφωνο: +30 2310 221506
   Κτίστηκε πάνω σε ρωμαϊκό κτίσμα στα τέλη 5ου - αρχές 6ου αιώνα ως καθολικό της μονής Λατόμου. Το 1430 με την άλωση της Θεσσαλονίκης μετατράπηκε σε τζαμί, ενώ το ψηφιδωτό είχε καλυφθεί με ασβεστοκονίαμα. Το 1921 αποδόθηκε στη χριστιανική λατρεία και τότε ανακαλύφθηκε το ψηφιδωτό. Το μνημείο σήμερα λειτουργεί ως ναός.
   Αρχικά τετράγωνο κτίσμα με κόγχη στα ανατολικά και είσοδο στα δυτικά. Μικρά τετράγωνα διαμερίσματα στις τέσσερις γωνίες του κτιρίου έδιναν στην κάτοψη του κυρίως ναού σχήμα ισοσκελούς σταυρού. Σήμερα λείπει όλο το δυτικό τμήμα του ναού και η είσοδος είναι στη νότια πλευρά. Από τη ζωγραφική του διακόσμηση σώζεται το περίφημο ψηφιδωτό της κόγχης, 5ου - 6ου αιώνα και τοιχογραφίες του 12ου αιώνα.
   Στα 1929 έγιναν ανασκαφικές έρευνες στο εσωτερικό του ναού.
   Κατά καιρούς έγιναν διάφορες στερεωτικές και εξυγιαντικές επεμβάσεις. Το 1980 έγινε στερέωση του δυτικού τοίχου. Το 1991 ανακατασκευή - αποκατάσταση του προστώου στη νότια πλευρά.

Ναός Αγίας Σοφίας

Τηλέφωνο: +30 2310 270253
   Ο ναός της Αγ. Σοφίας κτίστηκε τον 7ο αίωνα στα ερείπια μεγάλης πεντάκλιτης βασιλικής του 5ου αιώνα και εξελίχτηκε σε πυρήνα ενός ευρύτερου συγκροτήματος κτιρίων διοικητικού και λατρευτικού χαρακτήρα, όντας ο μητροπολιτικός ναός της πόλης, αφιερωμένος στο όνομα της Σοφίας του Θεού. Το 1524 μετατράπηκε σε τζαμί. Κάηκε το 1890 και αναστηλώθηκε το 1907 - 1909. Αποδόθηκε στη χριστιανική λατρεία μετά την απελευθέρωση του 1912. Το μνημείο λειτουργεί και σήμερα ως ναός.
   Είναι ορθογώνιο κτίσμα με κεντρικό σταυρόσχημο πυρήνα, στεγασμένο με τρούλο και περιβαλλόμενο από συνεχή σε σχήμα Π στοά στις τρεις πλευρές, ενώ στην ανατολική διαμορφώνεται το τριεμερές ιερό. Στη σημερινή του μορφή, τελείως διαφορετική από την αρχική, το μνημείο διασώζει μέρος του ζωγραφικού του διακόσμου, ψηφιδωτά 8ου - 12ου αιώνα στον τρούλο και στο ιερό και τοιχογραφίες του 11ου αιώνα στο νάρθηκα.
   Ανασκαφές έγιναν στα διαστήματα 1936 - 1940, 1946, 1948, 1961 και μετά τους σεισμούς του 1978 στα πλαίσια της σύνταξης μελέτης αναστήλωσης του μνημείου.
   Αναστηλωτικές εργασίες έγιναν στα 1907 - 1909, 1941 και μετά τους σεισμούς του 1978.

Βυζαντινές εκκλησίες

Ναός Αγίας Σοφίας

Τηλέφωνο: +30 2310 270253
   Ο ναός της Αγ. Σοφίας κτίστηκε τον 7ο αίωνα στα ερείπια μεγάλης πεντάκλιτης βασιλικής του 5ου αιώνα και εξελίχτηκε σε πυρήνα ενός ευρύτερου συγκροτήματος κτιρίων διοικητικού και λατρευτικού χαρακτήρα, όντας ο μητροπολιτικός ναός της πόλης, αφιερωμένος στο όνομα της Σοφίας του Θεού. Το 1524 μετατράπηκε σε τζαμί. Κάηκε το 1890 και αναστηλώθηκε το 1907 - 1909. Αποδόθηκε στη χριστιανική λατρεία μετά την απελευθέρωση του 1912. Το μνημείο λειτουργεί και σήμερα ως ναός.
   Είναι ορθογώνιο κτίσμα με κεντρικό σταυρόσχημο πυρήνα, στεγασμένο με τρούλο και περιβαλλόμενο από συνεχή σε σχήμα Π στοά στις τρεις πλευρές, ενώ στην ανατολική διαμορφώνεται το τριεμερές ιερό. Στη σημερινή του μορφή, τελείως διαφορετική από την αρχική, το μνημείο διασώζει μέρος του ζωγραφικού του διακόσμου, ψηφιδωτά 8ου - 12ου αιώνα στον τρούλο και στο ιερό και τοιχογραφίες του 11ου αιώνα στο νάρθηκα.
   Ανασκαφές έγιναν στα διαστήματα 1936 - 1940, 1946, 1948, 1961 και μετά τους σεισμούς του 1978 στα πλαίσια της σύνταξης μελέτης αναστήλωσης του μνημείου.
   Αναστηλωτικές εργασίες έγιναν στα 1907 - 1909, 1941 και μετά τους σεισμούς του 1978.

Μονή Λατόμου

Τηλέφωνο: +30 2310 221506
   Κτίστηκε πάνω σε ρωμαϊκό κτίσμα στα τέλη 5ου - αρχές 6ου αιώνα ως καθολικό της μονής Λατόμου. Το 1430 με την άλωση της Θεσσαλονίκης μετατράπηκε σε τζαμί, ενώ το ψηφιδωτό είχε καλυφθεί με ασβεστοκονίαμα. Το 1921 αποδόθηκε στη χριστιανική λατρεία και τότε ανακαλύφθηκε το ψηφιδωτό. Το μνημείο σήμερα λειτουργεί ως ναός.
   Αρχικά τετράγωνο κτίσμα με κόγχη στα ανατολικά και είσοδο στα δυτικά. Μικρά τετράγωνα διαμερίσματα στις τέσσερις γωνίες του κτιρίου έδιναν στην κάτοψη του κυρίως ναού σχήμα ισοσκελούς σταυρού. Σήμερα λείπει όλο το δυτικό τμήμα του ναού και η είσοδος είναι στη νότια πλευρά. Από τη ζωγραφική του διακόσμηση σώζεται το περίφημο ψηφιδωτό της κόγχης, 5ου - 6ου αιώνα και τοιχογραφίες του 12ου αιώνα.
   Στα 1929 έγιναν ανασκαφικές έρευνες στο εσωτερικό του ναού.
   Κατά καιρούς έγιναν διάφορες στερεωτικές και εξυγιαντικές επεμβάσεις. Το 1980 έγινε στερέωση του δυτικού τοίχου. Το 1991 ανακατασκευή - αποκατάσταση του προστώου στη νότια πλευρά.

Ναός Αγίου Παντελεήμονα

Τηλέφωνο: +30 2310 204150
  Καθολικό, πιθανόν της μονής της Θεοτόκου Περιβλέπτου, που κτίστηκε περί τα τέλη του 13ου και τις αρχές του 14ου αιώνα, από τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιάκωβο. Στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας μετατράπηκε σε τζαμί, πιθανώς στα 1568 - 1571.
  Ορθογώνιο κτίσμα με νάρθηκα, τρουλοσκέπαστο κυρίως ναό σε σχήμα εγγεγραμμένου σταυρού και τριμερές ιερό με πεντάπλευρη κόγχη. Μικρότερος τρούλος υψώνεται στο μέσον της στέγης του νάρθηκα. Στα ανατολικά άκρα της βόρειας και νότιας πλευράς προσαρτώνται δύο παρεκκλήσια. Στην αρχική μορφή του ναού τα παρεκκλήσια αποτελούσαν τις καταλήξεις στοάς σχήματος Π που περιέβαλλε το ναό.
  Το 1973 έγιναν ανασκαφές από την 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στο προαύλιο του ναού. Μετά τους σεισμούς του 1978 έγιναν διάφορες ερευνητικές τομές μέσα και έξω από το ναό στα πλαίσια του προγράμματος αναστήλωσης του μνημείου.
  Οι εργασίες αναστήλωσης είναι υπό εξέλιξη. Μετά το τέλος της αναστήλωσης θα λειτουργήσει ως ναός.

Ναός Αγίου Δημητρίου

Τηλέφωνο: +30 2310 270008, 260915, 268480
Φαξ: +30 2310 268480
   Ο ναός του Αγ. Δημητρίου κτίστηκε στα ερείπια ρωμαϊκού λουτρού. Ο πρώτος ναός, ένα μικρό προσευκτήριο κτίστηκε μετά το 313. Τον 5ο αιώνα ο έπαρχος Λεόντιος έκτισε μεγάλη τρίκλιτη βασιλική, που κάηκε στα 626 - 34. Αμέσως μετά κτίστηκε η πεντάκλιτη βασιλική. Το 1493 μετατράπηκε σε τζαμί. Το 1912 αποδόθηκε πάλι στη χριστιανική λατρεία. Κάηκε στη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 και ξαναλειτούργησε το 1949, αφού ολοκληρώθηκε η αναστήλωσή του. Στην κρύπτη του ναού οργανώθηκε η έκθεση αρχαιοτήτων που διασώθηκαν από την πυρκαγιά ή βρέθηκαν στις ανασκαφικές έρευνες. Το μνημείο λειτουργεί σήμερα ως ναός.
   Ο ναός του Αγ. Δημητρίου είναι πεντάκλιτη βασιλική με νάρθηκα και εγκάρσιο κλίτος, με κρύπτη κάτω από το ιερό και το εγκάρσιο κλίτος και προσαρτημένο στη νοτιο - ανατολική γωνία της το παρεκκλήσι του Αγ. Ευθυμίου. Από την πυρκαγιά του 1917 διασώθηκαν λείψανα μόνο από τον λαμπρό γλυπτικό και ζωγραφικό (ψηφιδωτά, τοιχογραφίες) διάκοσμο του ναού, που αντιπροσωπεύουν τις διάφορες φάσεις της ιστορίας του.
   Μετά την πυρκαγιά του 1917, άρχισαν οι αναστηλωτικές εργασίες που διακόπηκαν το 1938, ξανάρχισαν το 1946 και το μνημείο ξαναλειτούργησε το 1949. Στα πλαίσια των αναστηλωτικών εργασιών έγιναν διάφορες ανασκαφικές έρευνες στο ναό και στην κρύπτη μετά την πυρκαγιά του 1917 και στα 1946 - 1949.

Ναός Αχειροποιήτου

Τηλέφωνο: +30 2310 227369
   Ο ναός κτίστηκε γύρω στα μέσα του 5ου αιώνα στα ερείπια ρωμαϊκού λουτρού. Ετιμάτο στο όνομα της Θεοτόκου. Ηταν ο πρώτος ναός που μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης το 1430 μετατράπηκε σε τζαμί. Αποδόθηκε στη χριστιανική λατρεία το 1930. Σήμερα λειτουργεί ως ναός.
   Ο ναός είναι τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα στη δυτική πλευρά και δεύτερη είσοδο με μνημειακό πρόπυλο στο μέσον της νότιας πλευράς. Ανατολικά του προπύλου υπάρχει πρόσκτισμα, βαπτιστήριο ή διακονικό. Στο ανατολικό άκρο του βόρειου κλίτους δημιουργείται μικρό παρεκκλήσι. Από τη διακόσμηση του ναού σώζονται ψηφιδωτά του 5ου αιώνα στα εσωρράχια των τοξοστοιχιών και τοιχογραφίες 13ου αιώνα στο νότιο κλίτος.
   Ανασκαφικές εργασίες έγιναν στα 1927 - 28, στα 1946 - 47 στον περίβολο, στα 1961 στα δυτικά του ναού και μετά τους σεισμούς του 1978 μέσα και έξω από το ναό στα πλαίσια της σύνταξης μελέτης αναστήλωσης του μνημείου.
   Εκτεταμένες εργασίες αναστήλωσης έγιναν στις αρχές του αιώνα, στα 1927 - 28, στα 1949, ενώ σήμερα είναι σε εξέλιξη οι εργασίες αποκατάστασης του μνημείου μετά τους σεισμούς του 1978.

Ναός Παναγίας Χαλκέων

Τηλέφωνο: +30 2310 272910
   Ο ναός κτίστηκε στα 1028 από τον πρωτοσπαθάριο Χριστόφορο σύμφωνα με την επιγραφή στο μαρμάρινο υπέρθυρο της κύριας δυτικής εισόδου. Μετά την άλωση της πόλης το 1430 μετατράπηκε σε τζαμί και αποδόθηκε πάλι στη χριστιανική λατρεία μετά την απελευθέρωση του 1912. Το μνημείο σήμερα, λειτουργεί ως ναός.
   Επίμηκες κτίσμα με νάρθηκα στη δυτική πλευρά, τετράγωνο κυρίως ναό και τρίκογχο Ιερό Βήμα στην ανατολική πλευρά. Στην κάτοψη του κυρίως ναού τέσσερις κίονες και ισάριθμες καμάρες σχηματίζουν εγγεγραμμένο σταυρό, που το κέντρο του καλύπτεται με οκτάπλευρο τρούλο. Χαμηλότεροι τρούλοι καλύπτουν τα δύο άκρα του νάρθηκα. Οι τοιχογραφίες του ναού χρονολογούνται στον 11ο και 14ο αιώνα.
   Μετά τους σεισμούς του 1932 γίνονται αναστηλωτικές εργασίες στο νάρθηκα και στο νότιο αέτωμα του ναού. Εργασίες αναστήλωσης έγιναν και μετά τους σεισμούς του 1978.
   Το 1987, στα πλαίσια της σύνταξης στατικής μελέτης του μνημείου, έγιναν διάφορες ανασκαφικές τομές στην αυλή του ναού.

Ναός Αγίων Αποστόλων

Τηλέφωνο: +30 2310 537915
   Καθολικό, πιθανώς μονής της Παναγίας. Κτίστηκε στα 1310-14 από τον πατριάρχη Νίφωνα Α', σύμφωνα με την επιγραφή στο μαρμάρινο υπέρθυρο της εισόδου και τα τρία μονογράμματα στα επιθήματα τριών κιονοκράνων της δυτικής όψης του ναού. Μετατράπηκε σε τζαμί στη δεκαετία 1520 - 1530. Σήμερα λειτουργεί ως ναός.
   Ορθογώνιο κτίσμα αποτελούμενο από τον κυρίως ναό σχήματος εγγεγραμμένου σταυρού, τρίκογχο ιερό στα ανατολικά, στοά σχήματος Π που περιβάλλει τις άλλες πλευρές του κυρίως ναού και εξωνάρθηκα στα δυτικά της στοάς. Η λαμπρή ζωγραφική διακόσμηση του ναού είναι συνδυασμός ψηφιδωτών στο επάνω τμήμα και τοιχογραφιών στο κάτω τμήμα του ναού.
  Το 1940 - 41 και μετά τους σεισμούς του 1978 έγιναν αναστηλωτικές εργασίες και συνοδεύτηκαν με εργασίες συντήρησης των τοιχογραφιών.
   Το 1995 άρχισαν ανασκαφικές έρευνες στον περιβάλλοντα χώρο του μνημείου και βρίσκονται σε εξέλιξη.

Ναός Αγίου Νικολάου Ορφανού

Τηλέφωνο: +30 2310 202978
   Καθολικό μονής των αρχών του 14ου αιώνα, που οφείλει την ονομασία του είτε στον φιλάνθρωπο ρόλο του Αγ. Νικολάου απέναντι στα ορφανά, είτε σε πιθανό κτήτορα από την οικογένεια των Ορφανών, ενώ άλλες απόψεις θεωρούν ως κτήτορα τον κράλη της Σερβίας Μιλούτιν. Είναι μετόχι της Μονής Βλατάδων και λειτουργούσε ως εκκλησία και σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Το μνημείο σήμερα λειτουργεί ως ναός.
   Ορθογώνιο κτίσμα αποτελούμενο από ένα κεντρικό επιμήκη ξυλόστεγο χώρο, που οι τρείς πλευρές του περιβάλλονται από στοά σχήματος Π, ενώ στην ανατολική διαμορφώνεται η τρίπλευρη κόγχη του ιερού. Στο εσωτερικό του ναού σώζεται το μαρμάρινο τέμπλο και μεγάλο μέρος από την τοιχογράφηση που τοποθετείται στα χρόνια 1310 - 20.
   Στα 1959 - 60 έγιναν εργασίες αναστήλωσης. Κατά τα ίδια χρόνια έγιναν ανασκαφικές έρευνες στο εσωτερικό του ναού. Στα 1971 ανασκάφηκε το πρόπυλο του ναού.

Θρησκευτικά μνημεία

Χαμζά-Μπέη Τζαμί

Το Χαμζά-Μπέη τζαμί, (σημερινό "Αλκαζάρ"), βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Εγνατία και Βενιζέλου, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Υπολογίζεται ότι το κτίριο αυτό κτίστηκε στα 1468.

Γενή Τζαμί

  Ανατολικά της οδού Βασιλίσσης Όλγας, στην οδό Αρχαιολογικού Μουσείου 30, βρίσκεται το Γενί Τζαμί. Ήταν το τζαμί των εξισλαμισθέντων Εβραίων της πόλης (ντονμέδων) και χτίστηκε το 1902 από τον αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι. Μετά την ανταλλαγή (1922), στέγασε για μικρό διάστημα πρόσφυγες, και από το 1925 έως το 1963 χρησιμοποιήθηκε ως αρχαιολογικό μουσείο της πόλης. Σήμερα είναι εκθεσιακός χώρος του Δήμου Θεσσαλονίκης.
  Το κτίριο συνδυάζει τη μουσουλμανική παράδοση με τον αρχιτεκτονικό συρμό του καιρού του (εκλεκτιστικά στοιχεία που χρησιμοποίησε ο αρχιτέκτονας και σε πολλά άλλα κτίριά του, που σώζονται στην πόλη, όπως στο Διοικητήριο, το κτίριο της παλιάς Φιλοσοφικής, το Γ' Σώμα Στρατού, τη βίλα Αλλατίνι κ.ά.).
  Στο προαύλιό του φυλάσσεται πλούσια συλλογή μαρμάρινων γλυπτών της Ρωμαϊκής εποχής και των πρωτοχριστιανικών χρόνων (σαρκοφάγοι, επιτύμβια, ανάγλυφα, τιμητικές και ταφικές στήλες κ.λπ.) από ολόκληρη τη Θεσσαλονίκη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Θεσσαλονίκης


Αλατζά-Ιμαρέτ Τζαμί

  Βρίσκεται στο τετράγωνο των οδών Κασσάνδρου, Σοφοκλέους, Γαλιλαίου και Αγίου Νικολάου. Χτίστηκε από τον γιο του Ιμπραήμ, τον Ιναγκολού Ισαάκ πασά, τον Φεβρουάριο του 1484, όπως βεβαιώνει η κτητορική επιγραφή πάνω από την είσοδό του.
  Ονομάστηκε Αλατζά Ιμαρέτ Τζαμί (πολύχρωμο πτωχοκομείο) τόσο από τις πολύχρωμες πέτρες σε σχήμα ρόμβου, με τις οποίες ήταν διακοσμημένος ο μιναρές του, όσο και εξαιτίας του πτωχοκομείου (ιμαρέτ), που λειτουργούσε δίπλα στο τζαμί. Αξίζει να σημειωθεί ότι σπάνια απαντάται στην οθωμανική αρχιτεκτονική μιναρές διακοσμημένος με τέτοιο τρόπο.
  Η τοιχοποιία του μνημείου μιμείται βυζαντινούς τρόπους. Χαρακτηριστικά βυζαντινότροπα είναι και τα οδοντωτά γείσα στη βάση της στέγης. Οι τρούλοι του μνημείου ήταν αρχικά καλυμμένοι με μολύβι.
  Ανήκει στην κατηγορία των πρώιμων οθωμανικών τζαμιών, που κάλυπταν και άλλες ανάγκες, όπως σίτιση, διαμονή, συναντήσεις μοναστικών ταγμάτων.
  Επισκευές στο μνημείο έγιναν το 1819 και πρόσφατα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Θεσσαλονίκης


Κάστρα, φρούρια & οχυρώσεις

Βυζαντινά Τείχη Θεσσαλονίκης

Τηλέφωνο: +30 2310 968860
Φαξ: +30 2310 968869
  Η Θεσσαλονίκη, όπως προκύπτει από ιστορικές μαρτυρίες, περιτειχίστηκε αμέσως μετά την ίδρυσή της από το βασιλιά της Μακεδονίας Κάσσανδρο, το 315 π.Χ. Ο βασιλιάς Αντίγονος διάλεξε τη Θεσσαλονίκη ως τον πιο ασφαλή τόπο για να αντιμετωπίσει τον επιδρομέα βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο (285 π.Χ.). Αργότερα, το 279 π.Χ., έξω από τα τείχη της πόλης συντρίφτηκε φοβερή επίθεση Κελτών επιδρομέων. Μάλιστα, στη μάχη αυτή, σκοτώθηκε και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Πτολεμαίος ο Κεραυνός, υπερασπιζόμενος τη Θεσσαλονίκη.
  Τα τείχη έσωσαν τη Θεσσαλονίκη τον 1ο π.Χ. αιώνα, όταν βάρβαρα Θρακικά φύλα πολιόρκησαν την πόλη, σύμφωνα με μαρτυρίες του Ρωμαίου ρήτορα Κικέρωνα, που το 58 π.Χ. βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη εξόριστος από τη Ρώμη. Για να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος εκείνος, αναγκάσθηκαν οι Θεσσαλονικείς να κατασκευάσουν γρήγορα διάφορα οχυρωματικά έργα στην Ακρόπολη της σημερινής Άνω Πόλης και να επισκευάσουν σε πολλά τμήματα τα τείχη. Τα ασφαλή τείχη της πόλης έκαναν επίσης τους οπαδούς του Πομπήιου και άλλους συγκλητικούς, στην εποχή του εμφύλιου πολέμου των Ρωμαίων (49-48 π.Χ.), να καταφύγουν για προστασία στην πόλη που ήταν φύσει και τέχνη οχυρή.
  Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο δεν έγιναν σοβαρά έργα στα τείχη της πόλης παρά μόνο συμπληρώσεις και συντηρήσεις των τειχών της Ελληνιστικής περιόδου. Ίσως μόνο γύρω στη Χρυσή Πύλη (σημερινή πλατεία Δημοκρατίας) να ανασκευάσθηκε το τείχος, καθώς το 42 π.Χ. τοποθετήθηκε εκεί τιμητική αψίδα για την υποδοχή των νικητών της μάχης των Φιλίππων Αντωνίου και Οκταβίου. Παρόμοιες επεμβάσεις έγιναν, στον ίδιο χώρο, τον 1ο μ.Χ. αιώνα, ενώ στα ανατολικά τείχη, στην περιοχή Κάμπος (Campos), πιστεύεται πως ο καίσαρας Γαλέριος διεύρυνε τον περιτειχισμένο χώρο της πόλης, για να δημιουργήσει το μεγάλο κτιριακό συγκρότημα των ανακτόρων του (αρχές 4ου μ.Χ. αιώνα).
  Οι οχυρώσεις της Θεσσαλονίκης συμπληρώθηκαν αργότερα με σοβαρά έργα, κυρίως στο παραθαλάσσιο τμήμα, την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου, όταν αυτός έκανε την πόλη βάση πολεμική κατά του γαμπρού του Λικιννίου (324 μ.Χ.). Τον ίδιο αιώνα επισκευάστηκαν τα τείχη της Θεσσαλονίκης με εντολή του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη, για να αντιμετωπισθούν οι κίνδυνοι από τις συχνές επιδρομές των βαρβάρων.
  Τα κυριότερα όμως οχυρωματικά έργα στη Θεσσαλονίκη έγιναν επί αυτοκράτορα Μ. Θεοδοσίου (379-395 μ.Χ.). Για μία ακόμη φορά τότε, η Θεσσαλονίκη έγινε προσωρινή έδρα του αυτοκράτορα, γιατί προσφερόταν γεωγραφικά και επιχειρησιακά στον πόλεμο κατά των επιδρομέων Γότθων. Επιγραφή που σώζεται στα ανατολικά τείχη αναφέρεται στη δραστηριότητα αυτή του Θεοδοσίου, ο οποίος ανάθεσε όλο το έργο στον ειδικό για οχυρώσεις πόλεων Πέρση Ορμίσδα: "....τείχεσιν αρρήκτοις Ορμίσδας εξετέλεσε την δε πόλι(ν)...."
  Αξιόλογες εργασίες στα τείχη της Θεσσαλονίκης έγιναν και επί των Bυζαντινών αυτοκρατόρων Ζήνωνα (474-491), Αναστασίου Α΄ (491-518) και Λέοντα του Σοφού (886-912). Μετά την άλωση της πόλης από τους Σαρακηνούς Άραβες, το 904, που μπήκαν στη Θεσσαλονίκη από τα χαμηλά παραθαλάσσια τέιχη της, επί Ρωμανού Λεκαπηνού (919-945), υψώθηκαν τα τείχη της θάλασσας και η πόλη έγινε πιο ασφαλής.
  Όταν ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ Βουλγαροκτόνος (976-1025) έκανε τη Θεσσαλονίκη βάση στους πολέμους του κατά των Βουλγάρων, πραγματοποίησε πολλές συμπληρώσεις και επισκευές στα τείχη της πόλης. Ένα όμως τμήμα των ανατολικών τειχών, συνέχιζε να μένει σχετικά αδύναμο, παρόλο ότι στο σημείο αυτό χτυπούσαν οι επιδρομείς που έφταναν από τη θάλασσα. Αυτή την αδυναμία εκμεταλλεύτηκαν οι Νορμανδοί, για να μπουν στη Θεσσαλονίκη το 1185.
  Γύρω στα 1230-1232 έγιναν νέες εργασίες στα βόρεια τείχη, στην Ακρόπολη. Τότε κτίζεται ο γνωστός πύργος του δεσπότη Μανουήλ, όπου υπάρχει η επιγραφή:

"Σθέν(ε)ι Μανουήλ του κρατίστου δεσπότου
Ήγειρε τόνδε πύργον (αυ). (σύν) τω τειχίω
Γεώργιος δουξ απόκαυκος εκ βάθρων
Σθέν(ει) Μανουήλ του κρατίστου (δεσπότου)."

  Αργότερα, το 14ο αιώνα, καθώς η πόλη απειλείται από τους Καταλανούς, τους Σέρβους και τους Τούρκους, συμπληρώνονται τα παραθαλάσσια τείχη από το στρατιωτικό "λογοθέτη" της πόλης Υαλέο (1316), ενώ η λαϊκή κυβέρνηση των Ζηλωτών (1342-1349) φρόντισε και αυτή για την οχύρωση της πόλης.
  Με την πτώση των Ζηλωτών, έρχεται στη Θεσσαλονίκη η αυτοκράτειρα Άννα Παλαιολογίνα, που επιμελείται την κατασκευή νέων οχυρωματικών έργων στα ανατολικά τείχη ανοίγοντας και δύο νέες πύλες προς την Ακρόπολη. Στην πύλη που βρίσκεται κοντά στον πύργο του Τριγωνίου (ή της Αλύσεως) υπάρχει η επιγραφή:
"Ανηγέρθη η παρούσα πύλη ορισμώ της κραταιάς και αγίας ημών
κυρίας και δεσποίνης κυράς Άννης της Παλαιολογίνης υπηρετήσαντος
καστροφύλακος Ιωάννου Χαμαετού... τω ςωξγ ινδικτιώνος Θ." (=1355)

  Κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας στην πόλη (1423-1430), έγιναν προσπάθειες για να ενισχυθεί η άμυνα της Θεσσαλονίκης με την εκτέλεση νέων έργων στα τείχη, καθώς οι Τούρκοι στένευαν τον αποκλεισμό της πόλης. Στην εποχή αυτή, κατά μία άποψη, ανάγονται οι δύο πύργοι που σώζονται στην πόλη σήμερα, ο Λευκός Πύργος κοντά στη θάλασσα και ο πύργος του Τριγωνίου στην Άνω Πόλη. Παρόμοιοι πύργοι, πιο μικροί σε μέγεθος, υπήρχαν κατά τη βυζαντινή περίοδο σε όλη την περίμετρο των τειχών. Οι πύργοι αυτοί, που ονομάζονταν πρόβολοι, με σχήμα κάτοψης τετράγωνο, πολύγωνο, κυκλικό ή ημικυκλικό, έφταναν τους 70 όταν υπήρχαν όλα τα τείχη της πόλης.
  Τα τείχη της Θεσσαλονίκης σχημάτιζαν ένα τετράπλευρο με δύο κάθετες προς τη θάλασσα πλευρές (ανατολικό και δυτικό τείχος) και δύο παράλληλες (παραθαλάσσιο τείχος και τείχος της Ακρόπολης, στο λόφο). Είχαν ύψος, κατά μέσο όρο, 10-12 μ. και ανάπτυγμα 8 περίπου χιλιόμετρα. Στο μεγαλύτερο μέρος τους υπήρχε, προς τα έξω, ένα άλλο τείχος, το έξω τείχος, ή έξω διατείχισμα, ή περίτειχον ή προτείχισμα, όπως το ονόμαζαν οι βυζαντινοί. Τα δύο τείχη είχαν σκοπό να δημιουργούν γραμμές άμυνας κατά των επιδρομέων, ενώ έξω από αυτά, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, υπήρχε μία τάφρος που γέμιζε με θαλασσινό νερό και είχε ξύλινες γέφυρες που καταστρέφονταν κατά τις εμπόλεμες περιόδους.
  Τα τείχη, με φάρδος 10 περίπου πήχεις (4,60 μ.), είναι κατασκευασμένα με πέτρες και τούβλα -"ζωνάρια"- κάθε 2-3 μ., που πολλές φορές γίνονται και τόξα. Κοντά στις πύλες η κατασκευή των τειχών ήταν πιο επιμελημένη και χρησιμοποιούνταν πέτρινα και μαρμάρινα αγκωνάρια ή οπτοπλινθοδομές. Ακόμα, σε πολλά σημεία εντοιχίζονταν σπασμένα αγάλματα και αρχιτεκτονικά μέλη από ελληνικά κτίσματα, βωμούς και επιτύμβιες στήλες.
  Γνωστές πύλες των τειχών της Θεσσαλονίκης ήταν: η πύλη της Ρώμης (κοντά στο Λευκό Πύργο), η Κασσανδρεωτική πύλη (στη σημερινή πλατεία Συντριβανίου), η Ληταία πύλη (στο δυτικό άκρο της οδού Αγίου Δημητρίου), η Ψευδόχρυση ή Νέα Χρυσή πύλη (στο ανατολικό άκρο της οδού Αγίου Δημητρίου), η Χρυσή πύλη (στη σημερινή πλατεία Δημοκρατίας ή Βαρδαρίου), η πύλη του Γιαλού (κοντά στη θάλασσα). Ακόμα γνωστή πύλη ήταν και αυτή της Άννας Παλαιολογίνας, που σώζεται και σήμερα στην Άνω Πόλη, κοντά στον πύργο του Τριγωνίου.
  Πάνω στην Ακρόπολη, όπου στρατοπέδευε η φρουρά της πόλης, υπήρχαν 14 μικρές πύλες που λέγονταν παραπύλια ή παραπόρτια και χρησίμευαν για στρατιωτικούς -κύρια- λόγους. Παρόμοιες μικρές πύλες υπήρχαν και στο παραθαλάσσιο τείχος.
  Μέχρι το 1869 η Θεσσαλονίκη περιβαλλόταν από τα βυζαντινά της τείχη. Αμέσως μετά ένα μεγάλο τμήμα των τειχών κατεδαφίστηκε από τους Τούρκους στην προσπάθειά τους να εξωραϊσουν την πόλη.

Το κείμενο παρατίθεται από την ιστοσελίδα: www.it.uom.gr/project/monuments/teixi.htm

Βυζαντινά Τείχη Θεσσαλονίκης

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ (Αρχαία πόλη) ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Τηλέφωνο: +30 2310 968860
Φαξ: +30 2310 968869
  Η Θεσσαλονίκη, όπως προκύπτει από ιστορικές μαρτυρίες, περιτειχίστηκε αμέσως μετά την ίδρυσή της από το βασιλιά της Μακεδονίας Κάσσανδρο, το 315 π.Χ. Ο βασιλιάς Αντίγονος διάλεξε τη Θεσσαλονίκη ως τον πιο ασφαλή τόπο για να αντιμετωπίσει τον επιδρομέα βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο (285 π.Χ.). Αργότερα, το 279 π.Χ., έξω από τα τείχη της πόλης συντρίφτηκε φοβερή επίθεση Κελτών επιδρομέων. Μάλιστα, στη μάχη αυτή, σκοτώθηκε και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Πτολεμαίος ο Κεραυνός, υπερασπιζόμενος τη Θεσσαλονίκη.
  Τα τείχη έσωσαν τη Θεσσαλονίκη τον 1ο π.Χ. αιώνα, όταν βάρβαρα Θρακικά φύλα πολιόρκησαν την πόλη, σύμφωνα με μαρτυρίες του Ρωμαίου ρήτορα Κικέρωνα, που το 58 π.Χ. βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη εξόριστος από τη Ρώμη. Για να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος εκείνος, αναγκάσθηκαν οι Θεσσαλονικείς να κατασκευάσουν γρήγορα διάφορα οχυρωματικά έργα στην Ακρόπολη της σημερινής Άνω Πόλης και να επισκευάσουν σε πολλά τμήματα τα τείχη. Τα ασφαλή τείχη της πόλης έκαναν επίσης τους οπαδούς του Πομπήιου και άλλους συγκλητικούς, στην εποχή του εμφύλιου πολέμου των Ρωμαίων (49-48 π.Χ.), να καταφύγουν για προστασία στην πόλη που ήταν φύσει και τέχνη οχυρή.
  Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο δεν έγιναν σοβαρά έργα στα τείχη της πόλης παρά μόνο συμπληρώσεις και συντηρήσεις των τειχών της Ελληνιστικής περιόδου. Ίσως μόνο γύρω στη Χρυσή Πύλη (σημερινή πλατεία Δημοκρατίας) να ανασκευάσθηκε το τείχος, καθώς το 42 π.Χ. τοποθετήθηκε εκεί τιμητική αψίδα για την υποδοχή των νικητών της μάχης των Φιλίππων Αντωνίου και Οκταβίου. Παρόμοιες επεμβάσεις έγιναν, στον ίδιο χώρο, τον 1ο μ.Χ. αιώνα, ενώ στα ανατολικά τείχη, στην περιοχή Κάμπος (Campos), πιστεύεται πως ο καίσαρας Γαλέριος διεύρυνε τον περιτειχισμένο χώρο της πόλης, για να δημιουργήσει το μεγάλο κτιριακό συγκρότημα των ανακτόρων του (αρχές 4ου μ.Χ. αιώνα).
  Οι οχυρώσεις της Θεσσαλονίκης συμπληρώθηκαν αργότερα με σοβαρά έργα, κυρίως στο παραθαλάσσιο τμήμα, την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου, όταν αυτός έκανε την πόλη βάση πολεμική κατά του γαμπρού του Λικιννίου (324 μ.Χ.). Τον ίδιο αιώνα επισκευάστηκαν τα τείχη της Θεσσαλονίκης με εντολή του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη, για να αντιμετωπισθούν οι κίνδυνοι από τις συχνές επιδρομές των βαρβάρων.
  Τα κυριότερα όμως οχυρωματικά έργα στη Θεσσαλονίκη έγιναν επί αυτοκράτορα Μ. Θεοδοσίου (379-395 μ.Χ.). Για μία ακόμη φορά τότε, η Θεσσαλονίκη έγινε προσωρινή έδρα του αυτοκράτορα, γιατί προσφερόταν γεωγραφικά και επιχειρησιακά στον πόλεμο κατά των επιδρομέων Γότθων. Επιγραφή που σώζεται στα ανατολικά τείχη αναφέρεται στη δραστηριότητα αυτή του Θεοδοσίου, ο οποίος ανάθεσε όλο το έργο στον ειδικό για οχυρώσεις πόλεων Πέρση Ορμίσδα: "....τείχεσιν αρρήκτοις Ορμίσδας εξετέλεσε την δε πόλι(ν)...."
  Αξιόλογες εργασίες στα τείχη της Θεσσαλονίκης έγιναν και επί των Bυζαντινών αυτοκρατόρων Ζήνωνα (474-491), Αναστασίου Α΄ (491-518) και Λέοντα του Σοφού (886-912). Μετά την άλωση της πόλης από τους Σαρακηνούς Άραβες, το 904, που μπήκαν στη Θεσσαλονίκη από τα χαμηλά παραθαλάσσια τέιχη της, επί Ρωμανού Λεκαπηνού (919-945), υψώθηκαν τα τείχη της θάλασσας και η πόλη έγινε πιο ασφαλής.
  Όταν ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ Βουλγαροκτόνος (976-1025) έκανε τη Θεσσαλονίκη βάση στους πολέμους του κατά των Βουλγάρων, πραγματοποίησε πολλές συμπληρώσεις και επισκευές στα τείχη της πόλης. Ένα όμως τμήμα των ανατολικών τειχών, συνέχιζε να μένει σχετικά αδύναμο, παρόλο ότι στο σημείο αυτό χτυπούσαν οι επιδρομείς που έφταναν από τη θάλασσα. Αυτή την αδυναμία εκμεταλλεύτηκαν οι Νορμανδοί, για να μπουν στη Θεσσαλονίκη το 1185.
  Γύρω στα 1230-1232 έγιναν νέες εργασίες στα βόρεια τείχη, στην Ακρόπολη. Τότε κτίζεται ο γνωστός πύργος του δεσπότη Μανουήλ, όπου υπάρχει η επιγραφή:

"Σθέν(ε)ι Μανουήλ του κρατίστου δεσπότου
Ήγειρε τόνδε πύργον (αυ). (σύν) τω τειχίω
Γεώργιος δουξ απόκαυκος εκ βάθρων
Σθέν(ει) Μανουήλ του κρατίστου (δεσπότου)."

  Αργότερα, το 14ο αιώνα, καθώς η πόλη απειλείται από τους Καταλανούς, τους Σέρβους και τους Τούρκους, συμπληρώνονται τα παραθαλάσσια τείχη από το στρατιωτικό "λογοθέτη" της πόλης Υαλέο (1316), ενώ η λαϊκή κυβέρνηση των Ζηλωτών (1342-1349) φρόντισε και αυτή για την οχύρωση της πόλης.
  Με την πτώση των Ζηλωτών, έρχεται στη Θεσσαλονίκη η αυτοκράτειρα Άννα Παλαιολογίνα, που επιμελείται την κατασκευή νέων οχυρωματικών έργων στα ανατολικά τείχη ανοίγοντας και δύο νέες πύλες προς την Ακρόπολη. Στην πύλη που βρίσκεται κοντά στον πύργο του Τριγωνίου (ή της Αλύσεως) υπάρχει η επιγραφή:
"Ανηγέρθη η παρούσα πύλη ορισμώ της κραταιάς και αγίας ημών
κυρίας και δεσποίνης κυράς Άννης της Παλαιολογίνης υπηρετήσαντος
καστροφύλακος Ιωάννου Χαμαετού... τω ςωξγ ινδικτιώνος Θ." (=1355)

  Κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας στην πόλη (1423-1430), έγιναν προσπάθειες για να ενισχυθεί η άμυνα της Θεσσαλονίκης με την εκτέλεση νέων έργων στα τείχη, καθώς οι Τούρκοι στένευαν τον αποκλεισμό της πόλης. Στην εποχή αυτή, κατά μία άποψη, ανάγονται οι δύο πύργοι που σώζονται στην πόλη σήμερα, ο Λευκός Πύργος κοντά στη θάλασσα και ο πύργος του Τριγωνίου στην Άνω Πόλη. Παρόμοιοι πύργοι, πιο μικροί σε μέγεθος, υπήρχαν κατά τη βυζαντινή περίοδο σε όλη την περίμετρο των τειχών. Οι πύργοι αυτοί, που ονομάζονταν πρόβολοι, με σχήμα κάτοψης τετράγωνο, πολύγωνο, κυκλικό ή ημικυκλικό, έφταναν τους 70 όταν υπήρχαν όλα τα τείχη της πόλης.
  Τα τείχη της Θεσσαλονίκης σχημάτιζαν ένα τετράπλευρο με δύο κάθετες προς τη θάλασσα πλευρές (ανατολικό και δυτικό τείχος) και δύο παράλληλες (παραθαλάσσιο τείχος και τείχος της Ακρόπολης, στο λόφο). Είχαν ύψος, κατά μέσο όρο, 10-12 μ. και ανάπτυγμα 8 περίπου χιλιόμετρα. Στο μεγαλύτερο μέρος τους υπήρχε, προς τα έξω, ένα άλλο τείχος, το έξω τείχος, ή έξω διατείχισμα, ή περίτειχον ή προτείχισμα, όπως το ονόμαζαν οι βυζαντινοί. Τα δύο τείχη είχαν σκοπό να δημιουργούν γραμμές άμυνας κατά των επιδρομέων, ενώ έξω από αυτά, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, υπήρχε μία τάφρος που γέμιζε με θαλασσινό νερό και είχε ξύλινες γέφυρες που καταστρέφονταν κατά τις εμπόλεμες περιόδους.
  Τα τείχη, με φάρδος 10 περίπου πήχεις (4,60 μ.), είναι κατασκευασμένα με πέτρες και τούβλα -"ζωνάρια"- κάθε 2-3 μ., που πολλές φορές γίνονται και τόξα. Κοντά στις πύλες η κατασκευή των τειχών ήταν πιο επιμελημένη και χρησιμοποιούνταν πέτρινα και μαρμάρινα αγκωνάρια ή οπτοπλινθοδομές. Ακόμα, σε πολλά σημεία εντοιχίζονταν σπασμένα αγάλματα και αρχιτεκτονικά μέλη από ελληνικά κτίσματα, βωμούς και επιτύμβιες στήλες.
  Γνωστές πύλες των τειχών της Θεσσαλονίκης ήταν: η πύλη της Ρώμης (κοντά στο Λευκό Πύργο), η Κασσανδρεωτική πύλη (στη σημερινή πλατεία Συντριβανίου), η Ληταία πύλη (στο δυτικό άκρο της οδού Αγίου Δημητρίου), η Ψευδόχρυση ή Νέα Χρυσή πύλη (στο ανατολικό άκρο της οδού Αγίου Δημητρίου), η Χρυσή πύλη (στη σημερινή πλατεία Δημοκρατίας ή Βαρδαρίου), η πύλη του Γιαλού (κοντά στη θάλασσα). Ακόμα γνωστή πύλη ήταν και αυτή της Άννας Παλαιολογίνας, που σώζεται και σήμερα στην Άνω Πόλη, κοντά στον πύργο του Τριγωνίου.
  Πάνω στην Ακρόπολη, όπου στρατοπέδευε η φρουρά της πόλης, υπήρχαν 14 μικρές πύλες που λέγονταν παραπύλια ή παραπόρτια και χρησίμευαν για στρατιωτικούς -κύρια- λόγους. Παρόμοιες μικρές πύλες υπήρχαν και στο παραθαλάσσιο τείχος.
  Μέχρι το 1869 η Θεσσαλονίκη περιβαλλόταν από τα βυζαντινά της τείχη. Αμέσως μετά ένα μεγάλο τμήμα των τειχών κατεδαφίστηκε από τους Τούρκους στην προσπάθειά τους να εξωραϊσουν την πόλη.

Το κείμενο παρατίθεται από την ιστοσελίδα: www.it.uom.gr/project/monuments/teixi.htm

Κτίρια

Επαυλη Μεχμέτ Καπαντζή (πρώην ΝΑΤΟ)

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ (Πόλη) ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
  Η έπαυλη Αχμέτ Καπαντζή οικοδομήθηκε το 1893, σε παραθαλάσσιο οικόπεδο αρχικής έκτασης 4 στρεμμάτων. Αποτελείται από δυο κτήρια που συνδέονται μεταξύ τους, το κυρίως κτήριο κατοικίας και τον πύργο. Ιδιαίτερα αξιόλογη είναι η συμμετρική οργάνωση του εσωτερικού χώρου και των όψεων που διακρίνονται για το εκλεκτικίστικο ύφος. Πλούσιος είναι και ο αρχιτεκτονικός διάκοσμος, οι οροφογραφίες, τα ξυλόγλυπτα κ.ά.
  Κτίστηκε από τον Αχμέτ Καπαντζή και αργότερα κατά διαστήματα χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Γερμ. Νικολάου, του Ε.Βενιζέλου, του Δαγκλή και του Κουντουριώτη. Περιήλθε στην κυριότητα της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας (Ε.Τ.Ε.) και μέχρι το 1970 στεγάστηκε σε αυτό, το Ε' και Η' Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης. Σήμερα, στεγάζει το Πολιτιστικό Ιδρυμα της Ε.Τ.Ε.

Το κείμενο παρατίθεται τον Αύγουστο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, η οποία περιλαμβάνει και φωτογραφία.


Κάζα Μπιάνκα

  Στην περιοχή των "Πύργων", των επαύλεων που άρχισαν να κτίζονται από το Λευκό Πύργο και μέχρι τη βίλλα Αλλατίνι στα τέλη του 19ου, η Casa Bianca ξεχωρίζει με την εκλεκτικιστική της διάθεση στην επιλογή των μορφολογικών της στοιχείων, όπου κυριαρχεί το ρεύμα της Art-Nouveaux. Αναπτύσσεται σε δυο κύρια επίπεδα, με ημιυπόγειο και σοφίτα και διαθέτει χαρακτηριστική ασύμμετρη κάτοψη.
  Σύμφωνα με στοιχεία που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης του μνημείου, κτίσθηκε στο χρονικό διάστημα 1911-19913, σε σχέδια του γνωστού και από άλλα έργα του στη Θεσσαλονίκη, Pietro Arrigoni. Αποτελεί ιδιοκτησία του Δήμου Θεσσαλονίκης. Οι εργασίες αποκατάστασης βρίσκονται εν εξελίξει και η χρήση του κτηρίου δεν έχει ακόμη αποφασισθεί.

Το κείμενο παρατίθεται τον Αύγουστο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, η οποία περιλαμβάνει και φωτογραφία.


Ε΄ Δημοτικό Διαμέρισμα

  Το Ε΄ Δημοτικό Διαμέρισμα είναι ένα νεοκλασικό κτίριο που βρίσκεται στη διασταύρωση της Λεωφόρου Βασιλίσσης Όλγας με την οδό 25ης Μαρτίου. Κτίστηκε το 1905 με σχέδια και επίβλεψη του αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη και χρησιμοποιήθηκε σαν κατοικία του Τούρκου μέραρχου Σεϊφουλάχ πασά. Το κτίριο αυτό ανήκει σήμερα στο Δήμο Θεσσαλονίκης ως έδρα του Ε΄ Δημοτικού Διαμερίσματος.

Βίλλα Αλλατίνη

  Η Βίλλα Αλλατίνη βρίσκεται στην παλιά περιοχή των Εξοχών Θεσσαλονίκης. Στο κτίριο αυτό φυλακίστηκε ο Σουλτάνος Αβδούλ Χαμήτ Β΄, μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων το 1909. Στο ίδιο κτίριο, μετά την απελευθέρωση, στεγάστηκε το 1926 το νεοσύστατο -τότε- Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το κτίριο αυτό κτίστηκε το 1896 με σχέδια και επίβλεψη του Ιταλού αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli.

Ε΄ Γυμνάσιο Αρρένων

  Το ιστορικό κτίριο του Ε΄ Γυμνασίου Αρρένων Θεσσαλονίκης βρίσκεται στη Λεωφόρο Βασιλίσσης Όλγας 108. Κτίστηκε το 1897 από τον "ντονμέ" (εξισλαμισμένος εβραίος) Αχμέτ Καπαντζή. Το κτίριο αυτό, μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης στις 26 Οκτωβρίου 1912, χρησιμοποιήθηκε σαν έδρα της Ελληνικής Στρατιωτικής Διοίκησης.

Γ΄ Σώμα Στρατού

  Το κτίριο του Γ΄ Σώματος Στρατού βρίσκεται στη Λεωφόρο Στρατού, κοντά στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Είναι έργο του Ιταλού αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli, και κτίστηκε στα 1890. Στην αρχή χρησιμοποιήθηκε σαν στρατώνας από τους Τούρκους, ενώ σήμερα αποτελεί το κτίριο της διοίκησης του Γ΄ Σώματος Στρατού.

Τελωνείο

  Το κτίριο του παλιού τελωνείου το λιμάνι της Θεσσαλονίκης κτίστηκε το 1909 με σχέδια του αρχιτέκτονα Freyssent και αποτελεί ένα πολύ χαρακτηριστικό δείγμα κατασκευής έργου με οπλισμένο σκυρόδεμα της εποχής. Σήμερα έχει ανακαινισθεί από το Δήμο Θεσσαλονίκης και χρησιμοποιείται σαν επιβατικός σταθμός του λιμένα Θεσσαλονίκης.

Κτίριο Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ.

  Το κεντρικό κτίριο της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστκά κτίσματα της τελευταίας δεκαετίας του προηγούμενου αιώνα. Κτίστηκε το 1887 με σχέδια και επίβλεψη του Ιταλού αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli και χρησιμοποήθηκε αρχικά σαν δημόσια προπαρασκευαστική σχολή, πριν να έρθει στην κυριότητα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Η κατοικία του Μακεδονομάχου Κ. Μήττα

  Το κτίριο αυτό κτίστηκε το 1920 και χρησιμοποιήθηκε σαν κατοικία του Μακεδονομάχου Κ. Μήττα. Αποτελεί χαρακτηριστική κατοικία της παλιάς Θεσσαλονίκης και βρίσκεται στην οδό Ευζώνων 34. Το κτίριο έχει έντονα στοιχεία "μπαρόκ" με κυρίαρχο καμπύλο αέτωμα που περιλαμβάνει ανάγλυφες παραστάσεις από γιγαντομαχία και μία κόγχη στον άξονα όπου είναι τοποθετημένο ένα άγαλμα.

Το Διοικητήριο

  Το Διοικητήριο της Θεσσαλονίκης βρίσκεται στην ομώνυμη πλατεία, πάνω στην οδό Αγίου Δημητρίου. Το κτίριο αυτό κτίστηκε το 1891 με σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli, στη θέση που βρισκόταν παλιά το τούρκικο "κονάκι". Μάλιστα, στο Κονάκι, που αποτελούσε το κτίριο της Τουρκικής διοίκησης, σφαγιάστηκαν δημόσια επανηλειμμένα πολλοί αγωνιστές του Απελευθερωτικού Αγώνα. Σήμερα το κτίριο αυτό είναι έδρα του Υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης.

Παπάφειο Ορφανοτροφείο

  Το Παπάφειο Ορφανοτροφείο είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά νεοκλασσικά κτίσματα της Θεσσαλονίκης και βρίσκεται στην οδό Παπάφη, στο ανατολικό τομέα της πόλης. Θεμελιώθηκε το 1894 με δαπάνες του Θεσσαλονικέα ευεργέτη Ιωάννη Παπάφη και είναι έργο του αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη.

Βίλλα Μορντώχ

  Αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής, που χαρακτήριζε τους "πύργους" της οδού Βασ. Όλγας. Είναι διόροφο, κεραμοσκεπές κτίσμα με ημιυπόγειο και σοφίτα. Χαρακτηριστική είναι η συνύπαρξη στοιχείων νεοκλασικών, αναγεννησιακών, baroque και art-nouveaux. Η γωνιακή πυργοειδής διαμόρφωση με τον τρούλο δίνει μια ιδιαιτερότητα στο κτήριο. Ενδιαφέρων εσωτερικός ζωγραφικός διάκοσμος.
  Η Βίλλα Μορντώχ κτίστηκε για τον τούρκο μέραρχο Σεϊφουλάχ πασά, σε σχέδια του γνωστού αρχιτέκτονα Ξ. Παιονίδη, το 1905. Η χρονολογία αυτή επιβεβαιώνεται και από την υπογραφή τούρκου καλλιτέχνη των τοιχογραφιών, που φέρουν το έτος κατασκευής τους, σε αραβική γραφή: Νουρεντίν 1905. Σήμερα στεγάζει τη Δημοτική Πινακοθήκη και το Ε' Δημοτικό διαμέρισμα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Αύγουστο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, η οποία περιλαμβάνει και φωτογραφία.


Γιαχουντί Χαμάμ

  Κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας κτίστηκαν και πολλά λουτρά. Το κυριότερο απο αυτά είναι το Γιαχουντί χαμάμ, το οποίο είναι τουρκικός λουτρώνας, που χρησιμοποιούταν μάλιστα μέχρι και πρόσφατα. Βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Φραγκίνη και Βασιλέως Ηρακλείου Θεσσαλονίκης.

Νεοκλασσικά Μνημεία Θεσσαλονίκης

Μουσουλμανικά Μνημεία

Σκεπαστή Αγορά (Μπεζεστένι)

  Το πιο χαρακτηριστικό κτίσμα του πρώτου αιώνα της τουρκοκρατίας, όπου είναι φανερή η τεχνική των βυζαντινών είναι η Σκεπαστή Αγορά ("Μπεζεστένι"), που βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Εγνατία και Βενιζέλου, σε ένα σημείο της παλιάς πόλης της Θεσσαλονίκης, που φαίνεται πως ανέκαθεν αποτελούσε το κέντρο του εμπορικού τομέα. Οι δύο άλλωστε δρόμοι (Εγνατία και Βενιζέλου) υπήρχαν στην ίδια θέση από τα αρχαία χρόνια και ακόμα λίγο πιο πάνω (βορειοανατολικά) υπάρχει η Αρχαία Αγορά της πόλης. Το Μπεζεστένι, για το οποίο μιλούν με θαυμασμό οι περιηγητές του 16ου αιώνα, θεωρώντας το ως την ομορφότερη αγορά των Βαλκανίων, στέγαζε διάφορα επαγγέλματα, κύρια όμως υφασματέμπορους και χρυσοχόους. Μάλιστα η αγορά λειτουργούσε με οργανωμένο τρόπο και με συντεχνιακούς κανονισμούς.
Οι πληροφορίες περιλαμβάνονται στο βιβλίο του Απόστολου Παπαγιαννόπουλου με τίτλο: ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.

Το κείμενο παρατίθεται τον Αύγουστο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Πανεπιστημίου Μακεδονίας


  The main market (Misir-tsarsi or Egyptian market) was concentrated outside the walls as far as the port; its more than 500 stalls and shops carried sugar, rice, coffee, linen and a host of other exotic products.
  There too were to be found the tanneries ('tabakika') and the Halitzatzilar (the famous rug market); markets for other products -- such as the Chalkeon (the coppersmiths' district, which went back to Byzantine times) -- were found throughout the town. The market on the quay, known later as Istira, was dominated by the presence of Jewish merchants and a few Europeans.

By kind permission of:Ekdotike Athenon
This text is cited Nov 2003 from the Macedonian Heritage URL below, which contains image.


Νοσοκομείο "Ο Aγιος Δημήτριος"

  Το Δημοτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης "Ο Αγιος Δημήτριος" αποτελεί ένα πολύ χαρακτηριστικό κτίσμα των αρχών του αιώνα μας στη Θεσσαλονίκη. Το κτίριο αυτό χρησιμοποιήθηκε σαν νοσοκομείο της Ελληνικής Κοινότητας κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της τουρκοκρατίας.

Γενικό Ελληνικό Προξενείο

  Το παλιό Γενικό Ελληνικό Προξενείο Θεσσαλονίκης λειτούργησε κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Βρίσκεται στη γωνία των οδών Αγίας Σοφίας και Προξένου Κορομηλά. Το κτίριο αυτό, στο οποίο σήμερα στεγάζεται το Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα, οικοδομήθηκε με δαπάνες του εθνικού ευεργέτη Ανδρέα Συγγρού και με σχέδια του αρχιτέκτονα Ernst Ziller, αμέσως μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1890. Το Γενικό Ελληνικό Προξενείο Θεσσαλονίκης, ιδιαίτερα κατά την περίοδο που υπηρέτησε σε αυτό ο Πρόξενος Λάμπρος Κορομηλάς, υπήρξε το κέντρο από όπου οργανώθηκε και συντονίσθηκε ο Μακεδονικός Αγώνας.
Οι πληροφορίες περιλαμβάνονται στο βιβλίο του Απόστολου Παπαγιαννόπουλου με τίτλο: ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.

Public buildings of Thessaloniki

  The buildings of those days are somewhat grandiose, often combining neoclassical features and baroque ornamentation with an Ottoman touch.
  Representative examples of the architecture of the period are the Customs House, which shows a strong French influence, the Ottoman Bank (now the State Conservatory) and the Army Barracks. Finally, the Government House with its austere dignity expresses the attitudes as well as the vigour of a threatened authority.
  The interweaving of Byzantium, the Renaissance, Islam and Classicism, so characteristic of Thessaloniki, reaches its peak in the majestic yet charming Yeni Cami (mosque).
Hamidye Boulevard
  Hamidye Boulevard (now Ethnikis Amynis) ended at the Fountain, a gift of the Sultan Abdul Hamid II, who had envisaged this long avenue. City residents long remembered the cherry flavored sirop that bubbled from the fountain at the street's inauguration.
  The boulevard, also known as the Rue Royale (since almost all the buildings lining it belonged to the Sultan), housed the foreign consulates, luxurious mansions and smart cafes, as well as the renowned Idadie School (now part of Thessaloniki's university).
  The Turks called the whole new waterfront area Hamidye, though the Greeks nicknamed it Pirgoi (mansions) or the district of Exohes (the countryside, as it was situated outside the city's walls).

By kind permission of:Ekdotike Athenon
This text is cited Nov 2003 from the Macedonian Heritage URL below, which contains images.


Greek institutions in Thessaloniki around 1900

  Thanks to donations from Athenian societies and benefactors, the Greek community erected a series of buildings at the turn of the century. Most of them were schools and philanthropic institutions (the Papafeio Orphanage, the Hariseio Hospital, the Hariseio Old People's Home, the Konstantinidis School, etc.).
  In addition the Greek community built the big complex at the cathedral of Ayios Grigorios Palamas, which included the metropolitan's residence, the high school, the teachers' college and the Greek consulate.
  Thus the Greek community had begun to make its presence felt with more self-confidence; the spare neoclassicism that distinguishes most of these buildings copied the style adopted in free Athens.

By kind permission of:Ekdotike Athenon
This text is cited Nov 2003 from the Macedonian Heritage URL below, which contains images.


The district of "Pirgoi" in Thessaloniki

  The first neighbourhood to be planned outside the walls, thus representing the new European Thessaloniki, was that of Pirgoi (mansions). Greek and foreign architects, educated in Europe and Constantinople, built luxurious villas here for wealthy Jews, Greeks, Turks, Donmeh and Franco-Levantines (Europeans who had long made their home in the Ottoman Empire).
  The waterfront villas even had small private jetties from which to bathe in summer. Artisans connected with the building trades came to Thessaloniki on a seasonal basis, as had the old guilds. Among them the master builder G. Siagas and his sons stand out; they constructed the Casa Bianca and the Red Mansion for the Georgiadis family from Siatista.
  The Allatini were the most distinguished family not only of the Jewish community but of the whole city.
  Paul Lindau, who visited their mansion in 1888, remembered that "the forecourt, where the members of the Allatini family had gathered to welcome their guests, was lit up by many portable lampstands, each with six lamps, arrayed at every point of the courtyard. As we entered, a host of servants received us... Albanians wearing their characteristic fustanellas (pleated kilts)... The younger members of the family, who had exchanged the beautiful costumes of their ancestors for dull Western clothes, led us from the wide staircase, carpeted with impressive, beautiful, thick rugs, to the wonderfully illuminated ceremonial hall on the first floor..."
  Lindau was also impressed by the mansion's guest rooms, which lay off the courtyard, and extolled the view over the Thermaic Gulf, the view at which, twenty years later, Abdul Hamid would gaze in frustration for hours on end, exiled and imprisoned in the Allatini villa after his failed coup.

By kind permission of:Ekdotike Athenon
This text is cited Nov 2003 from the Macedonian Heritage URL below, which contains images.


Πολιτιστικό Κέντρο του ΜΙΕΤ στη Θεσσαλονίκη

Τηλέφωνο: +30 2310 295170-1, 295149
Φαξ: +30 2310 295276

Παραδοσιακοί οικισμοί

The Jewish neighbourhoods in modern Thessaloniki

  The arrival of tens of thousands of Jewish settlers swelled Thessaloniki's population at the end of the 15th century. In some cases, the Jewish districts took their name from the nearest synagogue, in others they mapped the Community's lost homelands: Pulia (Apulia), Castilia, Calabria, Lisbon, and so forth.
  Community worship was conducted in spare, simple buildings so as to provide no pretext for persecution. The oldest synagogue was the Ets Chaim, while the Talmud Tora -- an important religious, education and social centre from 1520 up to the early 20th century -- was famous throughout Europe.
The houses of the Jews in modern Thessaloniki
  The 16th century was the golden age of the Jews in Thessaloniki, which at that time became the centre of Hispano-Jewish intellect and economic power. The houses in the Jewish quarters were tightly crammed into narrow, winding alleyways.
  Simply constructed of unbaked bricks, with one or two storeys, painted, usually blue, but only in the interior, they exhibited many sanitation problems, indicative of the desperate economic plight of the vast majority of the Jewish community. Although no building from that period has survived, paintings of the district known as Las Incantadas (the enchanted; "Idols" to the Greeks) give us a picture of the Jewish houses of those days.

By kind permission of:Ekdotike Athenon
This text is cited Nov 2003 from the Macedonian Heritage URL below, which contains images.


The Muslim neighbourhoods in modern Thessaloniki

  The most important homogeneous Muslim neighbourhood was the Bairi (hillside), inside the walls of the Old Town, though there were many others scattered near the Kalamaria Gate and what is today Navarinou Square.
  The Bairi district, free of the asphyxiating crush that typified the rest of the city and endowed with a better climate, impressed visitors with its clean, flagstoned streets, its large courtyards with their cypress trees and its picturesque architecture. The houses were decorated with sayings from the Koran, and had their upper storeys painted red, while the lower one was painted black to ward off bad luck.
Ottoman public buildings in Thessaloniki
  In the course of five centuries of Ottoman occupation, countless religious and public buildings were erected in Thessaloniki. New mosques went up, such as the Alaca Imaret built in 1484 by Ishak Pasha, and the Hamza Bey Cami (the present day Alkazar), erected around 1468.
  The Turks also built 'meskit' (small places of worship), 'medreshe' (religious schools), 'mekteb' (schools), 'turbe' (mausoleums) and 'tekke' (monasteries), such as the Mevlevihane Tekkesi. 'Imaret' (poor houses), aqueducts, fountains, markets and 'karavan-serai' (inns) were scattered throughout the better districts.
  The cleanliness of the population was provided by public baths, such as the Bey Hammam, the city's first and largest Turkish bath, constructed by Murad II in 1444, the Pasha's Hamam and Yeni Hamam.
The Old Town of Thessaloniki
  The Old Town, within the Byzantine walls, was inhabited mainly by Turks, Donmeh (from the late 17th century), and Turkish refugees from Bosnia after 1878. The area was organized by narrow streets, some ending in squares, others in culs de sac. The houses, of one to three storeys, were surrounded by gardens or lush inner courtyards enclosed by a high stone wall.
  Particularly impressive were the three-storey stone seraglios (mansions), with their projecting enclosed balconies ('sachnisia') and wooden lattice partitions, where, as in all Turkish houses, there was a clear separation between male and female quarters.

By kind permission of:Ekdotike Athenon
This text is cited Nov 2003 from the Macedonian Heritage URL below, which contains images.


The Greek neighbourhoods in modern Thessaloniki

   The foreign regime dictated the appearance of the enslaved population's homes: they had to be lower than those of the Turks, while the facades of Greek churches were forbidden to face the street.
  The size of the Greek neighborhoods shrank steadily as the conquerors installed themselves in the city; the moving of the Rotunda community to a location further south in 1591 was indicative of this trend.
  The most densely populated Greek district was that of Ayios Athanasios, though there were others scattered about the town, around the Vlatadon Monastery (Tsaous Monastir), along the Egnatia and around the cathedral of Grigorios Palamas, and interspersed among the Jewish quarters. The wooden houses, with their enclosed balconies and tile roofs, were typical of the Balkan architecture during the Ottoman occupation.
The Egnatia neighbourhood in modern Thessaloniki
  The Christians were concentrated in the lower part of the city, mainly in the parishes of Ayios Athanasios, Ayios Panteleimon, Lagoudiani and the eastern sections of town, up to the area around the Hippodrome and Nea Panayia.
  The houses, with simple exteriors, one or two storeys, covered balconies and small courtyards, lined the narrow lanes of these medieval-looking quarters. Because the older Byzantine churches, such as the Acheiropoietos and Ayios Demetrios, had been converted into mosques, many other churches were erected in the model of the three-aisled, wooden roofed basilica, of which Ayios Antonios is an example.

By kind permission of:Ekdotike Athenon
This text is cited Nov 2003 from the Macedonian Heritage URL below, which contains images.


Πύργοι

Ο Λευκός Πύργος

  The White Tower, nowadays the emblem of Thessalonike, once stood at the south-eastern corner of the city walls. Its uncertain history is an invitation to further research.
  Undoubtedly some building or other used to stand on this site throughout the centuries-long existence of Thessalonike, but whether or not the White Tower is Byzantine remains an unanswered question. It does not seem improbable that it was one of the earliest buildings erected in Thessalonike by the Ottomans, shortly after 1430.
  The Turks in fact named it the Red Tower back in the 15th century (perhaps because of its masonry). In Greek tradition this name was translated as Bloody Tower, since the place was connected with the torments suffered in it by Greeks who had revolted in 1822; it was changed in 1883 to White Tower, a name which it acquired when it was whitewashed following the Sultan's instructions, as British archival sources testify.

By kind permission of:Ekdotike Athenon
This text is cited Nov 2003 from the Macedonian Heritage URL below, which contains image.


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ