gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 23 τίτλοι με αναζήτηση: Αρχαιολογικοί χώροι  στην ευρύτερη περιοχή: "ΗΛΕΙΑ Νομός ΔΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ" .


Αρχαιολογικοί χώροι (23)

Αρχαία ιερά

Ναός Επικούρειου Απόλλωνα

ΒΑΣΣΑΙ (Αρχαίο ιερό) ΗΛΕΙΑ
Αρχαιολογικός Χώρος του Ιερού
  Νοτιοδυτικά της Ανδρίτσαινας, σε ένα επιβλητικό και άγριο ορεινό τοπίο, βρίσκεται ο μεγαλοπρεπής ναός του Επικούριου Απόλλωνα, ένας από τους μεγαλύτερους ναούς της Αρχαιότητας.
  Ο ναός βρίσκεται σε απόσταση 14 χλμ. νότια της Ανδρίτσαινας, σε υψόμετρο 1.130 μ., επάνω στο όρος Κωτίλιο. Στην τοποθεσία αυτή, που στην αρχαιότητα ονομαζόταν Βάσσες (που σημαίνει μικρά πλατώματα σε βράχους), οι κάτοικοι της γειτονικής Φιγάλειας είχαν ιδρύσει, από τον 7ο αι.π.Χ., ιερό του Απόλλωνος Βασσίτα, τον οποίο και λάτρευαν με την προσωνυμία του Επικουρίου- συμπαραστάτη στον πόλεμο ή στην αρρώστια. Το επίθετο Επικούριος δόθηκε την εποχή των πολέμων με τους Σπαρτιάτες γύρω στο 650 π.Χ.
  Ο ναός του Απόλλωνος στο ιερό των Βασσών αποτελεί ένα από τα καλύτερα σωζόμενα μνημεία της κλασικής αρχαιότητας. Συγκεκριμένα, είναι ο καλύτερα διατηρημένος ναός μετά το ναό του Ηφαίστου στην Αθήνα.
  Χτίστηκε το 420-400 π.Χ. στη θέση ενός παλαιότερου, αρχαϊκού ναού. Ο περιηγητής Παυσανίας, που επισκέφτηκε και θαύμασε το μνημείο στα μέσα περίπου του 2ου αι.μ.Χ., αναφέρει ως αρχιτέκτονά του τον Ικτίνο. Η θέση που κατέχει ο ναός στην ιστορία της ελληνικής αρχιτεκτονικής είναι ξεχωριστή, καθώς συνδυάζει με ιδιοφυή τρόπο τα αρχαϊστικά στοιχεία, που υπαγόρευε η τοπική θρησκευτική παράδοση, με τις τολμηρές ανανεωτικές ιδέες του δημιουργού του. Είναι δωρικός παρίπτερος, με προσανατολισμό Β-Ν και διαστάσεις 14,48 x 38,24μ. στο επίπεδο του στυλοβάτη.
  Η υπερβολικά στενόμακρη κάτοψη της περίστασης, ο αριθμός των κιόνων (6x15 αντί του κανονικού για την εποχή 6x13) και η διάταξή τους (μεγαλύτερα μετακιόνια διαστήματα στις στενές πλευρές) είναι αρχαϊκά χαρακτηριστικά και παραπέμπουν σε συγκεκριμένο πρότυπο: το μεγάλο ναό του Απόλλωνος στους Δελφούς. Συνυπάρχουν όμως αρμονικά με προοδευτικά γνωρίσματα της ώριμης κλασικής αθηναϊκής αρχιτεκτονικής, όπως είναι η λεπτότητα των κιόνων, το χαμηλό ύψος της κρηπίδας και του θριγκού και η ευρυχωρία του προδόμου και του οπισθοδόμου. Η μεγάλη πρωτοτυπία του μνημείου έγκειται στη διαμόρφωση του εσωτερικού του.
  Στο σηκό υπάρχει η ιδέα της κιονοστοιχίας κατά τις τρεις πλευρές, όπως στον Παρθενώνα και το ναό του Ηφαίστου (Θησείο) στην Αθήνα, όμως οι κίονες στις μακρές πλευρές δεν είναι ελεύθεροι. Εκφύονται από τους τοίχους ως λεπτά εγκάρσια χωρίσματα (ανάλογα με εκείνα του αρχαϊκού ναού της Ήρας στην Ολυμπία), που απολήγουν σε ιωνικούς ημικίονες με ιδιότυπα κοινόκρανα και βάσεις. Στη στενή πλευρά του σηκού, απέναντι από την είσοδο, ο ελεύθερος κίονας (ίσως και οι δύο τελευταίοι, στην ίδια γραμμή με αυτόν, ημικίονες) έφερε το πρώτο στην ιστορία της αρχιτεκτονικής κορινθιακό κιονόκρανο.
  Η κιονοστοιχία στήριζε ιωνικό θριγκό με ανάγλυφη ζωφόρο, που περιέτρεχε εσωτερικά και τις τέσσερις πλευρές του σηκού. Είχε μήκος 31 μ. και οι 23 πλάκες της, με σκηνές αμαζονομαχίας και κενταυρομαχίας, βρίσκονται από το 1814 στο Βρετανικό Μουσείο. Πίσω από τον ελεύθερο κορινθιακό κίονα, στη θέση του κλειστού αδύτου άλλων ναών, διαμορφώνεται ένας κλειστός χώρος, που επικοινωνεί μεν ελεύθερα με το σηκό, “βλέπει” όμως για θρησκευτικούς λόγους προς ανατολάς, με μια πόρτα που ανοίγεται προς το ανατολικό πτερό. Όλα αυτά τα στοιχεία συνέτειναν στην ανάδειξη του εσωτερικού χώρου και αποτέλεσαν καινοτομίες που έμελλε να επηρεάσουν αποφασιστικά την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής στους επόμενους αιώνες.
  Ο ναός είναι χτισμένος από τοπικό ασβεστόλιθο. Μαρμάρινα ήταν τα κιονόκρανα του σηκού, ορισμένα μέρη της οροφής και της στέγης και ο γλυπτός διάκοσμος. Η ερείπωση άρχισε από τα ρωμαϊκά χρόνια, πρώτα από τους ανθρώπους και ύστερα από τους σεισμούς.
  Γλυπτά του διάκοσμου του ναού, μεταξύ των οποίων και Αμαζονομαχία, βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Βρετανικό Μουσείο.
  Σήμερα, ο ναός διατηρείται στη μορφή που έλαβε με τις εργασίες αναστήλωσής του από την Αρχαιολογική Εταιρεία στις αρχές του αιώνα. Από το 1965, και συστηματικά από το 1982, το Υπουργείο Πολιτισμού έχει αναλάβει το δύσκολο έργο της συντήρησης και προστασίας του μνημείου. Το στέγαστρο, που προστατεύει το ευαίσθητο οικοδομικό υλικό από τις ακραίες καιρικές συνθήκες της περιοχής, το αντισεισμικό ικρίωμα και οι άλλες εγκαταστάσεις είναι προσωρινά, για όσο διάστημα απαιτήσουν οι σωστικές εργασίες.
  Η πρόσβαση στον αρχαιολογικό χώρο του ναού μπορεί να γίνει από τη Μεγαλόπολη, μέσω Καρύταινας, και από τα Κρέστενα της Ηλίας. (Τo παραπάνω κείμενο έχει μερικά βασισθεί σε κείμενο ειδικού φυλλαδίου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας)

Οι πρώτες αναστηλώσεις και οι σημερινές προσπάθειες
  Η πρώτη προσπάθεια αναστήλωσης του ναού πραγματοποιήθηκε το 1902 υπό τον Π. Καββαδία και κράτησε έξι χρόνια. Το 1965 ο ναός παθαίνει μεγάλες ζημιές από τον καταστρεπτικό σεισμό που έπληξε την περιοχή. Τον ίδιο χρόνο γίνονται οι πρώτες σωστικές παρεμβάσεις ενώ τον επόμενο ένας κεραυνός δημιουργεί νέα προβλήματα στο μνημείο, το οποίο πλέον κιδυνεύει άμεσα αφού έχουν πάρει κλίση οι κίονες και ολόκληρο το κτίριο έχει παραμορφωθεί.
  Το 1970 δημιουργείται η Επιτροπή Συντήρησης του Ναού Επικούρειου Απόλλωνος (ΕΣΝΕΑ). Κατά τη δεκαετία 1985-1995 η Επιτροπή προχώρησε σε τέσσερα βασικά μέτρα προστασίας του ναού. Δημιούργησε ένα προστατευτικό στέγαστρο πάνω το ναό, έλαβε αντισεισμικά μέτρα, απομάκρυνε τα όμβρια ύδατα και έλαβε μέτρα προστασίας από τους κεραυνούς.
  Τον Ιούνιο του 1997 το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο μετά από μια μαραθώνια συζήτηση αποφάσισε να προχωρήσει σε ουσιαστικά έργα στερέωσης και αποκατάστασης του ναού. Συγκεκριμένα αποφάσισε ότι το μνημείο για να σωθεί πρέπει να διαλυθεί, να υπάρξει καταβίβαση των επιστυλίων και μεταφορά των κιόνων προκειμένου να ενισχυθεί η θεμελίωση, και να συντηρηθούν τα 2.000 αρχιτεκτονικά μέλη που θα κατέβουν.
  Μετά παρέλευση τριών ετών αδράνειας - παρά το γεγονός ότι ο ναός κινδύνευε πλέον με κατάρρευση - το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ξανασυνεδρίασε (Σεπτέμβριος 2000) παρουσία της ΕΣΝΕΑ. Στη συνεδρίαση υπήρξαν διαφωνίες και διατυπώθηκαν διαμετρικά αντίθετες απόψεις περί του τρόπου στερέωσης και αποκατάστασης του ναού. Τελικά αποφασίστηκε κατά πλειοψηφία να εγκριθεί “κατ αρχήν” η μελέτη για επέμβαση στο βόρειο πτερό του ναού, με την “πιλοτική” μετακίνηση της βορειοδυτικής γωνιάς του, δηλαδή των τεσσάρων επιστυλίων και των τριών κιόνων του και τη διάλυση της κρηπίδας όπου εδράζονται.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών


Ναός Επικουρίου Απόλλωνος

  Ο ναός βρίσκεται στις πλαγιές του όρους Λύκαιο και σχεδιάσθηκε από τον Ικτίνο, αρχιτέκτονα του Παρθενώνα, στα χρόνια του Πελοποννησιακού Πόλεμου, τέλη του 5ου π.Χ αιώνα ( 410 π.Χ ) προς τιμή του θεού Απόλλωνα για τη βοήθειά του να διώξει το κακό από τον τόπο, όταν είχε εμφανιστεί στην περιοχή μεγάλος λοιμός. Η μεγαλοφυΐα του Ικτίνου και η άρνησή του να ακολουθήσει τους αρχιτεκτονικούς κανόνες της εποχής, συνδύασε κατά τον πιο αρμονικό τρόπο τους τρεις αρχαίους ρυθμούς, το δωρικό με τις εξωτερικές κολώνες, τον ιωνικό με τα ημικιόνια και τον κορινθιακό με τις δυο κολόνες της βόρειας και της νότιας εισόδου. Η περίφημη ζωοφόρος του γλύπτη Αλκαμένους πάνω στην οποία αναπαρίστανται προσφιλή θέματα της μυθολογίας, είναι τοποθετημένη μέσα στο σηκό του ναού στο πάνω μέρος των ημικιόνιων που βάσταζαν την κορυφή σε αντίθεση με άλλους ναούς της εποχής.
  Ο ναός έως το 555 μ.Χ διατηρούσε τη λάμψη του, ώσπου ένας σεισμός και η εξάπλωση τότε του Χριστιανισμού τον οδήγησαν στην αφάνεια, που ολοκληρώθηκε κατά τους βυζαντινούς αιώνες. Ανακαλύφτηκε από το Γάλλο περιηγητή Μπουσέ (Bouchet) το 1765 μ.Χ και αμέσως λεηλατήθηκε από αρχαιοκάπηλους ξένους και Τούρκους. Ο Aγγλος Γκρόπους (Gropus) σε συνεργασία με το Βελή πασά, διοικητή τότε του Μοριά, το 1812, έγδυσε από κάθε αρχαιολογικό εύρημα το ναό, τα οποία με δημοπρασία πουλούσε στους πλούσιους της Δύσης, όπως η ιωνική ζωοφόρος που αγοράσθηκε από τον βασιλιά της Αγγλίας Γεώργιο το Δ'.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Νομαρχιακής Επιτροπής Τουριστικής Προβολής Μεσσηνίας


Αρχαίες ακροπόλεις

Κάστρο Αρχαία Σάμιας (Κάτω Σαμικό)

ΣΑΜΙΚΟΝ (Αρχαία πόλη) ΗΛΕΙΑ
  Πόλη της Τριφυλίας, η οποία ιδρύθηκε στα νότια της Ολυμπίας και της κοιλάδας του Αλφειού. Η θέση της ήταν εξαιρετικά νευραλγικής σημασίας καθώς ελέγχει το οδικό πέρασμα από τη ΒΔ. Πελοπόννησο στη Νοτιοδυτική και για αυτό μεταγενέστερα ονομάστηκε από τους ντόπιους «Κλειδί». Πιο συγκεκριμένα θα λέγαμε ότι είναι τοποθετημένη στους δυτικούς πρόποδες του κατάφυτου από πεύκα, όρους Λάπιθα.Τα ευρήματα που έχουν βρεθεί μαρτυρούν ότι τον 4ο αιώνα π.Χ. η ακρόπολη οχυρώνεται από ισχυρό τείχος με πύργους. Σήμερα τα τείχη μπορούν να γίνουν ορατά και βρίσκονται σε ένα ύψωμα 180 μέτρων βόρεια της λίμνης Καϊάφα. Οι κάτοικοί της λάτρευαν τον Ποσειδώνα (μία λατρεία, που φέρνει στο νου την περιγραφή, στην ομηρική Οδύσσεια, των τελετών που διενεργούσαν οι κάτοικοι της Πύλου στην «αμμοθόεσσα» παραλία της, προς τιμήν του Ποσειδώνα). Στη Νότια πλευρά του Σαμικού υπήρχε η αποκαλούμενη σπηλιά των Ανιγρίδων Νυμφών που ανέβλυζε ιαματικό νερό για τη θεραπεία δερματοπαθειών.
  Στη θέση Κλειδί, βόρεια του Σαμικού, ο Doerpfeld το 1908 βρήκε μυκηναϊκά όστρακα και λείψανα κυκλώπειων τειχών. Επίσης το 1954 ο Ν.Γιαλούρης ανέσκαψε έναν τύμβο με τάφους, στον οποίο βρέθηκαν αγγεία μεσοελλαδικών και μυκηναϊκών χρόνων. Ο τύμβος είχε κτισθεί κατά τον ανασκαφέα προς τιμήν του Ιαρδάνου. Οι ανασκαφές επαναλήφθηκαν από την Ελ. Παπακωνσταντίνου στις αρχές της δεκαετίας του '80 και έφεραν στο φως άλλους τέσσερεις τύμβους καθώς και έναν θολωτό τάφο, που είχε κτισθεί εντός ενός τύμβου. Η τελευταία περίπτωση είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, αφού καταφαίνεται ότι οι μυκηναίοι κατασκευαστές του θολωτού τάφου επέλεξαν τον τύμβο, συνεχίζοντας αδιάλειπτα την ταφική χρήση του χώρου και μαρτυρώντας ότι ανήκαν στην ίδια φυλή με τους Μεσοελλαδίτες.
  Στην περιοχή υπάρχουν ερείπια της αρχαίας πόλης Σαμίας, την οποία ο Παυσανίας ταυτίζει με την ομηρική Ακρόπολη Αρήνη. Σώζεται οχυρωματικό τείχος, που χρονολογείται στους μακεδονικούς χρόνους. Στον χώρο σώζονται αναλημματικοί τοίχοι. Στη θέση «Κλειδί» αποκαλύφθηκαν λείψανα κυκλώπειου τείχους, νεκροταφείο και θολωτός τάφος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Νομαρχίας Ηλείας


Αρχαίες πόλεις

Αρχαιολογικός χώρος Αίπιδος

ΑΙΠΥ (Αρχαία πόλη) ΗΛΕΙΑ
  Ο ερειπιώνας της αρχαίας πόλης (Τυπανεαί ή Αίπυ), καταλαμβάνει λόφο του όρους Λαπίθας στα νότια του χωριού Πλατιάνα (επαρχία Ολυμπίας). Βρίσκεται στην ενδοχώρα, 17 χλμ. ανατολικά (σε ευθεία) από την πλησιέστερη ακτή του Κυπαρισσιακού κόλπου. Η οχυρωμένη, ελλειπτική και μακρόστενη πόλη περιβάλλεται από μία σειρά τειχών, πιθανώς του 4ου ή 3ου αιώνα π.Χ. και σώζεται στο σύνολό της σε πολύ καλή κατάσταση (σε ορισμένα σημεία γύρω στα 5μ. ύψος). Διαθέτει τρεις μεγάλες πύλες στα ΒΔ, ΝΔ και Α, που είναι η κύρια πύλη, καθώς και αρκετούς αμυντικούς πύργους, κυρίως ορθογώνιας αλλά και τραπεζιόσχημης κάτοψης. Τα τείχη έχουν κτιστεί από ογκόλιθους κατά το πολυγωνικό σύστημα τοιχοδομίας. Η εξωτερική τους όψη χαρακτηρίζεται από επιμελημένη επίπεδη επιφάνεια, ενώ το εσωτερικό γέμισμα είναι από πέτρες μετρίου μεγέθους.
   Η οχυρωμένη πόλη έχει μέγιστο μήκος 660μ. και μέγιστο πλάτος, συμπεριλαμβανομένης της ΒΔ προέκτασης του τείχους, 200μ., ενώ στο υπόλοιπο τμήμα της δεν ξεπερνά τα 100μ. πλάτος. Υποδιαιρείται σε 8 βαθμιδωτά άνδηρα (επίπεδες επιφάνειες), με κλίση από δυτικά προς ανατολικά (πρβλ. E. Meyer, Neue Peloponnesische Wanderung, 1957), που συγκρατούνται από αναλημματικούς τοίχους, κτισμένους κατά το τραπεζιοειδές ή ορθογώνιο σύστημα τοιχοποιίας. Φαίνεται, ωστόσο, ότι ορισμένοι πολυγωνικοί ενισχυμένοι εσωτερικοί τοίχοι, δεν είχαν μόνο αναλημματικό χαρακτήρα, αλλά σχημάτιζαν εσωτερικούς οχυρωματικούς περιβόλους.
   Σε ένα από τα άνδηρα αυτά υπάρχει θέατρο του οποίου σώζεται τμήμα της σκηνής και του κοίλου, ενώ σε άλλα ο E. Meyer διακρίνει α) την "Ακρόπολη", β) την "Αγορά", όπου βρίσκεται μεγάλη δεξαμενή σκαμμένη στον ασβεστόλιθο και επεμβάσεις (λαξεύματα) στο φυσικό βράχο για διαμόρφωση του χώρου, καθώς και γ) το ανάλημμα του "Ναού". Στο ανατολικό τμήμα υπάρχουν θεμέλια διαφόρων κατασκευών. Από αυτές ξεχωρίζει μία ορθογώνιας κάτοψης, που σώζεται σε αρκετό ύψος και είναι χτισμένη κατά το ισόδομο σύστημα τοιχοδομίας. Πρόκειται μάλλον για σπίτια, ίσως των πιο επιφανών προσώπων.
   Στις απόκρημνες βόρειες πλαγιές του λόφου, όπου το τείχος ακολουθεί ακριβώς το χείλος του γκρεμού ή δεν κρίθηκε απαραίτητη η κατασκευή του στα πιο απότομα σημεία, εντοπίζονται θραύσματα κεραμίδων και όστρακα, που προέρχονται αναμφίβολα από τη ρίψη απορριμμάτων. Αντίθετα, στο νότιο πρανές του λόφου, όπου η κλίση είναι πιο ήπια, στον τομέα κυρίως μέσα από τα τείχη, τοποθετείται το οικιστικό τμήμα της πόλης.
   Όσον αφορά στο νεκροταφείο της αρχαίας πόλης, διάφορες ενδείξεις το τοποθετούν σε αυχένα ανάμεσα στο λόφο της οχυρωμένης πόλης και σε άλλον μικρότερο, που βρίσκεται λίγες εκατοντάδες μέτρα δυτικότερα.

Αρχαιολογικός χώρος Αλίφειρας

ΑΛΙΦΕΙΡΑ (Αρχαία πόλη) ΗΛΕΙΑ
Τηλέφωνο: +30 26240 22448
  Τα ερείπια της αρχαίας πόλης Αλίφειρας βρίσκονται στην κορυφή επιμήκους λόφου (μήκους 800μ. περίπου από ΝΑ προς ΒΔ), που υψώνεται πάνω από το σημερινό χωριό Αλίφειρα (πρώην Ρογκοζιό). Το τείχος που περιέβαλε την αρχαία πόλη και σώζεται πολύ καλά σε ορισμένα σημεία, είναι γνωστό από τους ντόπιους ως το “Κάστρο της Νεροβίτσας”. Η Αλίφειρα ήλθε στο φως μετά τις ανασκαφές του καθηγητή Αν. Ορλάνδου τα έτη 1932-33 και ταυτίσθηκε με ευκολία προς την αρχαία πόλη, αφού ο Παυσανίας είχε δώσει σαφή περιγραφή της θέσης (Παυσ. VIII, 26.4), την οποία τοποθετεί σε απόσταση 40 σταδίων από τη γειτονική Ηραία.
   Ετσι επαληθεύτηκαν οι παλιοί περιηγητές Leake, Cramer, Ross και Curtius, που πρώτοι είχαν ταυτίσει το κάστρο της Νεροβίτσας με την αρχαία Αλίφειρα. Ο λόφος είναι προσιτός κυρίως από τη δυτική δασωμένη πλευρά και λιγότερο από τις άλλες, που είναι απόκρημνες και δύσβατες. Στο ψηλότερο σημείο του λόφου δεσπόζει η τειχισμένη ακρόπολη, που καταλαμβάνει το νότιο τμήμα του και λίγο νοτιότερα βρίσκεται το τέμενος της Αθηνάς, όπου θα πρέπει να υψωνόταν μεγαλόπρεπο το κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα της θεάς. Στο άλλο άκρο του λόφου βρίσκεται ο ναός του Ασκληπιού. Ο χώρος μπροστά στην Ακρόπολη καθιερώθηκε να ονομάζεται “Προάστιο της άκρας” κατά τον Πολύβιο (IV, 78, 11) και θα πρέπει να ήταν το κατοικημένο τμήμα του λόφου.
   Η πόλη πρέπει να κατοικείτο από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., ενώ στον 4ο αιώνα π.Χ. πρέπει να είχε προσχωρήσει στο κοινό των Αρκάδων. Το 224 π.Χ. ο τύραννος της Μεγαλόπολης Λυδιάδας παραχώρησε για προσωπικά οφέλη την Αλίφειρα στους Ηλείους. Το 219 π.Χ. ο Φίλιππος έγινε κύριος της Αλίφειρας ύστερα από μακρά πολιορκία της πόλης. Το 191 π.Χ. η Αλίφειρα συγκαταλέγεται μεταξύ των πόλεων της Αχαϊκής Συμπολιτείας και αποκτά δικό της άρχοντα και νόμισμα. Τελευταία πληροφορία για την Αλίφειρα δίνει ο Παυσανίας (VIII, 26.4), ο οποίος την επισκέφθηκε γύρω στο 177 μ.Χ. και λέγει ότι επί των ημερών του η Αλίφειρα ήταν "πόλισμα ου μέγα".
   Τα σημαντικότερα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου είναι:
Το ιερό της Αθηνάς. Ο ναός είναι εκατόμπεδος, μήκους 29,58μ. και πλάτους 10,65μ. με 6x15 δωρικούς κίονες στην περίσταση. Η είσοδος στον ιερό χώρο γινόταν με κλιμακωτό ανάλημμα 14 βαθμίδων. Βόρεια του ναού αποκαλύφθηκαν τα λείψανα του μεγάλου βωμού και σε απόσταση 9μ. δυτικά του βρισκόταν το βάθρο του χάλκινου αγάλματος της Αθηνάς, έργο του γλύπτη Υπατόδωρου. Ο ναός χρονολογείται στον 5ο αιώνα π.Χ.
Το ιερό του Ασκληπιού. Είναι απλός ορθογώνιος ναός διαστάσεων 6x9μ., κατασκευασμένος από μεγάλους ορθογώνιους λιθόπλινθους. Η είσοδος βρισκόταν προς Α, όπου υπήρχαν δύο κίονες μεταξύ παραστάδων. Στο βάθος του σηκού υπήρχε το βάθρο του λατρευτικού αγάλματος του θεού. Ανατολικά του ναού βρέθηκε ο λιθόκτιστος βωμός. Ο ναός κατασκευάσθηκε πιθανότατα τον 4ο αιώνα π.Χ., συνέχισε όμως να βρίσκεται σε χρήση πολλούς αιώνες αργότερα.
Η κατοικία των ιερέων του Ασκληπιού. Βρίσκεται νοτίως του ναού του Ασκληπιού. Είναι τετράγωνο οικοδόμημα (διαστάσεων 4x4μ.), με εσωτερικό περιστύλιο στην κάθε πλευρά του οποίου υπήρχαν από δύο κίονες.
Τα ταφικά μνημεία. Η νεκρόπολη της Αλίφειρας απλωνόταν στις ανατολικές και νότιες υπώρειες του λόφου. Από τα έξι ταφικά μνημεία που αποκαλύφθηκαν στις ανασκαφές, το σημαντικότερο και καλύτερα σωζόμενο είναι ο ονομαζόμενος "τάφος του Σεθέα", σύμφωνα με τη χαραγμένη επιγραφή στην πρόσοψή του. Ο τάφος αποτελείται από μία υπαίθρια αυλή πλαισιωμένη από δύο τοίχους αντιστήριξης. Η πρόσοψή του είναι ναόσχημη με αέτωμα και πίσω από αυτήν υπάρχουν τέσσερα στενόμακρα διαμερίσματα για την τοποθέτηση των νεκρών.

Αρχαιολογικός χώρος Επιταλίου

ΕΠΙΤΑΛΙΟΝ (Αρχαία πόλη) ΗΛΕΙΑ
  Η θέση του αρχαίου Επιταλίου βρίσκεται βορειοδυτικά της σημερινής, ομώνυμης κοινότητας. Η ανασκαφή διεξήχθη από τον Π. Θέμελη και έφερε στο φώς ρωμαϊκό λουτρό με υπόκαυστα, εργαστήρια, έναν κεραμεικό κλίβανο, ένα μεγάλο δημόσιο οικοδόμημα, αγνώστου χρήσης και θεμέλια πολλών οικιών. Όλα ανήκουν στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια.
  Ανατολικά του αρχαίου Επιταλίου ανασκάφηκε μία μυκηναϊκή οικία με λουτήρα, ενώ στους λοφίσκους της περιοχής, που εποπτεύουν την πεδιάδα της Αγουλινίτσας και τις εκβολές του Αλφειού, είχαν λαξευθεί αρκετοί μυκηναϊκοί τάφοι, που πιθανόν αποτελούσαν το νεκροταφείο του ομηρικού Θρύου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Νομαρχίας Ηλείας


Αρχαιολογικός χώρος αρχαίας Ήλιδας

ΗΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΗΛΕΙΑ
Τηλέφωνο: +30 26220 41415

Ανασκαφές και αρχαιολογικός χώρος

Το 19ο αι. περιηγητές εντόπισαν την πόλη της Ηλιδας, κατάρτισαν μάλιστα και τοπογραφικά σχέδια. Οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν από το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο την περίοδο 1911-1914, με διευθυντή τον Otto Walter. Από το 1960 έως σήμερα η ανασκαφική έρευνα συνεχίζεται κατά περιόδους από την Αρχαιολογική Εταιρεία. Οι σωστικές ανασκαφές, που διενεργεί ακόμη και σήμερα η Ζ΄Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, αποκάλυψαν ένα τμήμα της αρχαίας πόλης (1965-1970), με αφορμή τη διέλευση του αρδευτικού αγωγού του φράγματος του Πηνειού.
Τα κτίρια που αποκαλύφθηκαν ή εντοπίσθηκαν και στη συνέχεια ταυτίσθηκαν σύμφωνα με τις περιγραφές του Παυσανία, είναι τα εξής: Γυμνάσιο, που δεν έχει ανασκαφεί, αλλά φαίνεται ότι είχε παρόμοιες διαστάσεις με εκείνο της Ολυμπίας (μήκος περ. 200μ.), Λουτρά, στα δυτικά της αγοράς, Τέμενος του Αχιλλέα, Ελλανοδικαιώνας, Στοά "προς μεσημβρίαν", "Κερκυραϊκή" στοά, που αποτελούσε το νότιο σύνορο της αγοράς, διάφορα μικρά ιερά, ένα τετράγωνο οικοδόμημα με εσωτερική περίστυλη αυλή, όπου οι δεκαέξι ηλείες γυναίκες ύφαιναν τον πέπλο της Ηρας, ένα τμήμα του περιβόλου του τεμένους της Αφροδίτης, ένας ακόμη περίβολος ιερού, ναϊσκος και τεμένη, μεταξύ των οποίων και του Αδη και, τέλος, το θέατρο στα βόρεια της αγοράς.
Το θέατρο κτίσθηκε τον 4ο αι. π.Χ. και υπέστη μετασκευές στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια. Η λίθινη σκηνή με το προσκήνιο και τα παρασκήνια είναι από τα παλαιότερα της αρχαίας Ελλάδας. Οι θεατές δεν κάθονταν σε κερκίδες αλλά στα πρανή του κοίλου, όπως ακριβώς και στο στάδιο της Ολυμπίας. Η πρόσβαση γινόταν με έξι λίθινες κλίμακες που χώριζαν το κοίλο σε επτά κερκίδες. Ενα πλήρες αποχετευτικό δίκτυο εξασφάλιζε το θέατρο από τον κίνδυνο πλημμύρας. Η λειτουργία του θεάτρου διακόπηκε στα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια, όταν επήλθε και ο γενικότερος μαρασμός της πόλης, και στο χώρο του δημιουργήθηκε νεκροταφείο με συστάδες κιβωτιόσχημων και κεραμοσκεπών τάφων.
Η Αρχαιολογική Συλλογή της Ηλιδας
  
Η Αρχαιολογική Συλλογή της Ηλιδας ιδρύθηκε το 1981. Περιλαμβάνει ευρήματα που έφεραν στο φως οι ανασκαφές και χρονολογούνται από την Πρωτοελλαδική έως τη Ρωμαϊκή εποχή. Εκτίθενται αγγεία, αγάλματα, γλυπτά, επιτύμβιες στήλες, πήλινα και λίθινα αρχιτεκτονικά μέλη, ειδώλια, χάλκινα σκεύη, όπλα, νομίσματα, και άλλα μικροαντικείμενα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα χάλκινα "εισιτήρια" θεάτρου με την επιγραφή FA(ΛΕΙΩΝ), που βρέθηκαν σε μεγάλο αριθμό και χρονολογούνται στα τέλη του 4ου αι. π.Χ., καθώς και τα πήλινα προσωπεία και τα γυναικεία ειδώλια, που αποτελούν εξαίρετα δείγματα ηλειακής κοροπλαστικής.
Ξεχωριστή θέση κατέχουν τα δύο τμήματα ψηφιδωτών δαπέδων που εκτίθενται στο αίθριο της Αρχαιολογικής Συλλογής. Προέρχονται από μία μεγάλη έπαυλη του 3ου αι. μ.Χ. κτισμένη στα ΝΔ της αγοράς της Ηλιδας. Φέρουν παραστάσεις σε κυκλική διάταξη, οι οποίες στο ένα σχετίζονται με τις εννέα Μούσες, ενώ στο άλλο αναφέρονται στους άθλους του Ηρακλή.
Κείμενο: Ξένη Αραπογιάννη
Παρατίθεται Σεπτέμβριο 2002, από το ενημερωτικό φυλλάδιο του Δήμου Αμαλιάδας

Αρχαιολογικός χώρος Θεισόας

ΘΕΙΣΟΑ (Αρχαία πόλη) ΑΝΔΡΙΤΣΑΙΝΑ
Βρίσκεται σε ορεινή περιοχή, ανατολικά της Ανδρίτσαινας, κοντά στο σημερινό χωριό Θεισόα, που παλιά ονομαζόταν Λάβδα. Σε αυτήν τη γεωγραφική περιοχή βρίσκονται αρκετά ερείπια οικιών, διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη ναών καθώς και επιγραφές. Η ακρόπολη της πόλης υψώνεται βορειοδυτικά της σημερινής κοινότητας και περιβάλλεται από ισχυρό τείχος. Το Ολλανδικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο έχει ανασκάψει και τμήμα του νεκροταφείου. Οι τάφοι του παρουσιάζουν ιδιομορφίες ως προς την εσωτερική διάταξη των νεκρών και των κτερισμάτων τους.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Νομαρχίας Ηλείας


Αρχαιολογικός χώρος Λεπρέου

ΛΕΠΡΕΟΝ (Αρχαία πόλη) ΗΛΕΙΑ
  Το αρχαίο Λέπρεο ήταν κτισμένο στα υψώματα του όρους Μίνθη, σε σημείο από όπου έλεγχε τους δρόμους που συνέδεαν την Ηλεία, τη Μεσσηνία και την Αρκαδία. Λόγω της στρατηγικής της θέσης διεδραμάτισε ηγετικό ρόλο ανάμεσα στις άλλες Τριφυλιακές πόλεις. Η ευημερία της πόλης οφειλόταν στην εύφορη κοιλάδα του Αιπασίου πεδίου στα δυτικά της, που αρδευόταν από άφθονες πηγές, το Θολοπόταμο και, κυρίως, από το μεγάλο ποτάμι Νέδα, που την εποχή εκείνη ήταν πλωτό. Στο σημερινό Κεφαλόβρυσο, στην πλατεία του χωριού, τοποθετείται κατά πάσα πιθανότητα, η ονομαστή πηγή της Αρήνης, από την οποία κυρίως πήγαζε ο Θολοπόταμος.
   Η ιστορία του Λεπρέου υπήρξε πολυτάραχη, χαρακτηρίζεται δε από τη συνεχή αντίσταση κατά της κυριαρχίας των Ηλείων, των οποίων υπήρξαν οι σκληρότεροι αντίπαλοι. Στη μάχη των Πλαταιών πήραν μέρος 200 Λεπρεάτες το όνομα των οποίων χαράχθηκε τιμής ένεκεν στη βάση του αγάλματος του Διός στην Ολυμπία και στο Δελφικό τρίποδα.
   Το 196 π.Χ. το Λέπρεο μαζί με τις άλλες τριφυλιακές πόλεις εντάσσεται στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, ενώ το 146 π.Χ. οι Ρωμαίοι το προσαρτούν και πάλι στην Ηλεία, που αποτελεί πλέον τμήμα της Ρωμαϊκής επαρχίας της Αχαϊας. Έκτοτε αρχίζει η παρακμή του Λεπρέου, που πιθανόν καταστράφηκε από βαρβαρικές επιδρομές κατά τον μεσαίωνα, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους του.   Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα γνωστά ανασκαφικά δεδομένα, φαίνεται ότι ο χώρος του Λεπρέου κατοικείτο ήδη στους νεολιθικούς χρόνους. Η αρχαιολογική έρευνα που έγινε από τον αρχαιολόγο κ. Κωνσταντίνο Ζάχο το 1981-82 στο λόφο του Αγίου Δημητρίου, στα ανατολικά του χωριού, αποκάλυψε μία σημαντική προϊστορική ακρόπολη, όπου εκτός από τα λείψανα οικισμού της ΠΕ ΙΙ περιόδου (2600-2000 π.Χ.), βρέθηκαν, στα κατώτερα στρώματα του εδάφους της, ίχνη νεολιθικής κατοίκησης με πλούσια χαρακτηριστική λεπτότεχνη αλλά και χονδροειδή κεραμική.
   Η αρχαία πόλη πρέπει να απλωνόταν σε επικλινή πλαγιά βορείως του σημερινού χωριού περιβαλλόμενη από τείχη των οποίων δεν σώζονται σήμερα παρά πενιχρά λείψανα. Η κλασική και ελληνιστική ακρόπολη υψώνεται περί τα 150μ. επάνω από το χωριό, με τείχη που έχουν τετράγωνους πύργους και σώζονται σε ύψος έως και 4μ.
   Μέσα στην ακρόπολη αποκαλύφθηκαν τα ερείπια ναού κλασικών χρόνων, που αποδίδεται στη θεά Δήμητρα. Είναι περίπτερος, δωρικού ρυθμού (διαστάσεων 11,98 x 21,69μ.), κατασκευασμένος από κογχυλιάτη λίθο με 6 x 11 κίονες στο πτερό. Ο προσανατολισμός του είναι από Β-Ν, ενώ σε μικρή απόσταση βόρεια του κρηπιδώματός του αποκαλύφθηκαν τα θεμέλια του βωμού, που ήταν κτισμένος από ορθογώνιους πωρόλιθους.
   Οι σωστικές ανασκαφές που έχουν γίνει κατά καιρούς στο Λέπρεο, έχουν αποκαλύψει πολλούς τάφους διαφόρων τύπων, που χρονολογούνται από τους αρχαϊκούς έως τους ρωμαϊκούς χρόνους.

Αρχαιολογικός χώρος Κάτω Σαμικού

ΣΑΜΙΚΟΝ (Αρχαία πόλη) ΗΛΕΙΑ
Τηλέφωνο: +30 26240 22529
  Στη δυτικότερη προς τη θάλασσα παραφυάδα των υψωμάτων της Σμέρνας, που στην αρχαιότητα ονομαζόταν Λάπιθον όρος, υπάρχουν τα οικοδομικά λείψανα της αρχαίας πόλεως Σαμίας, Σάμιου ή Σαμικού, που περιβάλλεται από οχυρωματικό πολυγωνικό τείχος, πιθανότατα μακεδονικών χρόνων. Ο περιτειχισμένος χώρος είναι τριγωνικός, μέγιστου μήκους περίπου 500μ. και μέσα σε αυτόν υπάρχουν αναλημματικοί τοίχοι, που συγκρατούν το επικλινές έδαφος. Προς τη θάλασσα πρέπει να βρισκόταν το "σαμιακόν Ποσείδιον" (Στράβων 8,346), το οποίο ήταν το σημαντικότερο ιερό στην περιοχή του Σαμικού. Ο Παυσανίας και ο Στράβων συμφωνούν στην ταύτιση της πόλης Σαμίας προς την ομηρική Ακρόπολη Αρήνη.
   Στους βόρειους πρόποδες του Λαπίθα, στη θέση "Κλειδί", πολύ κοντά στην αποξηρανθείσα λίμνη της Αγουλινίτσας, πάνω σε μικρό επίμηκες ύψωμα, αποκαλύφθηκαν λείψανα κυκλώπειου τείχους, καθώς νεκροταφείο τύμβων και ένας θολωτός τάφος, που χρονολογούνται στα τέλη της ΜΕ - ΥΕ Ι-ΙΙ Α έως και στην ΥΕ ΙΙΙ Γ εποχή.

ΦΙΓΑΛΕΙΑ (Αρχαία πόλη) ΗΛΕΙΑ

Αρχαίοι τάφοι

Μυκηναϊκό Νεκροταφείο Αγίας Τριάδας Ηλείας

ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ (Χωριό) ΗΛΕΙΑ
Τηλέφωνο: +30 27230 22448
  Στη ΒΑ Ηλεία, κοντά στα σύνορα των νομών Ηλείας και Αχαϊας και σε μικρή απόσταση ανατολικά του χωριού της Αγίας Τριάδας, έχει ερευνηθεί εκτεταμένο μυκηναϊκό νεκροταφείο θαλαμοειδών τάφων. Είναι λαξευμένοι στην κλιτύ του λοφίσκου και διατεταγμένοι σε σειρές, με προσανατολισμό Β-Ν και Α-Δ.
  Ερευνήθηκαν συνολικά πενήντα (50) τάφοι, οι οποίοι απέδοσαν σημαντικότατα ευρήματα. Βρέθηκαν περίπου πεντακόσια (500) αγγεία: ψευδόστομοι αμφορείς -που είναι και το πιο κοινό σχήμα- μεγάλοι δίωτοι και τετράωτοι αμφορείς, πιθαμφορίσκοι, αλάβαστρα, κύαθοι, πρόχοι, λήκυθοι, άωτα σφαιρικά αγγεία, πτηνόσχημα κ.ά., ενώ βρέθηκαν και δύο νέοι τύποι αγγείων.
  Στη διακόσμηση των αγγείων κυριαρχούν τα ημικύκλια, τα τρίγωνα, τα άνθη, οι κυματοειδείς γραμμές, οι ταινίες κ.ά. Τα εικονιστικά θέματα είναι λίγα. Το σημαντικότερο είναι η παράσταση πρόθεσης νεκρού, που διατηρήθηκε σε όστρακα κρατήρα και χρονολογείται στη μέση ΥΕ ΙΙΙ Γ περίοδο.
  Στα 1500 περίπου ανέρχονται και τα μικροευρήματα που προέρχονται από το νεκροταφείο. Τα σημαντικότερα είναι: δύο χάλκινες πόρπες, χάλκινες και οστέινες περόνες, ξυράφια, ένα χρυσό περίαπτο και ένα από ορεία κρύσταλλο, ένα χρυσό περιδέραιο, οκτακόσιες (800) περίπου χάντρες διαφόρων τύπων (από σάρδιο, φαγεντιανή και υαλόμαζα), δύο γραφίδες, δεκατρεις σφραγιδόλιθοι, οκτώ χάλκινα μαχαίρια, πέντε λόγχες δοράτων, αρκετοί οδόντες κάπρου από οδοντόφρακτα κράνη, ένα ξίφος, δύο χάλκινα αγγεία, λίθινη μήτρα κ.ά.
  Το νεκροταφείο της Αγίας Τριάδας χρονολογείται από την αρχή της ΥΕ ΙΙΙ Α έως και το τέλος της ΥΕ ΙΙΙ Γ περιόδου και αποτελεί μία από τις σημαντικότερες θέσεις στην Ηλεία.

  Σε ορεινή και δύσβατη θέση της ΒΑ.Ηλείας, μεταξύ των κοινοτήτων Πανόπουλου και Αγ. Τριάδας επισημάνθηκε ήδη από το Φεβρουάριο του 1988 εκτεταμένο νεκροταφείο, μυκηναϊκών θαλαμωτών τάφων. Η θέση ονομάζεται Παλιομπουκουβίνα (από το ομώνυμο χωριό το οποίο υπήρχε κάποτε εκεί και κατεστράφη, σύμφωνα με την προφορική παράδοση, από λοιμώδη νόσο), ενώ το τοπωνύμιο μαρτυρεί εγκατάσταση σλαβικών φύλων, καθώς Μπουκοβαρ στη σλαβονική ονομάζεται η δρύς. Η ανασκαφή ξεκίνησε από τον Ιανουάριο του 1990 έως το 1994 και επανελήφθη το πρώτο εξάμηνο του 1997. Συνολικά μέχρι το 1995 απεκαλύφθησαν 47 θαλαμωτοί τάφοι.
  Το νεκροταφείο, παρά τη δραστηριότητα των αρχαιοκαπήλων, απέδωσε πλούσια ευρήματα (περίπου τετρακόσια πενήντα ακέραια αγγεία και 1500 μικροευρήματα).
  Οι θαλαμωτοί τάφοι περιλάμβαναν πολλαπλές ταφές, διαφόρων χρονικών φάσεων της ύστατης Χαλκοκρατίας (1400 - 1100 π.Χ), όπως καταδεικνύεται και από τα συνανήκοντα κτερίσματα. Μόνο στον τάφο 36 είχε αποτεθεί ένας νεκρός, ενώ οι υπόλοιποι περιείχαν από τρείς έως εικοσιοκτώ ταφές, που ανήκαν σε γυναίκες, άνδρες και παιδιά, χωρίς την ύπαρξη κάποιου διαχωρισμού βάσει του φύλου ή της ηλικίας. Οι πρωταρχικές ταφές συνήθως γίνονταν είτε σε λάκκους είτε επί του δαπέδου. Σε κάθε λάκκο απετίθετο ένας μόνον νεκρός, συνήθως σε έντονα συνεσταλμένη στάση και ακολουθώντας τον προσανατολισμό ολόκληρου του μνημείου. Οι ανακομιδές τοποθετούνταν και πάλι είτε σε λάκκους ή οι παλαιότερες ταφές παραμερίζονταν στην περιφέρεια του θαλάμου σχηματίζοντας σωρούς, χωρίς να λαμβάνεται οποιαδήποτε πρόνοια ή να επιδεικνύεται κάποια μορφή σεβασμού για τους προγενέστερους ενταφιασμούς. Τα μεγάλα αγγεία πιθανόν να καλύπτονταν με κάποιο είδος υφάσματος, προφανώς για να προστατευθεί το περιεχόμενό τους. Κάθε ταφικό μνημείο μάλλον ανήκε σε μία οικογένεια ή γένος και τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούσαν και οι διπλοί θάλαμοι. Όταν δηλαδή ο κύριος θάλαμος ήταν πλήρης ταφών, η ιδιοκτήτρια οικογένεια κατασκεύαζε στο οπίσθιο τοίχωμα έναν άλλο, προκειμένου να ενταφιάσει τα υπόλοιπα μέλη της.
  Σε μία περίπτωση μπροστά στον τάφο είχε τοποθετηθεί μεγάλος κρατήρας, σε ειδικά διαμορφωμένη εσοχή, έχοντας ρόλο σήματος. Πολύτιμες πληροφορίες για τα έθιμα ταφής μας παρέχουν επτά όστρακα κρατήρα από τον δρόμο του θαλαμωτού τάφου 5. Εικονίζουν μία παράσταση πρόθεσης , η οποία τόσο θεματολογικά όσο και τεχνοτροπικά συνδέεται με τις δημοφιλείς αντίστοιχες παραστάσεις γεωμετρικών χρόνων. Ο νεκρός ετοποθετείτο πάνω σε ένα είδος κλίνης - φορείου, οι δε συγγενείς, παρουσία και των κατοικιδίων ζώων της οικογένειας, θρηνούσαν την απώλεια του προσφιλούς προσώπου.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Νομαρχίας Ηλείας


Μυκηναϊκοί Τάφοι

ΔΑΦΝΗ (Χωριό) ΑΜΑΛΙΑΔΑ
  Στη Δάφνη, στη θέση Λακκαθέλα, συνεχίστηκε η ανασκαφή του μυκηναϊκού νεκροταφείου, το οποίο είχε εντοπιστεί από τον περασμένο χρόνο. Ανασκάφηκαν έξι ακόμη θαλαμωτοί μυκηναϊκοί τάφοι, συμπληρώνοντας έτσι τον αριθμό των δώδεκα ανασκαμμένων έως σήμερα στη θέση αυτή. Οι τάφοι ήταν ασύλητοι και απέδωσαν πλούσια ευρήματα σε κεραμική, οπλισμό και κοσμήματα από ημιπολύτιμους λίθους και υαλόμαζα. Στον Κλαδέο, στη θέση Τρύπες, η μεγάλη πυρκαγιά που αποτέφρωσε φέτος εκτεταμένες δασικές εκτάσεις στην Ηλεία, έφερε στο φως πέντε τάφους στο γνωστό μυκηναϊκό νεκροταφείο, όπου στο παρελθόν είχαν ήδη ανασκαφεί άλλοι έξι. Τα κτερίσματα των τάφων υπήρξαν πολύ πλούσια κυρίως σε κεραμική (βρέθηκαν πάνω από 100 αγγεία σε άριστη διατήρηση), από την οποία ξεχώρισαν μερικά πρωτότυπα σε σχήματα και διακόσμηση ενώ δεν έλειψαν και τα μικροευρήματα, όπως χάνδρες, σφονδύλια, μία χάλκινη πόρπη κ.ά.
  Το αρχαίο νεκροταφείο δεν είναι οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος ώστε να θεωρείται επισκέψιμος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Νοέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Αμαλιάδος


Τρείς θολωτοί τάφοι Κακόβατου

ΚΑΚΟΒΑΤΟΣ (Χωριό) ΖΑΧΑΡΩ
Στον Κακόβατο, κοντά σε μυκηναϊκό οικισμό, έχουν βρεθεί τρεις θολωτοί τάφοι.

ΣΚΙΛΛΟΥΝΤΙΑ (Χωριό) ΗΛΕΙΑ
  Βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το σημερινό χωριό Σκιλλουντία της Ηλείας και απέχει 6 χλμ. από τα Κρέστενα. Οι ανασκαφές οι οποίες έχουν γίνει στην περιοχή έφεραν στο φώς αρχικά ένα νεκροταφείο, στο οποίο ανασκάφτηκαν 13 κιβωτιόσχημοι τάφοι κλασικών χρόνων.
  Εξαιρετικά σημαντική ήταν η αποκάλυψη των ερειπίων δωρικού, περίπτερου ναού του 390 π.Χ.. Η κρηπίδα και η θεμελίωση έγιναν από κογχυλιάτη λίθο, ενώ ο υπόλοιπος ναός ( οροφή και διακόσμηση ) από μάρμαρο. Εντός των αετωμάτων απεικονίζονταν σκηνές Αμαζονομαχίας και Γιγαντομαχίας. Ο ναός ίσως ήταν κτισμένος από τον Ξενοφώντα και αφιερωμένος στην Αρτεμη ή στην Αθηνά. Αργότερα βρέθηκε ένα ακόμη υστεροκλασσικό νεκροταφείο. Η περιοχή όλη ονομαζόταν κατά την αρχαιότητα Σκιλλουντία.
 Στην ευρύτερη σημερινή περιοχή Μακρισίων έχουν ανακαλυφθεί και μνημεία μυκηναϊκών χρόνων. Συγκεκριμένα έχει ανασκαφεί ένας τύμβος στο λόφο του Προφήτη Ηλία Μακρισίων και αρκετοί θαλαμωτοί τάφοι, με πληθώρα ευρημάτων (στη θέση Κανιά Μακρισίων και στα Διάσελλα).

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Νομαρχίας Ηλείας


Μυκηναϊκοί οικισμοί

Αρχαιολογικός χώρος του Κακοβάτου

ΚΑΚΟΒΑΤΟΣ (Χωριό) ΖΑΧΑΡΩ
  Σημαντική μυκηναϊκή θέση αποτελεί ο αρχαιολογικός χώρος του Κακοβάτου. Εκεί ανεσκάφησαν τρεις θαλαμωτοί τάφοι και ένας οχυρωμένος οικισμός.
  Βρίσκονται τέσσερα χιλιόμετρα βορειοανατολικά της σημερινής, ομώνυμης κοινότητος. Εχουν κατασκευασθεί στην κορυφή και την κλιτύ ενός λοφίσκου από τον οποίο μπορεί κανείς να κατοπτεύσει όλη την πεδιάδα της Ζαχάρως. Η ανασκαφή διεξήχθη στις αρχές του αιώνα (1907-1908) από τον W.Doerpfeld. Οι τάφοι βρέθηκαν συλημένοι και κατεστραμμένοι από τους κατοίκους, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν τους λίθους των θόλων για την παραγωγή ασβέστη. Οι κάτοικοι ονόμαζαν και αποκαλούν ακόμη και σήμερα την περιοχή, "Μάρμαρα" .Και οι τρείς τάφοι είναι επιβλητικοί, μεγάλων διαστάσεων και μπορούν να συγκριθούν με αργολικά και μεσσηνιακά ανάλογα (τάφοι Ατρέα, Αιγίσθου, Περιστεριάς). Παρά τη σύληση και την εκτεταμένη καταστροφή τους βρέθηκαν αρκετά αντικείμενα το οποία πιστοποιούν τη δύναμη, τον πλούτο και την ευημερία των κατοίκων της εποχής.
  Συγκεκριμένα:
•Αμφορείς μεγάλων διαστάσεων με διακόσμηση με θέματα από το θαλάσσιο ή φυτικό κόσμο (αργοναύτες, χταπόδια, άνθη παπύρου, φύλλα κισσού), επηρεασμένοι από την μινωική Κρήτη.
•Χάλκινα ξίφη, χτένια και δισκάρια από ελαφαντόδοντο, χρυσά αντικείμενα, λίθινα αγγεία.
•Ψήφοι από κεχριμπάρι που εισαγόταν από τη μακρινή Βαλτική.
Ο οικισμός ήταν οχυρωμένος με ισχυρό τείχος. Εντός του υπήρχαν πολλές οικίες και ένα κτίριο μεγάλων διαστάσεων και βιοτεχνικού - αποθηκευτικού χαρακτήρα, καθώς βρέθηκαν εκεί αναρίθμητα πιθάρια, πολλά από τα οποία περιείχαν αποξηραμένους καρπούς.
Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με τους στίχους της Οδύσσειας οδήγησαν τον Γερμανό αρχαιολόγο να πιστέψει ότι η Πύλος του Νέστορα είχε κτισθεί εκεί.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Νομαρχίας Ηλείας


Προϊστορικοί οικισμοί

Μεσοελλαδικός οικισμός

ΣΚΙΛΛΟΥΣ (Αρχαία πόλη) ΗΛΕΙΑ
  Πόλη της Τριφυλίας, η οποία απέχει 3.5 χλμ. από την Ολυμπία και τοποθετείται στα νότια αυτής . Οι ανασκαφές που έχουν διενεργηθεί στην περιοχή του Προφήτη Ηλία Μακρισίων, έδειξαν ότι είχε ιδρυθεί ένας οικισμός ήδη από τους μεσοελλαδικούς χρόνους, που με τη σειρά του επεκτάθηκε στα βόρεια της προϊστορικής εγκατάστασης, κατά την ιστορική περίοδο. Ο Σκίλλους κατά τον 7ο - 6ο αιών. π.Χ. υπήρξε φίλος των Πισατών, γεγονός που αρκούσε για να καταστραφεί η πόλη το 572 π.Χ. από τους Ηλείους. Γύρω στο 400 π.Χ. κυριάρχησαν οι Σπαρτιάτες, οι οποίοι στη συνέχεια παραχώρησαν στον Ξενοφώντα ένα αρκετά μεγάλο τμήμα της. Ακολούθως ο Ξενοφών εγκαταστάθηκε εκεί και ίδρυσε το Ναό της Αρτέμιδος. Η θεά, όπως είναι γνωστό, ήταν προστάτης του κυνηγιού. Ο Αθηναίος ιστορικός περιγράφει θηρευτικές σκηνές στους καταπράσινους τριφυλλιακούς λοφίσκους. Ο ίδιος, οι γιοί του και οι καλεσμένοι τους έφθαναν κυνηγώντας αγριόχοιρους και ελάφια μέχρι τη Φολόη.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Νομαρχίας Ηλείας


Σελίδες επίσημες

Κομποθέκρα

ΖΑΧΑΡΩ (Δήμος) ΗΛΕΙΑ
Στο χωριό Λάπιθο, βόρεια του χωριού Κομποθέκρα, στη θέση Ψιλολιθάρια (σε ύψος 755μ). Υπάρχουν ερείπια ιερού και του Λιμνάτιδος, Αρτέμιδος και ενός άλλου μικρότερων διαστάσεων. Ο ναός της Αρτέμιδος, δωρικός περίπτερος, είναι του 5ου αι.π.Χ. Τα κινητά ευρήματα που έχουν κατά καιρούς βρεθεί στον χώρο αυτό είναι Γ (;) και Α μέχρι Ρ εποχής. Στο χωριό αυτό φθάνουμε όταν ξεκινώντας από την κωμόπολη Ζαχάρω, ακολουθήσουμε την επαρχιακή οδό προς το εσωτερικό της επαρχίας (χωματόδρομος καλά διατηρούμενος) και αφού διατρέξουμε 2 περίπου χιλιόμετρα, στρίψουμε αριστερά και περάσουμε το χείμαρρο που φέρνει το όνομα Μπουκαρίνο 2 χιλιόμετρα ακόμα μετά από τον χείμαρρο αυτόν φθάνουμε στο προαναφερόμενο χωριό. Από κει με ατραπό δύσβατο οδηγούμεθα στα βορεινά του χωριού, όπου βρίσκονται τα ερείπια του Ναού της Αρτέμιδος.

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2005 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του Δήμου Ζαχάρως


Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ