Η Κερασιά είναι από τα πιο όμορφα χωριά της περιοχής,των Αγράφων .
Είναι πυκνοκτισμένη πάνω σε βράχο έχοντας πανοραμική θέα, προς το
Θεσσαλικό
κάμπο και την πανέμορφη
Λίμνη
Πλαστήρα. Β. Δυτικά και Νότια περιβάλλεται από ελατοδάσος, ενώ στα Ανατολικά
της, βρίσκεται καλλιεργήσιμη έκταση, γεμάτη οπορωφόρα δένδρα και ειδικά κερασιά,
όπου ωφείλει και το ονομά της. Εχει έκταση 12.000 στρέμματα από τα οποία, τα μισά
περίπου καλλιεργούνται, ενώ τα υπόλοιπα καλύπτονται από βελανιδιές και έλατα.
Ο οικισμός έχει υψόμετρο 950 μέτρα και σύμφωνα με την απογραφή του 1991 κατοικείται
από 528 κατοίκους.
Η ιστορία του Χωριού μας πηγαίνει πολλούς αιώνες πίσω, σύμφωνα με
ευρήματα συχωριανών μας και την εξέτασή των από ειδικούς αρχαιολόγους. Κατά την
ιστορική του διαδρομή δεν άλλαξε ποτέ όνομα, ούτε την εποχή της Τουρκοκρατίας.
Το 1605 γνώρισε την μεγαλύτερη καταστροφή από τον κατακτητή, κάηκε ολοσχερώς.
Εκτιμάται ότι ο πρώτος οικισμός εμφανίζεται προ των Αλεξανδρινών χρόνων, αν και
από τους χρόνους αυτούς και μέχρι το 1200 περίπου η ιστορία του χωριού παραμένει
άγνωστη, αφού δεν υπάρχουν εκείνες οι πηγές που θα μας φέρουν στο φως κάποια στοιχεία.
Λέγεται ότι το 1200 - 16 ότι καταστράφηκε το Χωριό και ότι τα χρόνια αυτά ήταν
τα πιο ανθηρά κεφαλοχώρια, αφού έφτασε να κατοικείται από 2000 περίπου κατοίκους.
Την περίοδο αυτή οι κάτοικοι ασχολούνταν με τα υφαντά σε μεγάλο βαθμό,σε
εργαστήρια προβιομηχανικής μορφής, όπως νερόμυλοι , υδροτριβεία, νεροπρίονα ,
μαντάνια, κεραμιδαριά, και σιδηρουργεία που κατασκεύαζαν αγροτικά εργαλεία και
κλειδαριές. Ενα μέρος των κατοίκων ασχολούνταν με την καλλιέργεια μεταξοσκώληκα,
έχοντας δημιουργήσει εμπορικό δρόμο προς Φανάρι και τα Τρίκαλα. Αξίζει να αναφέρουμε
ότι πειραματικά καλλιέργησαν Βαμβάκι και Λινάρι για την κάλυψη των αναγκών της
υφαντουργίας τους.
Η άνθιση της οικονομίας έφερε και τον εξωραισμό των κατοικιών τους
. Ετσι βλέπουμε κατοικίες δυόροφες κτισμένες με πελεκητές πέτρες της περιοχής,
που στη άνω δεξιά τους γωνία φέρουν την ημερομηνία κτήσης τους, και την μορφή
του ιδιοκτήτη τους, τέτοιες μορφές σώζονται και σήμερα. Η ανάπτυξή της σταματά
απότομα το 1600 περίπου, οπότε το χωριό μας καίγεται και καταστρέφεται ολοσχερώς,
από τον τότε Πασά της Λάρισας εκστρατεύοντας προς την Αρτα, ως αντίποινα των απωλειών
του από τους χωριανούς μας. Από την καταλυτική αυτή ημερομηνία και μέχρι το 1700
περίπου οι Κερασιώτες αναγκάζονται να διασκορπισθούν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα,
λέγεται ότι φτάσανε και υπάρχουν και μέχρι τις ημέρες μας με το επώνυμο Χατζίδης
στο Φανάρι της Κωνσταντινούπολης.
Περνά όμως έτσι μια περίοδος παρακμής και αργότερα και με την βοήθεια
των κλεφταρματωλών, όπως του Καπετάν Σταμούλη αρχίζει να ξαναδημιουργείται το
χωριό, αλλά μια νέα εκστρατεία των τούρκων το 1797 αναγκάζει τους λιγοστούς κατοίκους
του, να μεταφερθούν μέσα στο δάσος στη θέση Παλαιοχώρι, όπου και σώζονται ακόμη
μερικά κτίσματα. Μετά την παρέλευση ετών άρχισε να ξανακτίζεται στο σημείο όπου
βρίσκεται τώρα, χωρίς όμως ποτέ μέχρι σήμερα να αποκτήσει την παλαιά του αίγλη.
Κατά το έτος 1908 ο πληθυσμός του Χωριού μας ανέρχεται σε 200 οικογένειες.
Την περίοδο αυτή έχουμε και την πρώτη μαζική μετανάστευση προς τις Η.Π.Α περί
των 30 ατόμων. Στους Βαλκανικούς Πολέμους, καθώς και στη Μικρά Ασία πολλά παλικάρια
του χωριού μας βρίσκονται στην πρώτη γραμμή όπως και στο πλευρό του συντοπίτη
Μαύρου Καβαλάρη. Η τρίτη κατά σειρά καταστροφική εποχή για την Κερασιά μας έρχεται
με τον εμφύλιο πόλεμο. Από το 1945 έως και το 1949 περίπου 30 παλικάρια χάνονται
εκατέρωθεν, ριζώνοντας μεταξύ των οικογενειών του χωριού μας, ένα αδυσώπητο μίσος
κάνοντας πολλούς να πάρουν το δρόμο της ξενιτιάς για τις ελληνικές μεγαλουπόλεις
και τη Γερμανία. Η μετανάστευση αυτή συνεχίζεται μέχρι και σήμερα με αποτέλεσμα
το Δημοτικό μας σχολείο, που το 1960 αριθμούσε 120 παιδιά σήμερα να είναι κλειστό.
Οι Κερασιώτες μετανάστες οργανώθηκαν σε Συλλόγους και σήμερα δραστηριοποιούνται
στην
Αθήνα, το
Βόλο
και την
Καρδίτσα. Η δραστηριότητα
που αναπτύσουν στις έδρες τους είναι αξιέπαινη ενώ συγχρόνως προσφέρουν και στα
πολιτιστικά του χωριού, σε εκδηλώσεις, στο πανηγύρι, στο Αντάμωμα που γίνεται
κάθε τρία χρόνια.