Πάνω σε ένα χαμηλό λόφο που δεσπόζει στην αργολική πεδιάδα και κοντά στον αργολικό κόλπο βρίσκονταν οι πολύχρυσες Μυκήνες, το προπύργιο του μυκηναϊκού πολιτισμού που κάποτε είχε εξαπλωθεί σε όλη την ανατολική Μεσόγειο, προετοιμάζοντας το έδαφος για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Το θρυλικό βασίλειο του μυθικού Αγαμέμνονα απαθανατίστηκε στα ομηρικά έπη, που για πάνω από τρεις χιλιετίες άφησαν την ανεξίτηλη σφραγίδα τους στην τέχνη και τη λογοτεχνία της Ευρώπης.
Ο μυκηναϊκός πολιτισμός αναπτύχθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (16ος-12ος αι. π.Χ.), ως αποτέλεσμα και φυσική συνέχεια των πολιτιστικών ζυμώσεων μεταξύ του ηπειρωτικού ελλαδικού κορμού και της μινωικής ανακτορικής Κρήτης. Για τους πρώτους αιώνες του μυκηναϊκού πολιτισμού, το 16ο και 15ο, οι γνώσεις μας προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από τους τάφους, και κυρίως από το ιδιαίτερα σημαντικό νεκροταφείο των λακκοειδών τάφων στη νότια κλιτύ του λόφου των Μυκηνών: τον παλαιότερο Ταφικό Κύκλο Β του 17ου αιώνα και το νεότερο Ταφικό Κύκλο Α του 16ου αιώνα, που έκρυβαν έναν θησαυρό ευρημάτων.
Στο απόγειό του φτάνει ο μυκηναϊκός πολιτισμός στην περίοδο 1400-1120 π.Χ., την περίοδο του ανακτορικού συστήματος και των μεγάλης κλίμακας κατασκευών, που τα επιβλητικά τους ερείπια προκαλούν ακόμη και σήμερα δέος και θαυμασμό. Τότε ανεγείρονται οι απόρθητες ακροπόλεις με τα κυκλώπεια τείχη, οι τεράστιοι ογκόλιθοι των οποίων ενέπνευσαν στους μεταγενέστερους τη δοξασία για τις υπεράνθρωπες κατασκευές, έργα των μυθικών Κυκλώπων. Γύρω στο 1400 π.Χ. εμφανίζονται και οι μνημειακοί τύποι τάφων, οι θαλαμωτοί για ομαδικές, οικογενειακές ταφές και οι περίφημοι θολωτοί τάφοι για τις βασιλικές δυναστείες: ο Τάφος του Αιγίσθου, της Κλυταιμνήστρας και ο Θησαυρός του Ατρέα.
Το ανάκτορο καταλάμβανε την κορυφή του λόφου. Με πυρήνα του το μέγαρο, την έδρα του μυκηναίου άνακτα, και περιστοιχιζόμενο από ένα σύνθετο ιστό κτισμάτων αποτελούσε το κέντρο της διοικητικής, οικονομικής και θρησκευτικής δραστηριότητας. Εδώ βρέθηκαν και οι πινακίδες της Γραμμικής Β΄ γραφής, που η αποκρυπτογράφησή της αποκάλυψε την πρωιμότερη γνωστή μορφή της ελληνικής γλώσσας. Η εικόνα του ανακτορικού συστήματος των Μυκηνών και των άλλων κέντρων της εποχής είναι αυτή μιας συγκεντρωτικής και ιεραρχικής διοίκησης γύρω από τον ηγεμόνα. Ενώ οι μινωικές τοιχογραφίες καθρεφτίζουν ειδυλλιακά τοπία και ανέφελες σκηνές της καθημερινής ζωής, η μυκηναϊκή τέχνη είναι πλούσια σε παραστάσεις κυνηγιών και μαχών. Η μινωική Κρήτη συνδέθηκε με το μύθο της Ατλαντίδας, η μυκηναϊκή Ελλάδα με τον Τρωικό Πόλεμο.
Στα τέλη του 12ου αι. π.Χ. τα μυκηναϊκά ανάκτορα καταστρέφονται και μαζί τους καταρρέει το οικοδόμημα του μυκηναϊκού πολιτισμού. Από τις μνήμες του οι αρχαίοι Έλληνες έπλασαν τους μύθους των ηρώων, που χάρη στον Όμηρο και την αρχαία τραγωδία πέρασαν στην αθανασία. Οι άλλοτε πανίσχυρες μυκηναϊκές ακροπόλεις δεν άργησαν να μετατραπούν σε τόπους λατρείας· έτσι, στις Μυκήνες ιδρύθηκε ιερό της θεάς Ήρας. Το 2ο μεταχριστιανικό αιώνα ο περιηγητής Παυσανίας δεν αντίκρισε παρά τα ερείπια ενός εγκαταλελειμμένου χώρου. Τις πολύχρυσες Μυκήνες του Ομήρου ξαναέφερε στο φως ο Ερρίκος Σλήμαν, όταν το 1876 ξεκίνησε τις περίφημες ανασκαφές του.