Χτισμένη στους πρόποδες της οροσειράς του Μοράβα σε υψόμετρο 610 μέτρα,
η Κορυτσά είναι η σπουδαιότερη πόλη της Ν. Α. Αλβανίας. Είναι μία ενδιαφέρουσα,
ιστορική, σχετικά νέα πόλη, με πλούσια παράδοση και ενδιαφέροντα μνημεία από την
Οθωμανική περίοδο, συμπεριλαμβανομένου του πιο ονομαστού τζαμιού της Αλβανίας.
Το κλίμα της περιοχής είναι υγιεινό, το νερό επαρκεί και ευνοούνται οι αγροκαλλιέργειες.
Παρόλο που η Κορυτσά υπήρξε ο κύριος πυρήνας της Εθνικοαπελεθευρωτικής
Κίνησης της Αλβανίας, ο πληθυσμός της πόλης όπως και της ευρύτερης περιοχής είναι
ανάμεικτος από Ελληνες, Βλάχους και Σλαβόφωνους. Σε αρκετά από τα γύρω χωριά υπάρχουν
Ορθόδοξες εκκλησίες με σπουδαίο ιστορικό, καλλιτεχνικό και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον.
Τα κοντινά ανθρακωρυχεία στην Drenova λειτουργούν από την εποχή της Οθωμανικής
αυτοκρατορίας και είναι μεγάλης οικονομικής σημασίας. Τα τελευταία χρόνια, η περιοχή
έχει υποστεί έντονη μετανάστευση προς την Ελλάδα σε αναζήτηση δουλειάς και παρά
το γεγονός ότι η τοπική οικονομία έχει βελτιωθεί κάπως, εξακολουθούν να υπάρχουν
πολλές δυσκολίες. Ιστορικά στοιχεία και αρχαιολογικά ευρήματα της πρώιμης νεολιθικής
περιόδου, μαρτυρούν μια ιστορική πορεία 6.000 χρόνων. Η Εποχή του Χαλκού διήρκησε
από το 3000 π.Χ. έως το 2.100 π.Χ. και η περιοχή είδε σημαντικές προόδους μέχρι
το 1.000 π.Χ. Την εποχή του Σιδήρου οι πολιτιστικές επιρροές από την Ελλάδα έγιναν
πολύ ισχυρές. Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός αρχαιολογικών σημείων όπου δεν έχουν
γίνει ακόμα ανασκαφές, αλλά πιστεύεται ότι είναι της ίδιας περιόδου με τον Μυκηναϊκό
Πολιτισμό της Αρχαίας Ελλάδας. Κατά τους βυζαντινούς χρόνους, η περιοχή παίζει
σπουδαίο ρόλο και η πρώτη Χριστιανική εκκλησία χτίζεται το 898.
Η σύγχρονη πόλη χρονολογείται από τα τέλη του 15ου αιώνα, όταν ο Illjaz
Hoxha, κάτω από τις διαταγές του Σουλτάνου Mehmet II, έχτισε την Κορυτσά. Η Οθωμανική
κατοχή ξεκινά το 1440, κατά την οποία η πόλη με 16 χάνια, γίνεται σημαντικός σταθμός
για τα τουρκικά καραβάνια.
Ετσι, την περίοδο μεταξύ του 17ου και του 19ου αιώνα αναπτύσσεται
ιδιαίτερα και εξελίσσεται σε εμπορικό κέντρο. Το 1887 δημιουργείται η πρώτη Αλβανική
Σχολή που λειτουργεί μέχρι το 1902.
Το κτίριο αυτό σήμερα στεγάζει το μουσείο της πόλης. Η περιοχή υπέφερε κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους με πολλές απώλειες σε κτίρια και πληθυσμό. Η Κορυτσά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα υπήρξε το κέντρο του Εθνικοαπελεθευρωτικού Αγώνα της Αλβανίας.
Κατά την περίοδο 1920-1939 υπήρξε σπουδαίο Οικονομικό και Πολιτιστικό
Κέντρο.
Κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου η περιοχή ήταν υπό
κατοχής της Αυστρο-Ουγγαρίας, και μετά από τα Γαλλικά στρατεύματα (1916). Η Γαλλική
κατοχή τελείωσε στα 1920 αλλά η πολιτιστική επιρροή συνεχίστηκε, με το Κόρτσα
Γαλλικό Λύκειο, το οποίο έπαιζε διαμορφωτικό ρόλο στη ζωή του κομμουνιστή δικτάτορα
Ενβερ Χόντζα.
Κατά την διάρκεια του 1930 το εργατικό κίνημα αναπτύχθηκε δυναμικά
στην πόλη και το μυστικό τμήμα των κουμμουνιστών της Κορυτσάς (μερικοί από τους
οποίους ήταν εθνικιστές Γιουγκοσλάβοι) έγινε ο πυρήνας του Αλβανικού Εργατικού
κινήματος, κάτω από την ηγεσία του Αλβανού Κομματάρχη πράκτορα Αλί Κελμεντι. Στα
1936 μια διαδήλωση ανέργων καταστάλθηκε δυναμικά από την αστυνομία του Ζογκιστ
και η φιλελεύθερη εφημερίδα της Κόρτσα ΜΠ'ΟΤΑ ΕΡΕ έκλεισε από την κυβέρνηση.
Η περιοχή της Κορυτσάς πλήγηκε από τα Ιταλικά επιθετικά στρατεύματα και τις Ελληνικές αμυντικές δυνάμεις στα 1940-41, με σοβαρές απώλειες και από τις δύο πλευρές. Στο πόλεμο η πόλη ήταν ένα πολύ δυνατό κέντρο του ανταρτικού κινήματος και της αντίστασης στην Συμμαχική κατοχή, και μια διαδήλωση ενάντια στην κατοχή καταστάλθηκε από τα Γερμανικά στρατεύματα στα 1943. Η πόλη ήταν ο προμαχώνας της λαϊκής υποστήριξης του κουμμουνισμού για πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο. Η ήδη υπάρχουσα επιπλοποϊα, βιομηχανίες χαλιών και καπνού συμπληρώθηκαν από την κατασκευή ενός τεράστιου σταθμού γαιάνθρακα και μηχανολογικών εργοστασίων. Η γύρω-γύρω τοπική επαρχία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στη χώρα, μετά τη Σκόρδα, και καταλαμβάνει περίπου το 8% της χώρας με 188 χωριά και τρεις πόλεις. Πριν από τον πόλεμο μεγάλο μέρος της περιοχής ήταν βαλτώδες. Στην αποξηραμένη γη η γεωργία συγκεντρώθηκε στην παραγωγή σπόρων, καπνού και ζαχαρότευτλου. Ο ορθόδοξος Καθεδρικός ναός ήταν ένα σημαντικό ιστορικό κτήριο το οποίο καταστράφηκε τελείως από τους στρατιώτες του Ενβερ στα 1968.
Το κείμενο παρατίθεται τον Απρίλιο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο της Νομαρχιακής
Αυτοδιοίκησης Καστοριάς.