Το Καλοχώρι αμιγής προσφυγικός οικισμός, ο οποίος δημιουργήθηκε στη
μέχρι τότε ακατοίκητη περιοχή της Κασκάρκας. Από τους εποίκους του Καλοχωρίου
οι περισσότεροι προέρχονταν από την Ανατολική Θράκη, ενώ μερικοί κατάγονταν από
το χωριό της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Από τους Ανατολικοθρακιώτες πρόσφυγες του Καλοχωρίου, 83 οικογένειες
κατάγονταν από το Γιουβαλί, 35 οικογένειες από το Μεγάλο Ζαλούφο, 14 οικογένειες
από την
Ανδριανούπολη
και 8 οικογένειες κατάγονταν από τη
Βιζύη.
Οι πρόσφυγες του Μεγάλου Ζάλουφου κατάγονταν από το χωριό Κολωνία της Β. Ηπείρου,
απ' όπου μετώκησαν οι πρόγονοί τους περί το 16ο αιώνα, με διαταγή του σουλτάνου
Σελίμ Β, για να κατασκευάσουν το περίφημο τέμενος "Σελιμιέ" της Ανδριανούπολης
(1567-1574), που υπήρξε έργο του περιώνυμου Χριστιανού αρχιτέκτονα Σινάν.
Η πρώτη ονομασία του Καλοχωρίου ήταν "Κασκάρκα". Η λέξη
αυτή σημαίνει "κεφάλι σε σχήμα τόξου", έλκει δε την προέλευσή της από
τη χήνα, που το κεφάλι της έχει σχήμα τόξου. Η ονομασία Κασκάρκα προσδόθηκε στη
συγκεκριμένη περιοχή από τις πολλές αγριόχηνες, που υπήρχαν σ' αυτήν, καθώς και
στην ευρύτερη ελώδη περιοχή των εκβολών του Γαλλικού και του Αξιού. Την ύπαρξη
των αγριόχηνων αναφέρει και ο W. Leake, ο οποίος πέρασε από την Κασκάρκα στις
αρχές του 19ου αιώνα. Αξιοσημείωτο είναι, ότι νοτιοδυτικά του Καλοχωρίου υφίσταται
τοποθεσία με την ονομασία "Χηναρού".
Οι πρώτοι κάτοικοι, που εγκαταστάθηκαν μόνιμα το 1916 στην περιοχή
της Κασκάρκας, ήταν τρεις προσφυγικές οικογένειες. Το επόμενο έτος εγκαταστάθηκαν
στην ίδια περιοχή άλλες 25 προσφυγικές οικογένειες, που όλες συναπετέλεσαν τον
πρώτο πυρήνα του νεοϊδρυθέντα οικισμού, ο οποίος το 1920 αριθμούσε 238 κατοίκους.
Στην απογραφή του 1928 το Καλοχώρι είχε 1.005 κατοίκους, ενώ το 1940 αριθμούσε
1.373 κατοίκους.
Το 1919 η Κασκάρκα υπάχθηκε στην κοινότητα Τεκελί, από την οποία αποσπάσθηκε
το 1924. Το ίδιο έτος η Κασκάρκα μετονομάσθηκε σε Καλοχώρι και απετέλεσε έδρα
της ομώνυμης κοινότητας.
Κατά το μεσοπόλεμο η περιοχή του Καλοχωρίου ήταν ένας τόπος κατάφυτος
από αγριόχορτα, καλάμια, παπύρια και βρέζια. Ανάμεσα στα υδροχαρή αυτά φυτά διαβιούσαν
λύκοι, αλεπούδες, αγριογούρουνα, λαφιάτες και οχιές. Στην ευρύτερη περιοχή του
Γαλλικού υπήρχαν πολλά έλη, που ήταν απόρροια των πλημμυρικών νερών του ποταμού,
τα οποία μάλιστα κατέκλυζαν ενίοτε και τον οικισμό. Μετά το 1931 άρχισαν να υποχωρούν
τα νερά των ελωδών εκτάσεων, εξ αιτίας της διαμόρφωσης της κοίτης του Γαλλικού
και της δημιουργίας των αντιπλημμυρικών αναχωμάτων από την αμερικάνικη εταιρία
Foundation.
Τα σπίτια των πρώτων κατοίκων της Κασκάρκας ήταν αυτοσχέδιες καλύβες
από ξύλινους πασσάλους, κλαδιά, παπύρια και βρέζια. Το1924 η Ε.Α.Π. έκτισε τα
πρώτα προσφυγικά σπίτια του Καλοχωρίου και το 1930 θεμελιώθηκε το διώροφο κτίριο
του δημοτικού σχολείου, που μέχρι τότε στεγαζόταν δίπλα στο ναό του Αγίου Γεωργίου.
Σύμφωνα με αφηγήσεις παλαιοτέρων κατοίκων ο ναός αυτός ανηγέρθηκε το 1918 από
στρατιώτες, κατ' εντολή του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος είχε επισκεφθεί τότε
την Κασκάρκα. Δίπλα στο ναό του Αγίου Γεωργίου στεγαζόταν το τοπικό κοινοτικό
κατάστημα.
Οι Καλοχωρίτες διασκέδαζαν στο τοπικό πανηγύρι του Αγίου Γεωργίου,
τις αποκριές και την πρωτομαγιά. Την περίοδο των αποκριών όλοι σχεδόν οι κάτοικοι
του χωριού μεταμφιέζονταν και συναγωνίζονταν σε σκωπτική δεξιοτεχνία. Ιδιαίτερα
δημοφιλής ήταν τότε η αμφίεση "καμήλας", με την οποία ξεκίνησαν το 1937
οι Καλοχωρίτες από την πλατεία του χωριού τους, για να καταλήξουν στο Λευκό Πύργο,
όπου απέσπασαν τιμητικό έπαινο από το δήμαρχο Θεσσαλονίκης. Την πρωτομαγιά οι
Καλοχωρίτες μετέβαιναν ομαδικά για διασκέδαση στο αλσύλλιο "Καραγάτσια"
της Σίνδου. Μετά τα αντιπλημμυρικά έργα η Foundation δημιούργησε στις όχθες του
Γαλλικού δενδροστοιχίες από λεύκες ("δάνεια") και από τότε οι Καλοχωρίτες
γιόρταζαν την πρωτομαγιά δίπλα στα νερά του Γαλλικού και κάτω από τη σκιά των
λευκών.
Οι Καλοχωρίτες μετέβαιναν στη Θεσσαλονίκη συνήθως με τα κάρρα, που
κινούνταν επάνω σ'ένα κακοτράχαλο χωματόδρομο, ο οποίος γινόταν αδιάβατος με τις
πρώτες βροχές. Αρκετοί κάτοικοι του Καλοχωρίου μετέβαιναν με τα πόδια μέχρι το
Μπέχτσιναρ, απ' όπου έπαιρναν το ηλεκτροκίνητο τραμ, που τους μετέφερε στο κέντρο
της πόλης. Το οδόστρωμα του δρόμου, που ένωνε το Μπέχτσιναρ με την περιοχή Βαρδαρίου
ήταν στρωμένο με κυβόλιθους έχοντας στο μέσο του τη γραμμή του τραμ. Στη μία πλευρά
αυτού του δρόμου υπήρχε ο τοίχος της "ελευθέρας ζώνης" και στην άλλη
ένας σιδερένιος φράχτης, που έκλεινε την περιοχή του σιδηροδρομικού σταθμού με
τις χιλιάδες ράγες, τα αμέτρητα βαγόνια και τις πολλές αποθήκες.
Την περίοδο του μεσοπολέμου σημαντικά γεγονότα του Καλοχωρίου υπήρξαν
η πυρκαγιά που προκλήθηκε το 1932 από ατμοκίνητη πατόζα, οπότε κάηκαν όλες οι
θυμωνιές που υπήρχαν στ' αλώνια του χωριού, η μεγάλη ξηρασία του 1933, που ανάγκασε
τους Καλοχωρίτες ν'αναζητήσουν εργασία στα χωριά της
Ημαθίας
και η τρομακτική χιονοθύελλα της 11ης Φεβρουαρίου 1936, που πάγωσε ανθρώπους και
ζώα, ενώ παράλληλα ξήλωσε στέγες σπιτιών και δένδρα. Στα σημαντικά γεγονότα μπορεί
να καταγραφεί και η προσάραξη του θρυλικού θωρηκτού ΑΒΕΡΩΦ, τον Οκτώβριο του 1932,
στ'ανοιχτά του Καλοχωρίου. Ο θρυλικός "μπαρμπα Γιώργης", σημαιοστολισμένος
και με πλήρη φωτισμό, μετέφερε τότε στη Θεσσαλονίκη τον πρόεδρο της ελληνικής
δημοκρατίας Αλ. Ζαϊμη, για να παραστεί στις επετειακές εκδηλώσεις της απελευθέρωσής
της. Προφανώς από κακό χειρισμό του κυβερνήτη του το θωρηκτό προσάραξε στα αβαθή
της "Παλιομάνας" νοτιοδυτικά του Καλοχωρίου. Ο πρόεδρος παρελήφθη από
το καταδρομικό ΕΛΛΗ, ενώ το ΑΒΕΡΩΦ αποκολλήθηκε, μετά από επίμονες και αγωνιώδεις
προσπάθειες, αφού προηγουμένως άδειασε μεγάλο μέρος του φορτίου του.