Η Ελεούσα αποτελεί το Γ δημοτικό διαμέρισμα του
Δήμου
Χαλκηδόνας. Βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του Δήμου Χαλκηδόνας, δυτικά από
τον
Αξιό ποταμό.
Το χωριό δημιουργήθηκε την εποχή της τουρκοκρατίας και ο πληθυσμός
του αποτελούνταν αποκλειστικά από τουρκικές οικογένειες. Εκείνη την εποχή έφερε
το όνομα Δαούτσα. Το 1924 στα πλαίσια της συνθήκης ανταλλαγής πληθυσμών, οι τούρκοι
κάτοικοι εγκαταλείπουν το χωριό. Στον άδειο πλέον οικισμό, βρήκαν καταφύγιο έλληνες
πρόσφυγες από την ανατολική Θράκη και συγκεκριμένα από το Ντεβετζίκιοι της περιοχής
Μαλγάρων.
Το 1926 το όνομα του χωριού αλλάζεται από Δαούτσα, στο ελληνικό Ελεούσα.
Το όνομα αυτό επιλέχθηκε από τους κάτοικους του χωριού προς τιμή της Παναγίας.
Κατά μία εκδοχή, ήθελαν να τιμήσουν την Παναγία, για την βοήθειά της στις δύσκολες
στιγμές. Σύμφωνα, όμως, με μιαν άλλη εκδοχή, έμπνευση του ονόματος ήταν ένα βυζαντινό
μοναστήρι, του οποίου υπολείμματά βρέθηκαν κοντά στο χωριό και ήταν αφιερωμένο
στην Παναγία την Ελεούσα.
Παρόμοια με την ιστορία της Ελεούσας ήταν και αυτή του διπλανού χωριού
Μεντεσελί. Ηταν κι αυτό τουρκικό χωριό, το οποίο με την ανταλλαγή πληθυσμών κατοικήθηκε
από πρόσφυγες, που προέρχονταν από τη Μάδυτο της ανατολικής Θράκης. Αργότερα το
χωριό μετονομάστηκε σε Ελλη. Το 1930, όμως, εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους
του, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους εγκαταστάθηκαν στην Ελεούσα.
Η Ελεούσα, βρίσκεται πολύ κοντά στον Αξιό ποταμό, με αποτέλεσμα να
κινδυνεύει άμεσα από τις υπερχειλίσεις του ποταμού. Το 1926 συνέβη μία τέτοια
τεράστια πλημμύρα με καταστρεπτικά αποτελέσματα. Ετσι, άρχισε μια σειρά από αντιπλημμυρικά
και προστατευτικά έργα, τα οποία πραγματοποιήθηκαν από το 1925 έως το 1935. Τη
δεκαετία του '50 κατασκευάστηκε το μεγάλο φράγμα το Αξιού καθώς και ένα αρδευτικό
δίκτυο, που οδήγησε τα νερά του ποταμού στον κάμπο της Θεσσαλονίκης.
Η Ελεούσα κατά την απογραφή του 1991 αριθμούσε 537 κατοίκους. Στην
απογραφή του 2001 καταμετρήθηκαν 563 κάτοικοι. Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται
με την καλλιέργεια καλαμποκιού και βαμβακιού καθώς και με την κτηνοτροφία.