Ένα από τα κεφαλοχώρια του δήμου με σημαντική ιστορία και πλούσιες
παραδόσεις που συγκεντρώνονται από όλη την περιφέρεια στην οποία δεσπόζει. Απέχει
από το Αρκαλοχώρι περίπου εξίμιση χιλιόμετρα στον οδικό άξονα
Αρκαλοχώρι
-
Αγία Σεμνή - Πάρτι(η)ρα
συνεχίζοντας ευθεία μετά την Αγία Σεμνή το δρόμο προς Πάρτι(η)ρα -
Μπαδιά.
Στο χωριό που πρέπει να κατοικείται από τα αρχαιότατα χρόνια ίσως
σε κάποια κοντινή θέση έχουν βρεθεί κατά καιρούς σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα.
Στη θέση «Περιστεράς» έχει βρεθεί σαρκοφάγος νεολιθικών χρόνων, ενώ στον κεντρικό
δρόμο στην έξοδο του χωριού προς Μπαδιά διακρίνονται ακόμη τα ίχνη του προμινωικού
τάφου με τα σημαντικά κτερίσματα - αγγεία που βρέθηκε σε βάθος τεσσάρων μέτρων.
Τα αγγεία αυτά χαρακτηρίζουν ένα ξεχωριστό κεραμεικό ρυθμό τον λεγόμενο «ρυθμό
των Παρτήρων».
Στα βόρεια του χωριού πίσω από τους λόφους βρίσκονται σήμερα τα ερείπια
των Πάνω Παρτίρων, οικισμός που έχει εγκαταλειφτεί από τον περασμένο αιώνα, ενώ
ακόμη βορειότερα ο χωματόδρομος που ξεκινά από την είσοδο των Παρτίρων οδηγεί
προς το χωριό Μικρή Επισκοπή.
Τα πρώτα χρόνια της Βενετοκρατίας το χωριό αποτελούσε την έδρα πεζικού
φέουδου του φεουδάρχη Andrea Cauco. Αυτό φαίνεται από το πρώτο έγγραφο στο οποίο
μας παραδίδεται το όνομα του χωριού το 1388 και βρίσκεται στο Δουκικό αρχείο του
Χάντακα. Αργότερα όμως το χωριό περίπου στα μέσα του 15ου αιώνα θα πρέπει να κατοικήθηκε
από πιστούς της βενετσιάνικης εξουσίας ελεύθερους χωρικούς (contantini) αφού το
φέουδο του αποστάτη δημεύτηκε και διανεμήθηκε ως «αντίδωρο» της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας
σε όσους παρέμειναν πιστοί στην αρχή της.
Στην εποχή της Οθωμανοκρατίας το χωριό ήταν έδρα αγάδων και ισχυρών
γενιτσάρων. Εδώ θα πρέπει να ήταν η έδρα ενός από τους 18 γενιτσαρικών ορτάδων
της υπαίθρου με αρχηγό τον περίφημο Χουσεΐν Νταγασάνη που αναφέρεται να δρα σε
ολόκληρο το πρώτο μισό του 19ου αιώνα ως αρχηγός κρητομουσουλμανικού σώματος στρατού
που πολεμά λυσσαλέα εναντίον των Κρητικών στις επαναστάσεις των χρόνων αυτών.
Φυσικά αυτό έχει να κάνει με τα όσα «πάρτερναν» οι χριστιανοί, περνώντας από το
χωριό για το Χάνδακα, όπως διατηρεί η παράδοση, αλλά δεν σχετίζεται το όνομα του
χωριού το οποίο θα πρέπει να έχει αρχαιότατη την προέλευση. Στο όνομα Πάρτηρα
μπορεί κανείς να ανιχνεύσει πολλές ρίζες λέξεων. (Πάταρα, Πάρτα - πάρτη = (μέρος),
του Ρα, κ.τ.λ.).
Το χωριό σε ολόκληρη την Οθωμανοκρατία κατοικούνταν από σκληρούς τουρκοκρητικούς,
αλλά και χριστιανούς,. Στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα οι οθωμανοί εγκατέλειψαν
το χωριό αφού πούλησαν τις περιουσίες τους σε κρητικούς που κατέβηκαν από το Λασήθι
και το
Μοχό κυρίως, αλλά
και από άλλα χωριά και περιοχές.
Στα νεότερα χρόνια το χωριό έχει προσφέρει πολλά στους εθνικούς αγώνες.
Νεκρούς, τραυματίες, εξόριστους, δολοφονημένους, αλλά και αποφασιστικούς αγωνιστές
έχει να επιδείξει σε ολόκληρη την ιστορική του πορεία.