Strume. A town on the S. coast of Thrace, a little to the W. of Mesembria, between
which and Stryme flowed the small river Lissus, which the army of Xerxes is said
to have drunk dry. (Herod. vii. 108.) Stryme was a colony of Thasos; but disputes
seem to have arisen respecting it between the Thasii and the people of the neighbouring
city of Maroneia. (Philip. ap. Demos. p. 163, R.)
Tα εθνικά παραδίδονται ως Στρυμηνός, Στρυμήσιος, Στρυμαίος. Πρβλ. επίσης το παράγωγο
Στρυμαϊκός
Aκριβής θέση: Nομός Pοδόπης, επαρχία Σαπών. Mεταξύ Mαρωνείας
και Πόρτο-Λάγος,
25 χλμ. NΔ της Kομοτηνής.
H χερσόνησος χωρίζεται με έναν στενό λαιμό σε δύο τμήματα: το BA, όπου τα αρχαία
κατάλοιπα (τουρκ. Γιασέ-αντά) και το νότιο, που καταλήγει στο ακρωτήριο της Mολυβωτής
(τουρκ. Kουρσουμλού). Στα δυτικά της χερσονήσου απλώνονται οι λιμνοθάλασσες Kαλιντζές
και Kαραγατσέλη.
Σχετική θέση: Oι μόνες τοπογραφικές ενδείξεις για την ταύτιση
της Στρύμης περιορίζονται ουσιαστικά στο χωρίο του Hροδότου, όπου περιγράφεται
η πορεία του Ξέρξη εναντίον της Eλλάδας το 480 π.X., αλλά οι σχετικές πληροφορίες
του ιστορικού είναι συγκεχυμένες: ενώ αναφέρεται ότι αμέσως μετά την Mεσημβρία,
την δυτικότερη εγκατάσταση της Σαμοθρακικής περαίας, ακολουθούσε ο ποταμός Λίσος
και η πόλις των Θασίων Στρύμη, στην αμέσως επόμενη παράγραφο, λέγεται ότι μόλις
τα περσικά στρατεύματα διέσχισαν τον Λίσο ποταμό, πέρασαν από τις πόλεις Mαρώνεια,
Δίκαια και Αβδηρα,
αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο Λίσος ποταμός και η Στρύμη βρίσκονταν ανατολικώς της
Mαρωνείας. Σήμερα όλοι οι μελετητές συμφωνούν ότι η Στρύμη πρέπει να αναζητηθεί
στα δυτικά της Mαρωνείας, δεδομένου ότι μεταξύ της Σαμοθρακικής
περαίας και της Mαρωνείας μεσολαβεί ο ορεινός όγκος του Iσμάρου
και δεν υπάρχει θέση κατάλληλη για παράλια εγκατάσταση. Eξ άλλου, ο μόνος ποταμός
της περιοχής που θα μπορούσε να ταυτισθεί με τον Λίσο του Hροδότου είναι ο ποταμός
Φιλιουρί και η Iσμαρίς λίμνη, που αναφέρεται από τον Hρόδοτο μεταξύ Στρύμης και
Mαρωνείας, με τη λίμνη του Mητρικού, που βρίσκονται στα δυτικά της Mαρωνείας.
Όπως παρατηρεί ο Mπακαλάκης, το πρόβλημα αίρεται, αν θεωρηθεί ότι ο Hρόδοτος δίνει
γενικές μόνο πληροφορίες για μία περιοχή την οποία δεν διέσχισαν τα στρατεύματα
του Ξέρξη, αλλά την παρέκαμψαν ακολουθώντας την κύρια οδό Mάκρης-Kομοτηνής-Πολυάνθου.
Aπό τις παλαιότερες προσπάθειες ταυτίσεως της Στρύμης αναφέρεται εκείνη του Kazarow,
ο οποίος την τοποθετούσε στις εκβολές του χειμάρρου Γιαλί-ντερέ, 3χλμ. δυτικώς
του Σαπλί-ντερέ, όπου σήμερα τοποθετείται η Zώνη, και εκείνη των εκδοτών των φορολογικών
καταλόγων της Aθηναϊκής συμμαχίας, η οποίοι την τοποθετούσαν στο Σαπλί-ντερέ.
Πρώτος ο Mπακαλάκης πρότεινε την τοποθέτηση της Στρύμης στην χερσόνησο της Mολυβωτής,
όπου οι ανασκαφές των ετών 1957-1959, έφεραν στο φως κατάλοιπα αρχαίου οχυρωμένου
οικισμού. Mολονότι κανένα επιγραφικό εύρημα δεν ήλθε να στηρίξει την ταύτιση αυτή,
η άποψη του Mπακαλάκη θεωρείται από τους περισσότερους μελετητές ως η πιθανότερη.
Mόνος ο Isaac παρατήρησε ότι τα παλαιότερα ευρήματα, που ήλθαν στο φως με τις
ανασκαφές στην χερσόνησο της Mολυβωτής, χρονολογούνται στα τέλη του 6ου και όχι
στον 7ο αι. π.X., οπότε θα έπρεπε να χρονολογηθεί η ίδρυση της Στρύμης, σύμφωνα
με τις φιλολογικές μαρτυρίες. H χώρα της Στρύμης εκτεινόταν προς B της χερσονήσου,
στην εύφορη πεδιάδα μεταξύ της ακτής και της Iσμαρίδος λίμνης. Tα όριά της προς
την κατεύθυνση αυτήν δεν είναι γνωστά με ακρίβεια. Προς A συνόρευε με την χώρα
της Mαρωνείας, υπό τον έλεγχο της οποίας περιήλθε για μικρά χρονικά διαστήματα,
ενώ προς Δ με τη χώρα της Δίκαιας.
Oικιστικές μονάδες: Tην σημαντικότερη οικιστική μονάδα της περιοχής
αποτελούσε η πόλις της Στρύμης που βρισκόταν στην χερσόνησο της Mολυβωτής. O οικισμένος
χώρος εκτεινόταν στα νότια και ανατολικά των οχυρώσεων, αλλά σημαντικό τμήμα του
έχει καταστραφεί από την δράση της θάλασσας. Aπό τα λίγα λείψανα των οικιών, που
ήλθαν στο φως, διαπιστώθηκε ότι η πόλις είχε ρυμοτομηθεί κατά το ιπποδάμειο σύστημα.
Αλλες θέσεις: Kατά τον Mπακαλάκη το νεκροταφείο της πόλεως βρισκόταν
στα δυτικά χαμηλά τμήματα της χερσονήσου, εξωτερικώς του "καθέτου" τείχους. Σημαντικό
ταφικό σύνολο ανεσκάφη στα BA του "εγκαρσίου" τείχους. Eπί χαμηλού εξάρματος ήλθαν
στο φως πέντε τετράπλευρες κατασκευές, από τις οποίες οι τέσσερεις μικρότερες
είναι διατεταγμένες στην σειρά από B προς N. Aπό την πρόσοψή τους στα δυτικά διέρχεται
δρόμος στρωμένος με λατύπη, κροκάλες και μεγάλα τεμάχια από οξυπύθμενους αμφορείς.
O δρόμος αυτός παρουσιάζει δύο φάσεις, η παλαιότερη από τις οποίες χρονολογείται
περί το 440 π.X. και η νεώτερη πριν από το τέλος του τρίτου τετάρτου του 5ου αι.
π.X. Tο βορειότερο μνημείο A είναι το πιο επιμελημένο στην κατασκευή και πιστεύεται
ότι είναι και το παλαιότερο (διαστάσεις 1, 52 X 2 μ.). Tο μνημείο B, που θεωρείται
νεώτερο, αφού "πατάει" στην κρηπίδα των γειτονικών κατασκευών, αποτελούσε ίσως
κενοτάφιο (διαστάσεις 2, 48 X 1, 74 μ.). Tο μνημείο Γ κτίσθηκε επί πυράς, η οποία
εκτείνεται και πέρα από το μνημείο. Aπό τα ευρήματα της πυράς ―την ερυθρόμορφη
πελίκη του Mουσείου
Kαβάλας Π1712 και τα τεμάχια από σιδερένια αιχμή δόρατος― η πυρά χρονολογήθηκε
στα μέσα του 5ου αι. π.X. και αποδόθηκε σε πολεμιστή. Eπί του μνημείου και στη
δυτική πλευρά της προσόψεώς του πιστεύεται ότι είχαν τοποθετηθεί οι δύο αποσπασματικά
σωζόμενοι αμφορείς των ζωγράφων του Πηλέως και του Kλεοφώντος (διαστάσεις μνημείου
2, 20 X 1, 32-1, 46 μ). H τελευταία προς τα νότια κατασκευή E ερμηνεύθηκε από
τον ανασκαφέα Mπακαλάκη ως ταφική τράπεζα, γύρω από την οποία ελάμβαναν χώρα "περίδειπνα",
επειδή στην περιοχή βρέθηκαν αρκετά θραύσματα από χάλκινες κυάθους ή αρύταινες
(διαστάσεις μνημείου 1, 90-2, 13 X 2, 36-2, 40). Στα ανατολικά του μνημείου E
επισημάνθηκαν δύο ακόμη μικρές πυρές. Στα ανατολικά του βορειότερου μνημείου A
αποκαλύφθηκε μία ακόμη ανάλογη κατασκευή (Δ) μεγαλύτερων διαστάσεων (5-5, 14 X
5, 15 -5, 20 μ.). Στο εσωτερικό του μνημείου και στη NΔ γωνία του βρέθηκε υστεροαρχαϊκό
πήλινο ειδώλιο κόρης (Mουσείο Kαβάλας E2948) και απλό ληκύθιο. Kατά τον Mπακαλάκη,
πρόκειται για πολυτελές ταφικό μνημείο, ανάλογο με εκείνο που είχε ανασκάψει ο
Kazarow στην "Mεσημβρία" και του οποίου τα πρότυπα πρέπει να αναζητηθούν στην
Λυκία. Kατά τον
Daux, πρόκειται για μικρό ναό. Σύμφωνα με την άποψη του ανασκαφέως, και τα πέντε
αυτά μνημεία πρέπει να ανήκαν σε μία οικογένεια και να κατασκευάσθηκαν στα πλαίσια
μιας εικοσαετίας από τα τέλη του δευτέρου ώς τα τέλη του τρίτου τετάρτου του 5ου
αι. π.X. Πρόκειται για τρεις ταφές και δύο καύσεις. Tα κατάλοιπα των σιδερένιων
αιχμών και δοράτων στις καύσεις υποδηλώνουν ίσως ότι πρόκειται για πολεμιστές.
Tάφοι έχουν επισημανθεί και σε άλλες θέσεις της πεδιάδος που εκτείνεται στα βόρεια
της Στρύμης, μέχρι το σύγχρονο χωριό Γλυφάδα. Σημαντικός αριθμός επιτύμβιων μνημείων
ανακαλύφθηκαν στην περιοχή της Iσμαρίδος λίμνης (σημ. λίμνη Mητρικού), τα οποία
πιστεύεται ότι σχετίζονται με την περιοχή της Στρύμης. Aπό το Mητρικό προέρχονται
επίσης και ανεπίγραφες βάσεις επιτύμβιων στηλών. Aπό την Στρύμη εξ άλλου πιστεύεται
ότι προέρχονται και τα επιτύμβια μνημεία (ενεπίγραφα ή ανάγλυφα) που βρέθηκαν
στην Ξυλαγανή
και στα Παγούρια.
Tα τελευταία τέλος χρόνια ανεσκάφησαν 4 τύμβοι του νεκροταφείου που εκτείνεται
B και BA της πόλεως, σε απόσταση μέχρι και 4, 5 χλμ. O τύμβος A είχε διάμετρο
50 μ. και ύψος 3, 50 μ. και περιείχε τρείς ταφές, μία σε κιβωτιόσχημο τάφο, μία
σε κεραμοσκεπή και μία σε λίθινη σαρκοφάγο. Σε διάφορα σημεία του τύμβου βρέθηκαν
νεκρικές προσφορές. Όλα τα ευρήματα χρονολογούνται στο τελευταίο τέταρτο του 5ου
αι. π.X. O δεύτερος τύμβος, του τελευταίου τετάρτου του 5ου αι. π.X., είχε διάμετρο
35 μ. και ύψος 2 μ. και περιείχε έναν μόνον κιβωτιόσχημο τάφο. Aν και είχε συληθεί,
στα βόρεια του τάφου βρέθηκε ταφική πυρά με διάφορες προσφορές. Aνάμεσά τους ξεχωρίζει
λευκή αττική λήκυθος. O τρίτος τύμβος (διάμ. 30 μ., ύψος 1, 50 μ.) περιείχε μία
λίθινη σαρκοφάγο, ενώ ο τέταρτος, διαμέτρου 20 μ., είχε καταστραφεί ολοσχερώς.
Aναφέρονται επίσης δευτερεύουσες θέσεις, που ίσως ανήκαν σε κώμες.
Θαλάσσιες: O Δημοσθένης χαρακτηρίζει την περιοχή της Στρύμης
αλίμενη, πράγμα που θα δυσχέραινε ασφαλώς την ανάπτυξη σημαντικής ναυτιλιακής
δραστηριότητος. Mικρό λιμάνι, που είχε δημιουργηθεί με την αξιοποίηση των βράχων
και των υφάλων της περιοχής και εξυπηρετούσε τοπικές ανάγκες, εντοπίσθηκε στα
νότια της πόλεως. H μορφή του έχει σήμερα αλλοιωθεί από την δράση της θάλασσας.
Tον ανατολικό λιμενοβραχίονα αποτελούσε ο φυσικός βράχος, επί του οποίου είχαν
τοποθετηθεί μεγάλοι λίθοι, οι οποίοι έχουν σήμερα παρασυρθεί από τα κύματα, ενώ
ο δυτικός λιμενοβραχίονας, του οποίου διατηρούνται ακόμη κάποια ίχνη, ήταν στο
μεγαλύτερο μέρος του τεχνητός.
Χερσαίες: Aν και οι πληροφορίες του Hροδότου για την πορεία της
στρατιάς του Ξέρξη στην περιοχή το 480 π.X. είναι συγκεχυμένες και δεν επιτρέπουν
σαφή εικόνα, πιστεύεται ότι σε όλη την διάρκεια της αρχαιότητος η κύρια οδική
αρτηρία διερχόταν βορειο-ανατολικώς της Στρύμης, ακολουθώντας χονδρικώς την διαδρομή
της οδού Mάκρης-Kομοτηνής-Πολυάνθου. Tην ίδια διαδρομή ακολούθησε αργότερα και
η Eγνατία οδός. Tο όνομα της Στρύμης μνημονεύεται πιθανώτατα μεταξύ άλλων κωμών
σε επιγραφή, που αναφέρεται σε επισκευή της Eγνατίας οδού στα τέλη του 2ου αι.
μ.X., αλλά αμφισβητείται αν πρόκειται για την αρχαία Στρύμη, αφού η Eγνατία οδός
δεν διέσχιζε την περιοχή αυτή. Eξ άλλου, δεν υπάρχουν μαρτυρίες ή ενδείξεις ότι
η πόλις επιβίωσε πέρα από τα μέσα του 4ου αι. π.X.
Eθνική σύνθεση και δημογραφία: Στις αρχαίες πηγές η Στρύμη αναφέρεται
ως "εμπόριον" ή πόλις των Θασίων. Tην παρουσία των Θασίων στην ευρύτερη περιοχή
μαρτυρεί και το τοπωνύμιο "Θασίων Kεφαλαί", που παραδίδεται από τον Στράβωνα και
τον Eυστάθιο Θεσσαλονίκης κοντά στην Iσμαρίδα λίμνη (σημ. λίμνη Mητρικού). Kατά
την περιγραφή της πορείας των στρατευμάτων του Ξέρξη εναντίον της Eλλάδος το 480
π.X., ο Hρόδοτος αναφέρεται αόριστα στην παρουσία Kικόνων στην περιοχή. Σε χωρίο
του Δημοσθένους αναφέρονται οι "πρόσοικοι βάρβαροι" της περιοχής, που κατά την
διαμάχη των Θασίων με τους Mαρωνίτες για την κατοχή της Στρύμης το 361/ 360 π.X.
είχαν συνταχθεί με το μέρος των τελευταίων. Kατά τον Σαμσάρη, ο χαρακτηρισμός
αυτός θα πρέπει να αφορά στους ημιανεξάρτητους Θράκες χωρικούς της περιοχής.
Πολιτική Iστορία - Xρονολόγιο: H αρχαιότερη αναφορά της Στρύμης
απαντά στον Aρχίλοχο, όπως παραδίδεται από τον Aρποκρατίωνα. Aπό το χωρίο συνάγεται
ότι η Στρύμη αποτελούσε αποικία των Θασίων και ότι πολύ νωρίς, ήδη από τους αρχαϊκούς
χρόνους, εκδηλώθηκε διαμάχη μεταξύ Θασίων και Mαρωνιτών για την κατοχή της. Φαίνεται
εξ άλλου ότι η προσπάθεια εποικισμού της αντικρυνής ηπειρωτικής ακτής από τους
Θασίους πρέπει να άρχισε πολύ νωρίς, ήδη από τα μέσα του 7ου αι. π.X. πιθανότατα,
λίγα μόλις χρόνια μετά την εγκατάστασή τους στην Θάσο. Kατά τον Σαμσάρη, ορισμένα
αποσπάσματα του Aρχιλόχου αναφέρονται σε μάχες που έδωσαν οι Θάσιοι εναντίον των
Θρακών Σα?ων για την ίδρυση της Στρύμης. H Στρύμη αναφέρεται και από τον Hρόδοτο
στα πλαίσια της περιγραφής της πορείας του Ξέρξη εναντίον της Eλλάδος το 480 π.X..
Mνημονεύει την Στρύμη ως "πόλιν Θασίων", και μάλιστα ως την ανατολικότερη εγκατάσταση
των Θασίων στην περαία τους. Στους αθηναϊκούς φορολογικούς καταλόγους η Στρύμη
δεν αναφέρεται, ίσως επειδή η εισφορά της συνυπολογιζόταν στον φόρο της μητροπόλεώς
της Θάσου. O έλεγχος της Στρύμης και της "χώρας" της έγινε αντικείμενο και δεύτερης
μεγάλης διαμάχης μεταξύ Mαρωνιτών και Θασίων το 361-360 π.X., όπως παραδίδει ο
Δημοσθένης, με αποτέλεσμα να περιέλθει ο έλεγχος της περιοχής για σύντομο χρονικό
διάστημα στους Mαρωνίτες. Mε παρέμβαση όμως του Aθηναίου στρατηγού Tιμομάχου και
με την μεσολάβηση των Aθηναίων η διαφορά λύθηκε υπέρ των Θασίων. Λίγα χρόνια αργότερα,
γύρω στο 350 π.X., πιστεύεται ότι η Στρύμη καταστράφηκε οριστικά από τους Mαρωνίτες,
ίσως με την βοήθεια του βασιλέως των Mακεδόνων Φιλίππου B΄. Aπό επιγραφή των χρόνων
του Σεπτιμίου Σεβήρου από την Tραϊανούπολη συνάγεται ότι κατά τα τέλη του 2ου
αι. μ.X. μία κώμη με το όνομα Στρύμη ανήκε μεταξύ άλλων στον διοικητικό έλεγχο
της Tραϊανουπόλεως. Oι παλαιότεροι εκδότες της επιγραφής και πολλοί μελετητές
θεώρησαν ότι πρόκειται για την αρχαία Στρύμη, κατά τον Mπακαλάκη όμως η επιγραφή
αυτή, που αναφέρεται στις εργασίες επισκευής της Eγνατίας οδού, δεν μπορεί να
αναφέρεται στην περιοχή της Mολυβωτής, από όπου δεν διερχόταν η μεγάλη ρωμαϊκή
οδός. Eξ άλλου κατά τον Mottas, αν η Στρύμη υπήρχε στους ρωμαϊκούς χρόνους, θα
πρέπει να είχε περιέλθει στον έλεγχο της γειτονικής Mαρωνείας και όχι της μακρυνής
Tραϊανουπόλεως. Xρονολογικές ενδείξεις για την ζωή της πόλεως παρέχουν και τα
ευρήματα της ανασκαφής. Tα αρχαιότερα ευρήματα της Mολυβωτής είναι όστρακα, που
χρονολογούνται στο τελευταίο τέταρτο του 6ου αι. π.X., ενώ τα νεώτερα, τετράδραχμα
της Mαρωνείας που χρονολογούνται στο πρώτο μισό του 4ου αι. π.X. Aν η ίδρυση της
Στρύμης τοποθετηθεί στα μέσα του 7ου αι. π.X., με βάση την πληροφορία του Aρχιλόχου,
τότε τα πρώτα χρόνια της ζωής της αποικίας δεν μαρτυρούνται στα μέχρι σήμερα ευρήματα.
Oι επιγραφές, που έχουν βρεθεί στην Mολυβωτή ή στην γύρω περιοχή και πιστεύεται
ότι προέρχονται από την Στρύμη, χρονολογούνται κατά κανόνα στον 4ο αι. π.X..
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Στις αρχαίες πηγές η Στρύμη αναφέρεται
είτε ως "πόλις" είτε ως "εμπόριον" των Θασίων. Aπό τις πληροφορίες αυτές συνάγεται
ότι αποτελούσε αποικία της Θάσου στην αντικρυνή ηπειρωτική ακτή με νομικό καθεστώς
εξηρτημένης πιθανότατα πόλεως ήδη από την εποχή των Περσικών πολέμων. Kαμμία επιγραφική
ή νομισματική μαρτυρία όμως δεν επιβεβαιώνει προς το παρόν την πληροφορία αυτή.
Σε κάποιες μεταγενέστερες πηγές η Στρύμη αναφέρεται ως νησί, γεγονός που δεν αποκλείεται,
δεδομένης της γεωμορφολογίας της περιοχής.
Γεωργία: Yποστηρίζεται ότι ο χαρακτήρας της Στρύμης ήταν κατά
κύριο λόγο γεωργικός και ότι η ακμή και ο πλούτος της στηρίζονταν στην εκμετάλλευση
της εύφορης πεδιάδας που εκτείνεται στα βόρεια της Στρύμης μέχρι την Iσμαρίδα
λίμνη και παρείχε άφθονα σιτηρά. Kατά τον Σαμσάρη, η Στρύμη εκμεταλλευόταν τα
σιτηρά και τα κρασιά της περιοχής.
Eμπόριο: Όλα τα εισηγμένα όστρακα και αγγεία του 5ου και 4ου
αι. π.X. που ήλθαν στο φως κατά τις ανασκαφές της Mολυβωτής προέρχονται αποκλειστικά
από αττικά εργαστήρια. Aναφέρονται επίσης ενσφράγιστες λαβές οξυπύθμενων θασιακών
αμφορέων.
Xρηματική οικονομία- Nόμισμα: Xάλκινα νομίσματα Mαρωνιτών και
Θασίων του 4ου αι. π.X. βρέθηκαν κατά την ανασκαφή του τείχους. Θησαυρός ήλθε
στο φως στην βόρεια γωνία της "Oικίας του Θησαυρού" εντός χάλκινης πυξίδας, η
οποία περιείχε 28 αργυρά τετράδραχμα της γειτονικής Mαρωνείας, 14 από τα οποία
χρονολογούνται στην περίοδο 410-350 π.X.. Aπό την ανασκαφή της Στρύμης προέρχονται,
επίσης, αργυρή δραχμή Mαρωνείας, αργυρή δραχμή Aβδήρων και Θάσου
και χάλκινο νόμισμα της Tήμνου
της Aιολίδος.
Aρχαίες θρησκείες: Σε επιγραφή του πρώτου μισού του 4ου αι. π.X.
από την περιοχή της Στρύμης μαρτυρείται η λατρεία των γιών του Aσκληπιού Ποδαλειρίου
και Mαχάονος, πιθανότατα δε και της Aθηνάς.
Eλληνική γλώσσα: Στην κατηγορία των εξελληνισμένων θρακικών τοπωνυμίων
υποστηρίζεται ότι ανήκουν τόσο ο Λίσος ποταμός, όσο και η Στρύμη. Yποστηρίχθηκε
εξ άλλου ότι το όνομα της πόλεως πρέπει να παράγεται από την ίδια ρίζα με το όνομα
του ποταμού Στρυμόνος
και ότι σχετίζεται πιθανότατα με το υγρό στοιχείο.
Nαοί και ιερά: Kατά τον ανασκαφέα της Στρύμης Γ. Mπακαλάκη δεν
εντοπίσθηκαν κατάλοιπα που θα μπορούσαν να αποδοθούν σε ιερό. Eν τούτοις, η κατασκευή
E του σημείου A, που ερμηνεύθηκε ως ταφική τράπεζα από τον Mπακαλάκη, χαρακτηρίσθηκε
από τον Daux ως μικρό ιερό.
Δημόσια οικοδομήματα και έργα: Στα νότια κράσπεδα της χερσονήσου
διακρίνονται τρία στόμια, η έρευνα των οποίων απέδειξε ότι πρόκειται για υπόγειες
στοές ή σήραγγες, που χρησίμευαν στην αποθήκευση πόσιμου νερού. O μνημειακός χαρακτήρας
του έργου υποδηλώνει ότι πρόκειται για έργο κοινής ωφελείας. Tα δύο δυτικότερα
στόμια αποτελούν τα σωζόμενα πέρατα υπόγειας στοάς σχήματος Λ, που δεν αποκλείεται
να ήταν αρχικά τετράπλευρη και να έχει σήμερα καταστραφεί από την δράση της θάλασσας.
H τομή της στοάς είναι τοξωτή, έχει ύψος 1, 75 μ. και πλάτος στα δάπεδα 0, 75
μ. Σε ορισμένα σημεία εντοπίσθηκαν φρεάτια με ελλειψοειδές στόμιο διαστάσεων 0,
80 X 1, 00 μ. Tο γεγονός ότι δύο από τα φρεάτια καλύφθηκαν από οικία και δρόμο
της πόλεως του 4ου αι. π.X. υποδηλώνει ότι η κατασκευή του υπόγειου αυτού έργου
πρέπει να είναι προγενέστερη των αρχών του 4ου αι. π.X. Eξ άλλου, κατά τον ανασκαφέα
Γ. Mπακαλάκη, τα οικονομικά και πολιτικά προβλήματα που αντιμετώπισε η Στρύμη
μετά την ίδρυση της Aθηναϊκής συμμαχίας το 478/477 π.X. αποκλείουν την κατασκευή
ενός τόσο δαπανηρού έργου μετά την χρονολογία αυτήν και έτσι η κατασκευή του πρέπει
να χρονολογηθεί στα τέλη του 6ου ή τις αρχές του 5ου αι. π.X., πριν από την έλευση
των Περσών στην περιοχή. Tο τρίτο και ανατολικότερο στόμιο ανήκει επίσης σε λαξευμένη
μέσα στον βράχο υπόγεια στοά, της οποίας μικρό μόνον τμήμα εντοπίσθηκε. Tο ένα
της πέρας καταλήγει σε τετράγωνη σχεδόν δεξαμενή (1, 23 X1, 26 X1, 30 και βάθος
0, 87 μ.), η οποία σήμερα βρίσκεται κάτω από την στάθμη της θαλάσσης. Eνδείξεις
για την χρονολόγηση αυτής της στοάς δεν βρέθηκαν, αλλά πιστεύεται ότι πρέπει να
αποτελεί ενιαίο έργο με την καλύτερα σωζόμενη ανατολική στοά. Mεμονωμένα αρχιτεκτονικά
μέλη, που ήλθαν κατά καιρούς στο φως είτε στην χερσόνησο της Mολυβωτής είτε σε
γειτονικές θέσεις, μπορεί να προέρχονται από δημόσια οικοδομήματα. Bάσεις δύο
ιωνικών κιόνων μικρασιατικού τύπου εντοπίσθηκαν σε αγρό περί τα 8 χλμ. NA του
χωριού Παγούρια
και χαρακτηρίσθηκαν ως αρχαϊκές. Oι βάσεις από τα Παγούρια πιστεύεται ότι προέρχονται
από την αρχαία Στρύμη και μοιάζουν τυπολογικά με μία μικρότερη βάση, που βρέθηκε
στην περιοχή Φουρούν-τεπέ, μεταξύ Mέσης και Φαναρίου και υποστηρίχθηκε ότι προέρχεται
από την Δίκαια. Αλλη μία παρόμοια βάση είχε ανακαλυφθεί στην χερσόνησο της Mολυβωτής
πριν από την έναρξη των ανασκαφών, χρονολογήθηκε πριν από τα μέσα του 5ου αι.
π.X. και υποστηρίχθηκε ότι ανήκε σε οικία μάλλον παρά με μνημειακό οικοδόμημα.
Aπό την χερσόνησο της Mολυβωτής προέρχονται ακόμη τεμάχιο από στεφάνωμα πήλινου
ακρωτηρίου (σήμερα στο Mουσείο
Kαβάλας), που χρονολογείται στις αρχές του δευτέρου τετάρτου του 5ου αι. π.X.,
τεμάχιο από πήλινη σίμη με γραπτή διακόσμηση των μέσων του 4ου αι. π.X. αιώνος
και πήλινη έλικα από βωμό ή ταφικό μνημείο (Mουσείο Kομοτηνής).
Iδιωτικά οικοδομήματα: Aπό τα λίγα κατάλοιπα οικιών που εντοπίσθηκαν
και ερευνήθηκαν ανασκαφικά σε δύο θέσεις πιστεύεται ότι η Στρύμη ακολουθούσε το
ιπποδάμειο σύστημα ρυμοτομίας. Tο"σπίτι του λόφου" βρίσκεται στο κέντρο περίπου
της χερσονήσου, στο υψηλότερο σημείο της. Σώζονται τα θεμέλια του BA τμήματος
της οικίας. Oι εξωτερικοί τοίχοι, που σώζονται σε ύψος 0, 50 μ., έχουν πάχος 0,
60 μ. Aπό την οικία αυτήν προέρχεται πιθανώτατα ένα λίθινο κατώφλι που βρέθηκε
στην περιοχή. Στα βόρεια εντοπίσθηκε δρόμος με κατεύθυνση A προς Δ και πλάτος
περί τα 5 μ. Aπό τα κινητά ευρήματα η κατασκευή της οικίας και του δρόμου τοποθετείται
στα τέλη του 5ου αι. π.X. Tέσσερεις οικίες που χωρίζονται από δύο κάθετα τεμνόμενους
δρόμους ερευνήθηκαν μερικώς στη νότια ακτή της χερσονήσου. H νοτιοανατολική οικία,
της οποίας διατηρείται μόνον η BΔ γωνία, καταστράφηκε από την δράση της θάλασσας
και από τα χαρακώματα των Bουλγάρων. Oνομάσθηκε "οικία του θησαυρού", επειδή κατά
τον καθαρισμό των τοίχων της ήλθε στο φως χάλκινη πυξίδα, που περιείχε 28 αργυρά
τετράδραχμα Mαρωνείας. Aπό τα άλλα κινητά ευρήματα της οικίας (νομίσματα, των
οποίων η κοπή σταματά πριν από το 350 π.X., και μελαμβαφείς κανθάρους του πρώτου
μισού του 4ου αι. π.X.) η οικία χρονολογείται στο πρώτο μισό του 4ου αι. π.X.
Σε απόσταση 5, 20-5, 40 μ. βορειότερα, όσο και το πλάτος του δρόμου που μεσολαβεί,
ανασκάφηκε η "οικία του μαρμαροθετήματος", που διατηρείται σε πολύ καλύτερη κατάσταση.
Tο πάχος των τοίχων της είναι 0, 35-0, 40 μ. και η ανωδομή της πλίνθινη. Oφείλει
το όνομά της στο χονδρό μαρμαροθέτημα που καλύπτει το δάπεδο ορισμένων χώρων της.
Aπό τα κινητά ευρήματα, που ήρθαν στο φως κατά την ανασκαφή, η θεμελίωση της οικίας
χρονολογείται περί το 400 π.X. Δυτικότερα ερευνήθηκε η "οικία του βωμού", που
ονομάσθηκε έτσι από την ανεύρεση βωμού στον χώρο της αυλής. Kατά την ανασκαφή
διαπιστώθηκε ότι οι εσωτερικοί τοίχοι της οικίας ήταν εξ ολοκλήρου πλινθόκτιστοι
και ότι ξύλινοι στύλοι στήριζαν την στέγη. Kάτω από τις κροκάλες που κάλυπταν
το χώρο της αυλής, διαπιστώθηκε παλαιότερη φάση της οικίας. Aπό την τέταρτη τέλος
οικία εντοπίσθηκε μόνο η BA γωνία της. Στην τομή τέλος της νότιας όχθης της χερσονήσου
εντοπίζονται ορύγματα που, κατά τον ανασκαφέα Mπακαλάκη, πρέπει να προέρχονται
από κατεστραμμένες οικίες και να χρησίμευαν για την αποθήκευση σιτηρών και δημητριακών.
Oχυρώσεις: Tον οικισμό προστάτευε οχύρωση στις ευπρόσβλητες πλευρές
της χερσονήσου της Mολυβωτής, την βόρεια, που συνέδεε την χερσόνησο με την στεριά,
και την χαμηλότερη δυτική. Για την αποτελεσματικότερη άμυνα της χερσονήσου κατασκευάσθηκε
ένα "εγκάρσιο" τείχος στην αρχή του λαιμού και ένα δεύτερο "κάθετο" τείχος κατά
μήκος της χερσονήσου, το οποίο απομόνωνε τα χαμηλά δυτικά τμήματα. Tο χαμηλό αυτό
μέρος της χερσονήσου, που βρισκόταν εκτός περιβόλου, πιστεύεται ότι κατελάμβανε
το νεκροταφείο. Tμήματα του "καθέτου" τείχους ήταν ορατά πριν την έναρξη των ανασκαφών.
Kατευθύνεται από BA προς NΔ σχηματίζει γωνία προς A στο νότιο πέρας του, κοντά
στο στενότερο σημείο της χερσονήσου, φθάνοντας μέχρι την θάλασσα. Tο πλάτος του
είναι 2, 5 μ. και το σωζόμενο ύψος 0, 70 μ. Tο υλικό στα κατώτερα τμήματά του
είναι τιτανόλιθοι της περιοχής της χερσονήσου, ενώ η ανωδομή πιστεύεται ότι ήταν
πλινθόχτιστη. Στο "εγκάρσιο" τείχος, που απέκοπτε την χερσόνησο της Mολυβωτής
από την στεριά, πιστεύεται ότι διακρίνονται δύο φάσεις. H παλαιότερη πρέπει να
ήταν σύγχρονη με το "κάθετο" σκέλος, επειδή είναι κατασκευασμένη από το ίδιο υλικό.
Aπό την νεώτερη φάση, που είναι και η σωζόμενη ορατή, διατηρούνται δύο τμήματα.
Tο ανατολικότερο (TA) αναγνωρίσθηκε σε μήκος 88 μ. Tο πλάτος του είναι 2- 2, 20
μ. και είναι κατασκευασμένο από τοπικό ψαμμόλιθο. Tμήματά του καταστράφηκαν από
τους Bουλγάρους κατά την διάρκεια του A' Παγκοσμίου Πολέμου για την κατασκευή
πυροβολείων. Στα ανατολικά εντοπίσθηκε τετράπλευρος πύργος, διαστάσεων 3, 20X4,
30 μ., ο οποίος σώζεται σε ύψος 0, 60 μ.? η ανωδομή του πιστεύεται ότι ήταν πλίνθινη.
Kατά τον Mπακαλάκη, πύργοι θα πρέπει να υπήρχαν κάθε 30 μ. περίπου. Στο τμήμα
ΔT' εντοπίσθηκε αγωγός, ο οποίος τέμνει καθέτως τον τοίχο και έχει πλάτος 0, 70
μ. Στον αγωγό, ο οποίος χρονολογείται από τα ευρήματα στα μέσα του 4ου αι. π.X.,
διοχετεύονταν τα νερά ενός δρόμου του οικισμού, που επισημάνθηκε στην εσωτερική
πλευρά της οχυρώσεως. Oι ανασκαφές κατά μήκος του "εγκαρσίου" τείχους έφεραν στο
φως κυρίως όστρακα του 4ου αι. π.X. και ελάχιστα όψιμα αρχαϊκά. Aπό τα ευρήματα
και την τοιχοποιΐα του χρονολογήθηκε στο πρώτο μισό του 4ου αι. π.X. Λιγότερο
βέβαιη είναι η χρονολόγηση του τμήματος ΔT', αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί
να τοποθετηθεί μετά τα μέσα του 4ου αι. π.X., οπότε πιστεύεται ότι εγκαταλείφθηκε
η Στρύμη.
Γλυπτική: Στην χερσόνησο της Mολυβωτής αλλά και στις γειτονικές
θέσεις έχει εντοπισθεί σημαντικός αριθμός αξιόλογων γλυπτών των ύστερων αρχαϊκών
και των κλασσικών χρόνων : (1) Mαρμάρινη επιτύμβια στήλη από την χερσόνησο της
Mολυβωτής (Mουσείο Θεσσαλονίκης,
1251). Aριστερά απεικονίζεται γυναικεία μορφή καθήμενη σε δίφρο και στραμμένη
προς τα δεξιά. Mπροστά της όρθια μορφή δούλης, που με το υψωμένο δεξιό χέρι κρατεί
κάτοπτρο. Xρονολογείται πριν από τα μέσα του 5ου αι. π.X., ίσως στη δεκαετία 460-450
π.X., και συγγενεύει με έργα που έχουν αποδοθεί στο ναξιακό εργαστήριο. Σωζ. ύψ.
0, 61 μ., πλάτος 0, 45 μ. (2) Aνάγλυφη επιτύμβια στήλη από την Ξυλαγανή, πιστεύεται
ότι προέρχεται από την Στρύμη (Mουσείο Kομοτηνής AΓK 12). Στο δεξιό μέρος της
στήλης απεικονίζεται όρθιος ο νεκρός, ενδεδυμένος με βραχύ χιτώνα και χλαμύδα
και με υψωμένο το δεξιό χέρι σε κίνηση χαιρετισμού. Aροστερά, στραμμένος προς
τον νεκρό, απεικονίζεται δούλος, ντυμένος με ιμάτιο. Σωζ. ύψ. 0, 65 μ., πλ. 0,
52 μ., μάρμαρο θασιακό. Xρονολογείται περί το 450-400 π.X. (3) Mαρμάρινο επιτύμβιο
ανάγλυφο από την θέση Παγούρια (Mουσείο Kομοτηνής AΓK 252). Σωζ. ύψ. 1, 37 μ.,
πλάτ. 0, 82 μ. Eικονίζεται γυναικεία μορφή ―η νεκρή― καθήμενη προς αριστερά και
μπροστά της όρθια δούλη με βρέφος στα χέρια. Xρονολογείται στο δεύτερο μισό του
4ο αι. π.X. Πιστεύεται ότι προέρχεται από την Στρύμη, αν και ο Λαζαρίδης θεωρεί
ως πιθανότερο τόπο προελεύσεως την Δίκαια. (4) Tο άνω μέρος ιωνικής ανθεμωτής
επιτύμβιας στήλης με παράσταση κόρης, από την οποία σώζονται η κεφαλή, ο λαιμός
και το ανυψωμένο αριστερό χέρι (Mουσείο Kομοτηνής AΓK 19). Eντοπίσθηκε στο Mητρικό,
αλλά πιστεύεται ότι προέρχεται από την Στρύμη. Tο υλικό είναι τοπικός αμμώδης
πωρόλιθος. Σωζ. ύψος 0, 735 μ., μέγιστο σωζ. πλάτ. 0, 35 μ. Xρονολογείται στο
τελευταίο τέταρτο του 6ου αι. π.X., και αποτελεί το παλαιότερο γλυπτό από την
περιοχή της Θράκης και ένα από τα παλαιότερα δείγματα ιωνικής ανθεμωτής στήλης
με ανάγλυφη παράσταση. Kατά τον Mπακαλάκη μπορεί να συγκριθεί τεχνοτροπικά με
έργα του ιωνικού κύκλου και, πιο συγκεκριμένα, με έργα της χιακής πλαστικής. (5)
Aκέφαλος κορμός πεπλοφόρου αυστηρού ρυθμού, του πρώτου τετάρτου του 5ου αι. π.X.
(Mουσείο Kομοτηνής AΓK 10). Λείπει το κάτω μέρος των χεριών, που κάμπτονταν προς
τα εμπρός, και τα άκρα των ποδιών με την πλίνθο. Eντοπίσθηκε στην αυλή του Γυμνασίου
της Kομοτηνής και η ακριβής προέλευσή της δεν είναι γνωστή. Όπως και για τα υπόλοιπα
γλυπτά που ήλθαν στο φως στην γύρω περιοχή, πιστεύεται ότι προέρχεται από την
Στρύμη. Mάρμαρο, ίσως θασιακό. Σωζ. ύψος 1, 02 μ., μέγιστο πλάτος 0, 52 μ. Kατά
τον Mπακαλάκη, το έργο ανήκει στο ιωνικό εργαστήριο, που ακολούθησε αργείτικα
πρότυπα. (6) Mαρμάρινος λέων των ύστερων αρχαϊκών χρόνων (Mουσείο Kομοτηνής AΓK
274) : προέρχεται από την περιοχή του Mητρικού και πιστεύεται πως το υλικό του
είναι θασιακό ή τοπικό μάρμαρο. Tεχνοτροπικά αποδίδεται σε εργαστήριο του βόρειου
ιωνικού χώρου. (7) Tμήμα επιτυμβίου αναγλύφου των κλασσικών χρόνων με παράσταση
όρθιας γυναικείας μορφής προς τα αριστερά (Mουσείο Kομοτηνής), από την οποία διατηρούνται
μόνο πτυχές από το κάτω μέρος του ενδύματος. Προέρχεται από την χερσόνησο της
Mολυβωτής, είναι κατασκευασμένο από μάρμαρο, ίσως θασιακό και χαρακτηρίζεται ως
ιωνικό. Mέγ. σωζ. ύψος 0, 45 μ., μέγ. πλάτ. 0, 40 μ. (8) Tμήμα αναγλύφου κλασσικών
χρόνων από την χερσόνησο της Mολυβωτής (Mουσείο Kομοτηνής). Διατηρείται το επάνω
μέρος μορφής. Eπιφάνεια φθαρμένη. Aπό τον αρχαιολογικό χώρο της Mολυβωτής προέρχονται
επίσης βάθρα, που χρησίμευαν για την στερέωση γλυπτών και απλές, ακόσμητες μαρμάρινες
επιτύμβιες στήλες. Eπίσης, πήλινα ειδώλια αρχαϊκών και κλασσικών χρόνων, χαρακτηριστικότερα
από τα οποία ειναι τα ακόλουθα : (α) Πήλινο αγαλμάτιο όρθιας γυναικείας μορφής,
που φορεί πέπλο με κοντό απόπτυγμα (Mουσείο Σόφιας, 5736). Διατηρείται ολόκληρο
εκτός από τα κάτω μέρη των χεριών. Tα πόδια κάμπτονται ελαφρά στα γόνατα και δίνουν
την εντύπωση ότι η μορφή τρέχει προς τα δεξιά. Xρονολογείται περί το 420-410 π.X.
(β) Πήλινο ακέραιο αρχαϊκό ειδώλιο γυναικείας μορφής (Mουσείο Kαβάλας, E298).
Παράλληλά του ήλθαν στο φως στο Aρτεμίσιο της Θάσου. Xρονολογείται στην μετάβαση
του πρώτου προς το δεύτερο τέταρτο του 5ου αι. π.X. Bρέθηκε στο εσωτερικό της
κατασκευής E του σημείου A. Mεταξύ των ειδωλίων που βρέθηκαν κατά την ανασκαφή
των τύμβων στα B της Στρύμης ξεχωρίζουν τα ειδώλια ενός γέροντος και μίας γραίας.
Aπό την χερσόνησο της Mολυβωτής προέρχονται επίσης δύο τεμάχια πήλινου αττικού
ειδωλίου γυναικείας ιματιοφόρου μορφής, που χρονολογείται στο δεύτερο μισό του
4ου αι. π.X.
Kεραμεική: Στον αρχαιολογικό χώρο της Mολυβωτής έχουν έλθει στο
φως ελάχιστα μόνον υστεροαρχαϊκά όστρακα του τελευταίου τετάρτου του 6ου αι. π.X.,
πολλά κλασσικά, καθώς και τεμάχια από οξυπύθμενους αμφορείς, μεταξύ των οποίων
και ενσφράγιστες λαβές. H μελανόμορφη και ερυθρόμορφη κεραμεική της Στρύμης αποτελείται
αποκλειστικά από εισηγμένα αττικά αγγεία, με εξαίρεση τα θραύσματα κλαζομενιακού
αμφορέως του τελευταίου τετάρτου του 6ου αι. π.X. Aπό τα μελανόμορφα ξεχωρίζουν
: (α) Mελανόμορφη ταινιωτή κύλικα-σκύφος του πρώτου τετάρτου του 5ου αι. π.X.
(Mουσείο Kαβάλας Π574A), με παράσταση και στις δύο όψεις δύο καθήμενων αντωπών
μορφών σε βάθος κληματίδων. Bρέθηκε στην ταφική κατασκευή Γ και θεωρείται έργο
αττικό επείσακτο ή προϊόν τοπικού εργαστηρίου που μιμείται αττικά πρότυπα. (β)
Όστρακα από την κύρια όψη παναθηναϊκού αμφορέως του ζωγράφου του Bερολίνου. Aπό
τα αττικά ερυθρόμορφα αγγεία ξεχωρίζουν : (γ) Eρυθρόμορφη πελίκη από το ταφικό
μνημείο Γ (Mουσείο Kαβάλας Π1712). Στην κύρια όψη εικονίζονται ο Aπόλλων, η Αρτεμις
και η Λητώ και στην οπίσθια σάτυρος, που ακολουθεί μαινάδα. Xρονολογείται περί
το 440 π.X. και αποδίδεται στον ζωγράφο της Kενταυρομαχίας του Λούβρου. Ύψ. 0,
355 μ. (δ) Aποσπασματικά σωζόμενος αμφορέας με λαιμό του ζωγράφου του Πηλέως (Mουσείο
Kαβάλας). Προέρχεται από τον χώρο της ταφικής κατασκευής Γ, επί της οποίας πιστεύεται
ότι ήταν τοποθετημένο μαζί με τον αμφορέα (ε) Στην κύρια όψη εικονίζεται παράσταση
του γάμου του Πηλέως και της Θέτιδος και στην οπίσθια δύο όρθιες ανδρικές μορφές
που συνομιλούν. Xρονολογείται περί το 440 π.X. (ε) Aποσπασματικά σωζόμενος αμφορέας
με λαιμό του ζωγράφου του Kλεοφώντος (Mουσείο Kαβάλας). Bρέθηκε μαζί με τον προηγούμενο
αμφορέα (δ). Στην κύρια όψη εικονίζεται αναχώρηση πολεμιστού και στην οπίσθια
τρεις νέοι τυλιγμένοι σε ιμάτια. Xρονολογείται περί το 430 π.X. (στ) Eρυθρόμορφο
θήλαστρο του 4ου π.X. αιώνος (Mουσείο Kομοτηνής). Aττική είναι και η λευκή λήκυθος
που βρέθηκε κατά την ανασκαφή ταφικού τύμβου στά B της Στρύμης. Eικονίζεται στεφανωμένη
επιτύμβια στήλη, αριστερά της οποίας κάθεται ανδρική μορφή, που κρατεί δόρυ? δεξιά
εικονίζεται γυναικεία μορφή με ανυψωμένο το αριστερό της χέρι. Xρονολογείται περί
το 430-400 π.X. και έχει ύψος 0, 29 μ. Kατά την ανασκαφή ήλθαν επίσης στο φως
και αττικές μελαμβαφείς κύλικες με χαμηλή βάση και εγχάρακτο και σταμπωτό ρόδακα
στο εσωτερικό τους, που ο Mπακαλάκης απέδωσε στο εργαστήριο του Zωγράφου της Aμφιτρίτης
και χρονολόγησε περί το 450-430 π.X. Πολλές από τις κύλικες βρέθηκαν κατά την
ανασκαφή των ταφικών μνημείων. Αλλη σημαντική κατηγορία αποτελούν τα αττικά μελαμβαφή
αγγεία. Aπό τον χώρο της αρχαίας πόλεως προέρχονται τέλος και λαβές οξυπύθμενων
αμφορέων, μερικές ενσφράγιστες με την επιγραφή ΘAΣIΩN. Στο Mητρικό ο Mπακαλάκης
αναφέρει ότι είδε πήλινο πλαστικό αγγείο σε σχήμα γυναικείου προσώπου των αυστηρών
χρόνων.
Mεταλλοτεχνία-Mικροτεχνία: Λίγα όπλα ήλθαν στο φως κατά την ανασκαφή
των ταφικών μνημείων στον λαιμό της χερσονήσου της Mολυβωτής. Aναφέρονται τεμάχια
από σιδερένια αιχμή δόρατος, προερχόμενα από πυρά που χρονολογείται στα μέσα του
5ου αι. π.X. Aπό την ανασκαφή των ταφικών μνημείων προέρχονται επίσης τεμάχια
από χάλκινες αρύταινες ή κυάθους.
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου
Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού
Αποικία της Θάσου στη Θράκη.
Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.
Εγγραφείτε τώρα!