Η εξέχουσα θέση της
Μιδέας
μεταξύ των Μυκηναϊκών κέντρων της Αργολίδας έχει με έμφαση τονισθεί από τους ερευνητές του Μυκηναϊκού πολιτισμού.
Η Μιδέα θεωρήθηκε ως η τρίτη σε σημασία οχυρωμένη Μυκηναϊκή Ακρόπολη της Αργολίδας, μετά
τις
Μυκήνες
και την
Τίρυνθα,
εξ' αιτίας κυρίως των πλούσιων ευρημάτων του γειτονικού
νεκροταφείου των Δενδρών.
Η
Aκρόπολη
έχει κτισθεί στην
κορυφή ενός κωνικού λόφου,
που βρίσκεται σε υψόμετρο 270μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και 170μ. από την γύρω περιοχή.
Βρίσκεται στο μέσον περίπου της απόστασης μεταξύ Μυκηνών και Τίρυνθος και δεσπόζει
στις ανατολικές παρυφές της Αργολικής πεδιάδας.
Οι ανασκαφές άρχισαν το 1907 από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο
και συνεχίσθηκαν το 1939 από τον Σουηδό αρχαιολόγο, ανασκαφέα των Δενδρών, Axel
Persson, που άνοιξε μερικές δοκιμαστικές τομές στα κατώτερα άνδηρα και αποκάλυψε
λίγα οικοδομικά λείψανα στην κορυφή της Aκρόπολης, τα οποία θεώρησε ότι ανήκαν
σε ανάκτορο. Το 1963 άρχισε η Ελληνοσουηδική συνεργασία στη Μιδέα με μικρή δοκιμαστική
ανασκαφή κοντά στην Ανατολική Πύλη. Οι συστηματικές ανασκαφές άρχισαν το 1983
υπό τη διεύθυνση της Δρος Καίτης Δημακοπούλου και του καθηγητή του Πανεπιστημίου
του Goeteborg Paul Astroem. Τον κ. Astroem διαδέχτηκε το 2000 η υποδιευθύντρια
του Σουηδικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Δρ. Ann-Louise Schallin. Στην ανασκαφή
συμμετέχει η αρχαιολόγος κ. Νικολέττα Διβάρη-Βαλάκου, προϊσταμένη του Τμήματος
Αρχαιολογικών Χώρων του ΥΠΠΟ. Τα ευρήματα από τις πρόσφατες ανασκαφές απέδειξαν
τη σημασία της Μιδέας ως μεγάλου Μυκηναϊκού κέντρου της Αργολίδας, ισάξιου των
Μυκηνών και της Τίρυνθος. Η συνεχιζόμενη ανασκαφική έρευνα του χώρου με σύγχρονες
επιστημονικές μεθόδους και υπό το φως των νεώτερων επιτευγμάτων της αρχαιολογικής
επιστήμης, αποτελεί αυτή καθεαυτή ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά έργα που
εκτελούνται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα.
Το κυκλώπειο τείχος περικλείει έκταση 24.000 τ.μ. περίπου και προστατεύει την
άνω Ακρόπολη και τα κατώτερα άνδηρα. Η νοτιοδυτική πλευρά του λόφου είναι πολύ
απόκρημνη και για το λόγο αυτό έμεινε ατείχιστη. Οι πύλες της Ακρόπολης βρίσκονται
η μία απέναντι από την άλλη, στην ανατολική και στη δυτική πλευρά της οχύρωσης.
Kατά τη διάρκεια των πρόσφατων ανασκαφών ερευνήθηκαν χώροι
κοντά στην Ανατολική Πύλη και στα κατώτερα βορειοανατολικά άνδηρα της Ακρόπολης.
Καθαρίστηκε από τις επιχώσεις η είσοδος της Ανατολικής Πύλης, που έχει τη μορφή
ενός απλού ανοίγματος στο τείχος. Μία δεύτερη εσωτερική πύλη σχηματίζεται μεταξύ
ενός κυκλώπειου τοίχου και της εσωτερικής παρειάς της οχύρωσης. Στην περιοχή της
Ανατολικής Πύλης ερευνήθηκαν αρκετά δωμάτια και στα κατώτερα άνδηρα αποκαλύφθηκε
ένα σημαντικό ορθογώνιο κτήριο, που είχε καταστραφεί μαζί με άλλα οικοδομήματα
της Μιδέας από πυρκαγιά και πιθανότατα από σεισμό στα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ.,
όπως συνέβη και στη γειτονική Τίρυνθα. Ο σκελετός ενός κοριτσιού, με διαλυμένο
το κρανίο και τη σπονδυλική στήλη, που βρέθηκε καταπλακωμένος από πεσμένους ογκολίθους
μέσα σε ένα δωμάτιο στην περιοχή της Ανατολικής Πύλης, φαίνεται ότι ανήκε σε θύμα
του σεισμού αυτού.
H Δυτική Πύλη της Aκρόπολης αποκαλύφθηκε ολόκληρη κατά τις πρόσφατες
ανασκαφές. Σχηματίζεται μεταξύ της απόληξης του νοτιοδυτικού σκέλους του τείχους,
που στο σημείο αυτό διευρύνεται και δημιουργεί έναν ισχυρό προμαχώνα, και ενός
συμπαγούς αναλημματικού τοίχου, που κάλυπτε τον απόκρημνο βράχο. Ένα
φυλακείο, ανοιγμένο μέσα στο πάχος του τείχους, προστατεύεται από τον προμαχώνα.
Στην περιοχή της Ακρόπολης, εσωτερικά της Δυτικής Πύλης, οι ανασκαφές έφεραν στο
φως συγκρότημα δωματίων, κτισμένο σε επάλληλα άνδηρα, παράλληλα προς το τείχος.
Tα ευρήματα, όπως αποθηκευτικά αγγεία, μυλόπετρες, τριπτήρες, ακόνες, λίθινα και μολύβδινα σκεύη, λίθινα,
χάλκινα και οστέινα εργαλεία, πρώτες ύλες και μήτρα από στεατίτη για την κατασκευή κοσμημάτων, αποδεικνύουν ότι τα περισσότερα
δωμάτια ήταν αποθήκες και εργαστήρια. Το συγκρότημα των δωματίων, όπως και η Δυτική
Πύλη, βρέθηκαν κατεστραμμένα από ισχυρή πυρκαγιά, που πιθανότατα προκλήθηκε από
τον ισχυρό σεισμό που έπληξε τη Μιδέα στα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ.
Στους ανεσκαμμένους χώρους της ακρόπολης βρέθηκε σε μεγάλες ποσότητες
χονδροειδής οικιακή και λεπτότεχνη κεραμεική, που χρονολογείται στην Υστεροελλαδική ΙΙΙΒ2
περίοδο, δηλαδή στο δεύτερο μισό του 13ου αιώνα π.Χ. Βρέθηκαν επίσης και αγγεία
του εικονιστικού ρυθμού, παρόμοια με αυτά των άλλων μεγάλων αργολικών κέντρων (Μυκήνες, Τίρυνς,
Μπερμπάτι). ΄Αλλα ενδιαφέροντα ευρήματα είναι κοσμήματα, όπως χάντρες διαφόρων
ειδών, σφραγιδόλιθοι, θραύσμα από ρυτό σε σχήμα τρίτωνος από αμέθυστο, θραύσματα τοιχογραφιών, κεραμίδια
στέγης και πολυάριθμα πήλινα ειδώλια. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα μεγάλο τροχήλατο ειδώλιο θεότητας,
του τύπου των ξεχωριστών και ολιγάριθμων ειδωλίων, τα οποία έχουν βρεθεί στα ιερά
των Μυκηνών, της Τίρυνθος και της Φυλακωπής στη Μήλο. Εξαιρετικής σημασίας είναι
τέσσερα πήλινα σφραγίσματα και τρεις αποθηκευτικοί ψευδόστομοι αμφορείς με επιγραφές
Γραμμικής Β γραφής. Τα ευρήματα αυτά προέρχονται από τα κατώτερα άνδηρα της ακρόπολης
και την περιοχή της Δυτικής Πύλης.
Με τη συνέχιση των ανασκαφών στην περιοχή της Δυτικής Πύλης (1996-2000) ολοκληρώθηκε η έρευνα του οικοδομικού
συγκροτήματος. Αποτελείται από δύο πτέρυγες εκατέρωθεν ενός κεντρικού διαδρόμου,
από όπου διερχόταν κτιστός αγωγός. Τα καλύτερα διατηρημένα δωμάτια, που φαίνεται
ότι ήταν υπόγεια, βρίσκονται στην πτέρυγα που κτίστηκε σε επαφή με το τείχος.
Οι τοίχοι τους σώζονται σε αρκετό ύψος και ήταν καλυμμένοι με ζωγραφιστά κονιάματα,
όπως δείχνουν τα θραύσματα τοιχογραφιών που βρέθηκαν. Από τα ευρήματα των ανασκαφών
αυτών ξεχωρίζουν η άφθονη κεραμεική της Υστεροελλαδικής ΙΙΙΒ2 περιόδου και τα
λίθινα τριποδικά τριβεία. Ο μεγάλος αριθμός των εργαλείων και των κομματιών από
φθορίτη, φίλντισι και ώχρα, πιστοποιεί την ύπαρξη εξειδικευμένων εργαστηρίων κατασκευής
κοσμημάτων και άλλων ειδών.
Σε άνδηρο της νοτιοδυτικής κλιτύος της ακρόπολης αποκαλύφτηκαν και
άλλα τμήματα οικοδομημάτων, τα οποία είχαν επίσης καταστραφεί από το σεισμό και
την ισχυρή πυρκαϊά του τέλους του 13ου αι. π.Χ. Κάτω από τα οικοδομήματα αυτά
εντοπίστηκαν κατάλοιπα μιας προγενέστερης φάσης που χρονολογείται στον 15ο αι.
π.Χ., όπως δείχνει η κεραμεική.
Τα αποτελέσματα των πρόσφατων ανασκαφών, ιδίως η ανεύρεση των επιγραφών
της Γραμμικής Β Γραφής και των σφραγισμάτων, δείχνουν ότι η Μιδέα αποτελούσε παράλληλα
με τις Μυκήνες και την Τίρυνθα ένα διοικητικό και οικονομικό κέντρο. Άλλα στοιχεία
που συνδέουν τη Μιδέα με τις δύο αυτές ακροπόλεις είναι η ποιότητα και το είδος
των ευρημάτων, τα οποία μαρτυρούν σημαντική καλλιτεχνική και βιοτεχνική παραγωγή,
οι εμφανείς σχέσεις με άλλα κέντρα της Αργολίδας και του Αιγαίου γενικότερα, καθώς
και η ύπαρξη χώρων λατρείας, όπως υποδηλώνει το μεγάλο τροχήλατο γυναικείο ειδώλιο.
Κείμενο :
Κ. Δημακοπούλου
Ν. Διβάρη-Βαλάκου