Ο φάρος της Ψαθούρας χτίστηκε το 1895 μετά το ναυάγιο ενός Δανέζικου πλοίου στην περιοχή. Χτίστηκε πάνω σε σχέδια Γάλλων μηχανικών, από πετράδες Σκοπελίτες, που χρησιμοποίησαν πέτρα από το νησί ενώ μεταφέρθηκαν μόνο τα μαρμάρινα σκαλοπάτια και μια άλλη μαλακότερη και ευπελέκητη πέτρα για τις ακμές του κτιρίου και τα ανοίγματα. Το ύψος του πύργου του φάρου είναι 26 μέτρα, ενώ το φανάρι βρίσκεται συνολικά σε 40 μέτρα ύψος πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Στην αρχή το φανάρι δούλευε με ένα σύστημα που έκαιγε ένα μίγμα αέρα με εξαερωμένο πετρέλαιο, το οποίο, βέβαια, χρειαζόταν συνεχή παρουσία. Τότε το φως του φάρου ήταν συνεχές προς όλες τις κατευθύνσεις, πολύ ισχυρό και εκτυφλωτικό, και έφτανε 19 μίλια μακριά.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο φάρος έσβησε και ξανάναψε το 1945. Μέχρι το 1987, που το σύστημα με το πετρέλαιο αντικαταστάθηκε με ηλεκτρικό ρεύμα από φωτοβολταϊκά, η παρουσία των φαροφυλάκων ήταν συνεχής. Το 1987 ο φάρος μετετράπη σε αυτοματοποιημένο επιτηρούμενο ηλιακό. Το φως που εκπέμπει σήμερα ο φάρος δίνεται σε έξι δέσμες από μια λάμπα αλογόνου και το βεληνεκές του είναι 17 ναυτικά μίλια, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους μεγαλύτερους φάρους του Αιγαίου.
Η Ψαθούρα είναι το βορειότερο απ' όλα τα νησιά του συμπλέγματος των Σποράδων. Το όνομά της προέρχεται, μάλλον από το σχήμα της, διότι μοιάζει με ψάθα στη μέση της θάλασσας. Πριν την ανέγερση του φάρου το νησί ήταν ακατοίκητο. Κάποια ερείπια που βρίσκονται στη βόρεια πλευρά έχουν χαρακτηριστεί ως αρχαία οχυρά. Υπάρχουν, όμως, στη νότια και στη δυτική πλευρά του λείψανα οικισμών από τη Νεολιθική περίοδο μέχρι το τέλος των Ιστορικών χρόνων.