Ιδιαίτερα δεσπόζουσα θέση στην κοιλάδα του Παμίσου, ανατολικά των
κοινοτήτων Αιπείας-Ανθείας και 11 χλμ. περίπου ΒΔ της Καλαμάτας, κατέχει η λοφοσειρά "Ελληνικά", που εκτείνεται σε μήκος 1 χλμ. περίπου παράλληλα προς
τον άξονα του δημόσιου δρόμου Τρίπολης-Καλαμάτας. Παρουσία επιφανειακών ευρημάτων και μνημείων, εντοπισμένων στις αρχές του αιώνα αλλά και αργότερα (Α. Σκιάς, N. Valmin και R. Hope Simpson), κατέδειξε την συνεχή κατοίκηση και σημαντικότητα του χώρου από τα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ. μέχρι σχεδόν τα νεότερα χρόνια.
Το 1984 η Ζ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων ανέσκαψε το γνωστό από τις επιφανειακές έρευνες των W. MacDonald και R. Hope Simpson (τέλη της δεκαετίας του 1960) ηγεμονικό θολωτό μυκηναϊκό τάφο (διάμετρος ταφικού θαλάμου 10,30 μ.), 600μ. δυτικά της λοφοσειράς, ο οποίος, καίτοι συλημένος κατά την αρχαιότητα, διατήρησε πλήθος αρχαιολογικών μαρτυριών τόσο των προϊστορικών-πρωτοϊστορικών χρόνων, όσο και των ιστορικών περιόδων της ιστορίας της Μεσσηνίας. Χρονολογείται στην ΥΕ (υστεροελλαδική) Ι-ΙΙ περίοδο.
Έντονη αρχαιοκαπηλική δράση στην περιοχή οδήγησε την ίδια Εφορεία
σε σωστική έρευνα του εκτεταμένου νεκροταφείου των θαλαμοειδών
μυκηναϊκών τάφων (γνωστών εν μέρει από τις αρχές του αιώνα με την ονομασία
"καταφύγια") στη μακρόστενη ράχη των Ελληνικών. Εξαίρετη αρχιτεκτονική, μνημειώδεις κατά το πλείστον διαστάσεις, αλλά και σημαντικά -παρά την εντατική σύληση- ευρήματα από τους 13 τάφους που έχουν ερευνηθεί την τελευταία δεκαετία στην ανατολική πλαγιά, φανερώνουν την εξέχουσα κοινωνική θέση των μυκηναίων της περιοχής. Μεταξύ των μυκηναϊκών ευρημάτων ξεχωρίζουν τρία σφραγιστικά χρυσά δακτυλίδια με έγγλυφες παραστάσεις. Οι περισσότεροι τάφοι ιδρύθηκαν σε ΠΕ (πρωτοελλαδικό) ΙΙ περιβάλλον. Χρονολογικά ανήκουν στην ΥΕ ΙΙΙ Α-Β περίοδο, και στους πιο πολλούς παρατηρήθηκε μεταγενέστερη χρήση ή και λατρεία (ευρήματα πρωτογεωμετρικών, κλασικών και ρωμαϊκών χρόνων).
Στη βορειότερη κορυφή των Ελληνικών εντοπίζεται η επιβεβαιωμένη από
επιγραφικές μαρτυρίες ακρόπολη της κλασικής πόλης Θουρίας, που απλωνόταν και δυτικότερα και άνθισε όχι μόνο στους αυτοκρατορικούς χρόνους, αλλά και κατά το μεσαίωνα και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, διατηρώντας μέχρι σήμερα την ονομασία "Ελληνικά" ή "Παλιόκαστρο". Τα εκτεταμένα, αλλά όχι ακόμη συστηματικά ανασκαμμένα ορατά ερείπια (θέση του κοίλου του θεάτρου, λείψανα τείχους βόρεια και δυτικά της ακρόπολης, ίχνη από αρχαίο αμαξητό δρόμο, μεγάλη λαξευτή δεξαμενή, οικοδομικά θεμέλια, λείψανα ναών, ερείπια μνημειακού υστερορρωμαϊκού κτίσματος δυτικά του λόφου με την ονομασία "Λουτρά" κ.ά.), καθώς και η υπέροχη θέα προς το Μεσσηνιακό κόλπο και την πεδιάδα του Παμίσου, συνηγορούν για τη σημασία της. Έως το 369 π.Χ. είναι η σημαντικότερη πόλη της δυτικής Μεσσηνίας. Μετά το έτος αυτό αποτελεί μέλος της ελεύθερης μεσσηνιακής πολιτείας και είναι η δεύτερη σπουδαιότερη πόλη μετά την Αρχαία Μεσσήνη.
Αρχαιολογικός χώρος
Τέχνες & πολιτισμός
Πληροφορίες επίσκεψης
Ελεύθερη είσοδος
Χώρος πάντα ανοικτός
Οργανωτική δομή / Συνεργασίες / Συμμετοχές / Μέλη / Σχέσεις