´Ηταν μία από τις σημαντικότερες πόλεις-κράτη των Δωριέων στην
Κρήτη, αν και προϋπήρχε μάλλον της "καθόδου των Δωριέων". Κτισμένη στο διάσελο
δύο λόφων, σε σημείο που της παρείχε προστασία από τυχόν επιδρομές αλλά και εποπτεία
μιας μεγάλης περιοχής του κόλπου Μεραμβέλλου. Σε πινακίδες της γραμμικής Β γραφής
ίσως αναφέρεται ως RA - TO.
Πήρε το όνομά της από τη Λητώ (δωρικός τύπος το Λατώ), τη μητέρα του
Απόλλωνος και της Αρτέμιδος, αν και κυριότερη θεά της πόλης ήταν η Ειλείθυια,
η οποία εικονιζόταν και στα νομίσματα. Από τη Λατώ καταγόταν ο ναύαρχος του Μ.
Αλεξάνδρου, Νέαρχος. Πριν από το τέλος του 3ου π.Χ. αιώνα οι Λάτιοι συμμετείχαν
στο Κοινόν των πόλεων της Κρήτης και χρησιμοποιούσαν την κοινή νομοθεσία.
Η Λατώ υπέγραψε πολλές συμμαχίες με τη Ρόδο, την Τέω και το βασιλιά Ευμένη της
Περγάμου. Με τη γειτονική πόλη του Ολούντα είχαν μακροχρόνιες διαμάχες για τον
καθορισμό των μεταξύ τους ορίων.
Επίνειό της ήταν η
Λατώ προς Καμάρα
(σημερινός
΄Αγιος Νικόλαος),
η οποία στα μέσα του 2ου π.Χ. αιώνα αναπτύχθηκε τόσο ώστε να μεταφερθεί
σ΄αυτήν το διοικητικό κέντρο και τελικά να εγκαταλειφθεί η Λατώ.
O ΄Αγγλος ναύαρχος Th. Spratt στο έργο του "Travels in Crete" του
1865 εντόπισε τα ερείπια της αρχαίας πόλης στο λόφο του Γουλά, ταύτισε όμως λανθασμένα
τα ερείπια με τον
Ολούντα
ή την
΄Ωλερο. Τον χώρο επισκέφθηκαν
οι αρχαιολόγοι F. Halbherr, L. Mariani και A. Taramelli που αναγνώρισαν στα ερείπια
την αρχαία Λατώ. Το 1894-6 ο Α. Evans έκανε μικρής κλίμακας έρευνες στην περιοχή.
Η συστηματική έρευνα αρχίζει το 1899-1901 από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή με
τον J. Demargne και επαναλαμβάνεται το 1968 ως τη δεκαετία του 1970 από τους P.
Ducrey, O. Picard και Β. Χατζημιχάλη.
Σημαντικότερα μνημεία και αρχιτεκτονικά σύνολα της περιοχής είναι:
Η πόλη Λατώ ήταν κτισμένη στο διάσελο δύο λόφων και
ήταν οχυρωμένη. Την περιέκλειε μια διπλή ακρόπολη. Η κύρια πύλη είχε τρεις διαδοχικές
εισόδους και δύο εσωτερικές τετράγωνες αυλές για να ελέγχονται καλά οι εισερχόμενοι.
Από εκεί ξεκινούσε ανηφορικός δρόμος με ογδόντα περίπου βαθμίδες και ελισσόμενος
κατέληγε ανατολικά στην "Αγορά". Στη βόρεια πλευρά του υπήρχε τείχος με πύργους
και σπίτια των πολιτών πάνω σε διαδοχικά άνδηρα, έτσι ώστε η οροφή του ενός να
είναι η αυλή και συνεπώς η πρόσβαση του ψηλότερα ευρισκόμενου. Τα σπίτια αυτά
καθώς και άλλα στην περιοχή της βόρειας ακρόπολης είχαν απλό σχέδιο. Αποτελούνταν
από δύο συνήθως τετράγωνα δωμάτια με εστία στο κέντρο τους. Υπόγειες, λαξευμένες
στο βράχο ομβριοδεξαμενές εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του σπιτιού σε νερό.
Στην νότια πλευρά του δρόμου υπήρχαν βιοτεχνικά εργαστήρια,
όπως ένα ενδιαφέρον βαφείο.
Η "Αγορά" είναι ανοικτός χώρος που περιλαμβάνει μια
βαθειά τετράγωνη δεξαμενή, στεγασμένη κάποτε, και ένα μικρό ορθογώνιο ναό χωρίς
κίονες, με δωμάτιο μάλλον υπαίθριο, όπου βρέθηκαν πολλά ειδώλια του 6ου αιώνα
π.Χ.
Στα νότια της "Αγοράς" υπάρχει ορθογώνια "εξέδρα"
με δύο βαθμίδες εν μέρει λαξευμένες στο βράχο.
Στα δυτικά υψωνόταν δωρική στοά με πεζούλι στις τρεις
πλευρές.
Στα βόρεια υπάρχει μνημειώδες σύνολο: σειρές από επτά ευθύγραμμες βαθμίδες,
χωρισμένες σε τρεις πτέρυγες, όπου χωρούσαν ογδόντα καθισμένοι πολίτες, με κλιμακίδες
που διευκόλυναν τη διακίνηση θυμίζουν διαμόρφωση αρχαίου θεάτρου και χρησιμοποιούνταν
για να διεξάγονται δημόσιες συζητήσεις ή να παρακολουθούν οι πολίτες θεάματα αλλά
και οδηγούσαν στο ψηλότερο επίπεδο, όπου μέσα από μια περίστυλη αυλή και στενή
θύρα εισερχόταν κανείς στο κυρίως "Πρυτανείον". Δύο ψηλοί αναλημματικοί πύργοι,
κατασκευασμένοι από μεγάλους ογκόλιθους πλαισιώνουν το όλο οικοδόμημα και στηρίζουν
το κτήριο ψηλότερα. Στον κεντρικό χώρο του Πρυτανείου υπήρχε εστία με φωτιά που
έκαιγε νυχθημερόν και περιβαλλόταν από θρανία με δύο βαθμίδες, σε καθένα από τα
οποία χωρούσαν οκτώ συνδαιτημόνες. Εκεί συνέτρωγαν και συνεδρίαζαν οι "κόσμοι",
δηλαδή οι άρχοντες της πόλης. Στα βόρεια, σε δύο δωμάτια φυλάσσονταν τα αρχεία
της πόλης.
Στα νότια της "Αγοράς", σε άνδηρο που στηρίζει αναλημματικός τοίχος,
υπάρχουν ερείπια του μεγάλου ναού της πόλης (διαστάσεων 10Χ16 μ.), που αποτελείται
από τετράγωνο σηκό, όπου κατά χώραν βρέθηκε η βάση λατρευτικού αγάλματος με δυνανάγνωστη
επιγραφή και ορθογώνιο πρόδομο, ενώ μπροστά στο ναό υπάρχει βωμός με δύο βαθμίδες.
Στα ανατολικά του ναού, σε χαμηλότερο επίπεδο, υπήρχε
"θεατρικός" χώρος με ευθύγραμμες σειρές βαθμίδων, εν μέρει κτισμένες και εν μέρει
λαξευμένες στο βράχο, χωρητικότητας τριακοσίων πενήντα ατόμων, δίπλα σε εξέδρα,
ενώ μία πλατφόρμα χρησίμευε ως σκηνή με ένα βωμό στα δυτικά.