Βρίσκεται σε απόσταση ενός χιλιομέτρου νοτίως των Καλυβίων. Στη σημερινή της μορφή είναι μονόχωρη,
ξυλόστεγη βασιλική, διαστ. 17,60Χ7,70 μ., με έξι ενισχυτικές αντηρίδες στο εσωτερικό, πάνω στις οποίες στηρίζονται ισάριθμα εγκάρσια οξυκόρυφα τόξα. Η μορφή του ναού είναι ιδιότυπη γιατί κτίστηκε επάνω στα ερείπια τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου με 6ου αι. μ.Χ., η οποία με τη σειρά της είχε κτιστεί πάνω σε αρχαίο ιερό.
Ο
σημερινός ναός παρουσιάζει βασικά τρεις οικοδομικές φάσεις.
1. Παλαιοχριστιανική περίοδος: σώζονται τα λείψανα μιας μεγάλης ημικυκλικής αψίδας γύρω από την σημερινή κόγχη και τμήματα των
τοξοστοιχιών του βορείου και νοτίου κλίτους.
2. Βυζαντινή περίοδος: ο ναός ανακατασκευάζεται και περιορίζεται σε ένα κλίτος με χρησιμοποιημένα πολλά αρχιτεκτονικά μέλη της παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Με τις εργασίες συντήρησης που έγιναν τα τελευταία χρόνια στο ναό αποκαλύφθηκαν
δύο διαφορετικές φάσεις τοιχογραφιών. Στην ίδια περίοδο επίσης αποδίδεται από
τον Ορλάνδο και το κτιστό τέμπλο με τα πολλά εντοιχισμένα μαρμάρινα παλαιοχριστιανικά γλυπτά και το δίδυμο προσκυνητάρι μπροστά στο βόρειο τμήμα του τέμπλου. Το προσκυνητάρι αποτελείται από δύο μονόλιθους ραβδωτούς κίονες με διακοσμημένα κιονόκρανα ενώ το επιστύλιο φέρει διακόσμηση με παράσταση από πουλιά, ζώα, σταυρούς, ρόδακες κ.λπ.
3. Περίοδος Τουρκοκρατίας: ο ναός ανακατασκευάζεται σα μονόκλιτη βασιλική με δίρριχτη στέγη. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τοιχογραφίες που συνδέονται με έργα της σχολής του Αργείου ζωγράφου του 18ου αι. Γ. Μάρκου. Το τελευταίο στρώμα των τοιχογραφιών, που είναι σήμερα ορατές, αποτελείται κυρίως απο ολόσωμες μορφές αγίων, αποστόλων, ιεραρχών, διακόνων και λίγες σκηνές, όπως ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου στην αψίδα, η Άκρα Ταπείνωση στον τοίχο του ιερού, η Δευτέρα Παρουσία στο δυτικό τοίχο. Στο κτιστό τέμπλο αριστερά της Ωραίας Πύλης ευρίσκεται η Παναγία και η Αγία Παρασκευή ενώ δεξιά ο Παντοκράτωρ, ο Άγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο Άγ. Νικόλαος και στο επιστύλιο η Μεγάλη Δέηση. Την ίδια εποχή δημιουργήθηκαν στο προαύλιο και τα κελιά, καθώς η εκκλησία λειτούργησε σα Μονή Ταξιαρχών, ενώ σύμφωνα με τον Καμπούρογλου, "...τον Ταξιάρχην εις Κουβαράν, μετά των ολίγων κτημάτων αυτού" τον προσεταιρίσθηκε η Μονή Ασωμάτων Πετράκη μαζί με άλλες ερειπωμένες μονές της Αττικής προκειμένου να μην περάσουν στα χέρια των Τούρκων. Στους Ταξιάρχες ακόμη έμεινε ο Βύρων στις 19 Ιανουαρίου 1820, στην διαδρομή του για το Σούνιο, αφού προηγουμένως είχε επισκεφθεί το Σπήλαιο του Πανός.