Ένα σημαντικότατο βυζαντινό μνημείο που βρίσκεται στη γύρω από την
Χαλκίδα περιοχή είναι
το καθολικό της Μονής του Αγ. Γεωργίου του Αρμά, που βρίσκεται 8 περίπου χλμ έξω
από το χωριό Φύλλα.
Σήμερα, απ' το παλιό μοναστήρι σε καλή κατάσταση σώζεται μόνο το καθολικό
που αποτελείται απ' το νάρθηκα και τον κυρίως ναό. Ο κυρίως ναός ανήκει στην κατηγορία
των εγγεγραμμένων σταυροειδών με τρούλο. Ο τύπος αυτός λέγεται και σύνθετος τετρακίονος
ή Κωνσταντινοπολίτικος. Τέτοιους ναούς βρίσκουμε και σε άλλα μέρη της Εύβοιας,
όπως στην Αγία Τριάδα κοντά στα
Ψαχνά
και στο καθολικό της μονής Περιβλέπτου στα
Πολιτικά.
Σαν σχέδιο ανήκει στον 10ο αι. Τα χρησιμοποιηθέντα υλικά όμως ανήκουν στον 13ο
ή 14ο αι., αλλά ο ναός κτίσθηκε πάνω σε άλλο χριστιανικό ναό που κι αυτός ήταν
χτισμένος πάνω σε αρχαίο ειδωλολατρικό ναό.
Αργότερα κτίσθηκε ο προνάρθηκας και τον 17ο αι. ο σημερινός νάρθηκας,
όπως φαίνεται και σε επιγραφή που υπάρχει στην εξωτερική πλευρά του ανατολικού
τοίχου.
Ο ναός έχει τρούλο στηριγμένο σε τέσσερις κίονες. Αυτοί, όπως και
άλλο υλικό του ναού π.χ. τα ιωνικά κιονόκρανα, προέρχονται απ' τον αρχαίο ναό.
Ο τρούλος δεν διασώθηκε στη αρχική του μορφή και δυστυχώς σήμερα είναι σκεπασμένος
με τσιμέντο.
Ανατολικά υπάρχει το τριμερές ιερό με τρεις τρίπλευρες εξωτερικά και
ημικυκλικές εσωτερικά αψίδες. Το εσωτερικό του ναού είναι ένα ωραιότατο παράδειγμα
κατασκευαστικής τελειότητας, παρά το γεγονός ότι δεν σώζεται σήμερα ζωγραφικός
διάκοσμος.
Στην εξωτερική ανατολική κυρίως πλευρά του ναού εκτός απ' το πλινθοπερίβλητο
σύστημα της οικοδομής χρησιμοποιήθηκαν πολλά διακοσμητικά στοιχεία, όπως πώρινες
πλάκες, ανάγλυφα δενδρύλλια, πολύφυλλοι ρόδακες κ.ά.
Στη βόρεια και νότια πλευρά του ναού υπάρχει ένα χαρακτηριστικό «θρανίο»
-όμοιό του υπάρχει και στο ναό της Αγίας Θέκλας Ευβοίας και του Αγίου Νικολάου
Βάθειας- το οποίο ήταν κτηριολογικό στοιχείο των μικρών ναών των αγροτικών κυρίως
περιοχών, ιδιαιτέρως δε των Κυκλάδων κατά τους υστεροβυζαντινούς χρόνους και τους
χρόνους της Τουρκοκρατίας.
Τα διασωθέντα γλυπτά του ναού είναι:
α) μία μαρμάρινη πλάκα με σχέδια Παλαιοχριστιανικής τέχνης η οποία χρησιμοποιήθηκε
και σαν Αγία Τράπεζα.
β) το επιστύλιο στη μεσαία κόγχη του ιερού το οποίο είναι διακοσμημένο από μία
σειρά μικρών τόξων κάτω από τα οποία είναι σχηματισμένο ένα φύλλο ακάνθης (όμοια
επιστύλια υπάρχουν στον
Όσιο
Λουκά Λειβαδιάς, στη Μητρόπολη του
Μιστρά,
στην
Ανδρο, στη
Ρόδο,
στη
Σμύρνη και αλλού).
γ) ένα τμήμα εντοιχισμένης ανάγλυφης πλάκας στο βόρειο τοίχο της κεντρικής κόγχης
του ιερού, στην οποία εικονίζονται φανταστικά φτερωτά ζώα (παρόμοιες παραστάσεις
συναντάμε στην
Παναγία
την Παρηγορήτισσα, στη Μονή Βλαχερνών, στη
Θήβα,
στη Σμύρνη κ.α.).
δ) πάνω απ' το επιστύλιο υπάρχει εντοιχισμένο τμήμα μαρμάρινης επιτύμβιας στήλης
στην οποία εικονίζεται γλυπτό εξαιρετικής τέχνης.
Ο κυρίως ναός ήταν μάλλον γεμάτος τοιχογραφίες, μικρά δείγματα των
οποίων σώζονται στο νότιο τοίχο: φαίνονται δύο πολύ εκφραστικά κεφάλια μάλλον
του Χριστού και μαθητή του. Στο εσωτερικό του δυτικού τοίχου υπάρχουν σκηνές από
το Γολγοθά (ο Χριστός σταυρωμένος και έχοντας ήδη παραδώσει το πνεύμα του).
Στον νάρθηκα υπάρχουν αρκετές διασωθείσες παραστάσεις, όπως η παράσταση
«Πάσα Πνοή» με το Χριστό στο θρόνο του να ευλογεί και γύρω του όλες τις ουράνιες
δυνάμεις, τον ήλιο, τη σελήνη, τους αστερισμούς, ζώα και ανθρώπους, παράσταση
με το θαύμα του Χριστού στη λίμνη Γεννησαρέτ, της συνάντησης του Χριστού με τη
Σαμαρείτιδα στο πηγάδι του Ιακώβ, της Μεσοπεντηκοστής, του θαύματος της ίασης
του παράλυτου, το «Χαίρε» των μυροφόρων, της ψηλάφησης του Θωμά και της ίασης
του τυφλού. Επίσης υπάρχουν δεκατρείς παραστάσεις που έχουν ως θέμα τους τα μαρτύρια
του Αγίου Γεωργίου. Παραστάσεις των μαρτυρίων του Αγίου Γεωργίου υπάρχουν και
στον Αγιο Γεώργιο του Stupovi της Σερβίας, σε μία ρωσική εικόνα του 13ου αι. και
σε δύο εικόνες της Μονής του Σινά.
Στην εξωτερική πλευρά του ανατολικού τοίχου σώζεται μια εντοιχισμένη
επιγραφή με μικρό αέτωμα που μας δίνει τη χρονολογία της προσθήκης του νάρθηκα.
Σύμφωνα με την επιγραφή ο ναός του Αγίου Γεωργίου τελείωσε επί των ημερών του
Ιερομονάχου Ανθιμου το Μάιο του 1637 (Λιάπης, 1971) (από λάθος ανάγνωση του πιο
πιθανού "Ιρμε" πήρε το όνομα «Αρμάς» μαζί με τόσα άλλα, όπως Αγριδιανός, Διασορείτης,
Καταδότης, Πεζόστρατος, Κητοκτόνος, Κώδωνας κ.ά.).
Κατά την Τουρκοκρατία το μοναστήρι υπήρξε πνευματικό κέντρο της περιοχής
και από αυτό εξόρμησε ο αγωνιστής της επανάστασης του 1821, Καρύστου Νεόφυτος.
Η Μονή διαλύθηκε μετά την απελευθέρωση και τα κτήματά της πέρασαν στα χέρια των
κατοίκων της γύρω περιοχής παρά τις προσπάθειες των λίγων μοναχών.