Στο μυχό του
Παγασητικού
Κόλπου, σε απόσταση 1,5 χιλιομέτρων νότια της σημερινής πόλης του
Βόλου,
βρίσκεται η
Δημητριάδα.
Ο χώρος που κατέλαβε η πόλη άρχισε να κατοικείται από το τέλος της νεολιθικής
εποχής. Στην περίμετρο των τειχών της περιλαμβάνει ένα σημαντικό προϊστορικό οικισμό,
τη Μαγούλα Πευκάκια, που χρονολογείται από το τέλος της νεολιθικής εποχής έως
τα μυκηναϊκά χρόνια. Λόγω της επίκαιρης θέσης του αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε σε
σημαντικό εμπορικό σταθμό - λιμάνι, μέσω του οποίου επικοινωνούσε η θεσσαλική
ενδοχώρα με περιοχές όπως η
Θράκη,
η
Μικρά Ασία, τα νησιά του
Αιγαίου και η Νότια Ελλάδα,
ιδιαίτερα στην ύστερη φάση της Χαλκοκρατίας.
Η
Δημητριάδα
πήρε το όνομά της από το όνομα του ιδρυτή της, Δημητρίου Πολιορκητή, ο οποίος
στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. συνοίκησε τις μικρές κώμες της περιοχής για να δημιουργήσει
μια πόλη σε στρατηγική θέση, ισχυρή οικονομικά και πολιτικά. Η μεγάλη ακμή της
πόλης ως οικονομικό, εμπορικό και πολιτικό κέντρο είναι από το 217-168 π.Χ., παρακμάζει
τον 6ο αιώνα μ.Χ. και εγκαταλείπεται. Οι ανασκαφές που άρχισαν από το τέλος του
19ου αιώνα στην περιοχή και συνεχίζονται ακόμη, έχουν φέρει στο φως πολλά στοιχεία
για τη ζωή και την οργάνωση της πόλης.
Το τείχος
Ο Απ. Αρβανιτόπουλος ανέσκαψε σε μεγάλη έκταση το τείχος, το οποίο
ενισχύεται με τετράγωνους πύργους και περιβάλλει την πόλη σε όλη της την έκταση.
Το τείχος της πόλης, κτισμένο ισοδομικά, σώζεται σχεδόν σε όλη την έκταση εκτός
από ένα τμήμα στη βόρεια πλευρά του.
Γραπτές επιτύμβιες στήλες
Στο τείχος βρέθηκαν οι περίφημες
γραπτές
επιτύμβιες στήλες της Δημητριάδας, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν σαν οικοδομικό
υλικό σε μεταγενέστερη επισκευή του τείχους. Οι
στήλες
αυτές δίνουν πολλές πληροφορίες για τη ζωή στη Δημητριάδα, τη διακίνηση ξένων
στην πόλη, την τεχνική της μεγάλης ζωγραφικής.
Το Ηρώο
Το ηρώο, πάνω στο βραχώδη λόφο δυτικά του αρχαίου θεάτρου, αποτελείται
από ένα ορθογώνιο περίβολο και ένα κεντρικό κτίσμα που ήταν επενδεδυμένο με μαρμάρινη
διακόσμηση ιωνικού ρυθμού. Πιθανολογείται ότι πρόκειται για ταφικό μνημείο - μαυσωλείο,
που έμεινε ατελείωτο και προοριζόταν για τη λατρεία του ήρωα κτίστη της πόλης,
του θεοποιημένου Δημήτριου.
Το Θέατρο
Το
θέατρο
είναι ένας σημαντικός χώρος αναφοράς της πόλης. Κατασκευάστηκε κατά την πρώιμη
ελληνιστική εποχή, στο α' μισό του 3ου αιώνα π.Χ. και επισκευάστηκε τουλάχιστον
τέσσερις φορές έως το β' μισό του 4ου αιώνα μ.Χ., οπότε και εγκαταλείφθηκε οριστικά.
Η σκηνή του ήταν διώροφη. Στο ισόγειο διαιρείται σε τρία δωμάτια. Δυτικά της σκηνής
σώζεται η υποθεμελίωση του προσκηνίου. Η ορχήστρα έχει διάμετρο 24,15 μ., δάπεδο
από πατημένο πηλό και περιμετρικά αποχετευτικό αγωγό. Τα εδώλια της πρώτης σειράς
είναι κατασκευασμένα από γκρίζο μάρμαρο, ενώ τα υπόλοιπα από πωρόλιθο.
Το Υδραγωγείο
Το τεράστιο τεχνικό έργο που κατασκευάστηκε για την υδροδότηση της
πόλης είναι πιθανότατα δημιούργημα των αρχών του 4ου αιώνα μ.Χ. Σήμερα σώζονται
μόνο οι πεσσοί, πάνω στους οποίους στηριζόταν η κτιστή αύλακα που μετέφερε το
νερό από το
Πήλιο στη Δημητριάδα.
Το Ανάκτορο
Το
Ανάκτορο
δεσπόζει πάνω σε ύψωμα στο ανατολικό τμήμα της πόλης. Στο ψηλότερο σημείο του
λόφου έχει αποκαλυφθεί μία περίστυλη αυλή με δωρικούς κίονες, στις τρεις πλευρές
της οποίας ανοίγονται τα διαμερίσματα, ενώ στη βόρεια πλευρά της βρίσκονται τα
εργαστήρια χαλκουργίας και ένας μεγάλος αποχετευτικός αγωγός. Το κτίριο ήταν διώροφο.
Στις τέσσερις γωνίες του υπάρχει από ένας ισχυρός πύργος. Στα δυτικά του συγκροτήματος
της περίστυλης αυλής σε χαμηλότερα άνδηρα εκτείνονται οι υπόλοιποι χώροι του ανακτορικού
συγκροτήματος, επίσης σε δύο ορόφους. Οι τοίχοι του κτιρίου ήταν διακοσμημένοι
με τοιχογραφίες γκρίζου, κόκκινου, λευκού και κίτρινου χρώματος που μιμούνταν
ορθομαρμάρωση. Το ανάκτορο εγκαταλείφθηκε στα μέσα περίπου του 2ου αιώνα π.Χ.,
στο τέλος δηλαδή της Μακεδονικής κυριαρχίας στην Ελλάδα. Ένα τμήμα του χρησιμοποιήθηκε
στη ρωμαϊκή εποχή ως νεκροταφείο.