Ο Πτελεός έχει πανάρχαια ιστορία. Διατηρεί το ίδιο πάντοτε όνομα από
την εποχή του Τρωικού Πολέμου ως σήμερα.
Το όνομά του, που στις διάφορες εποχές παρουσιάζεται και στα τρία
γένη, στο αρσενικό (ο Πτελεός), στο θηλυκό (η Πτελεός ) και στο ουδέτερο (το Πτελεό)
και σε πολλές μορφές όπως Πτελεός, Φτελιό, Φτιλιό, Φτελιώ, Φτελιά, Φτελιού, Φτιλιού,
Πιτελεός, Φιτέλιον, Pteleum, Fitelium, Fitileum, Fitileo, Phitileo, Phytileum,
Lofitileo, Pteleus κ.τ.λ., οφείλεται στο δέντρο φτελιά, που ήταν το ιερό δέντρο
του Πρωτεσίλαου. Ο Πρωτεσίλαος, πριν από ό,τι δήποτε άλλο ήταν προολυμπιακός θεός
που λατρευόταν ιδιαίτερα στην περιοχή του Πτελεού.
Το Φτελιό στην προομηρική και ομηρική εποχή βρισκόταν στη θέση Γρίτσα.
Τα ευρήματα που και σήμερα υπάρχουν εκεί, όπως οι μηκυναϊκοί τάφοι, αλλά και οι
ανασκαφές που έγιναν από την αρχαιολογική υπηρεσία, βεβαιώνουν την ύπαρξη εκεί
του ομηρικού Πτελεού. Στη θέση αυτή διατηρήθηκε μέχρι περίπου το 500 π.Χ. Στα
χρόνια αυτά βρισκόταν σε μεγάλη ακμή. Από τη θέση αυτή, πολλά χρόνια πριν ξεκινήσει
ο Τρωικός Πόλεμος, πολλοί κάτοικοί του αναχώρησαν και έκτισαν ομώνυμη αποικία
στην
Πελοπόννησο. Στην ομηρική
εποχή ανήκε στο βασίλειο του Πρωτεσίλαου. Την ίδια θέση φαίνεται να κατέχει και
σ΄ ολόκληρη την κλασική εποχή.
Δεύτερη θέση του Πτελεού ήταν στη θέση Παλιοχώρι, γύρω από το λόφο
δηλαδή που σήμερα βρίσκεται το βενετικό κάστρο. Εκεί έζησε μέχρι περίπου το 1470
μ. Χ. Από το 1204, οπότε η Βυζαντινή αυτοκρατορία έπεσε στα χέρια των Σταυροφόρων,
το Πτελεό ανήκε κυρίως στους Βενετσιάνους και αναπτύσσεται κυρίως ως ένα σημαντικό
εμπορικό λιμάνι. Για λίγα χρόνια πριν κυριαρχήσουν οι Βενετσιάνοι το Πτελεό ανήκε
στο τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννου.
Από το 1470 περίπου μέχρι και σήμερα κατέχει τη σημερινή του θέση.
Οι περισσότεροι κάτοικοι του Πτελεού κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1470
- 1830) έζησαν στη θέση αυτή. Ωστόσο στους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας και
αμέσως μετά το 1470 μέχρι περίπου το 1650 πολλοί Φτελιανοί ζούσαν και σε πολλούς
άλλους μικρότερους οικισμούς, σκορπισμένους σ' ολόκληρη τη σημερινή του περιφέρεια
(Αγία Μαρίνα, Λεύκη, Ροδιά κ.τ.λ. ) και ακόμα πιο μακριά, όπως στη Χαμάκω και
στη Γάβριανη.
Οταν πέρασε η πρώτη σκληρή περίοδος της Τουρκοκρατίας η καλή κοινοτική
οργάνωση που επικράτησε στον οικισμό που βρισκόταν στη θέση του σημερινού Πτελεού
προσέλκυσε σ' αυτήν και τους κατοίκους των γύρω οικισμών. Ετσι αυτοί ερημώθηκαν
και άρχισε να μεγαλώνει και να συγκροτείται η οργανωμένη κοινωνία του Πτελεού
για να φτάσει σε μια ακμάζουσα κοινότητα η οποία ενσωματώθηκε στο ελεύθερο ελληνικό
κράτος στα 1830.
Με το Β.Δ. της 8ης (20ης) Απριλίου 1835 αναγνωρίστηκε ως πρωτεύουσα
του
Δήμου Πτελεατών. Τότε
είχε 614 κατοίκους. Στο Δήμο Πτελεατών ανήκαν ή προστέθηκαν αργότερα η Χαμάκω,
οι
Αγιοι Θεόδωροι, Η
Γάβριανη,
το Κακολίδι, η
Σούρπη, τα
Καλύβια της Χαμάκως, ο όρμος Πτελεόν, οι Νιες, ο
Αγιος
Ιωάννης, τα Δασιά Δέντρα, ο Αγιος Γεώργιος, ο Μπούμπουνας, το Ρουσέλι, το
Πηγάδι και το
Αχίλλειο.
Οταν διαλύθηκαν οι Δήμοι και έγιναν κοινότητες στην περιοχή του δημιουργήθηκαν
τρεις κοινότητες, του Πτελεού, του Αχιλλείου και των Αγίων Θεοδώρων, οι οποίες
με το τελευταίο διάταγμα ενώθηκαν και πάλι στο Δήμο Πτελεού.