Στη σκιά του
Ψηλορείτη, στην καταπράσινη κοιλάδα που ανοίγεται ανάμεσα στις νότιες υπώρειες του όρους και τα αντικρινά υψώματα, βρίσκεται το χωριό
Αποδούλου, μια θέση όπου η ανθρώπινη παρουσία υπήρξε αδιάλειπτη από τις απαρχές του μινωικού πολιτισμού έως σήμερα.
Τα λείψανα των μινωικών χρόνων εντοπίστηκαν σε διάφορες θέσεις γύρω από το χωριό. Μεταξύ άλλων, οι αρχαιολογικές έρευνες έφεραν στο φως τα κατάλοιπα ενός οικισμού, που χρονολογείται στην περίοδο των πρώτων ανακτόρων (19ος αι.- 1600 π.Χ.). Χάρη στην εξαιρετικά επίκαιρη θέση του, στο μέσον περίπου της φυσικής οδού από τη
Φαιστό προς το
Μοναστηράκι, ο οικισμός του Αποδούλου φαίνεται πως λειτουργούσε ως ενδιάμεσος σταθμός ανάμεσα στα δύο μεγάλα ανακτορικά κέντρα της περιοχής.
Η εγκατάσταση καταστράφηκε από ισχυρή πυρκαγιά, της οποίας τα ίχνη είναι σαφή, την ίδια περίοδο με την καταστροφή των γειτονικών της κέντρων. Η ζωή στο Αποδούλου και στη Φαιστό συνεχίστηκε και στη νεοανακτορική εποχή, σε αντίθεση με το Μοναστηράκι που εγκαταλείφθηκε οριστικά. Το πιο χαρακτηριστικό εύρημα αυτής της περιόδου στο Αποδούλου είναι η μινωική έπαυλη, μήκους περίπου 30 μ., που ανέσκαψε ο Σπ. Μαρινάτος το 1934 και η οποία χρονολογείται στα 1600 π.Χ. Εδώ βρέθηκαν και σημαντικά κινητά ευρήματα, όπως ένα πήλινο ρυτό σε σχήμα ταυροκεφαλής, ένας χρυσός και ένας χάλκινος διπλός πέλεκυς και μία λίθινη τράπεζα προσφορών με σημεία της Γραμμικής Α' γραφής.
Για τη συνέχεια της μινωικής ιστορίας του Αποδούλου, μόνοι μάρτυρες είναι οι συνολικά έξι θολωτοί τάφοι που ανασκάφηκαν στην περιοχή και οι οποίοι χρονολογούνται μεταξύ 1390 και 1190 π.Χ., κατά τη μετανακτορική περίοδο δηλαδή, όταν οι Δωριείς είναι πλέον οι νέοι κυρίαρχοι στην Κρήτη.
Τα επόμενα ορατά λείψανα κατοίκησης στην περιοχή προέρχονται από την πόλη των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων που εντοπίστηκε στο ύψωμα «Καστρί», περίπου 4 χμ νοτιοδυτικά του Αποδούλου.
Πηγή κειμένου: Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού