Η αρχαία πόλη Αλίφειρα, αν και σήμερα ανήκει στην Ηλεία, θεωρείται
Αρκαδική πόλη. Βρίσκεται κοντά στα σύνορα
Τριφυλίας
-
Αρκαδίας, στα νότια της
κοιλάδας του
Αλφειού, στην
κορυφή επιμήκους λόφου, που υψώνεται πάνω από το σημερινό χωριό
Αλίφειρα
(πρώην Ρογκοζιό), κοντά στην
Ανδρίτσαινα.
Το τείχος που την περιέβαλε σώζεται πολύ καλά σε ορισμένα σημεία και είναι γνωστό
από τους ντόπιους ως το "Κάστρο της Νεροβίτσας". Ο λόφος είναι προσιτός κυρίως
από τη δυτική δασωμένη πλευρά και λιγότερο από τις άλλες, που είναι απόκρημνες
και δύσβατες. Στο ψηλότερο σημείο του λόφου δεσπόζει η τειχισμένη ακρόπολη, που
καταλαμβάνει το νότιο τμήμα του και λίγο νοτιότερα βρίσκεται το ιερό της Αθηνάς,
όπου θα πρέπει να υψωνόταν μεγαλόπρεπο το κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα της θεάς.
Στο άλλο άκρο του λόφου βρίσκεται ο ναός του Ασκληπιού. Ο χώρος μπροστά στην Ακρόπολη
μάλλον ήταν το κατοικημένο τμήμα του λόφου και ονομάζεται "Προάστιο της Ακρας"
κατά τον Πολύβιο (IV, 78, 11). Τον χώρο είχαν μελετήσει αρχικά οι περιηγητές Leake,
Cramer, Ross και Curtius, οι οποίοι και ταύτισαν το κάστρο της Νεροβίτσας με την
αρχαία Αλίφειρα. Οι πρώτες ανασκαφές έγιναν το 1932-33 από τον καθηγητή Αν. Ορλάνδο
ο οποίος και ταύτισε με ευκολία την αρχαία πόλη με την αρχαία Αλίφειρα, επιβεβαιώνοντας
τους προγενέστερους μελετητές.
Η πόλη θεωρείται ότι κατοικείτο από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ.. Τον
4ο αιώνα π.Χ. προσχώρησε στο κοινό των Αρκάδων. Το 370 π.Χ. μεγάλο μέρος των κατοίκων
πήρε μέρος στον συνοικισμό της
Μεγαλοπόλεως
ενώ η πόλη συνέχισε τη ζωή της. Το 224 π.Χ. παραχωρήθηκε από τον τύραννο της
Μεγαλόπολης Λυδιάδα στους Ηλείους, που ήταν σε στρατόπεδο αντίθετο προς την Αχαϊκή
Συμπολιτεία,. Το 219 π.Χ. ο Φίλιππος κυρίευσε την πόλη μετά από μακρά πολιορκία,
επεμβαίνοντας υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας, και την επανέφερε σε αυτήν. Το 191
π.Χ. η Αλίφειρα ήταν στην Αχαϊκή Συμπολιτεία και απόκτησε δικό της άρχοντα και
νόμισμα. Ο Παυσανίας την επισκέφθηκε γύρω στο 177 μ.Χ., προσδιορίζοντας επακριβώς
τη θέση της (σε απόσταση 40 σταδίων από τη γειτονική
Ηραία
). Μάλιστα αναφέρει ότι η πόλη ήταν σε παρακμή: "πόλισμα ου μέγα" (VIII, 26.4).
Στο ανατολικό μέρος της οχυρής ακρόπολης βρισκόταν ο ναός της πολιούχου
θεάς, της Αθηνάς, η οποία, σύμφωνα με τον τοπικό μύθο, εκεί είχε γεννηθεί και
ανατραφεί. Ο ναός πρωτοκατασκευάστηκε ως απλός σηκός, γύρω στα 550 π.Χ. και είχε
μέσα ξύλινο λατρευτικό ξόανο. Το 490 π.Χ. κτίστηκε μεγαλύτερος, με κιονοστοιχία
ολόγυρα. Στη βόρεια πλευρά του, όπου και η είσοδος, υπήρχαν μεγάλα βάθρα αγαλμάτων,
ο κτιστός στενόμακρος βωμός και ένα μεγάλο χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς, το οποίο
ο Παυσανίας χαρακτηρίζει σαν «αξιοθέατο» για το μέγεθος και την τέχνη του. Δυτικά
του ναού ήταν ο χώρος που αποτελούσε την κυρίως ακρόπολη. Πιο δυτικά, πάνω στον
λόφο, απλωνόταν η πόλη. Στα δυτικά της και χαμηλότερα από την ακρόπολη, υπήρχε
ο ναός του Ασκληπιού, απλός σηκός με δύο ιωνικούς κίονες ανάμεσα από τις παραστάδες.
Μέσα στον ναό βρέθηκε το λίθινο βάθρο του λατρευτικού αγάλματος, που ήταν ίσως
ξύλινο με επένδυση από ελεφαντοκόκαλο. Εννέα μέτρα ανατολικά του ναού βρέθηκε
μεγάλος ορθογώνιος βωμός. Ναός και βωμός κλείνονταν με περίβολο. Στα νότια του
ναού υπήρχε τετράγωνο κτίριο με εσωτερικό περιστύλιο, πιθανά ξενώνας ή κατοικία
των ιερέων. Στην παλαιοχριστιανική και στη βυζαντινή περίοδο η Αλίφειρα δεν ήταν
κατοικημένη.
Ο χώρος της αρχαίας ακροπόλεως φαίνεται να κατοικήθηκε πάλι τον 17ο
αιώνα, όπως μαρτυρούν τα δυο εκκλησάκια της Αγίας Ελένης και του Αγίου Νικολάου
που υπήρχαν εκεί ως το 1932. Το πρώτο, κτίσθηκε την τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας
στη θέση του ναού της Αθηνάς, χρησιμοποιώντας πολύ από το υλικό του, και κατεδαφίστηκε
για να ανασκαφεί ο αρχαίος ναός.
Τα σημαντικότερα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου είναι:
Το
ιερό της Αθηνάς. Ο ναός είναι εκατόμπεδος, μήκους 29,58μ. και πλάτους
10,65μ. με 6x15 δωρικούς κίονες στην περίσταση. Η είσοδος στον ιερό χώρο γινόταν
με κλιμακωτό ανάλημμα 14 βαθμίδων. Βόρεια του ναού αποκαλύφθηκαν τα λείψανα του
μεγάλου βωμού και σε απόσταση 9μ. δυτικά του βρισκόταν το βάθρο του χάλκινου αγάλματος
της Αθηνάς, έργο του γλύπτη Υπατόδωρου. Ο ναός χρονολογείται στον 5ο αιώνα π.Χ.
Το
ιερό του Ασκληπιού. Είναι απλός ορθογώνιος ναός διαστάσεων 6x9μ., κατασκευασμένος
από μεγάλους ορθογώνιους λιθόπλινθους. Η είσοδος βρισκόταν προς Α., όπου υπήρχαν
δύο κίονες μεταξύ παραστάδων. Στο βάθος του σηκού υπήρχε το βάθρο του λατρευτικού
αγάλματος του θεού. Ανατολικά του ναού βρέθηκε ο λιθόκτιστος βωμός. Ο ναός κατασκευάσθηκε
πιθανότατα στον 4ο αιώνα π.Χ., συνέχισε όμως να βρίσκεται σε χρήση πολλούς αιώνες
αργότερα.
Η
κατοικία των ιερέων του Ασκληπιού. Βρίσκεται νοτίως του ναού του Ασκληπιού.
Είναι τετράγωνο οικοδόμημα (διαστάσεων 4x4μ.), με εσωτερικό περιστύλιο στην κάθε
πλευρά του οποίου υπήρχαν από δύο κίονες.
Τα
ταφικά μνημεία. Η νεκρόπολη της Αλίφειρας απλωνόταν στις ανατολικές και νότιες
υπώρειες του λόφου. Από τα έξι ταφικά μνημεία που αποκαλύφθηκαν στις ανασκαφές,
το σημαντικότερο και καλύτερα σωζόμενο είναι ο ονομαζόμενος "τάφος του Σεθέα",
σύμφωνα με τη χαραγμένη επιγραφή στην πρόσοψή του. Ο τάφος αποτελείται από μία
υπαίθρια αυλή πλαισιωμένη από δύο τοίχους αντιστήριξης. Η πρόσοψή του είναι ναόσχημη
με αέτωμα και πίσω από αυτήν υπάρχουν τέσσερα στενόμακρα διαμερίσματα για την
τοποθέτηση των νεκρών.
Ο αρχαιολογικός χώρος είναι διαρκώς ανοικτός.
Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών