Το Βαλτέτσι είναι ένα μικρό ορεινό χωριό του
Μαινάλου,
12 χιλ. δυτικά της
Τρίπολης
και 6 χιλ. από τον αμαξιτό δρόμο Τρίπολης-
Καλαμάτας.
Είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1050 μ. σε μικρό οροπέδιο ανάμεσα σε 4 λόφους (Χωματοβούνι,
Μύλοι, Νταβρουλέϊκα-Κατσικέϊκα, Κούκοι). Η περιοχή είναι βραχώδης, άγονη και κακοτράχαλη.
Ανατολικά, προς την κατεύθυνση του χωριού
Μάκρη
- απ' όπου και η οδική πρόβαση στο χωριό - υπάρχει βαθιά και απότομη χαράδρα.
To Βαλτέτσι έχει συνδεθεί άρρηκτα με τη νεώτερη ελληνική ιστορία αφού υπήρξε το
επίκεντρο ιστορικών μαχών κατά των Τούρκων στον εθνικό αγώνα του 21 και εφαλτήριο
για την άλωση της Τριπολιτσάς. Σήμερα, έχει δώσει το όνομά του στον ομώνυμο
Δήμο
που έχει έδρα την
Ασέα και
ανήκει σε αυτόν σαν δημοτικό διαμέρισμα. Το χωριό είναι ερημωμένο πλέον, το χειμώνα
δεν κρατά πάνω από 20 κατοίκους (108 σύμφωνα με την απογραφή του 1991), ενώ το
καλοκαίρι η κίνηση ζωηρεύει με αρκετούς επισκέπτες.
Το χωριό χτίστηκε γύρω στα 1600-1650 από Ελληνες κατοίκους του χωριού
Βαλτέτσι -που βρίσκεται μεταξύ
Αργυροκάστρου
και
Χειμάρρας - της Β. Ηπείρου,
οι οποίοι κατά τους διωγμούς των Τούρκων κατέβηκαν από τη θάλασσα στην Πελοπόννησο.
Αρχικά αυτοί έχτισαν ένα χωριό στη θέση Καρτερόλι, μέσα σε μια χαράδρα. Αργότερα
και για άγνωστους λόγους οι κάτοικοι έφυγαν και έφτιαξαν άλλο οικισμό στο Παλαιοχώρι.
Επειδή όμως η θέση του τελευταίου ήταν εκτεθειμένη στις επιθέσεις των Τούρκων
και κατά μια παράδοση οι άντρες του χωριού πέθαιναν από άγνωστη αιτία, οι κάτοικοι
το εγκατέλειψαν και ξανάφτιαξαν το χωριό στην θέση που είναι σήμερα. Από παλιά
η τοπική οικονομία βασιζόταν στην κτηνοτροφία. Μέχρι το 1944 το Βαλτέτσι ήταν
ένα από τα ακμαιότερα ορεινά χωριά της
Αρκαδίας,
σε πληθυσμό (1500 και πλέον κάτοικοι) αλλά και σε οικονομία (είχε πάνω από 30.000
γιδοπρόβατα). Το φθινόπωρο οι περισσότεροι κάτοικοι, για να αποφύγουν τον τραχύ
αρκαδικό χειμώνα, μετανάστευαν με τα κοπάδια του στα "κατώμερα" (χειμαδιά), στην
Ερμιονίδα,
Τροιζηνία
και
Λακωνία.
Στην πλατανοσκέπαστη πλατεία του χωριού, δίπλα στην ωραία εκκλησία
της Κοίμησης Θεοτόκου, δεσπόζει σήμερα - σύμβολο μνήμης και τιμής - το μνημείο
της ιστορικής μάχης του Βαλτετσίου με τους ανδριάντες των Θ. Κολοκοτρώνη και Νικηταρά.
Η επέτειος της μάχης εορτάζεται κάθε χρόνο με ποικίλες εκδηλώσεις και συχνά με
αναπαράστασή της.
Η εκκλησία της Κοίμησης Θεοτόκου, σταυροειδής βασιλική με τρούλο,
κτίστηκε το 1837 με εντολή και επιστασία του Θ. Κολοκοτρώνη ο οποίος λέγεται ότι
το είχε τάξει σε προσευχή του πριν τη μάχη. Αφιερώθηκε στην Παναγία σαν απόδοση
τιμής για τη νίκη των Ελλήνων και κτίστηκε από
Λαγκαδιανούς
μαστόρους, ενώ το ξυλόγλυπτο τέμπλο της κατασκεύασαν τεχνίτες από το
Βαλτετσίνικο.
Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν μάρμαρα από το Ναό της Αθηνάς Σώτηρος (στη
θέση Καλογερικό) και πέτρα από το λατομείο που υπάρχει στην ανατολική πλευρά του
όρους Ρεζενίκο. Στη θέση της βρισκόταν παλιότερα ένα εξωκλήσι, το οποίο μάλιστα
χρησίμευσε σαν οχυρό και αποθήκη πυρομαχικών κατά τη μάχη του Βαλτετσίου.
Με πρωτοβουλία του Συλλόγου Βαλτετσιωτών Αθηνών, λειτουργεί στο χωριό
λαογραφική συλλογή η οποία στεγάζεται σε παλιό ανακαινισμένο οίκημα (παλιότερα
οικία του Δημάρχου Θανούκου). Εκτίθενται αντικείμενα από την καθημερινή ζωή των
Βαλτετσιωτών όπως παραδοσιακές στολές, εργαλεία, εικόνες ηρώων κ.α.
Oι τοπικές γιορτές είναι η επέτειος της Μάχης του Βαλτετσίου στις
12 Μαϊου, της Αγίας Σωτήρας στις 6 Αυγούστου, της Παναγίας στις 15 Αυγούστου,
η γιορτή των κτηνοτρόφων - του Αγίου Μάμα - στις 2 Σεπτεμβρίου και του Τιμίου
Σταυρού (αποχαιρετισμός τσοπάνηδων) στις 14 Σεπτεμβρίου. Οι δύο τελευταίες γιορτές
παρουσιάζουν ιδιαιτερότητα αφού συνεχίζουν την τοπική παράδοση.
Η Μάχη του Βαλτετσίου
Η θέση του χωριού είναι ιστορικότατη, αφού συνδέεται με σημαντικές
και κρίσιμες μάχες του αγώνα του 21. Εκεί οι επαναστατικές δυνάμεις υπό τους Θ.
Κολοκοτρώνη, Δ. Πλαπούτα, Κυρ. και Ηλ. Μαυρομιχάλη, Αναγνωσταρά, Κεφάλα, Μούρτζινο,
Γιατράκο, Νικηταρά και άλλους οπλαρχηγούς. έδωσαν δύο αποφασιστικές μάχες κατά
των Τούρκων, στις 24 Απριλίου και 12 Μαϊου του 1821. Ηδη από τις 16 Απριλίου του
1821, ο Θ. Κολοκοτρώνης είχε ιδρύσει στρατόπεδο στο χωριό, για να ενισχύσει την
πολιορκία της Τρίπολης. Εκεί συγκεντρώθηκαν οι περισσότερες οργανωμένες επαναστατικές
δυνάμεις της Πελοποννήσου. Στην πρώτη μάχη οι Τούρκοι με ισχυρή δύναμη από την
Τρίπολη αιφνιδίασαν τους Έλληνες, κυρίευσαν το χωριό και κατάφεραν τη μερική διάλυση
του στρατοπέδου. Την κρίσιμη στιγμή κατέφθασε ο Πλαπούτας και χτύπησε τους Τούρκους
από τα νώτα έξω από το χωριό τρέποντάς τους σε σε φυγή. Το στρατόπεδο ανασυγκροτήθηκε
γρήγορα υπό την άμεση επίβλεψη του Θ. Κολοκοτρώνη. H δεύτερη μάχη έγινε απέναντι
σε 10.000 Τουρκαλβανούς υπό τον Κεχαγιάμπεη που είχαν χωριστεί σε πέντε τμήματα
και επιτέθηκαν από δύο κατευθύνσεις. Οι ελληνικές δυνάμεις αντιστάθηκαν ηρωικά
και ο Κολοκοτρώνης πλαγιοκόπησε με επιτυχία τους Τούρκους. Μετά από μάχη 23 ωρών,
οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν όταν έμαθαν ότι καταφθάνουν ελληνικές δυνάμεις
από το στρατόπεδο των
Βερβαίνων.
Αυτό όμως το αντελήφθηκε ο Κολοκοτρώνης και διέταξε γενική αντεπίθεση. Με την
εφόρμηση των Ελλήνων μαχητών, η αρχική υποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων κατέληξε
σε άτακτο φυγή. Οι Τούρκοι πανικόβλητοι έσπευσαν να κλειστούν στην Τρίπολη ενώ
υπέστησαν βαρειές απώλειες. Η μάχη αυτή σε συνδυασμό με τις άλλες μάχες πού δόθηκαν
γύρω από την Τρίπολη, προετοίμασε την άλωσή της αφού ανάγκασε τους Τούρκους να
μην ξαναβγούν από την πολιορκούμενη πόλη.
Αλλά και νέες συγκρούσεις έμελαν να γίνουν στο Βαλτέτσι αργότερα, κατά την επέλαση
του Ιμπραήμ. Στις 8 Ιουλίου του 1825, μετά τη μάχη των
Τρικόρφων,
ελληνική δύναμη προέβαλε σθεναρή αντίσταση απέναντι στο στρατό του Ιμπραήμ, προξενώντας
του σημαντικές απώλειες, τελικά όμως υπεχώρησε μπροστά στον αριθμητικά υπέρτερο
εχθρό.
Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, του ARCADIA website, του Πανεπιστημίου Πατρών