Τα ερείπια της αρχαίας πόλης Αλίφειρας βρίσκονται στην κορυφή επιμήκους λόφου (μήκους 800μ. περίπου από ΝΑ προς ΒΔ), που υψώνεται πάνω από το σημερινό χωριό Αλίφειρα (πρώην Ρογκοζιό). Το τείχος που περιέβαλε την αρχαία πόλη και σώζεται πολύ καλά σε ορισμένα σημεία, είναι γνωστό από τους ντόπιους ως το “Κάστρο της Νεροβίτσας”. Η Αλίφειρα ήλθε στο φως μετά τις ανασκαφές του καθηγητή Αν. Ορλάνδου τα έτη 1932-33 και ταυτίσθηκε με ευκολία προς την αρχαία πόλη, αφού ο Παυσανίας είχε δώσει σαφή περιγραφή της θέσης (Παυσ. VIII, 26.4), την οποία τοποθετεί σε απόσταση 40 σταδίων από τη γειτονική
Ηραία.
Ετσι επαληθεύτηκαν οι παλιοί περιηγητές Leake, Cramer, Ross και Curtius,
που πρώτοι είχαν ταυτίσει το κάστρο της Νεροβίτσας με την αρχαία Αλίφειρα. Ο λόφος είναι προσιτός κυρίως από τη δυτική δασωμένη πλευρά και λιγότερο από τις άλλες, που είναι απόκρημνες και δύσβατες. Στο ψηλότερο σημείο του λόφου δεσπόζει η τειχισμένη ακρόπολη, που καταλαμβάνει το νότιο τμήμα του και λίγο νοτιότερα βρίσκεται το τέμενος της Αθηνάς, όπου θα πρέπει να υψωνόταν μεγαλόπρεπο το κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα της θεάς. Στο άλλο άκρο του λόφου βρίσκεται ο ναός του Ασκληπιού. Ο χώρος μπροστά στην Ακρόπολη καθιερώθηκε να ονομάζεται “Προάστιο της άκρας” κατά τον Πολύβιο (IV, 78, 11) και θα πρέπει να ήταν το κατοικημένο τμήμα του λόφου.
Η πόλη πρέπει να κατοικείτο από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., ενώ στον
4ο αιώνα π.Χ. πρέπει να είχε προσχωρήσει στο κοινό των Αρκάδων. Το 224 π.Χ. ο
τύραννος της Μεγαλόπολης Λυδιάδας παραχώρησε για προσωπικά οφέλη την Αλίφειρα στους Ηλείους. Το 219 π.Χ. ο Φίλιππος έγινε κύριος της Αλίφειρας ύστερα από μακρά πολιορκία της πόλης. Το 191 π.Χ. η Αλίφειρα συγκαταλέγεται μεταξύ των πόλεων της Αχαϊκής Συμπολιτείας και αποκτά δικό της άρχοντα και νόμισμα. Τελευταία πληροφορία για την Αλίφειρα δίνει ο Παυσανίας (VIII, 26.4), ο οποίος την επισκέφθηκε γύρω στο 177 μ.Χ. και λέγει ότι επί των ημερών του η Αλίφειρα ήταν "πόλισμα ου μέγα".
Τα σημαντικότερα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου είναι:
Το ιερό της Αθηνάς. Ο ναός είναι εκατόμπεδος, μήκους 29,58μ. και πλάτους 10,65μ. με 6x15 δωρικούς κίονες στην περίσταση. Η είσοδος στον ιερό χώρο γινόταν με κλιμακωτό ανάλημμα 14 βαθμίδων. Βόρεια του ναού αποκαλύφθηκαν τα λείψανα του μεγάλου βωμού και σε απόσταση 9μ. δυτικά του βρισκόταν το βάθρο του χάλκινου αγάλματος της Αθηνάς, έργο του γλύπτη Υπατόδωρου. Ο ναός χρονολογείται στον 5ο αιώνα π.Χ.
Το ιερό του Ασκληπιού. Είναι απλός ορθογώνιος ναός διαστάσεων 6x9μ., κατασκευασμένος από μεγάλους ορθογώνιους λιθόπλινθους. Η είσοδος βρισκόταν προς Α, όπου υπήρχαν δύο κίονες μεταξύ παραστάδων. Στο βάθος του σηκού υπήρχε το βάθρο του λατρευτικού αγάλματος του θεού. Ανατολικά του ναού βρέθηκε ο λιθόκτιστος βωμός. Ο ναός κατασκευάσθηκε πιθανότατα τον 4ο αιώνα π.Χ., συνέχισε όμως να βρίσκεται σε χρήση πολλούς αιώνες αργότερα.
Η κατοικία των ιερέων του Ασκληπιού. Βρίσκεται νοτίως του ναού του Ασκληπιού. Είναι τετράγωνο οικοδόμημα (διαστάσεων 4x4μ.), με εσωτερικό περιστύλιο στην κάθε πλευρά του οποίου υπήρχαν από δύο κίονες.
Τα ταφικά μνημεία. Η νεκρόπολη της Αλίφειρας απλωνόταν στις ανατολικές και νότιες υπώρειες του λόφου. Από τα έξι ταφικά μνημεία που αποκαλύφθηκαν στις ανασκαφές, το σημαντικότερο και καλύτερα σωζόμενο είναι ο ονομαζόμενος "τάφος του Σεθέα", σύμφωνα με τη χαραγμένη επιγραφή στην πρόσοψή του. Ο τάφος αποτελείται από μία υπαίθρια αυλή πλαισιωμένη από δύο τοίχους αντιστήριξης. Η πρόσοψή του είναι ναόσχημη με αέτωμα και πίσω από αυτήν υπάρχουν τέσσερα στενόμακρα διαμερίσματα για την τοποθέτηση
των νεκρών.