Εμφανίζονται 36 τίτλοι με αναζήτηση: Ιστορία στην ευρύτερη περιοχή: "ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΑ Επαρχία ΛΑΚΩΝΙΑ" .
ΣΠΑΡΤΗ (Πόλη) ΛΑΚΩΝΙΑ
Η ομηρική παράδοση αναφέρει μια σειρά πόλεων της Λακωνικής που συμμετέχουν
στον Τρωικό Πόλεμο. Ένα από τα ακμαιότερα κέντρα είναι ασφαλώς το βασίλειο του
Μενελάου - εκτός της ποιητικής αφορμής της Τρωικής εκστρατείας με την αρπαγή της
Ωραίας Ελένης από τον Πάρη - μας έδωσε αξεπέραστα δείγματα πλούτου και καλλιτεχνικής
άνθησης, όπως τα χρυσά κύπελλα του Βαφειού
που φυλάσσονται στο Εθνικό
Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Οι Δωριείς που εγκαθίστανται στη Λακωνία
κατά τους ιστορικούς χρόνους φέρνουν τη Σπάρτη
και την επικράτειά της στην κορυφή της Ελληνικής ιστορίας.
Η Σπάρτη στην
αρχαϊκή περίοδο, εκτός από πρώτη στρατιωτική δύναμη της εποχής της, είναι ένα
σπουδαίο καλλιτεχνικό κέντρο που έρχεται ενεργά και γόνιμα σε επαφή με όλο τον
έξω κόσμο. Η Σπάρτη, ο Λυκούργος
και ο Λεωνίδας, είναι ονόματα που πέρασαν έκτοτε τα σύνορα της Ελλάδας,
πολιτογραφήθηκαν στην παγκόσμια ιστορία και έγιναν συνώνυμα με τις έννοιες της
ρώμης, του σεβασμού στους Νόμους, την αυτοπειθαρχία και την φιλοπατρία.
Η περίοδος της ρωμαϊκής κυριαρχίας είναι εποχή άνθισης οικονομικής
και καλλιτεχνικής, όπως μαρτυρούν τα ερείπια του Αρχαίου Θεάτρου, τα περίφημα
ψηφιδωτά δάπεδα των επαύλεων, ο μεγάλος αριθμός των γλυπτών που εκτίθενται στο
Αρχαιολογικό Μουσείο
της Σπάρτης.
Η ασήμαντη βυζαντινή επαρχία που τώρα πια ονομάζεται Λακεδαιμονία
αρχίζει πάλι να αποκτά σημασία μετά την κατάκτησή της από τους Φράγκους Σταυροφόρους
που οχυρώνουν με κάστρα τα στρατηγικά της σημεία. Ουσιαστικά, όμως, μια νέα περίοδος
ακμής αρχίζει με την παράδοση του Μυστρά
στους Βυζαντινούς το 1262.
Η Σπάρτη, στην αρχαϊκή, εκτός από πρώτη στρατιωτική δύναμη της εποχής
της, είναι ένα σπουδαίο καλλιτεχνικό κέντρο που έρχεται ενεργά και γόνιμα σε επαφή
με όλο τον έξω κόσμο. Η Σπάρτη,
ο Λυκούργος και ο Λεωνίδας, είναί ονόματα που πέρασαν έκτοτε τα σύνορα της Ελλάδας,
πολιτογραφήθηκαν στην παγκόσμια ιστορία και έγιναν συνώνυμα με τις έννοιες της
ρώμης, του σεβασμού στους Νόμους, την αυτοπειθαρχία και την φιλοπατρία.
Η περίοδος της ρωμαϊκής κυριαρχίας είναι εποχή άνθισης οικονομικής
και καλλιτεχνικής, όπως μαρτυρούν τα ερείπια του Αρχαίου Θεάτρου, τα περίφημα
ψηφιδωτά δάπεδα των επαύλεων, οι μεγάλος αριθμός των γλυπτών που εκτίθενται στο
Αρχαιολογικό Μουσείο
της Σπάρτης.
Η ασήμαντη βυζαντινή επαρχία που τώρα πια ονομάζεται Λακεδαιμονία
αρχίζει πάλι να αποκτά σημασία μετά την κατάκτησή της από τους Φράγκους Σταυροφόρους
που οχυρώνουν με κάστρα τα στρατηγικά της σημεία. Ουσιαστικά, όμως, μια νέα περίοδος
ακμής αρχίζει με την παράδοση του Μυστρά.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Μάρτιο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο
του Δήμου Σπάρτης
(2000-2001).
ΑΜΥΚΛΑΙ (Αρχαίο ιερό) ΣΠΑΡΤΗ
According to Pausanias, an Achaian or pre-Dorian stronghold, incorporated
by conquest as the fifth village of Sparta probably early in the 8th c. B.C. Excavation
has been almost entirely confined to the hill of Haghia Kyriaki about 5 km S of
Sparta. The prehistoric settlement, which spanned the entire Bronze Age, was concentrated
on the SE slopes; the historical site may have extended in an arc from N of the
hill to modern Amyklae.
A little way down the hill, immediately outside and below a terrace
wall, a small stratified deposit, composed of debris accumulated discontinuously
between the Byzantine and Early Mycenaean periods, has been identified.
The Sanctuary of Apollo was laid out in the 8th c. Its centerpiece
was the tomb (presumably an earthen tumulus) of Hyakinthus, a pre-Greek divinity
whose cult was conflated with that of Apollo in the annual festival of the Hyakinthia.
In the 7th or early 6th c. a 15 m-high statue of Apollo was fashioned in the form
of a cylinder with arms (holding spear and bow) and helmeted head. About 550 B.C.
the face of Apollo was plated with Lydian gold, a gift from King Croesus, and
shortly thereafter Bathykles of Magnesia designed the Doric-Ionic complex later
known as the throne of Apollo. The cult statue was set on an altar faced with
stone reliefs depicting mythological scenes; similar reliefs decorated the interior
and exterior friezes of the surrounding superstructure, whose main entrance was
formed by four half-columns crowned by console capitals. The rich archaic dedications
include bronze vessels and figurines, terracotta figurines (mainly female), and
a few lead and ivory pieces; pottery was comparatively scarce. A contemporary
deposit of over 10,000 dedications to Alexandra-Kassandra has been excavated at
Haghia Paraskevi nearby; these and sporadic finds from the neighborhood confirm
the evidence of Haghia Kyriaki that Amyklaean material culture, like that of Sparta,
reached its zenith in the 7th and 6th c. There is nothing noteworthy among the
later finds.
P. Cartledge, ed.
This text is from: The Princeton encyclopedia of classical sites,
Princeton University Press 1976. Cited Nov 2002 from
Perseus Project URL below, which contains bibliography & interesting hyperlinks.
ΒΡΟΝΤΑΜΑΣ (Χωριό) ΣΚΑΛΑ
Κοντά στον Βρονταμά, χτισμένο στα βράχια, το Παλαιομονάστηρο του 12ου
αιώνα. Μνημείο θυσίας του Αγώνα. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1825 κλεισμένοι 500 Βρονταμίτες
κάηκαν ζωντανοί από τα στίφη του Αιγύπτιου Ιμπραήμ, όταν αρνήθηκαν να παραδοθούν.
Την ημέρα αυτή ο Δήμος
Σκάλας τελεί εδώ μνημόσυνο.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Μάρτιο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο
της Νομαρχίας Λακωνίας.
ΚΑΡΥΑΙ (Αρχαία πόλη) ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΑ
(Aristomenes) . . he was making an attack by night on Sparta itself, but was deterred by the appearance of Helen and of the Dioscuri. But he lay in wait by day for the maidens who were performing the dances in honor of Artemis at Caryae, and capturing those who were wealthiest and of noblest birth, carried them off to a village in Messenia, entrusting them to men of his troop to guard, while he rested for the night. [10] There the young men, intoxicated, I suppose, and without any self-control, attempted to violate the girls. When Aristomenes attempted to deter them from an action contrary to Greek usage, they paid no attention, so that he was compelled to kill the most disorderly. He released the captives for a large ransom, maidens, as when he captured them.
ΑΙΓΥΣ (Αρχαία πόλη) ΠΕΛΛΑΝΑ
Την Αίγυν εξανδραπόδισε ο βασιλιάς Αρχέλαος, γιατί πίστευε ότι οι κάτοικοί της είχαν φιλοαρκαδικά φρονήματα. Στον εξανδραποδισμό της πόλης τον βοήθησε ο Χαρίλαος, συμβασιλεύς από την άλλη οικογένεια (Παυσ. 3,2,5).
ΑΜΥΚΛΑΙ (Αρχαίο ιερό) ΣΠΑΡΤΗ
The Lacedaemonians were in a state of the utmost terror at this unexpected invasion and quite at a loss how to meet it. Philip on the first day pitched his camp at Amyclae. The district of Amcyclae, one of the most richly timbered and fertile in Laconia, lies about twenty stades from Sparta and includes a temple of Apollo, which is the most famous of all the Laconian shrines. It lies between Sparta and the sea (Polybius 5,18-19).
ΕΛΟΣ (Αρχαία πόλη) ΛΑΚΩΝΙΑ
Το Ελος, που ήταν τότε μικρή πόλη, το λεηλάτησε ο Νικίας τη χρονιά που κατέλαβε τα Κύθηρα, το 424 π.Χ (Θουκ. 4,54,4).
Οι Θηβαίοι με αρχηγό τον Επαμεινώνδα λεηλάτησαν το Ελος μετά τη μάχη στα Λεύκτρα (Ξενοφ. Ελλ. 6,5,32).
Οι Λακεδαιμόνιοι με βασιλιά τον Αλκαμένη κατέλαβαν και κατέστρεψαν το Ελος, που ήταν μια παραθαλάσσια πολίχνη των Αχαιών (Παυσ. 3,2,7).
Changing the direction of his march he (Philip) next made for the arsenal of the Lacedaemonians, which is called Gythium and has a secure harbour, being about two hundred and thirty stades distant from Sparta. Leaving this place on his right he encamped in the district of Helos, which taken as a whole is the most extensive and finest in Laconia. (Polybius 5,19)
ΚΑΡΥΑΙ (Αρχαία πόλη) ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΑ
. . Accordingly, after these troops from Dionysius had sailed round to Lacedaemon, Archidamus took them, along with his citizen soldiers, and set out on an expedition. He captured Caryae by storm and put to the sword all whom he took prisoners.
There had come to them a few deserters, men of Arcadia, lacking a livelihood and desirous to find some service. Bringing these men into the king's presence, the Persians inquired of them what the Greeks were doing, there being one who put this question in the name of all. When the Arcadians told them that the Greeks were holding the Olympic festival and viewing sports and horseraces, the Persian asked what was the prize offered, for which they contended. They told him of the crown of olive that was given to the victor. Then Tigranes son of Artabanus uttered a most noble saying (but the king deemed him a coward for it); [3] when he heard that the prize was not money but a crown, he could not hold his peace, but cried, "Good heavens, Mardonius, what kind of men are these that you have pitted us against? It is not for money they contend but for glory of achievement!" Such was Tigranes' saying. (Herod. 8.26.1)
Commentary: These Arcadians have been identified with the inhabitants of Caryae on the borders of Laconia, who are said to have been all killed or enslaved for Medism (Vitruvius, i. 1. 5, explaining ‘Caryatides’ in architecture). They would seem, however, to be a band of adventurers seeking service as mercenaries; the Arcadians, like the Swiss at the end of the Middle Ages, often earned a livelihood thus (Thuc. iii. 34; vii. 57, 58).
This text is cited Apr 2003 from Perseus Project URL bellow, which contains interesting hyperlinks
Οι Αχαιοί νίκησαν τους Λακεδαιμόνιους που είχαν αρχηγό τον Κλεομένη, γιο του Λεωνίδα σε μάχη περί τη Σελλασία. Μετά τη νίκη τους αυτή υποδούλωσαν την πόλη και συνέχισαν καταλαμβάνοντας την ίδια τη Λακεδαίμονα (Παυσ. 3,10,7).
The battle of Sellasia, of which Polybius gives a detailed account, requires a few words of explanation. In B.C. 221, Cleomenes, the Spartan king, expecting that Antigonus, the Macedonian king, and the Achaeans, would invade Laconia, fortified the other passes which led into the country, and took up his own position with the main body of his forces in the plain of Sellasia, since the roads to Sparta from Argos and Tegea united at this point. His army amounted to 20,000 men, and consisted of Lacedaemonians, Perioeci, allies, and mercenaries. His left wing, containing the Perioeci and allies, was stationed on Mt. Evas under the command of his brother Eucleidas; his right wing, consisting of the Lacedaemonians and mercenaries, encamped upon Mt. Olympus under his own command; while his cavalry and a part of the mercenaries occupied the small plain between the hills. The whole line was protected by a ditch and a palisade. Antigonus marched into Laconia from Argos with an army of 30,000 men, but found Cleomenes so strongly intrenched in this position. that he did not venture to attack him, but encamped behind the small stream Gorgylus. At length, after several days' hesitation, both sides determined to join battle. Antigonus placed 5000 Macedonian peltasts, with the greater part of his auxiliary troops, on his right wing to oppose Eucleidas; his cavalry with 1000 Achaeans and the same number of Megalopolitans in the small plain; while he himself with the Macedonian phalanx and 3000 mercenaries occupied the left wing, in order to attack Cleomenes and the Lacedaemonians on Mt. Olympus. The battle began on the side of Mt. Evas. Eucleidas committed the error of awaiting the attack of the enemy upon the brow of the hill, instead of availing himself of his superior position to charge down upon them; but while they were climbing the hill they were attacked upon the rear by some light troops of Cleomenes, who were stationed in the centre with the Lacedaemonian cavalry. At this critical moment, Philopoemen, who was in the centre with the Megalopolitan horse, diverted the attack of the light infantry by charging without orders the Lacedaemonian centre. The right wing of the Macedonians then renewed their attack, defeated the left wing of the Lacedaemonians, and drove them over the steep precipices on the opposite side of Mt. Evas. Cleomenes, perceiving that the only hope of retrieving the day was by the defeat [p. 960] of the Macedonians opposed to him, led his men out of the intrenchments and charged the Macedonian phalanx. The Lacedaemonians fought with great bravery; but after many vain attempts to break through the impenetrable mass of the phalanx, they were entirely defeated, and of 6000 men only 200 are said to have escaped from the field of battle. Cleomenes, perceiving all was lost, escaped with a few horsemen to Sparta, and from thence proceeded to Gythium, where he embarked for Aegypt. Antigonus, thus master of the passes, marched directly to Sellasia, which he plundered and destroyed, and then to Sparta, which submitted to him after a slight resistance.
This extract is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks
ΑΜΥΚΛΑΙ (Αρχαίο ιερό) ΣΠΑΡΤΗ
Οι Λακεδαίμονες με αρχηγό τον Τήλεκλο κατέλαβαν και τις Αμύκλες, μαζί με άλλες πόλεις, όχι όμως χωρίς δυσκολία. Οι Αμυκλαιείς δε νικήθηκαν με την πρώτη επίθεση των Λακεδαιμόνων, αλλά αντιστάθηκαν όσο μπορούσαν περισσότερο, πραγματοποιώντας ένδοξα πολεμικά κατορθώματα (Παυσ. 3,2,6).
This extract is from: Pausanias. Description of Greece (ed. W.H.S. Jones, Litt.D., & H.A. Ormerod, 1918). Cited May 2003 from The Perseus Project URL below, which contains comments & interesting hyperlinks.
ΓΕΡΟΝΘΡΑΙ (Αρχαία πόλη) ΛΑΚΩΝΙΑ
Οι Γεράνθρες ή Γερόνθρες ήταν μία από τις πόλεις που κατέλαβαν οι Λακεδαιμόνιοι με αρχηγό τον Τήλεκλο. Στους κατοίκους της επετράπη να κάνουν σπονδές και να φύγουν από την Πελοπόννησο (Παυσ. 3,2,6).
ΣΠΑΡΤΗ (Αρχαία πόλη) ΛΑΚΩΝΙΑ
He supported the Achaean League against Cleomenes, king of Sparta, whom he defeated at Sellasia in 221, and took Sparta.
ΦΑΡΑΣ (Αρχαία πόλη) ΘΕΡΑΠΝΕΣ
Η Φάρις ήταν μία από τις πόλεις που κατέλαβαν οι Λακεδαιμόνιοι με αρχηγό το βασιλιά τους Τήλεκλο. Στους Φαρίτες επετράπη να κάνουν σπονδές και να φύγουν από την Πελοπόννησο (Παυσ. 3,2,6).
ΓΕΡΑΚΙ (Κωμόπολη) ΛΑΚΩΝΙΑ
Το Γεράκι γνωστό στην αρχαία εποχή με το όνομα Γερόνθραι
ήταν μια από τις σπουδαιότερες πολιτείες της Λακωνίας.
Οι κάτοικοι του αρχαίου Γερακίου ασπάσθηκαν το Χριστιανισμό τον 5ο
αιώνα μ.Χ. όπως φαίνεται απ’ τα ερείπια της πρώτης παλαιοχριστιανικής εκκλησίας
που χτίστηκε στα θεμέλια του αρχαίου ναού του ´Αρεως, στη θέση "Μητρόπολη".
Με τον καιρό, όσο το δοξασμένο Βυζάντιο απλώνει την κυριαρχία του σ’ όλη
την Ελλάδα, έρχεται κι ώρα το ηρωικό Γεράκι να γνωρίσει με τη σειρά του ημέρες
ακμής, όπως και ο Μυστράς,
για να ιδεί πάνω στα χώματά του, να βλασταίνουν οι πανέμορφες βυζαντινές εκκλησίες,
κοσμημένες με υπέροχης τέχνης τοιχογραφίες, φτιαγμένες από Έλληνες ειδικούς πρωτοζωγράφους
του μεγάλου κέντρου της Αυτοκρατορίας. Η πολιτεία αποβάλλει σιγά σιγά το όνομα
Γερόνθραι και μετονομάζεται Γεράκι επειδή πριν από τη φράγκικη κατοχή η περιοχή
αυτή παραχωρήθηκε σ’ ένα βυζαντινό άρχοντα λεγόμενο Ιέρακα.
Μετά το 1204 το Γεράκι μπαίνει σε άλλου είδους νοοτροπία. Αυτή την
περίοδο το Μοριά έχουν καταλάβει οι Φράγκοι και μαζί μ' αυτούς έρχονται και οι
αλλαγές τους. Το Γεράκι ανήκοντας στο Φράγκικο πριγκηπάτο του Μορέως λειτουργούσε
πιο πολύ ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο Μυστρά
και στη Μονεμβασιά. Γι’
αυτό εξάλλου θεωρήθηκε και ένα αρκετά σημαντικό κάστρο. Αργότερα, μετά την ήττα
των Φράγκων βαρώνων απ’ τον Παλαιολόγο και αφού πιάστηκε αιχμάλωτος ο Βιλλαρδουίνος
επί 4 χρόνια στην Κωνσταντινούπολη,
αναγκάστηκε να παραχωρήσει ως λύτρα για την ελευθερία του τα κάστρα του Μυστρά,
της Μαϊνης, της Μονεμβασιάς
και του Γερακιού. Το Γεράκι θα αρχίσει να παρακμάζει κατά το 1400 που πέφτει στα
χέρια των Τούρκων μέχρι και το 1825. Σ’ αυτή την περίοδο εμπεριέχονται και
5 χρόνια κατοχής της Λακωνίας απ’ τους Ενετούς (1463-1468). Οι κάτοικοι
του Γερακιού αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους. Τα γυναικόπαιδα, εγκατέλειψαν
την θαυμαστή αυτή πολιτεία για να προστατευτούν και οι άνδρες πολέμησαν γενναία.
Όμως οι Τούρκοι κατέλαβαν το Γεράκι και το λεηλάτησαν.
Το κείμενο παρατίθεται τον Μάιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου Αγίου Νικολάου Κρήτης
ΑΜΥΚΛΑΙ (Αρχαίο ιερό) ΣΠΑΡΤΗ
Οι Αμύκλες, μία από τις παλαιότερες πόλεις της αρχαιότητας, ένας από
τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους στο πέρασμα του χρόνου. Κοντά στον
ομώνυμο σήμερα οικισμό, στο λόφο της Αγίας Κυριακής, πέντε χιλιόμετρα νότια από
τη Σπάρτη. Περιοχή, που κατοικήθηκε
από τους προϊστορικούς χρόνους. Χώρος, που έγινε το σπουδαιότερο θρησκευτικό κέντρο
των Σπαρτιατών. Το Ιερό
του Υάκινθου και του Αμυκλαίου Απόλλωνα. Ο "Θρόνος" του Απόλλωνα,
όπως έχει αποκληθεί.
Οι πρώτοι κάτοικοι έφτασαν εδώ το 2000 π.Χ. Ο οικισμός τους γνώρισε
μεγάλη ακμή στην τελευταία φάση των μυκηναϊκών χρόνων. Από εκείνη την εποχή φαίνεται
ότι είχε καθιερωθεί η λατρεία του Υάκινθου, του όμορφου νέου που τόσο αγαπούσε
ο Απόλλωνας, του μυθολογικού γιου της Διομήδης και του βασιλιά Αμύκλα της Λακεδαίμονας,
της προσωποποίησης της βλάστησης.
Μετά την εγκατάσταση των Δωριέων στη Σπάρτη, οι Αμύκλες, κέντρο των
Αχαιών, διατήρησαν για μεγάλο διάστημα την ανεξαρτησία τους κατά την επέκταση
της κυριαρχίας τους στη Λακωνική, οι Σπαρτιάτες ήρθαν σε συμβιβασμό με την πόλη,
που έγινε τελικά η πέμπτη κώμη της Σπάρτης,
διατηρώντας και κατά τους ιστορικούς χρόνους μεγάλη σημασία. Κι αυτό, επειδή η
λατρεία του Υάκινθου στο ιερό, που είχε δημιουργηθεί στο λόφο της ακρόπολης των
Αμυκλών αντικαταστάθηκε από την πολύ πιο δυναμική λατρεία του Κάρνειου Απόλλωνα.
Οι Σπαρτιάτες μετέτρεψαν το παλιό λατρευτικό ξόανο του Υάκινθου σε
λατρευτικό άγαλμα του Απόλλωνα και ζήτησαν από τον φημισμένο Ίωνα καλλιτέχνη Βαθυκλή,
από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας,
να κατασκευάσει το βάθρο για να το στήσουν. Προς το τέλος του 6ου αιώνα π.Χ. (530-500),
ο Βαθυκλής έχτισε τον "Θρόνον", ένα ιδιόρρυθμο οικοδόμημα, με στοές
και γλυπτό διάκοσμο, που περιέβαλλε χωρίς στέγη το πανύψηλο, πάνω από δεκατρία
μέτρα, άγαλμα του θεού. Η κατασκευή αποτελούσε μοναδικό συνδυασμό ιωνικής και
δωρικής αρχιτεκτονικής.
Το ιερό
του Υάκινθου και του Απόλλωνα εξελίχθηκε στο σημαντικότερο για τους Λακεδαιμόνιους
χώρο λατρείας. Εκεί γίνονταν τα Υακίνθια, μεγάλη τριήμερη γιορτή, κατά τη διάρκεια
της οποίας επικρατούσε ιερή εκεχειρία. Την πρώτη μέρα, αφιερωμένη στο πένθος για
τον θάνατο της βλάστησης, θυσίαζαν στον Υάκινθο. Τη δεύτερη, πραγματοποιούνταν
πανηγυρικές εκδηλώσεις προς τιμήν του Απόλλωνα, με τη συμμετοχή όλων των κατοίκων,
ακόμη και των δούλων. Και την τρίτη και τελευταία γίνονταν αγώνες και θυσίες,
ενώ προσφερόταν στον θεό χιτώνας, που είχαν υφάνει Σπαρτιάτισσες.
Από όλ’ αυτά στις μέρες μας ο επισκέπτης μπορεί να διακρίνει
στο λόφο της Αγίας Κυριακής τμήματα των αναλημματικών τοίχων του περιβόλου και
λίγα αρχιτεκτονικά μέλη, εντοιχισμένα τα περισσότερα στον παλαιό ναό της Αγίας
Κυριακής, που κατεδαφίστηκε λόγω των ανασκαφών στο τέλος του 19ου και στις αρχές
του 20ου αιώνα.
Οι Αμύκλες παρέμειναν για αιώνες σπουδαίο θρησκευτικό κέντρο, διατηρώντας
και κατά τη ρωμαϊκή εποχή τη σημασία τους. Αποδεικνύεται, άλλωστε, όχι μόνον από
τα ερείπια του ιερού του Απόλλωνα, αλλά και από τα ευρήματα, που ανήκουν σε ένα
άλλο ιερό αφιερωμένο στην Αλεξάνδρα-Κασσάνδρα και τον Δία Αγαμέμνονα και επισημάνθηκαν
κοντά στον παλιό πύργο του Μαχμούτ Μπέη. Δεν έχει, όμως, εντοπιστεί ακριβώς.
Στη μεσαιωνική εποχή οι Αμύκλες αποτέλεσαν έδρα επισκοπής. Μέσα στον
σημερινό οικισμό, δύο εκκλησάκια, ο Αγιος Νικόλαος και ο Προφήτης Ηλίας, θυμίζουν
τα βυζαντινά χρόνια.
(κείμενο: Σωτήρης Μπακανάκης)
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται το Μάρτιο 2004 από τουριστικό φυλλάδιο
της Νομαρχίας Λακωνίας.
ΚΑΡΥΑΙ (Αρχαία πόλη) ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΑ
Το όνομα της αρχαιοτάτης πολίχνης ήταν, από τότε τουλάχιστον που αρχίζουν
οι ιστορικές μαρτυρίες, Καρυαί, Κάρυαι και Καρυά (Ξενοφών - περιηγητής Παυσανίας,
γλωσσολόγος Fick, λεξικογράφοι Ησύχιος, Βυζάντιος, Φώτιος, Θουκυδίδης, ιστορικός
Θεόπομπος). Οφείλει την ονομασία της στις πολλές καρυδιές που υπήρχαν από τότε.
Μετά τις σλαβικές επιδρομές δόθηκε το σλαβικό - μεσαιωνικό όνομα Αράχωβα που σημαίνει
επίσης καρυδότοπος. Κατά την μυθολογία η Καρύα ήταν κόρη του Βασιλιά της λακωνικής
Δίονα και της Ιφιθέας που είχαν άλλα δύο κορίτσια την Όρφη και τη Λυκώ. Ο θεός
Απόλλωνας όταν κάποτε φιλοξενήθηκε προίκισε τα κορίτσια με το χάρισμα της μαντικής.
Όταν έπειτα πέρασε ο Διόνυσος αγάπησε τρελά την Καρύα. Οι αδελφές της την περιόρισαν
και ο Διόνυσος τις τρέλανε, αυτές έπεσαν στα βράχια του Ταΰγετου και την Καρύα
μεταμόρφωσε σε δένδρο. Ο Παυσανίας γράφει : Το χωρίον Καρυαί, Αρτέμιδος και Νυμφίων
εστί.
Αποδείξεις: Αρχαία νομίσματα, κομμάτια - θραύσματα αρχαίων αγγείων,
τάφοι με μεγάλους σκελετούς, η αφήγηση του περιηγητή Παυσανία που πέρασε από τις
Καρυές το 17ο αιώνα μ.Χ. όπου αναφέρει ότι η περιοχή ήταν αφιερωμένη στην Αρτέμιδα
και τις Νύμφες και άγαλμα στημένο τις Καρυάτιδας Αρτέμιδος "χορούς δε κάθε
χρόνο στήνουν εδώ τα κορίτσια των Λακεδαιμονίων" .
Προϊστορικοί Χρόνοι: Ο Παυσανίας γράφει στα Αρκαδικά ότι η περιοχή
ήταν κατοικημένη και πριν τον Τρωικό πόλεμο, ότι οι Καρυάτες έλαβαν μέρος στον
Τρωικό πόλεμο, ότι στους Καρυάτες άρεσε περισσότερο η ειδυλλιακή Αρκαδική ζωή
παρά η αυστηρά πειθαρχημένη και σκληρή ζωή των Σπαρτιατών.
Ιστορικοί Χρόνοι: Διατήρησαν ένα είδος τοπικής αυτονομίας, αλλά
από τον 8ο ως τα μέσα του 6ου αιώνα η περιοχή των Καρυών ήταν άλλοτε Τεγεατική
και άλλοτε Σπαρτιατική. Τον 5ο αιώνα συνεξεστράτευσαν κατά των Περσών ( Πλαταιές
- Σαλαμίνα -
Ηρόδοτος 480 π.χ.). Κατά τον πελοποννησιακό πόλεμο 431-404 π.χ. η περιοχή των
Καρυών ήταν η παραμεθόριος του Σπαρτιατικού Κράτους προς Β.Α. (Θουκυδίδης). Μετά
τον Πελοποννησιακό πόλεμο (369 π.χ.) η Πελοπόννησος επιχείρησε με την βοήθεια
των Θηβαίων να απαλλαγεί από την ηγεμονία των Λακεδαιμονίων. Στην αποστασία αυτή
βοήθησαν και οι Καρυάτες οι οποίοι τον επόμενο χρόνο (368 π.χ.) τιμωρήθηκαν σκληρά
από τους Σπαρτιάτες οι οποίοι κατέστρεψαν όλως διόλου τις Καρυές και έσφαξαν τους
κατοίκους (Ξενοφών).
Ρωμαϊκή Εποχή: Οι Καρυές δεν έχουν δική τους ιστορία αυτή την
περίοδο (146π.χ. - 395μ.χ.).
Για την νεώτερη ιστορία των Καρυών βλ. Καρυές,
χωριό
Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Κοινότητας Καρυών
ΚΑΡΥΕΣ (Χωριό) ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΑ
Για την αρχαία ιστορία των Καρυών, βλ. Καρυαί
αρχαία πόλη
Βυζαντινή Αράχωβα: Η πολίχνη καταστράφηκε ολοκληρωτικά με τα
ιερά της στη δεύτερη επιδρομή των Γότθων με τον Αλάριχο (396 μ.Χ.)
Φραγκοκρατία: Οι μαρτυρίες λένε ότι λέγονταν Μεγάλη Αράχωβα και
ότι οι κάτοικοί της πουλούσαν στα πανηγύρια μετάξι. Με τον καιρό εκείνο συνδέεται
και ο Παλαιόπυργος, του οποίου η οχύρωση έγινε μετά το 1275 μ.Χ. Για αυτόν σώζεται
ένα παραμύθι. Ανήκε στον Βυζαντινό άρχοντα Ζωναρά που είχε κόρη τη Χρυσαυγή. Κάλεσε
μνηστήρες για να την παντρέψει. Αυτή διάλεξε τον Εύανδρο. Τότε ξεκίνησε πόλεμος
όπου σκοτώθηκε ο Εύανδρος και η Χρυσαυγή με τους θησαυρούς καταφεύγει στη Ρουμανία.
Είχε μείνει έγκυος και δισέγγονος της ήταν ο Μιχαήλ Παλαιολόγος που ανέκτησε την
Κωνσταντινούπολη και
ελευθέρωσε τον Μυστρά.
Τουρκοκρατία: Όπως σ' όλη την Ελλάδα έτσι και εδώ η ζωή, η τιμή,
η περιουσία των ραγιάδων ήταν στη διάθεση του σκληρού τυράννου. Το ότι έμειναν
Τούρκοι μόνιμα στις Καρυές φαίνεται από τα τοπωνύμια : Μουσταφά τ΄ αλώνια, του
αγά η χούνη, του χαλή το λάκκωμα.
Η Αράχωβα του 1821: Έχει και η Αράχωβα τη συμβολή της στους Αγώνες
και τις θυσίες του 1821. Στο Αρχείο των Αγνώστων ( Εθνική Βιβλιοθήκη) υπάρχουν
80 ονόματα Αραχωβιτών με το βιογραφικό τους σημείωμα που έλαβαν μέρος στις μάχες.
Το κάψιμο του χωριού από τον Ιμπραήμ έγιναν στις 12 Μαΐου 1826 κατά την μαρτυρία
του Φραντζή. Επίσης η παράδοση λέει ότι κατά την αποχώρηση του Ιμπραήμ τον Αύγουστο
του 1826 οι αραπάδες πήραν ομήρους μαζί τους άνδρες, γυναίκες , παιδιά και τους
πήγαν στην Πύλο.
Λέγεται ότι μια Αραχωβίτισσα παντρεμένη με παιδία σύρθηκε στην αιχμαλωσία. Μετά
από πολύ καιρό τα κατάφερε και ξέφυγε αλλά γύρισε έγκυος. "Αντρα, το και
το έχω πάθει. Θα με δεχθείς ή να φύγω πάλι ;" και ο άντρας αναστενάζοντας:
"Καημένη γυναίκα, σκλαβιά βλέπεις και παρθενιά γυρεύεις. Έλα έμπα στο σπίτι
σου και σύμμασε τα παιδιά σου"
Η Αράχωβα μετά το 1821: Το καλοκαίρι του 1821 επειδή η κυβέρνηση
δεν είχε χρήματα να πληρώνει το στρατό, όριζε περιφέρειες όπου κάθε Ρουμελιώτης
στρατηγός θα πήγαινε να εισπράξει μισθούς και έξοδα τροφοδοσίας. Έτσι ο στρατηγός
Βαγγέλης Μήτσο-Κοντογιάννης από Καστρί - Αγ. Πέτρο έφτασε στην Αράχωβα όπου και
κατέλυσε. Τέσσερις ημέρες περίμενε αλλά δεν υπήρχε πρόθεση για φόρους. Γι' αυτό
φυλάκισε τον παπά και τον προεστό του χωριού. Όμως οι Ματαλαίοι του χωριού ήρθαν
σε συνεννόηση με τα γειτονικά χωριά, έφτασαν ενισχύσεις, ακολούθησε μάχη μέσα
στο χωριό και τελικά έφτασε από την Τρίπολη ο Γενναίος Κολοκοτρώνης που κατάφερε
συμβιβασμό και απεχώρησαν οι Ρουμελιώτες. Το γεγονός αυτό και το θάνατο των Ρουμελιωτών
καπετάνιων απαθανάτισε η Λαϊκή Μούσα με το "ένα πουλάκι ξέβγαινε"
Απελευθερωτικοί Αγώνες:
Στην επανάσταση της Κρήτης (1866 - 1968) ένας (1) Αραχωβίτης Λοχίας εθελοντής
ο Νικ. Χριστοφίλης βρήκε ηρωικό θάνατο στη μονή
Αρκαδίου.
Στον πόλεμο του 1897 έλαβαν μέρος δύο (2) αξιωματούχοι και περισσότεροι από είκοσι
(20) στρατιώτες.
Στους βαλκανικούς πολέμους (1912 - 1913) έπεσαν έξι (6) τραυματίστηκαν τέσσερις
(9) πολέμησαν ογδόντα πέντε (85).
Στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο και στη Μικρασιατική εκστρατεία (1917 - 1922), έπεσαν
δέκα τρεις (13) και πολέμησαν ογδόντα εννέα (89).
Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο (1940-1941), έπεσαν πέντε (5), τραυματίστηκαν δέκα πέντε
(15),πολέμησαν εκατόν εβδομήντα (170)
Από τους Αραχωβίτες της Αμερικής στον Α' παγκόσμιο πόλεμο δέκα επτά (17) πολέμησαν,
ένας (1) σκοτώθηκε και στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο εκατόν δέκα (110) πολέμησαν και
επτά (7) σκοτώθηκαν.
Μετανάστευση: Από τους πρώτους που έφυγαν από την Αράχωβα για
την Αμερική στα 1888 ήταν τα αδέλφια Βασίλης και Παναγιώτης Λεβεντάκης που τους
παρανόμαζαν "Φαφουταίους". Ακολούθησαν το 1896 τριάντα τρεις (33) μαζί.
Το 1901 οι πρώτοι Αραχωβίτες του Σικάγου ίδρυσαν τον σύνδεσμο των εν Αμερική Αραχωβιτών
και το 1923 ιδρύθηκε η "Αδελφότης Αραχωβιτών - Αι Καρυαί". Το πρώτο
μεγάλο κοινωφελές έργο έγινε το 1927 και ήταν η ύδρευση του χωριού για το οποίο
η Αδελφότης διέθεσε 25 χιλιάδες δολάρια. Το 1929 επίσης έστειλε η αδελφότης 518
δολάρια με τα οποία αγοράστηκε γήπεδο για γυμναστήριο. Επίσης το 1927 εκδόθηκε
το λεύκωμα με τον τίτλο "Χρυσή Βίβλος Αδελφότητας Αραχωβιτών Αι Καρυαί"
. Το 1937 τελείωσε το κτίριο του Δημοτικού Σχολείου που στοίχισε ένα εκατομμύριο
προπολεμικές δραχμές. Όλο αυτό το ποσό το έστειλε η Αδελφότητα. Από το 1945 δε,
άρχισε η αποστολή ταχυδρομικών δεμάτων με ρούχα, τρόφιμα και επιταγών με δολάρια.
Το Μάρτιο του 1946 έφτασαν στη Αράχωβα 248 ταχυδρομικά δέματα και 14 μπαούλα με
ρούχα, παπούτσια και τρόφιμα.
Η Αράχωβα της κατοχής: ( Απρίλιος 1941 - Οκτώβριος 1944) Καμία
περιγραφή δε θα μπορέσει να δώσει την πραγματική εικόνα της ζωής που πέρασαν οι
κάτοικοι της Αράχωβας κατά την διάρκεια ης μαύρης σκλαβιάς. Ταλαιπωρίες, βάσανα,
συγκινήσεις, δραματικά επεισόδια, ηρωισμοί, αυτοθυσίες ήταν οι καθημερινές σκηνές.
Βήμα - βήμα, λεπτό προς λεπτό έχουν καταγραφεί όλα τα γεγονότα με όλες τις λεπτομέρειες
στο ημερολόγιο της Κατοχής από των αείμνηστο καθηγητή Κώστα Μ. Πίτσιου στο Βιβλίο
του "Καρυαί Λακεδαίμονος" ( Ιστορική και Λαογραφική μελέτη).
Το πρώτο επεισόδιο (18-12-1942): Την ημέρα αυτή πραγματοποιήθηκε
επίθεση εναντίον γερμανικού αυτοκίνητου με τρεις Γερμανούς στρατιώτες και δύο
Έλληνες μαυραγορίτες συνεργάτες. Ήδη 2 μήνες πριν είχε ιδρυθεί και στην Αράχωβα
τμήμα του ΕΑΜ του οποίου αρχηγός ήταν ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Παρασκευάς Λεβεντάκης
που είχε πάρει εντολή να δημιουργήσει σοβαρό επεισόδιο με Γερμανούς ή Ιταλούς.
Η εγκατάσταση στη συνέχεια των Ιταλών στο χωριό πρόσθεσε στην καθημερινή ζωή μόνο
διωγμούς, φυλακίσεις, βασανισμούς γι' αυτό και οργανώθηκαν φυλάκια συναγερμού,
κατασκευάστηκαν κρυψώνες και μακρινά καταφύγια που χρησιμοποιήθηκαν το διάστημα
από το Σεπτέμβριο του 1943 ως το Σεπτέμβριο του 1944.
Η μεγάλη δοκιμασία: Η μεγάλη δοκιμασία για το χωριό ήταν η 19η
Σεπτεμβρίου 1943. Κανείς δεν αντιλήφθηκε την περικύκλωση του χωριού από 500 Γερμανούς
στις 5 η ώρα το πρωί. Η θύελλα που ακολούθησε κράτησε μία ώρα κατά την οποία δολοφονήθηκαν
εννέα (9) άμαχοι, λεηλατήθηκαν σπίτια και τριάντα ένα (31) άνθρωποι οδηγήθηκαν
στην ομηρία. Το δράμα του χωριού ευτυχώς σταμάτησε γιατί κατέφθασε σαν από μηχανής
θεός ο αντιπρόσωπος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού κ. Αλ. Πέρσον και έτσι οι Γερμανοί
αποχώρησαν.
Μεγάλη μορφή αυτοθυσίας και πατριωτισμού αποτελεί σίγουρα η εκτέλεση
του γιατρού Χρήστου Καρβούνη στο Μονοδέντρι μαζί με 117 άλλους πατριώτες από τους
Γερμανούς στις 26-11-1943 που γεννήθηκε στην Αράχωβα και σπούδασε στη Γερμανία
και ο οποίος αρνήθηκε να απαλλαγεί από την εκτέλεση.
Το κάψιμο της Αράχωβας (14 -15 Μαρτίου 1944): Δύο ώρες πριν το
μεσημέρι σήμανε ο συναγερμός της συμφοράς και του ολέθρου. Περίπου 150 Γερμανοί
μπήκαν στο χωριό, έφαγαν πρώτα, στη συνέχεια λεηλάτησαν τα σπίτια και ύστερα αφοσιώθηκαν
στο κάψιμο των σπιτιών. Ανατίναξαν μάλιστα και τη δυτική γωνία του Σχολείου την
πρώτη ημέρα, ενώ την δεύτερη ημέρα μαζί με όλα τα άλλα ανατίναξαν το Ρολόι του
χωριού. Ο απολογισμός του τραγικού αυτού διημέρου ήταν 20 νεκροί και 300 σπίτια
καημένα.
Η επιδρομή των Γερμανών στον Πάρνωνα.
Μεγάλη δοκιμασία για το χωριό αποτελεί το διάστημα από 23 Ιουνίου - 8 Ιουλίου
1944 που πραγματοποιήθηκε η πιο τρομερή επιχείρηση των κατακτητών στην περιοχή.
Πλήρωσε και η Αράχοβα βαρύ φόρο αίματος και καταστροφής: νεκροί 14, όμηροι 8,
λεηλασία και καταστροφή σε υλικά αγαθά ανυπολόγιστη.
Απελευθέρωση: Η πιο γλυκιά μέρα που ο κόσμος άρχισε να πιστεύει
ότι τελείωσε ο εφιάλτης της σκλαβιάς ήταν η 10η του Σεπτέμβρη 1944 που καταργήθηκαν
τα φυλάκια και ο συναγερμός, Επιτέλους η Αράχωβα λεύτερη.
Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Κοινότητας Καρυών
ΜΥΣΤΡΑΣ (Βυζαντινός οικισμός) ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ
This text is cited Apr 2003 from the Laconian Professionals URL below, which contains image.
In 1204 the Western participants of the Fourth Crusade, ignoring their
principal objective, captured Constantinople, extended their dominion over the
Greek lands and founded the Latin Empire of Romania. The Byzantine court was compelled
to seek refuge in neighboring Nicaea. From there the Greeks waged an arduous and
unrelenting struggle for about sixty years, until the capital was reconquered
and the Emperor once more ascended his throne.
Of all the states founded by the Franks, the most important was the
French Principality of the Morea. Its Prince, Geoffroy de Villehardouin, in his
endeavor to impose his authority on the entire Peloponnese, was at great pains
to conquer Lacedaemon; but it was only in 1248 that his successor, William II
de Villehardouin, succeeded in effecting the conquest of Laconia, with the reduction
of the fortes of Monembassia. A year later (1249), perceiving the strategic importance
of the hill of Mystra, he raised a castle, the ruins of which survive to this
day, on its summit.
According to a typical descriptive passage in the Chronicle of the
Morea: "After searching through these parts, He found a strange hill, as
though cut off from the mountain, About a mile away, above Lacedaemonia. Wishing
to fortify this hill, he ordered a castle to be built on its summit And he named
it Myzethra, for that was how they called it, And he made it a splendid castle,
with fine fortifications..."
By 1249 French knights clad in coats-of-mail had thus encamped on
the hill of Mystra in order to "guard the place
The name Mystra probably derived from the shape of the hill, which
resembled that of a Myzethra (popular cheese), or from some local governor whom
the Franks found there and whose name was either Myzethra or profession that of
a maker of myzethra cheeses.
Ten years later, in 1259 Villehardouin was taken prisoner at the battle
of Pelagonia and held captive for three years by the Emperor Michael VIII Palaeologus.
In the meantime, the Byzantines had recaptured Constantinople from the Franks,
and the Emperor put pressure to bear on William to pay ransom for his release
y the cession of the castles of the Peloponnese. William finally agreed to purchase
his liberty and that of his barons in exchange for the cession of such castles
in Laconia as he would designate. According to the Chronicle of Morea, he decided:
"To give to the Emperor in exchange for their liberty, The castles of Monembassia
and le Grand-Maigne And, last of all, the most beautiful, that of Myzetha itself".
Thus in 1262 the Greeks became masters of the castle and Byzantine
Mystra entered into its golden age.
But Villehardouin, now at liberty returned to the Peloponnese, in
an attempt to appease his allies who regarded the agreement as the first step
in a Byzantine attempt to break up the French Principality of the Morea. At the
head of a military contingent, he soon made his appearance in the Lacadaemonian
plain. What his intentions really were are not known.
The Byzantine garrison of Mistra immediately informed Constantinople
that Villehardouin had violated the agreement and was preparing to attack the
castle. The infuriated Emperor sent a strong force under General Macrinos, who
landed at Monemvasia, with orders to deal a mortal blow at Villehardouin. Two
years, however, passed without any decisive change being effected in the disposition
of the opposing forces.
Finally, in 1264, the Byzantine army, provoked by Villehardouin, was
compelled to fight at Macryplaghi - in the defile which leads from Megalopolis
and Leondari to the Messenian plain - where it was annihilated. General Macrinos
was taken prisoner by the Franklin prince.
After this victory, William did in effect consider launching an attack
on Mystra.; but a revolt of the natives of Arcadia, which he could not ignore,
caused him to postpone the enterprise.
The constant friction and frequent campaigns between Byzantines and
Franks during the course of these two years created a feeling of insecurity among
the inhabitants of lacedaemonia, as Sparta was called in the Middle Ages. They
consequently begun to abandon their homes in the plain and to settle at the foot
of the hill, where they felt more secure under the shallow of the castle of Mystra.
Thus, long before 1300 - more precisely, in the years following the
battle of Macryplaghi - Mystra had begun to be inhabited. Churches and houses
too soon began to dot the hillside. William II de Villedardouin, the Frankish
Prince, had died in 1278, and after his death the Morea became a dependency of
the Angevin House of Naples.
With the continuous decline of Frankish power - not only in Laconia
but throughout Greece - Mystra's role in the revived Byzanitne Empire soon acquired
a new and highly significant aspect. In the course of two centuries it became
"the Florence of the East" and the intellectual movements it engendered
and fostered came to the regarded with respect beyond the boundaries of the Byzantine
Empire and throughout the countries of the West. Furthermore, Mystra was to set
the seal on its brief but brilliant history.
From 1264 to 1300 Mystra was the headquarters of a Strategus with
the title of Cephali. His term of office lasted only one year but his range of
authority was considerable. In 1308 the administrative system underwent a change.
The strategoi no longer gave up office at the end of a year but became permanent
governors of an unlimited term. It was in this capacity that Cantacuzenus (1308-1316)
and Andronicus Palaeologus Asan (1316-1323) ruled at Mistra. The new form of administration
contributed much to the development of the fortified city, where, even before
the mid 14th century, building activity was on a by no means negligible scale.
Numerous churches were raised and the Metropolitan Bishop of Lacedaemonia
transferred the seat of his diocese to Mystra. The momentum of architectural activity
increased and the town, which was becoming both a political center and a military
headquarters, developed rapidly. By the mid-14th century Mystra attainted the
status of a capital of a Greek principality, called a Despotate. It was no longer
governed by a Strategus, but a nobleman closely related to the imperial family
with the title of Despot and a life-long tenure of office. In 1348 Manuel, second
son of the Emperor John VI Cantacuzenus, assumed office as first Despot of Mystra
amid scenes of considerable pomp. During his reign the state flourished and Mystra
was embellished with new churches and buildings. In 1380 Manuel was succeeded
by Matthew Catacuzenus. In 1383 Catacuzenoi were replaced by Palaeologoi, of whom
the first Despot was Theodore I Palaeologus (1383 - 1407) and the second Theodore
II Palaeologus (1407 - 1443).
In 1443, in the last twilight years of the Empire, Constantine XI
Palaeologus, subsequently martyr and last emperor, was crowned Despot. This intelligent
prince assumed a heavy responsible towards the Byzantine world, which was already
in full decline. Consistently endeavoring to hold on to the last remnants of the
once all-powerful Empire, he aimed at protecting the Peloponnese at least for
the menace of Ottoman invasion. He therefore strengthened the fortifications and
concluded military agreements. He also rebuild the Hexamilion wall on the isthmus
of Corinth and made contact with the Pope with a view to forming an alliance with
Hungary. But Sultan Murad II, anxious to secure his rear from such an active and
dangerous opponent, arrived in the Peloponnese in 1446 with strong forces and
obliged Constantine to pay tribute to him.
Two years later (in 1448) the Emperor John VIII Palaelogus died and
was succeeded by his brother Constantine. On 6 January 1449 the noblemen Alexius
Philanthropinos and Manuel Cantacuzenus arrived at Mystra from Constantinople
"in order to crown the Despot, Noble Constantine, Emperor..." Three
months later, on 12th March, Constantine reached the great Christian capital and
ascended the throne which, in a few years time, he was to bathe with his own sacrificial
blood, after combating the enemy with prodigious valour.
At Mystra Constantine was succeeded by his younger brothers, Thomas
and Demetrius, whose melancholy fate was to end the glorious Byzantine period
of the Despotate by surrendering the fortified city to the Turks in 1460. In 1464
Mistra was besieged by Sigismund Malatesta, who captured the town, but not the
castle. After submitting the place to frightful pillage, he departed, carrying
away the mortal remains of George Gemistus (Plethon), the new-Platonic philosopher,
which he laid beside the tombs of other learned men, former members of his court,
in the magnificent church of the Tempio Maletestiano at Rimini.
Notwithstanding the Turkish occupation, the years that followed were
peaceful at Mystra. The town prospered commercially, the population reached the
figure 10.000. In 1687 Francesco Morosini, the Venetian General, succeeded in
capturing Mystra, which he made the headquarters of the Venetian governor of the
province of Braccio di Maina. But in 1715 the town once more fell to the Turks
who held it until 1770, when Count Orloff's fleet anchored off the coast of the
Mani. Russians and Greeks together besieged Mystra and compelled the Turkish garrison
to surrender. A savage massacre of Turks was only halted by the Metropolitan Bishop
himself, at the head of the clergy. A few months later Mystra, together with all
that part of the Peloponnese which had risen in arms at Orloff's instigation,
suffered the most appalling reprisals at the hands of the Turks. For ten years
Albanian bands subjected the land to pillage, arson and depopulation. During this
period the population of Mystra was considerably reduced, and after the departure
of the Albanian bands the inhabitants numbered no more than 5,000.
When the War of Independence broke out in 1821 Mystra was one of the
first towns to shake off the Turkish yoke. Throughout the war - indeed, right
up to its very end - Mystra's contribution to the national cause, both in men
and material, was considerable, despite the fact that in 1825 the original Byzantine
city had, for the last time, been burned and pillaged by Ibrahim Pasha in the
course of the Egyptian invasion of the Peloponnese.
The foundation of the modern town of Sparta by King Otho in 1834 spelt
the doom of Mystra. The first families that settled in the new urban agglomeration
in the plain came from the former Byzantine city. Others, descending the sides
of the sleep slope, built the modern village of Mistra at the foot of the hill.
ΣΜΥΝΟΥΣ (Δήμος) ΛΑΚΩΝΙΑ
Συστηματική έρευνα για την διαπίστωση αρχαίων οικισμών στην περιοχή
δεν έχει γίνει. Όμως η ύπαρξη ναού της Αθηνάς (στη θέση του μοναστηριού Παναγίας
Γιάτρισσας)τα ευρήματα στην περιοχή Αρπυα (κοντά στο Σελεγούδι),οι ενδείξεις αρχαίας
λατρείας στον ποταμό Σμήνο (Δάκρυ της Βασιλοπούλας και Σπηλιά της Βασιλοπούλας),τα
άφθονα και σημαντικά αρχαιολογικά στοιχεία, που σχετίζονται με το αρχαίο έργο
ύδρευσης του Γυθείου
από τον ποταμό, τα αγάλματα που έχουν βρεθεί στην Πετίνα και το Προσήλιο,οι κατεστραμένοι
παλαιοί οικισμοί στις θέσεις, Γουλιάνικα (Κόκκινα Λουριά) και Τζεβελιάνικα (Μέλισσα),
Παλιόχωρα, μαρτυρούν την κατοίκηση της περιοχής από τα αρχαία χρόνια. Από τις
γραπτές πηγές τα ιστορικά μνημεία (κάστρα,εκκλησίες,νεκροταφεία),τους θρύλους
και τις παραδόσεις προκύπτει ότι τα χωριά του Σμήνου κατοικούνται συνεχώς από
τα πρώτα βυζαντινά χρόνια.
Η γεωγραφική θέση των χωριών του Σμήνου και το πολυσχιδές ανάγλυφο του
εδάφους με τη συνεχή εναλλαγή των λοφοσειρών, με τις απότομες ρεματιές,τις κλεισούρες,
και τα διάσελα, τις απόκρυφες σπηλιές, τα δασωμένα σκιερά περάσματα με τις διάσπαρτες
πηγές και τα βρυσούλια σε συνδυασμό με το δυναμικό και ασυμβίβαστο χαρακτήρα των
κατοίκων τους επηρέασε την ιστορική αναφορά της περιοχής. Και εδώ εγκαταστάθηκαν
ομάδες Μηλιγγών Σλάβων που παρενοχλούσαν τους ντόπιους κατοίκους. Γι' αυτό γύρω
στο 10ο αιώνα οι βυζαντινοί αυτοκράτορες κοντά στον Αγιο Νικόλαο σε απόκρυμνο
βραχόλοφο που αρχίζει από την κοίτη του Σμήνου έκτισαν κάστρο για την εξουδετέρωσή
τους. Το ίδιο κάστρο χρησιμοποιήθηκε αργότερα από τους Φράγκους, τους Ενετούς
και τους Τούρκους που εγκαταστάθηκαν εκεί περί το 1750 τους περιβόητους Τουρκαλβανούς
που ρήμαξαν τους ντόπιους κατοίκους. Κατά τη χρησιμοποίησή του από τους Ενετούς
καθιερώθηκε η ονομασία του ως κάστρο της Μπαρδούνιας.
Είναι το πρώτο κάστρο που απελευθερώθηκε το 1821.
Σήμερα αποτελεί ενδιαφέρον αξιοθέατο, όμως ξεχασμένο και αναξιοποίητο.
Στα χωριά του Σμήνου έδρασαν οι πρωτοκλέφτες της υπόδουλης Ελλάδας που με τον
αγώνα τους και τα κατορθώματά τους δυνάμωσαν την ελπίδα της λευτεριάς και προετοίμασαν
τον ξεσηκωμό του 1821. Στην περιοχή της Μέλισσας είχε το μετερίζι του ο Καπετάν
Ζαχαριάς ο Μπαρμπιτσιώτης, εκεί που σήμερα λέγεται κοντά στο μοναστήρι της Ηρωίτσας
(Ροϊτσας). Από το ορεινό χωριό του την Καστάνια και με ορμητήριο τον απόρθητο
πύργο του ο ηρωικός Καπετάν Παναγιώταρος Βενετσανάκης προάσπιζε την λευτεριά των
χωριών της Έξω Μάνης. Στον πύργο του έβρισκαν καταφύγιο οι περίφημοι Κολοκοτρωναίοι.
Εκεί έζησε τα παιδικά του χρόνια ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Στη μάχη της Καστάνιας το 1780 απέναντι σε πολυπληθή τουρκικό στρατό
έχασε τη ζωή του ο ίδιος ο Παναγιώταρος και ο Κωσταντής Κολοκοτρώνης, ο πατέρας
του Γέρου του Μοριά. Στη Δεσφίνα που βρίσκεται πάνω στο δρόμο που οδηγεί από Αγιο
Νικόλαο και τα Κόκκινα Λουριά στο δοξασμένο Πολυάραβο και μέσα από τα λιγοστά
πυργόσπιτα των Σταθέων εκδηλώθηκε ηρωική αντίσταση μέχρι θυσίας,στις εμπροσθοφυλακές
του Ιμπραήμ τον Ιούλιο του 1826, αντίσταση που απέβη σωτήρια γιατί έδωσε το χρόνο
για να οργανωθεί η Ελληνική άμυνα στο Πολυάραβο, όπου κατανικήθηκε ο ίδιος ο Ιμπραήμ
και διασώθηκε η Μάνη. Οι κάτοικοι όλων των χωριών του Σμήνου με επικεφαλής ντόπιους
οπλαρχηγούς (Γράφος, Ρόζος κ.λπ.) ταμπουρώθηκαν πρώτοι στον Αη-Λιά και του Στεφανάκου
τη Λάκκα μπροστά από τον Πολυάραβο και αντιμετώπισαν την Τουρκο-Αιγυπτιακή επιδρομή.
Τοποθεσίες, μέρες και πράξεις ένδοξες και ηρωικές που όμως δεν τιμήθηκαν ακόμα
από την επίσημη ιστορία και πολιτεία.
Τα χωριά της Λακεδαιμόνιας περιοχής του Σμήνου και οι κάτοικοί τους πλήρωσαν
βαριά τον ζυγό της Οθωμανικής κατάκτησης. Ιδιαίτερα τα τελευταία προεπαναστατικά
χρόνια που εγκαταστάθηκαν εκεί οι πολεμοχαρείς Τουρκαλβανοί και επονομαζώμενοι
και Τουρκομπαρδουνιώτες. Όμως τα χωριά αυτά ήταν και τα πρώτα Ελληνικά εδάφη που
απόκτησαν την ελευθερία και δέχτηκαν τους πρώτους από τους πολύπαθους ομογενείς
κατοίκους των κατεστρταμένων νησιών Χίου
και Ψαρών. Παλαιοί
και νέοι κάτοικοι των χωριών του Σμήνου αποδείχτηκαν άξιοι μαχητές στους μετέπειτα
αγώνες για την ελευθερία και την πρόοδο.
Κείμενο: Αριστείδης Γραφάκος
Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, του Δήμου Σμύνους
ΣΠΑΡΤΗ (Πόλη) ΛΑΚΩΝΙΑ
Η Σπάρτη, μια από τις αρχαιότερες πόλεις - κράτη της αρχαίας Ελλάδας,
έχει μια ιστορική πορεία περισσότερο από 4000 χρόνια. Βρίσκεται στο άκρο του νομού
Λακωνίας, στις όχθες του μυθικού Ευρώτα και κάτω από την προστατευτική σκιά του
οξυκόρυφου Ταΰγετου. Η αισθητική και ιστορική γοητεία της αρχίζει από τη Μυκηναiκή
περίοδο. Σε μια προϊστορική και πρωτοϊστορική περίοδο η Σπάρτη του Ομήρου, του
Μενελάου και της Ωραίας Ελένης, είναι ήδη από τα σημαντικότερα κέντρα του μυκηναiκού
πολιτισμού. Ακολουθεί η περίοδος της Δωρικής Σπαρτής, της Σπάρτης των ιστορικών
χρόνων, του Λυκούργου και του Λεωνίδα. Είναι η πόλη που υπέταξε το άτομο στο συμφέρον
της ομάδας, της κοινότητας, που εκπαίδευσε τον πολίτη μόνο σε στρατιώτη, σε τέλειο
πολεμιστή. Μια τρίτη περίοδος είναι εκείνη της Μεσαιωνικής Σπάρτης, της λεγόμενης
Λακεδαιμονίας. Πρόκειται για την πόλη με την έντονη βιομηχανική και εμπορική δραστηριότητα,
η οποία μετά τον 13ο αιώνα μ.Χ. μεταφέρεται στο Βυζαντινό Μυστρά.
Κείμενο: Δημήτρη Κατσαφάνα, Φιλόλογος - Συγγραφέας
Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Σπάρτης
Μέχρι και τον 4ο μ.Χ η Σπάρτη δέχεται πολλές επιδρομές, με τελευταία
εκείνη του Αλαρίχου 396 μ.Χ. που λεηλατήθηκε και καταστράφηκε. Στα ερείπια της
αρχαίας πόλης γύρω από την οχυρωμένη Ακρόπολη δημιουργείται στον 5ο μ.Χ αιώνα
μια νέα πόλη η Λακεδαιμονία. Στη μεσαιωνική Σπάρτη, τη Λακεδαιμονία, υπάρχουν
παροικίες, νρίς των Εβραίων και αργότερα των Βενετών. Η ζωηρή κίνηση της αγοράς,
οι βιοτεχνίες, οι έμποροι έδιναν στη μεσαιωνική Σπάρτη που περιβαλλόταν από τείχη,
ένα τόνο σχεδόν κοσμοπολίτικα τον 10ο μ.Χ αιώνα σημειώνεται η δράση του Οσίου
Νίκωνα με κέντρο το ναό του Χριστού Σωτήρα.
Στα 1210μ.Χ.ο Λέων Χαμάρετος, ισχυρός τοπάρχης, αναγκάζεται να παραδώσει,
έπειτα από αντίσταση, την πόλη στους Φράγκους. Η Λακεδαιμονία, αγαπημένη πόλη
των Βιλλιαρδουϊνων, διατηρήθηκε μέχρι το 1263, όταν οι κάτοικοι κατέφυγαν στο
κάστρο του Μυστρά ζητώντας την προστασία της βυζαντινής φρουράς από το φόβο πιθανής
επιδρομής των Φράγκων.
Στα 1460 ακολουθεί η παράδοση του Μυστρά στους Τούρκους, ενώ η αρχαία
Σπάρτη έχει πέσει προ πολλού πια στη λήθη της ιστορίας. Λίγο μετά την απελευθέρωση
της Ελλάδας από τους Τούρκους, το 1834 με διάταγμα τον βασιλιά Οθωνα επανιδρύεται
η Σπάρτη σε εκπλήρωση της επιθυμίας του Λουδοβίκου Α, πατέρα του Οθωνα και σε
πολεοδομικό σχέδιο του Βαυαρού Εδουάρδου Σάουμπερτ. Την πρωτοχρονιά του 1837 έγινε
η επίσημη εγκατάσταση των αρχών και των πρώτων κατοίκων που ήλθαν από το Μυστρά.
Σήμερα, μια καθαρή και ήσυχη μικρή πόλη είναι το διοικητικό κέντρο του νομού Λακωνίας.
Η οικονομία της στηρίζεται στην αγροτική παραγωγή, την μεταποίηση και συσκευασία
καθώς και στον τουρισμό.
Ενεργητικοί και δραστήριοι οι σύγχρονοι Σπαρτιάτες, με ιδιαίτερα αγάπη
στην ιστορική πατρίδα τους και επίδοση στα γράμματα, στις επιστήμες και στην οικονομία
τιμούν το ελληνικό όνομα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Η ευγένεια, εξάλλου ,
η φιλοξενία το υψηλό φρόνημα τους μια εκλεπτυσμένη αντίληψη της ζωής, έχουν κάτι
από τα βαθύτερα αρώματα αρχαία και βυζαντινά - του ιστορικού αυτού του λαού.
Κείμενο: Δημήτρη Κατσαφάνα, Φιλόλογος - Συγγραφέας
Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Σπάρτης
1834. Η Σπάρτη ξαναγεννιέται. Εκεί όπου τη δόξα κάλυπταν ελιές
και καλάμια οι Νεοέλληνες φιλοδοξούν να στήσουν μια Νέα Πόλη. Ο Γιόχμους, μένοντας
στη Μαγούλα, τοπογραφεί την
περιοχή. Τα αρχαία λείψανα λιγοστά. Ο Τάφος του Λεωνίδα, το κοίλο του θεάτρου,
τα ρωμαϊκά λουτρά. Ο Καποδίστριας το είχε φοβηθεί. Θα σκάβουμε για τα θεμέλια
και θα βρίσκουμε αρχαία λείψανα. Δεν το αποφάσισε. Ο Οθωνας όμως υπέγραψε το διάταγμα
της ανίδρυσης με το σχέδιο του Στάουφερτ. Φιλόδοξο σχέδιο. Υπολόγιζαν η πόλη να
μαζέψει 100.000 ανθρώπους. Σήμερα η πόλη έχει 20.000 ανθρώπους. Το σχέδιο πάντως
ωραίο. Ιπποδάμειο το σύστημα. Φαρδιές λεωφόροι. Μεγάλες πλατείες. Χώροι για δημόσια
κτίρια. Εμπορικά κέντρα. Βιοτεχνική περιοχή.
1837. Οι αρχές έρχονται στη Σπάρτη. Γίνεται πια πρωτεύουσα.
Πρώτος Δήμαρχος ο Μελετόπουλος. Το Διοικητήριο έχει ήδη κατασκευαστεί στην επάνω
πλατεία. Δωρικό. Τα πρώτα κτίρια αρχίζουν να κτίζονται γύρω από αυτό. Απλά, σαν
και αυτά που κτίζανε στα χωριά. Ελληνικά, με το χαγιάτι στο νοτιά, το τζάκι στο
χειμωνιάτικο. Ομως οι μεγάλοι ήθελαν να ξεχωρίζουν. Τους αρέσουν τα ψηλοτάβανα,
με τα συμμετρικά παράθυρα, τα μικρά μπαλκόνια με τα φουρούσια και κείνα τα διακοσμητικά
κάτω από τη στέγη. Και τα κτίζουν. Τα παράθυρα έξω με ξύλινα διακοσμητικά, όπως
στα σπίτια του Μυστρά.
1840. Η πόλη ζωντανεύει. Ο Δουρούτης φτιάχνει την πρώτη φάμπρικα
για το μετάξι. Σπουδαία δουλειά. Πολλά τα λεφτά και γίνονται και άλλες φάμπρικες.
Τίποτε από αυτές δεν έχει μείνει.
1860. Η πόλη απλώνεται. Στην κάτω πλατεία φτιάχνονται τα μαγαζιά.
Τα μαγαζιά με τις ψηλές στέγες και τις στοές. Στα νότια έχουν κανονικές στέγες
και όροφο. Εκεί είναι τα εργαστήρια. Κυριαρχούν οι τοξοστοιχίες στις στοές. Για
να βρουν λεφτά για τα δημόσια κτίρια σπάνε στη μέση την κεντρική πλατεία. Μας
μείναν τα ιδιωτικά κτίρια πάνω στην Παλαιολόγου.
1870. Η πόλη εκπολιτίζεται. Φτιάχνεται το Μουσείο. Ιωνικού
ρυθμού. Με μάρμαρα. Σήμερα τα μάρμαρα τα έχουν αλλάξει με μπετόν. Ξεκινά να κτίζεται
η Μητρόπολη στην κορυφή του λόφου. Νεοκλασικό το σχέδιο κατά τα πρότυπα της Αθήνας.
Χωρίς αρτιφισιέλ φυσικά.
1890. Η πόλη μεγαλώνει. Δεν τους έφτανε ο χώρος. Κάναν επέκταση
και προς τα πάνω, την Ακρόπολη, και προς τα κάτω, το Παλάτι. Θέλαν να φτάσουν
στα ψηλά. Θα το πληρώσουμε αργότερα. Οταν θα σκάβουμε και θα βρίσκουμε αρχαία.
Το είχε πει ο Καποδίστριας.
1900. Ο νεοκλασικισμός κυριαρχεί. Τελειώνει το Δημαρχείο,
το Βαλασακέικο (Πινακοθήκη)
και πολλά άλλα σπίτια των τότε μεγάλων της πόλης. Ακόμη και όσα δεν είχαν τα φτιασίδια
της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής τα αποκτούν.
1930. Το Bauhaus αρχίζει να ξεγυμνώνει τα κτίρια από τα φτιασίδια
τους. Οι άρχοντες εξακολουθούν να εκφράζονται επιβλητικά αλλά πιο απλά. Κτίζεται
το Γυμνάσιο Αρρένων. Εργο του Κ. Παναγιωτάκου. Το μετάξι αρχίζει να εξαφανίζεται.
Κλείνουν οι φάμπρικες. O Γκορτσολόγος φέρνει το νερό στη Σπάρτη.
1940. Ο πόλεμος. Οι Γερμανοί σκοτώνουν τους 118 στο Μονοδένδρι.
1950. Η ανάγκη για δουλετά φέρνει τους χωρικούς και στη Σπάρτη.
Αρχίζει να κτίζεται η περιφέρεια. Απλά ορθογώνια σπίτια στην αρχή με στέγη. Σιγά
σιγά, βοηθούντων και των μηχανικών, γίνονται πιο περίπλοκα - όχι κατ' ανάγκη πιο
όμορφα. Γίνεται και κάτι όμορφο: το Ξενία που μας περιμένει καρτερικά να το φροντίσουμε.
Γίνεται κάτι πρωτοποριακό: το σπίτι απέναντι από το 3ο Δημοτικό, έργο του Τάκη
Ζενέτου. Ακόμα και σήμερα φαντάζει πρωτοποριακό.
1970. Το μπετόν έχει πια καθιερωθεί. Μαζί με την πολυκατοικία
αρχίζουν να κατατρώγουν την κληρονομιά. Την Επαγγελματική Σχολή τη ρίχνουν. Τα
νεοκλασικά γκρεμίζονται. Οι γραφικές τοξοστοιχίες της πλατείας εξαφανίζονται.
Τα αυτοκίνητα γεμίζουν τους δρόμους. Η εικόνα της ήρεμης πόλης αρχίζει να ξεθωριάζει.
1997. Οι φοίνικες στην Παλαιολόγου παραμένουν. Τα σπίτια των
πετρομαστόρων από την Πυρσόγιαννη παραμένουν. Τα νεοκλασικά που μείναν αναστηλώνονται.
Ο πεζόδρομος είναι γεμάτος κίνηση. Τα πάρκα ξαναζωντάνεψαν. Η πλατεία αναμορφώνεται.
Θέλουν να αναδείξουν την αρχαία Σπάρτη. Θέλουν να κάνουν το Φιξ - έργο του Τάκη
Ζενέτου κι αυτό - Μουσείο. Ακούμε ότι θα μπορούμε να περιδιαβαίνουμε στις όχθες
του Ευρώτα. Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές μοσχοβολάνε ακόμα κάθε Πάσχα.
Κείμενο: Γιώργου Γιαξόγλου
Το κείμενο παρατίθεται τον Απρίλιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Σπάρτης
ΣΠΑΡΤΗ (Αρχαία πόλη) ΛΑΚΩΝΙΑ
Προϊστορία και πρωτοϊστορία
Η ευρύτερη περιοχή της Σπάρτης, όπως και ολόκληρη η Λακωνία, έχει
κατοικηθεί από τη νεολιθική εποχή (6000 - 3000π.Χ.). Πρώτος κάτοικος είναι οι
Πελασγοί, που ειδικότερα στην περιοχή της Σπάρτης λέγονται Λέλεγες, από τον
πρώτο μυθικό βασιλιά Λέλεγα.
Ονόματα, όπως Λήδα, Ελένη είναι μακρινές αναμνήσεις θεοτήτων της γονιμότητας
και εικόνες διεργασιών του υποσυνειδήτου ή είναι αποκρυσταλλώσεις γεωλογικών μεταβολών
και κοινωνικής δραστηριότητας , όπως είναι τα ονόματα Ευρώτας, Μύλης κα. Ο Ευρώτας,
μυθικό πρόσωπο, άνοιξε τη φυσική δίοδο, ώστε να χάνονται τα λιμνάζοντα νερά από
τη Λακεδαίμονα στη θάλασσα. Ο Μύλης εξάλλου είναι αυτός που ανακάλυψε το μύλο
και ο πρώτος που άλεσε σιτάρι (Παυσανίου, Λακωνικά). Κατά τη μυθική παράδοση ο
Μύλης γέννησε τον Ευρώτα, ο Ευρώτας γέννησε τη Σπάρτη, η οποία παντρεύτηκε τον
Λακεδαίμονα, το γιο του Δία και της Ταϋγέτης. Γιος του Λακεδαίμονα ήταν ο Αμύκλας,
ο οποίος έκτισε την ομώνυμη πόλη , τις Αμύκλες.
Γύρω στο 2000 π.Χ. αρχίζει η μεγάλη μετανάστευση των ινδοευρωπαϊκών
λαών. Στην Πελοπόννησο εγκαθίστανται με το όνομα Αχαιοί και στη Λακωνία ιδρύουν
ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα, τη Σπάρτη. Είναι η Σπάρτη του Ομήρου, του Μενελάου
και της Ωραίας Ελένης, ηΣπάρτη της μυκηναϊκής περιόδου, της πρωτοiστορίας. Ο
κόσμος εκείνος, όλος ποίηση και γοητεία διασταυρώθηκε με τον προελληνικό κόσμο,
τους Πελασγούς και συναντήθηκε με τον επίσης μεγάλο και αρχαιότερο πολιτισμό
των Κρήτων , τον Μινωϊκο.
Αναφορικά με την προέλευση του ονόματος Σπάρτη, έχουν προταθεί πολλές
ετυμολογίες, αλλά φαίνεται ως επικρατέστερη εκείνη σύμφωνα με την οποία προέρχεται
από τον ομώνυμο θάμνο που φυτρώνει στην περιοχή, το "σπάρτο".
Η αχαϊκή Σπάρτη με τα πολυτελή ανάκτορα, που περιγράφει ο Ομηρος,
δεν έχει εντοπισθεί οριστικά. Αρχαιολογικά ευρήματα από τη Μυκηναiκή περίοδο
(1600 - 1100π.Χ.) την τοποθετούν σε ύψωμα του Πάρνωνα, στην ανατολική όχθη του
Ευρώτα, πέντε χιλιόμετρα Ν.Α. της Σπάρτης, θέση που λέγεται "Μενελάια", Τελευταία,
σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα ενισχύουν την άποψη ότι η Σπάρτη των Αχαιών
ήταν βορειότερα, στην Πελλάνα. Στης Σπάρτης ήρθαν τα στενά πω'χει βαθειά φαράγγια
και στο παλάτι πήγανε του δοξαστού Μενέλαου ... Σάστισαν όπως είδανε του βασιλιά
το σπίτι, γιατί μια λάμψη χύνουνταν σα φεγγαριού, σαν ήλιου, παντού μες το ψηλόχτιστο
παλάτι του Μενέλαου. ... Κι έπειτα πια σαν χόρτασαν καλά με φαγοπότι, είπε ο
Τηλέμαχος στο γιό του Νέστορα, κοντά του σκύβοντας το κεφάλι του να μην ακούσουν
άλλοι: "Θάμαξε, γιέ του Νέστορα, πολυάκριβέ μου φίλε, τη λαμπεράδα του χαλκού,
στ' αχόλαλο παλάτι, το κεχριμπάρι, το χρυσό, το φίλντισι, τ' ασήμι. Παρόμοιο
θα' ναι σαν κι αυτό του Δία το Παλάτι. Πόσα αλογάριαστα κι αυτά! Να βλέπω μού
'ρθε ζάλη."
Ομήρου Οδύσσεια
Δωρική Σπάρτη - Ιστορικοί χρόνοι
Στα 1200π.Χ. αρχίζει μια νέα μετανάστευση λαών προς την ανατολική
Μεσόγειο. Ουσιαστικά πρόκειται για επιδρομή λαών που δεν είχαν ακολουθήσει τη
πρώτη, του 2000π.Χ. Ενα τμήμα, γνωστοί ως Δωριείς (Δωρίμαχος = αυτός που μάχεται
με το δόρυ) κατεβαίνουν πιθανώς από την Ηπειρο και εγκαθίστανται στην Πελοπόννησο
κυρίως.
Tη Λακεδαίμονα συγκροτούν τέσσερις συνοικισμοί, η Πιτάνη δυτικά
της Ακρόπολης, οι Λίμνες ανατολικά μέχρι τον Ευρώτα, η Κυνόσουρα νοτιοανατολικά
και η Μεσόα στο μέσο της απόστασης των τριών αυτών συνοικισμών, όπου βρίσκεται
το Λεωνίδιο. Αργότερα θα προστεθεί και μια πέμπτη ακόμη , οι Αμύκλες.
Οι Δωριείς, αρχικά ένας ασήμαντος αριθμός (τον 6ο π.Χ. είναι μόνο
8000 μάχιμοι άνδρες), είναι αναγκασμένοι να επιβιώσουν μέσα σε ένα προδωρικό
πληθυσμό, δυσανάλογα μεγαλύτερο (200000 περίπου). Η ανάγκη να επιβιώσουν και
κυρίως να μην αναμιχθούν και εξομοιωθούν από τους ντόπιους Αχαιούς, που σημαίνει
να μη χάσουν τη φυλετική τους ταυτότητα, τους οδήγησε σε μια διαφορετική οργάνωση
της πολιτείας τους. Επρεπε να είναι τέλειοι πολεμιστές, να βρίσκονται σε διαρκή
πολεμική ετοιμότητα. Οργάνωσαν την πόλη τους σε στρατόπεδο. Τα τείχη θεωρήθηκαν
περιττά, γιατί αδυνατούσαν να τους προστατέψουν ανάμεσα σε ένα τόσο μεγάλο ντόπιο
πληθυσμό. Ο άνθρωπος έπρεπε να γίνει μόνο στρατιώτης. Πρώτη αρετή έπρεπε επομένως
να είναι η υποταγή του ατόμου στην κοινωνική ομάδα.
Η μικρή δωρική ομάδα δεν είχε τη δυνατότητα ούτε και επιστροφής,
ούτε και να προχωρήσει. Χρειάστηκε ένα διάστημα ως τις αρχές του 8ου αιώνα π.Χ.
για να υποτάξει τους προδωρικούς πληθυσμούς της Λακωνίας. Τη μεγαλύτερη αντίσταση
συνάντησαν στις Αμύκλες, στο ισχυρό αυτό μυκηναiκό κέντρο. Μόνο έπειτα από συμφωνία
με τους Αμυκλαίους μπόρεσαν να προχωρήσουν στην υπόλοιπη Λακωνία. Αλλα στοιχεία
μυκηναiκής λατρείας ακόμη και ο θεσμός των δύο βασιλείων που βρίσκουμε από τη
μετέπειτα στρατιωτική ιστορία, έχουν την καταγωγή τους στην συμφωνία εκείνη.
Αλλά και μετά την κατάκτηση της Λακωνίας αρχίζουν τα μεγάλα προβλήματα για την
Σπάρτη. Επρεπε να βρίσκονται διαρκώς σε επιφυλακή για να επιτηρούν τους Είλωτες,
τους υποταγμένους πληθυσμούς , και ταυτόχρονα να διεξάγουν επαναστατικούς πολέμους
για να λύσουν το πρόβλημα του υπερπληθυσμού, που έπειτα από μια περίοδο ηρεμίας
παρουσιάστηκέ με οξύτητα. Η υποταγή της Μεσσηνίας, της Αρκαδίας, της Αργολίδας,
ενώ έλυνε το πρόβλημα, δημιουργούσε ταυτόχρονα και πρόβλημα για μια όλο και
πιο στρατιωτικά οργανωμένη πολιτεία, για έλεγχο των υποταγμένων. Εκτός από τους
Δωριείς Σπαρτιάτες, και τους Είλωτες, δημιουργήθηκαν σχεδόν ενωρίς και οι Περίοικοι.
Ηταν αυτοί που κατοικούσαν στη γύρω από τη Σπάρτη βουνοπλαγιές. Επρόκειτο για
Δωριείς που ήρθαν αργότερα ή για Δωριείς που δεν υπήρχε κλήρος γι αυτούς. Γι
αυτό και δεν είχαν τα ίδια δικαιώματα ή υποχρεώσεις με τους πρώτους Δωριείς
Σπαρτιάτες. Οι Σπαρτιάτες μαζί με τους περιοίκους πήραν το όνομα Λακεδαιμόνιοι.
Η Σπάρτη, πρωταγωνιστεί σε Ελληνικό και διεθνές επίπεδο
Κάπου στα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα αρχίζει να κλείνει μια μακρά περίοδος
της αρχαϊκής Σπάρτης. Για να διατηρήσει το χαρακτήρα της, την πολιτική της ταυτότητα
μέσα στις νέες συνθήκες που δημιουργούνται, αναγκάζεται να γίνεται όλο και πιο
συντηρητική. Τη θέση της ποίησης και της τέχνης, που άνθισε στη δωρική Σπάρτη
τους πρώτους αιώνες, όπως θα δούμε πιο κάτω, τη διαδέχεται μια στρατοκρατική
κοινωνία. Η Σπάρτη αναγκάζεται να απομακρυνθεί από την ιδέα του ανθρώπου πολίτη
και στη θέση του βάζει τον άνθρωπο - στρατιώτη, μοναδική παράκληση από όλο τον
αρχαίο ελληνικό κόσμο.
Αυξάνει την επιρροή της στο εξωτερικό, ενώ εξελίσσεται στη μεγαλύτερη
δύναμη πεζικού στρατού. Ετσι παράλληλα προς την Αθήνα που έδινε τη μεγάλη μάχη
εναντίον των Περσών, η Σπάρτη θα προμαχήσει των Ελλήνων στις Πλαταιές με τον
Παυσανία (479π.Χ.) όπου η νίκη υπήρχε καθοριστική για την Ελλάδα ή στη ναυμαχία
της Μυκάλης με τον βασιλέα Λεωτυχίδη.
Ηδη από το 550π.Χ. είχε επιτύχει να σχηματίσει την Πελοποννησιακή
Συμμαχία . Αναμιγνύεται νωρίς στα πράγματα της Λυδίας εναντίον των Περσών, ενισχύει
τις επαναστάσεις των Ελληνικών πόλεων στην Ιωνία, ασκώντας έτσι μια δυναμική
εξωτερική πολιτική που την φέρνει αντιμέτωπη με την άλλη μεγάλη δύναμη την Αθήνα.
Η σύγκρουση Αθήνας και Σπάρτης (431 - 404π.Χ.) δύο μεγάλων κυριότερων
συνασπισμών στον Ελληνικό κόσμο, οδήγησε ουσιαστικά στη παρακμή τους. Εληξε,
βέβαια, με τη νίκη της Σπάρτης. Είναι ωστόσο χαρακτηριστικό ότι οι Σπαρτιάτες
απέρριψαν την επίμονη πρόταση των συμμάχων τους να καταστρέψουν την Αθήνα των
θεμελίων. Δεν θέλησαν, λεει ο Ξενοφών στα "Ελληνικά " του, να καταστρέψουν ελληνική
πόλη σάν την Αθήνα που είχε προσφέρει τόσα αγαθά στην Ελλάδα.
Στον 3ο π.Χ αιώνα η ακαμψία των θεσμών οδήγησε τη Σπάρτη σε βαθιά
εσωτερική κυρίως. Μόνο 700 Σπαρτιάτες είχαν πολιτικά δικαιώματα και από αυτούς
μόνο 100 είχαν γη. Προσπάθεια για μεταρρυθμίσεις των βασιλέων Άγη(242 - 241π.Χ.)
και αργότερα του Κλεομένη (235 - 221π.Χ.) δεν έφεραν αποτέλεσμα. Στην τελευταία
μάχη που έδωσε η άλλοτε ένδοξη Σπάρτη στη Σελλασία (222π.Χ) νικήθηκε από τους
Μακεδόνες. Μια ακόμη προσπάθεια του Νάβη (207 - 192π.Χ.) να επιβάλει προοδευτική
κοινωνική πολιτική δημιούργησε θύελλα αντιδράσεων από τους ευγενείς και πλουσίους
Σπαρτιάτες και τελικά προκάλεσε την επέμβαση της Ρώμης (195 π.Χ.).
Στην περίοδο της Ρωμαιοκρατίας που επακολούθησε μετά το 146 π.Χ.
24 πόλεις της νότιας Λακωνίας αποσπάστηκαν από τη Σπάρτη και αποτέλεσαν το "Κοινό
των Λακεδαιμονίων ", ομοσπονδία δηλαδή πόλεων που είχαν την υποχρέωση να συνεισφέρουν
στη Ρώμη χρήματα και στρατό. Στα χρόνια του Αυγούστου (22 π.Χ.) μετονομάστηκε
"Κοινού των Ελευθερολακώνων", με κέντρο το ιερό του Ποσειδώνα στο Ταίναρο, ενώ
τα συνέδρια αρχικά γίνονταν στην Καινήπολη. Οι πόλεις της ομοσπονδίας είχαν
δημιουργηθεί από Σπαρτιάτες ευγενείς και πλουσίους που είχαν κατάφυγες στη Μάνη
λόγω της επανάστασης και της ανακήρυξης της δημοκρατίας στη Σπάρτη από το βασιλιά
Νάβη
Κείμενο: Δημήτρη Κατσαφάνα, Φιλόλογος - Συγγραφέας
Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Σπάρτης
Αγωγή και τέχνη στην αρχαία Σπάρτη
Η σκληρή φυσική αγωγή, ο "μέλας ζωμός", ασφαλώς έκαναν τους Σπαρτιάτες
ικανούς να αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο με γενναιότητα ,αλλά και με ευφυΐα. Στα
πρώιμα χρόνια, σε σύνολο 81 Ολυμπιονικών οι 46 είναι Σπαρτιάτες. Εξάλλου ο γυναικείος
αθλητισμός ήταν μοναδικό φαινόμενο στον κόσμο, όταν οι Αθηναίες δεν έβγαιναν ποτέ
από το γυναικωνίτη. Μπορεί η Σπάρτη, για ειδικούς λόγους, να μην ανέδειξε συγγράφεις
και φιλοσόφους. Ανέδειξε όμως πάντα άνδρες με ήθος. Ούτε έλειψε η πνευματική ζωή.
Η αγωγή, αυτό που λέμε "παιδεία", των νέων και γενικά του πολίτη, ήταν το πρώτο
μέλημα της πολιτείας. Οι νέοι διδάσκονταν να είναι σεμνοί, να σέβονται τους μεγαλύτερους,
να αποκτούν με συντομία και με ευφυΐα (το Λακωνίζειν εστί Φιλοσοφείν). Μάθαιναν
ανάγνωση και γραφή, αποστήθιζαν Ομηρο και ρήτρες, τους νόμους δηλαδή του Λυκούργου.
Η πειθαρχία στους αρχηγούς, η υπακοή στους νόμους της Σπάρτης, η ανδρεία στον
πόλεμο και η περιφρόνηση των δειλών ήταν από τα βασικά στοιχεία ενός ανώτερου
ήθους.
Στη διαμόρφωση αυτού του ήθους απέβλεπαν όλοι οι θεσμοί της Σπάρτης.
Οι επίσημες πομπές, οι μουσικοί διαγωνισμοί, τα αθλητικά αγωνίσματα, τα χορικά
τραγούδια, οι χοροί απέβλεπαν στη διατήρηση των αρχικών χαρακτηριστικών των Δωριέων
και στην ανάδειξη τους σε τέλειους στρατιώτες. Μερικές από τις επίσημες γιορτές
ήταν τα "Υακίνθια,τα Κάρνεια", εθνική γιορτή στη Σπάρτη, οι Γυμνοπαιδιές που συναγωνίζονταν
δυο χοροί τραγουδιών , των εφήβων και των παντρεμένων ανδρών, η ο χορός των κοριτσιών
που τραγουδούσαν με θρησκευτική έξαρση τα "Παρθένια" του Αλκαίου.
Στη Σπάρτη έζησαν κορυφαίοι ποιητές και λειτούργησαν βασικά δυο μουσικές
σχολές. Συνδέθηκε το τραγούδι με το χορό και με την άσκηση του σώματος. Η φωνητική
μονωδία αντιπροσωπεύεται από τον Τέρπανδρο, η λυρική χορική μουσική από τον Τυρταίο,
τον Αλκμάνα και που είχαν προσκληθεί εδώ.
Από τον 7ο μέχρι και τον 5ο π.Χ. αιώνα η Σπάρτη ήταν πολιτιστικό και
καλλιτεχνικό κέντρο. Ο ναός της Χαλκιοίκης Αθήνας στην Ακρόπολη ήταν από τα σπουδαιότερα
ιερά κέντρα της Σπαρτιάτικης ζωής. Λειτουργούν εργαστήρια τόσο κεραμικής, όσο
και χαλκοπλαστικής που συναγωνίζονται τα πιο σημαντικά της άλλης Ελλάδας. Εδώ
εργάστηκαν ονομαστοί καλλιτέχνες, όπως ο Γιτιάδας (630π.Χ.) και ο Κάλων (500π.Χ.),
ενώ ο Βαθυκλής από την Ιωνία εργάζεται στις Αμύκλες. Κατασκεύασε το ναό του Απόλλωνα
- Υακίνθου, τον Αμυκλαίο θρόνο, και επέτυχε να συνδέσει μικτό κυανόκρανο από το
λιτό δωρικό στοιχείο με το χαριτωμένο ιωνικό. Στη Σπάρτη των πρώιμων χρόνων η
παραγωγή έργων τέχνης ήταν τόσο μεγάλη, ώστε να φθάνουν σ' όλη την Ελλάδα, από
τον ελληνικό χώρο. Αγγεία, κύλικες ή αμφορείς γεωμετρικής εποχής, στήλες επιτύμβιες
με αφηρωισμένους νεκρούς, έπαθλα ,ανάγλυφα εξαίσιας τέχνης, πήλινες πινακίδες
με παραστάσεις μαρτυρούν για τον αγώνα και την εξέλιξη της Σπαρτιάτικης τέχνης.
Πολίτευμα της Σπάρτη - Θεσμοί
Οσο και αν φαίνεται παράδοξο, το πολίτευμα της Σπάρτης στηριζόταν
σε δημοκρατικές αρχές μιας στρατιωτικής κοινωνίας. Η πειθαρχία, η υποταγή του
ατόμου στην κοινωνική ομάδα εξασφαλίζει την ισονομία και την ισοπολιτεία των πολιτών.
Τα κύρια στοιχεία του στρατιωτικού πολιτεύματος είχαν τεθεί από το μεγάλο νομοθέτη
Λυκούργο. Οι νόμοι ήταν γραμμένοι σε ποιήματα, στις "ρήτρες". Η μεγάλη Ρήτρα,
η αρχαιότερη (8ος π.Χ. αιώνας), αποδίδεται στον Λυκούργου από τον Πλούταρχο.
Συμφώνα με τη νομοθεσία του Λυκούργου θεσμοί και όργανα της πολιτείας
είναι:
... Η διπλή βασιλεία. Αρχικά οι δυο βασιλείς συγκέντρωσαν όλες τις εξουσίες, αλλά
με τη πάροδο του χρόνου η εξουσία τους περιορίστηκε, όχι μόνο από συμβουλευτικό
σώμα της γερουσίας και το veto της Απέλλας, αλλά και από τη σύγκρουση τους με
την παντοδύναμη Εφορεία.
... Γερουσία. Σώμα που το αποτελούσαν 28 ηλικιωμένοι άνδρες και συνεδρίαζε υπό
την προεδρία του ενός από τους δυο βασιλείς.
... Απέλλα, δηλαδή η εκκλησία του δήμου. Η λέξη "Απέλλα" (απελλάζω)σημαίνει συνάθροιση
στο ύπαιθρο. Στην Απέλλα έπαιρναν μέρος όλοι οι σπαρτιάτες στρατιώτες άνω των
30 ετών και ψήφιζαν ελεύθερα διά βοής.
... Εφορεία. Αποτελείτο από 5 άνδρες, όσες και οι κώμες της Σπάρτης. Ο θεσμός
αυτός δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια των Μεσσηνιακών πολέμων (750π.Χ.). Κατά την
πορεία της Σπαρτιάτικης ιστορίας έπειτα και από σύγκρουση της με το θεσμό της
βασιλείας, συγκέντρωσε ουσιαστικά την εξουσία στα χέρια της με αποτέλεσμα να ελέγχει
τα πάντα μέσα και έξω από τη Σπάρτη. Εγινε ο κύριος ρυθμιστής της πολιτικής ζωής
της Σπάρτης.
Οι πιο πάνω θεσμοί ήταν θεμελιακοί νια τη ρυθμιστική λειτουργία του
πολιτεύματος, το οποίο αποσκοπούσε σε ένα ήθος που υπέτασσε το ατομικό συμφέρον
σ' ένα ηθικό σκοπό, στην ευδοκίμηση (στο κάλο) του συνόλου, της πολιτείας. Γι'
αυτό το ήθος η πολιτεία παρενέβαινε μέσα από άλλους θεσμούς και όργανα όπως ήταν:
... Τα Κοινά συσσίτια. Οι Σπαρτιάτες έτρωγαν μια φορά την ημέρα, χωρισμένοι σε
ολίγους 10 - 15 ατόμων. Οι βασιλείς συνέτρωγαν στα συσσίτια και έπαιρναν διημερίδα.
Το κυρίως γεύμα, ο μέλας ζωμός, παρασκευαζόταν από χοιρινό κρέας, ξύδι και αλάτι.
Κατά τη διάρκεια του γεύματος γινόταν διδασκαλία σχετικά με την οργάνωση και τους
σκοπούς της πολιτείας.
... Κρυπτεία: η άσκηση των νέων στην έξυπνη κλοπή, χωρίς να γίνονται αντιληπτοί.
Οποιος συλλαμβανόταν μαστιγωνόταν. Συχνά τη νύχτα σκότωσαν και είλωτες, πράξη
απάνθρωπη. Ηταν μια στρατιωτική εκπαίδευση κάτω από της πιο σκληρές συνθήκες.
... Διαμαστίγωση. Συνέχεια της κρυπτείας ήταν η διαμαστίγωση στο ναό της Ορθίας
Αρτέμιδος. Τα πάτα αγωνίζονταν να αρπάξουν περισσότερο τυρί από το βωμό ενώ άλλοι
έφηβοι τους μαστίγωναν, αλύπητα μέχρις έσχατος. Οσο προχωρούσε η μαστίγωση, τόσο
και πιο βαρύ γινόταν το άγαλμα στα χέρια της ιέρειας, σημείο ότι τα χτυπήματα
έπρεπε να είναι πιο σκληρά. Εκείνος που άντεχε τον πόνο χωρίς να βγάλει κραυγή
νικούσε στο λεγόμενο αγώνα καρτερίας. Ηταν βωμονίκης.
... Ξενηλασία. Εβγαλαν από τα σύνορα κάθε ξένο που απρόσκλητος έφθανε στη Σπάρτη.
Υπήρχαν θεσμοθετημένοι άρχοντες για την εύρυθμη λειτουργία της πολιτείας, όπως:
οι Βιδαίοι, οι παιδονόμοι, που φρόντιζαν για τα ήθη των γυναικών, των νέων, οι
Αρμόσυνοι, που φρόντιζαν για τα ήθη των γυναικών, οι Αγορανόμοι, που ήταν υπεύθυνη
για τη διακίνηση των αγαθών της αγοράς, οι Αρμόστες που στέλνονται κυβερνήτες
σε χώρες, όπου οι Σπαρτιάτες είχαν καταλύσει το πολίτευμα των χωρών αυτών. Ήταν
ακόμη οι Νομοφύλακες, οι Αγαθοεργοί, ιππείς δηλαδή που στέλνονται σε έκτατες αποστολές.
Τάξεις - Κοινωνικές ομάδες
Εκτός από τους Σπαρτιάτες που είχαν πλήρη δικαιώματα και υποχρεώσεις
- ήταν αυτοί που είχαν κλήρο - και εκτός από την Περιοίκους που ήταν ελεύθεροι
και τους Είλωτες που δούλευαν τη γη για τους Σπαρτιάτες ή τους συνόδευαν στο πόλεμο,
υπήρχαν και κάποιες όχι τάξεις, αλλά κοινωνικές ομάδες, όπως ήταν οι Μόθακες,
πολίτες δηλαδή που ήταν ελεύθεροι, αλλά δεν ήταν Λακεδαιμόνιοι.
Επρόκειτο για παιδιά ξένων ή Ειλώτων ή για νόθους, που ωστόσο μετείχαν
στην κοινή αγωγή. Ηταν ακόμη οι Νεοδαμώτες, οι νέοι πολίτες που από Είλωτες είχαν
αποκτήσει την ελευθερία τους για κάποια αξιόλογη υπηρεσία τους στη Σπάρτη. Οι
Παρθενίες πάλι αποτελούσαν ένα άλλο κοινωνικό στρώμα της Σπάρτης. Ηταν αυτοί που
είχαν γεννηθεί από πατέρα Σπαρτιάτη και μητέρα Αχαιή. Μετά τον Α Μεσσηνιακό πόλεμο
είχαν προκαλέσει ταραχές γιατί δεν αναγνωρίζονταν ως γνήσιοι Σπαρτιάτες. Μετανάστευσαν
το 707 στη Κάτω Ιταλία και ίδρυσαν τον Τάραντα.
Κείμενο: Δημήτρη Κατσαφάνα, Φιλόλογος - Συγγραφέας
Το κείμενο παρατίθεται τον Μάρτιο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Δήμου Σπάρτης
The people
There is a story about a Spartan boy who, in order to conceal a fox
which he had stolen, hid it beneath his cloak and allowed the fox to gnaw him
rather than let the theft be revealed. He died of the wounds. If he had been discovered,
the disgrace would not have been in the stealing, but in allowing it to be detected.
The boy's action illustrates the main purpose of the Spartan educational system,
which was to produce men capable of showing such bravery as soldiers. Military
strength was felt to be essential to Sparta for the very survival.
Sparta was the ruling city of the area of Laconia in the southern
Peloponnese. It lay in the valley of the river Eurotas.
Of the people in the towns and villages which she controlled, some were free,
known as perioikoi or neighbors, although they were inferior in status to the
Spartans themselves. Others, because they were felt to be a greater threat, were
kept in a state of slavery as publicly owned agricultural laborers. These were
called helots. Furthermore, around the end of the eighth century B.C when other
Greek states were obtaining the extra land which they needed by sending out colonies
, Sparta took over the adjacent area of Messenia
and made the Messenians helots as well. Not long afterwards the Messenians revolved,
and it is clear the Spartans only just managed to retain their control.
At the battle of Plataia
in 479 B.C, five thousand Spartiates as the genuine Spartans were called, fought
against the Persians, according to the historian Herodotus.With them were five
thousand perioikoi and 35,000 helots. The Spartiates were determined to remain
a select group, not inter-marrying with the rest of the population, nor sharing
privileges with them. With their subjects vastly outnumbering them, as the figures
for Plataia indicate,it can be seen why Sparta felt it essential to have enough
military strength to ensure internal security. Every year the Spartans made a
formal declaration of war on the helots, so that it did not count as murder to
kill any.
Sparta had deliberately chosen, during the seventh and sixth centuries
B.C, to develop into a city-state very unlike others, because of the underlying
fear of a helot uprising.
Previously Spartan life had not been greatly different from that elsewhere.
Ruled over by two kings,the aristocratic society had been typical, importing luxury
goods, emplying skilled craftsmen, enjoying art and poetry. The changes which
took place were traditionally ascribed to Lykourgos.To some he was a man, to others
a god. Plutarch, wrote a 'Life' of Lykourgos, valuable for its description of
Spartan ways, a long time after the period in question. Even the Delphic oracle
was puzzled, according to Herodutus, saying, ' I do not know where to speak of
you as a man or a god, but rather, Lykourgos, I think you are a god'.
At all events the Spartans themselves attributed the institutions
of their society to Lykourgos, although it is in fact unlikely that one person
at one time can have been responsible for all of them.
Upbringing
Everything was now dedicated to making each Spartiati a superb and
unquestioningly loyal soldier. The Process started at birth. Newly-born babies
were inspected by a committee of elders, and, if considered too weak , they were
left to die by exposure on the sloped of Mount Taygetos. Those who survived were
carefully brought up as Plutarch describes:
'The women did not bathe the babies with water, but with wine, making
it a sort of test of their strength. For they say that the epileptic and sickly
ones lose control and go into convulsions, but the healthy ones are rather toughened
like steel and strengthened in their physique. The nurses displayed care and skill:
they did not use swaddling -bands, making the babies free in their limbs and bodies?
they also made them sensible and not fussy about their food, not afraid of the
dark or frightened of being left alone, not inclined to unpleasant awkwardness
or whining. So even some foreigners acquired Spartan nurses for their children.
At the age of seven, a Spartan boy came directly under the control
of the city, and remained so in effect until the time of his death. From this
age boys were brought up in packs, which had a prefect system, and were under
the general charge of a state director of education , the paidonomos. The military
emphasis is explained by Plutarch:
'They learned reading and writing for basic needs, but all the rest
of their education was to make them well-disciplined and steadfast in hardship
and victorious in battle. For this reason, as boys grew older, the Spartans intensified
their training, cutting their hair short and making them used to walking barefoot
and for the most part playing named. When the boys reached the age of twelve,
they no longer had tunics to wear, but got one cloak a year. Their bodies were
tough and unused to baths and lotions. They only enjoyed such luxury only a few
special days a year.They slept, in packs, on beds which they got together on their
own, made from the tops of the rushes to be found by the river Eurotas. These
they broke off with their bare hands, not using Knives.'
The smallest offences were punishable by whipping, and food was deliberately
rationed, so that the boys were forced to steal to get more -'if they are caught
theft are whipped severely, for stealing carelessly and unskillfully'. The packs
of boys were matched against each other in violent games with a ball and in straightforward
fights. As they approached the age or twenty and manhood, the training grew more
and more severe and military. At the festival of the goddess Artemis Ortheia,
the older boys had to take part in a contest in which they snatched as many cheeses
as possible from the steps of the altar to the goddess. To do so it was necessary
to run the gauntlet of guards, with whips, who were instructed to use them as
hard as they could. Some youths died as a result. Another test was the Krypteia,
or 'period of hiding', during which the boy had to live alone and under cover
in the countryside.
The boys were taught music and poetry as well, but these were mostly
military in tone and based on religious or patriotic themes, in keeping with the
rest of education. As far as the girls were concerned, Lykourgos, according to
Plutarch, ' took all possible care. He made the girls exercise their bodies in
running, wrestling and throwing the discus and javelin, so that their children,
taking root in the first place in strong bodies, would grow the better, and they
themselves would be strong for childbirth, and deal well and easily with the pains
of labour' . In athletic activities and in processions the girls, like the boys
were nearly naked.
Adult Life
At the age of twenty came the most critical time in s Spartan man's
life. He now tried to get election to one of the dining clubs, rather like an
army 'mess' , to which the men belonged. There were about fifteen members of each
syssition of this kind. In the ballot each member of the mess dropped a pellet
of bread into an urn, and if a single man squeezed his pellet flat, the candidate
was rejected. To fail to win election to any mess at all meant becoming a social
outcast. Members of the mess ate all their meals communally, and each man had
to provide monthly a fixed quota of barley, wine, cheese and figs. The diet was
plain, including usually a type of broth or porridge, which was well-known outside
Sparta for its nastiness. It was apparently dark gray in color. The syssition
was a military section, and the Spartan was now no less at the beck and call of
the state than he had been as a boy. '
Their training continued right into manhood, for nobody was free to
live as he wished, but the city was like a military camp, and they had a set way
of life and routine in the public service.They were fully convinced that they
were the property not of themselves but of the state. If they had no other duty
assigned to them, they used to watch the boys, either teaching them something
useful, or learning themselves from seniors. For indeed one of the fine and enviable
things which Lykourgos achieved for his citizens was a great deal or leisure.
He forbade them to practice any manual trade at all.There was no need for the
troublesome business and efforts of making money, since wealth had become completely
without envy and prestige.The helots worked their land for them, supplying the
fixed amount of produce.'
One reason why wealth was less desirable lay in the fact that Sparta's
authorities refused to adopt the system of making silver into coins in the manner
of other Greek cities. Instead she continued to use unwieldy iron bars for money.
The historian Xenophon commented that ' a thousand drachmas' worth would fill
a wagon'.Spartans were also forbidden to travel abroad , except on state instructions,
and foreigners were not admitted to Sparta without supplying a very good reason
for doing so . This was to prevent the citizens from being corrupted by foreign
ideas and morality.
The constitution
The constitution was organized so that individual power was closely
checked and change by peaceful means very difficult. The fact that there were
two kings meant that, as in the case of the two Roman consuls, one could prevent
the other from becoming too powerful on his own account. The original powers of
the kings were greatly restricted, and they became principally generals. When
the army fought outside Sparta, however, one king only was allowed to go as its
commander, as the possibility of a disagreement or the loss of both kings was
too great a risk.At home they had some powers but were, in fact, less important
than the ephoroi or 'overseers' , five magistrates elected annually from the people.
Each month the kings and ephoroi exchanged oaths,the kings swearing that they
would govern according to the laws, and the ephoroi that, as long as the kings
obeyed the laws, they would see to it that the kingship was unharmed.
The ephoroi kept a close watch on the kings: two went along on any
foreign campaign, and they had the power to call the kings before them to explain
their conduct. They could even fine or arrest them. The ephoroi were generally
responsible for the discipline of the state, acting as judges, dealing with foreign
ambassadors, presiding over meetings of the council and the assembly. It was they
who annually declared war on the helots, and on beginning their years of office
they issued a decree that all citizens should 'shave their top lips and obey the
laws'.
The counsel (gerousia) was another strong influence in the city. Consisting
of twenty-eight men over the age of sixty, elected for life from certain ancient
families. Finally there there was the assembly, the members of which were the
people, or at least adult males. Although the assembly had the right to approve
or reject proposals put before it, there was an important law to the effect that
'if people make a crooked decision, the kings and elders have the power to withdraw
the matter.
The Spartan achievement
Many of Sparta's ways seem curious to us, but the fact remains that
the system was on the whole remarkably effective. Internally , Sparta was free
from unrest except on isolated occasions, such as the revolt by the Messenian
helots in 465 B.C., when they took advantage of the chaos caused by a great earthquake.Externally,
by virtue of her military strength and sound diplomacy, she was able to build
up for a long time an importance in the Hellenic world rivaled only by Athens.Sparta
soon realized that to continue enslaving her neighbors, as she had done in the
case of the Messenians, was a policy which could only create anxiety. So she turned
to a policy of alliances with other cities in the Peloponnese, such as Corinth,
Tegea, and Argos.In this way , Sparta was by the end of the sixth century B.C.,
the leader of the Peloponnese.
When it was necessary to fight, the effectiveness of the training
was proved many times. The army was not beaten in a strength fight from the period
of the Messenian Wars (800 B.C) until the battle of Leuktra
in 371 B.C. Plutarch's account of their preparations, and conduct in, a battle
makes it easy to see why they were such fearsome opponents:
' In times of battles the officers relaxed the harshest aspects of
their discipline and did not stop the men from beautifying their hair and their
armor and their clothing, glad to see them like horses prancing and neighing before
races. For this reason they took care over their hair from the time when they
were youths, especially seeing to it in times of trouble so that it appeared sleek
and well-combed, remembering a saying of Lykourgos about the care of hair, that
it makes the handsome better-looking and the ugly more frightening. They also
had less rigorous exercises, and they allowed the young men a regime in other
respects less restricted and supervised, so that for them alone war was a rest
from the preparation for war... It was an impressive and frightening sight to
see them advancing in time to the flute and leaving no space in the battle-line,
with no nervousness in their minds, but calmly and cheerfully moving into the
dangerous battle to the sound of music. For mean in this frame of mind are unlikely
to suffer from fear or excessive excitement, but rather to be steady in their
purpose and confident and brave as if their god were there with them. The king
when he marched against the enemy always had with him someone who had been crowned
victor in the Olympic Games. There is a story that one man was offered a great
amount of money to lose at the Olympics , but refused it. When he had thrown his
opponent after a great struggle, someone asked him, "Spartan, what good have you
gained from your victory?" and he replied with a smile , "I shall fight by my
king against the enemy."
It is easy to gain an impression of the Spartan as a totally dour
and joyless people - all that is indicated by the word 'spartan' as it is used
in English. There was however, another side. There is no evidence that the Spartans
as whole ever became restless over their way of life although, of course, there
are examples enough of Spartans who failed to live up to the ideal standards expected
of them. For many the communal spirit and decimation to the state must have been
very satisfying. It was also a feature of life in the messes that there was a
great deal of banter, which was neither to be resented nor repeated outside the
mess. Another Hellenic adjective for Spartan -lakonikos- has also passed into
our language in the word 'laconic' , used of a dry wit which say much in a few
words. This was the style which the Spartans encouraged and for which they were
famous.
When a Spartan was asked why it was that Lykourgos had made so few
laws he replied, 'Men of few words require few laws.' Another, in reply to someone
who was praising the people of Elis for their fairness in the management of the
Olympic Games, answered, 'Yes, they deserve a lot of praise if they can do justice
on day in five years.' The retort of a Spartan to an Athenian who had said that
the Spartans had no learning was, 'You are right. We alone all the Hellenes none
of your bad qualities.'
It can be seen from such remarks that the Spartans were both intensely
patriotic and sure of their superiority over others.They had chosen to remain
a select minority dominating a majority of inferiors in the form of the helots
and the perioikoi. The helots did all the everyday work, so that the Spartans
could be free to become exceptional soldiers. Curiously, in order to preserve
their privilege position, they adopted a system of living in which their individual
freedom was very slight. Nevertheless, there were many people from other parts
of Greece who greatly admired Sparta. Among these was the philosopher Plato, and
when in the course of his philosophical inquiries he constructed an imaginary
'ideal state', it had many points of similarity to Sparta. Most of the admirers
were people whose political views were in favor of aristocracy. Living very often
in city-states which had reached democracy by a series of upheavals, they looked
enviously at Sparta with its order and discipline. Sparta had avoided the total
democracy of many other states by compromising at an early stage and adopting
a constitution which had some of the the features of monarchy, some of aristocracy
(the gerousia), some of democracy (the ephoroi and the assembly).
This text is cited Apr 2003 from the Laconian Professionals URL below.
The Hellenes who awaited the Persians in that place were these: three hundred Spartan armed men; one thousand from Tegea and Mantinea, half from each place; one hundred and twenty from Orchomenus in Arcadia and one thousand from the rest of Arcadia; that many Arcadians, four hundred from Corinth, two hundred from Phlius, and eighty Mycenaeans. These were the Peloponnesians present; from Boeotia there were seven hundred Thespians and four hundred Thebans.
This extract is from: Herodotus. The Histories (ed. A. D. Godley, 1920), Cambridge. Harvard University Press. Cited Apr 2003 from The Perseus Project URL below, which contains comments & interesting hyperlinks.
ΚΑΡΙΤΣΑ (Χωριό) ΓΕΡΟΝΘΡΟΙ
1700
Καταγραφή των Βενετών αναφέρει η Καρίτσα έχει πληθυσμό 37 φαμίλιες και 152 κατοίκους
1720 - 1730
Μετακόμιση Καριτσιωτών από την φαμίλια Τριαντάφυλλου σε άλλα μέρη πιο εύφορα:
Σπέτσες, Αστρος Κυνουρίας, Γράμμουσα, Μολάους
1741
Γέννηση Δημήτριου Καρυτσιώτη, ευεργέτη του έθνους, στο Αστρος Κυνουρίας, απόγονος
των Τριανταφυλλαίων που μετακόμισαν από την Καρίτσα
1780
Η Kαρίτσα μαζί με όλα τα "Κουνουποχώρια" προσδιορίζεται ιδιοκτησία
του αρχιευνούχου των ανακτόρων στο Αργος
1821 - 1829
Επανάσταση ελληνικής εθνικής ανεξαρτησίας
1825
Το απόγευμα της Παρασκευής 11 Σεπτέμβρη 1825 απόσπασμα του Ιμπραήμ έκαψε σπίτια στο χωριό και το δάσος της Τσούκας, πήρε αιχμάλωτες
11 γυναίκες και κορίτσια
1830
Αναγνώριση της ελληνικής ανεξαρτησίας Δημογραφική έρευνα του Καποδίστρια απόδειξε
η Καρίτσα είχε 20 φαμίλιες
1833
Στην αναδιοργάνωση της εσωτερικής διοίκησης της Ελλάδας, τον Απρίλη 1833, η
Καρίτσα εντάχθηκε με το Βρονταμά, το Αλεποχώρι, τα Βελωτά και το Γεράκι στο
Δήμο Γερoνθρών, της Επαρχίας Λακεδαίμονος του Νομού Λακωνίας. Ο Δημήτριος Οικονόμου,
γνωστός Γερακίτης, εκλέχτηκε πρώτος δήμαρχος των Γερονθρών
1853
Σύμφωνα με βιβλίο του Ιωάννη Ραγκαβή η Καρίτσα έχει 34 σπίτια και 174 κατοίκους
1861
Εγκαίνια Αϊ-Κωσταντίνου
1869
Χτίστηκε ο Αϊ-Γιάννης. Χορηγός Χ. Μαλαβάζος.
1872
Χειροτόνηση Δημήτρη Χρόνη "παπα-Χρόνη"
1876
Βελτίωση της κεντρικής Βρύσης
1879
Επίσημη απογραφή: 280 κατοίκους
1889
Επίσημη απογραφή: 284 κατοίκους
1890 - 1920
Στο τέλος του 19ου αιώνα αρκετοί Καριτσιώτες μετανάστευσαν στην Αμερική. Συνέχισαν
να ταξιδεύουν μέχρι που η οικονομική κατάσταση τη δεκαετία του '20 λιγόστεψε
τη ροή των Ελλήνων μεταναστών στην Αμερική
1892
Θεμέλια Ευαγγελίστρας. Πήρε 30 χρόνια να χτιστεί
1896
Επίσημη απογραφή: 327 κατοίκους
Εγκαίνια Αϊ-Νικόλα
1907
Επίσημη απογραφή: 354 κατοίκους
1912
Διάσπαση του Δήμου Γερονθρών και εδραίωση αυτοτελής Κοινότητας Καρίτσας. Πρώτος
πρόεδρος Γεώργιος Τσεμπελής
1912 - 1922
Πόλεμοι: 14 Καριτσιώτες έπεσαν μαχόμενοι
1914
Χάρη στη γενναιότητά του στην εκστρατεία κατά της Τουρκίας (1912-1913) και κατόπιν
κατά της Βουλγαρίας το 1913, Ο Μιχάλης Ι Μαλάβάζος παρασημοφορήθηκε με μετάλλια
ανδρείας από τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο σε ειδική τελετή στην Αθήνα
1920
Επίσημη απογραφή: 416 κατοίκους
Εγκαίνια της Ευαγγελίστριας (Υπολογίζουμε 1920)
1927
Αποβίωση "παπα-Χρόνη"
1928
Επίσημη απογραφή: 408 κατοίκους
1929
Αναστήλωση Μνημείου Πεσόντων
1930 (περίπου)
Χειροτόνηση Αναστάσιου Μαλαβάζου "παπα-Αναστάση"
1940
Επίσημη απογραφή: 424 κατοίκους
1940 - 1947
Ιταλογερμανική κατοχή και εμφύλιος: 20 πεσόντες
1947
Πρωτοχρονιά: Μάχη της Καρίτσας, 4 χωριανοί έχασαν τη ζωή τους, 4 σπίτια κάηκαν,
τα αρχεία της Κοινότητας καταστράφηκαν
1951
Επίσημη απογραφή, 464 κατοίκους, καταγράφει το μεγαλύτερο πληθυσμό στην ιστορία
του χωριού
1953 - 1975
Το μαζικό ρεύμα μετανάστευσης τράβηξε πολλούς Καριτσιώτες στην Αυστραλία, στον
Καναδά και στην Γερμανία.
1956
Διάνοιξη δημοσιάς από το Βαρικό μέχρι τον Αϊ-Νικόλα. Η δημοσιά ακολούθησε τον
παλιό μουλαρόδρομο.
Χτίσιμο δεξαμενής και βρύσης στην Πέρα Γειτονιά
Η εγκατάσταση δίπλα στην Κεντρική Βρύση της βρύσης από την Κοπρισιά. Χορηγός
Κωσταντίνος Π Αντωνίου.
1958
Το πρώτο αυτοκίνητο, του Σοφοκλή Τούντα, φτάνει στο χωριό
Στέρνα στην Μεσορράχη χτίστηκε από το δασαρχείο για τις ανάγκες των κτηνοτρόφων
1960
Το πρώτο τρακτέρ, του Γιάννη Αθ. Αντωνίου, φτάνει στο χωριό
1961
Επίσημη απογραφή: 371 κατοίκους
Ανέγερση νέου σχολείου. Δωρητές ήταν Αμερικανοκαριτσιώτες, ντόπιοι κάτοικοι
και τα παιδιά του σχολείου που έκαναν θεατρικές παραστάσεις στα γύρω χωριά,
Γεράκι, Αλεποχώρι και Μαρί για να συγκεντρώσουν και τη δική τους συνεισφορά.
Για τη αποπεράτωση του σχολείου προσήλθε αρωγός και το κράτος.
1964
Αποβίωση "παπα-Αναστάση"
1968
Διάνοιξη της "Οδού Αϊ-Δημητρίου", πρώτα μέχρι το Μαριόρρεμα και αργότερα
μέχρι τον Αϊ-Δημήτρη
Χουντικό καθεστώς διορίζει πρόεδρο Γεώργιο Λάμπρο
1973
Εφτασε ηλεκτροφωτισμός
1981
Επίσημη απογραφή: 286 κατοίκους
1986
Ιδρυση "Αδελφότητας Καριτσιωτών" στην Αδελαΐδα Αυστραλίας
1990
Δεξαμενή για τους κτηνοτρόφους στην πάνω Λούτσα
Ανακαλύφτηκε νερό στου Νταρίβα
1991
Επίσημη απογραφή: 263 κατοίκους
1996
Αυτόματη τηλεφωνική σύνδεση με το τηλεφωνικό κέντρο του Γερακιού επέτρεψε για
πρώτη φορά στο χωριό την παραχώρηση γραμμών σε ιδιώτες
1998
Ιστοσελίδα "Καρίτσα Λακωνίας" δημοσιεύεται στο παγκόσμιο διαδίκτυο
1999
Μετά από 86 χρόνια χωριστής τοπικής αυτοδιοίκησης, η Καρίτσα ενοποιείται με
το Αλεποχώρι, την Καλλιθέα και το Γεράκι να δημιουργηθεί ο καινούργιος δήμος
Γερονθρών. Πρώτος δήμαρχος Λάμπρος Βουρβουριώτης και πάρεδρος του χωριού Κώστας
Ι Κατσάμπης.
2001
Επίσημη απογραφή: 228 κατοίκους
Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.
Εγγραφείτε τώρα!