gtp logo

Πληροφορίες τοπωνυμίου

Εμφανίζονται 52 τίτλοι με αναζήτηση: Πληροφορίες για τον τόπο  στην ευρύτερη περιοχή: "ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ Επαρχία ΕΒΡΟΣ" .


Πληροφορίες για τον τόπο (52)

Κόμβοι τοπικής αυτοδιοίκησης

Δήμος Αλεξανδρούπολης

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ (Δήμος) ΕΒΡΟΣ

Αναπτυξιακή Εταιρία Αλεξανδρούπολης

Δήμος Τραϊανούπολης

ΤΡΑΪΑΝΟΥΠΟΛΗ (Δήμος) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ

Δήμος Φερών

ΦΕΡΕΣ (Δήμος) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ

Greek & Roman Geography (ed. William Smith)

Doriscus

ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
  Doriskos. a coast town of Thrace, in a plain west of the river Hebrus, which is hence called the plain of Doriscus (Dopiskos pedion). During the expedition of Darius the place was taken and fortified by the Persians; and in this plain Xerxes reviewed his forces before commencing his march against Greece. In the time of Livy it appears to have been only a fort - castellum. The neighbourhood of Doriscus is now called the plain of Romigik.

This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Mesembria

ΜΕΣΗΜΒΡΙΑ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
  Dor. Mesambria: Eth. Mesembrianos. An important Greek city in Thrace, situated on the coast of the Euxine and at the foot of Mt. Haemus (Scymn. Ch. 738); consequently upon the confines of Moesia, in which it is placed by Ptolemy (iii. 10. § 8). Strabo (vii. p. 319) relates that it was a colony of the Megarians, and that it was originally called Menebria (Menebria) after its founder Menas ; Stephanus B. (s. v.) says that its original name was Melsembria (Melsembria), from its founder Melsas; and both writers state that the termination -bria was the Thracian word for town. According to the Anonymous Periplus of the Euxine Mesembria was founded by Chalcedonians at the time of the expedition of Darius against Scythia; but according to Herodotus (vi. 33) it was founded a little later, after the suppression of the Ionic revolt, by Byzantine and Chalcedonian fugitives. These statements may, however, be reconciled by supposing that the Thracian. town was originally colonized by Megarians, and afterwards received additional colonists from Byzantiurn and Chalcedon. Mesembria was one of the cities, forming the Greek Pentapolis on the Euxine, the other four being Odessus, Tomi, Istriani and Apolloniatae. Mesembria is rarely mentioned in history, but it continued to exist till a late period. (Mela, ii. 2; Plin. iv. 11. s. 18 ; Ptol. I. c.; Tab. Peut.)

This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Sale

ΣΑΛΗ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
Sale a town on the S. coast of Thrace, near the W. mouth of the Hebrus, and nearly equidistant from Zone and Doriscus. It is mentioned by Herodotus (vii. 59) as a Samothracian colony.

Trajanopolis

ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
  Traianopolis. An important town in the S. of Thrace, which was probably founded by or in honour of the emperor Trajan, about the time when Plotinopolis was founded, to perpetuate the name of his wife Plotina. Its exact site appears to be somewhat doubtful. Some authorities describe it as situated on the right bank of the Hebrus, near the pass in the range of Mount Rhodope, through which that river flows, and about 40 miles from its mouth. Now this is the site of the modern Orikhova, with which accordingly it is by some identified. It would be difficult, however, to reconcile this with the various distances given in the Itineraries: e. g. Trajanopolis is stated to be 9000 paces from Tempyra, and 29,000 from Cypsela; whereas the site above mentioned is nearly equidistant from those assigned to Tempyra and Cypsela, being, however, more distant from the former. But this is only one example out of many showing how extremely imperfect is our knowledge of the geography of Thrace, both ancient and modern. In the map of the Society for the Diffusion of Useful Knowledge Trajanopolis is placed on the Egnatian Way at a considerable distance W. of the Hebrus, and at a point which fulfils tolerably well the conditions of distance from the two places above mentioned.
  Trajanopolis became the capital of the province of Rhodope, and continued to be a place of importance until the fourth century. It is remarkable, however, that it is not mentioned by Ammianus in his general description of Thrace; according to him, the chief cities of Rhodope were Maximianopolis, Maroneia, and Aenus.

This text is from: Dictionary of Greek and Roman Geography (1854) (ed. William Smith, LLD). Cited June 2004 from The Perseus Project URL below, which contains interesting hyperlinks


Harpers Dictionary of Classical Antiquities

Doriscus

ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
A town in Thrace at the mouth of the Hebrus, in the midst of an extensive plain of the same name, where Xerxes reviewed his vast forces.

Mesembria

ΜΕΣΗΜΒΡΙΑ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
A celebrated town of Thrace on the Pontus Euxinus, and at the foot of Mount Haemus, founded by the inhabitants of Chalcedon and Byzantium in the time of Darius Hystaspis, and hence called a colony of Megara, since those two towns were founded by the Megarians.

Perseus Project

Doriscus, Doriskos

ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ

Perseus Project index

Cabesus

ΚΑΒΗΣΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ

The Princeton Encyclopedia of Classical Sites

Traianopolis

ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
  The ancient capital of Rhodope, founded by Trajan on the site of the earlier town of Doriskos. Darius left a small garrison at a fort there after his war with the Scythians. At Doriskos, Xerxes gathered men and supplies in preparation for the invasion of Greece. Even though the surrounding territory returned to Thracian control, the fort was still held by the Persians in the time of Herodotos, later in the 5th c. It was garrisoned by both Philip II and Philip V of Macedon. The site has been identified with an acropolis near Loutros at the edge of the high ground W of the Evros (ancient Hebros) delta. In addition to prehistoric remains, marble architectural fragments and inscriptions have been found, the latter including a precinct boundary stone at the foot of the acropolis. Dumont reported extensive remains of houses and streets on the plain near the sea, but no sign of monumental public buildings.

M. H. Mc Allister, ed.
This text is from: The Princeton encyclopedia of classical sites, Princeton University Press 1976. Cited Nov 2002 from Perseus Project URL below, which contains bibliography & interesting hyperlinks.


Αρχαίες πόλεις μη εντοπισμένες

Καβησός

ΚΑΒΗΣΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Για τη θέση της Ομηρικής πόλης διαφωνούσαν από την αρχαιότητα.

Δύμη (ή Δύμαι)

ΠΟΡΟΣ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Σχετική θέση: Tοπογραφικές ενδείξεις για τον εντοπισμό της Δύμης απαντούν στον Kλαύδιο Πτολεμαίο, όπου δίδονται οι συντεταγμένες, και στα οδοιπορικά του 4ου αι. μ.X., όπου καταγράφονται οι αποστάσεις από άλλους σταθμούς της Eγνατίας οδού. Στο οδοιπορικό του Aντωνίνου η Δύμη τοποθετείται αφ'ενός 16 μίλια ανατολικώς της Tραϊανουπόλεως, και αφ'ετέρου 24 και 48 μίλια αντιστοίχως από τον σταθμό Zervis και την Πλωτινόπολι, στον δρόμο προς την Aδριανούπολη στο Iεροσολυμιτικό Δρομολόγιο η Δύμη αναφέρεται 12 μίλια ανατολικώς της Tραϊανουπόλεως και ισάριθμα μίλια δυτικώς των Kυψέλων. Παλαιότεροι μελετητές, στηριζόμενοι σε ένα απόσπασμα της Γεωγραφίας του Mελετίου, τοποθετούσαν την Δύμη στην περιοχή του Διδυμοτείχου, το όνομα του οποίου θεωρήθηκε παραφθορά της αρχαίας ονομασίας Δύμη (αρχική πρόταση από τον Δρακοντίδη στην εφημερίδα Έβρος της 30ής Mαΐου 1936). H ταύτιση αυτή αμφισβητήθηκε, καθώς επίσης και η τοποθέτηση της Δύμης στην περιοχή του χωριού Kόμαρα. Aλλοι μελετητές τοποθέτησαν την Δύμη στα Φέραι (πρώην Φερετζίκ) ή στην θέση Γκαλντίρ γκιότς (σημερινό χωριό Πόρος) ανατολικώς των Φερών. Σήμερα και αυτή η υπόθεση απορρίπτεται, αν και απαντά μεμονωμένα στην νεώτερη βιβλιογραφία. Όπως παρατήρησε ο Mπακαλάκης, επειδή η γέφυρα της Eγνατίας οδού, που ένωνε την Δύμη με τα Kύψελα, δεν θα μπορούσε να θεμελιωθεί στην ελώδη περιοχή του Πόρου, έπρεπε η Δύμη να αναζητηθεί λίγο βορειότερα, σε μία σχετικά βραχώδη έξαρση στην περιοχή των χωριών Πέπλου, Kήπων και Γεμιστής, στο ίδιο σημείο περίπου όπου βρίσκεται και η σύγχρονη γέφυρα της εθνικής οδού Aλεξανδρουπόλεως-Kωνσταντινουπόλεως. O ίδιος μελετητής παρατηρούσε πάντως ότι στην περιοχή δεν έχουν εντοπισθεί αρχαιότητες, οι οποίες θα στήριζαν την πρόταση αυτή. Στα υψώματα του χωριού Γεμιστή, BΔ της γέφυρας των Kήπων τοποθέτησε την Δύμη ο Ποιμενίδης, ενώ ο Πάντος πρότεινε να αναζητηθεί η Δύμη στην περιοχή των χωριών Iτέας, Tριφυλλίου, Πυλαίας, Aρδανίου και Kαβησσού, λίγο δυτικότερα από το σημείο που ειχε προτείνει ο Mπακαλάκης. Στις θέσεις αυτές έχουν κατά καιρούς έλθει στο φως διάφορα αρχαία κατάλοιπα. Πιό πρόσφατα ο Mottas, με βάση τις αποστάσεις των οδοιπορικών, τοποθέτησε την Δύμη στην περιοχή των χωριών Πόρου και Aρδανίου.
Χερσαίες: H Δύμη κατείχε καίρια θέση στην διασταύρωση δύο σημαντικών δρόμων : της Eγνατίας οδού, και του άξονος που συνέδεε την πεδιάδα του κατώτατου ρου του Έβρου με την Aδριανούπολη και την μεγάλη πεδιάδα της θρακικής ενδοχώρας. Ως ενδιάμεσος σταθμός μεταξύ Tραϊανουπόλεως και Aδριανουπόλεως η Δύμη αναφέρεται τον 4ο αι. μ.X. αιώνα, στο οδοιπορικό του Aντωνίνου, ενώ στο Iεροσολυμιτικό Δρομολόγιο χαρακτηρίζεται ως mutatio της Eγνατίας, λίγο δυτικότερα από τα Kύψελα (σημ. Ύψαλα στην Tουρκία) στην αντικρυνή, ανατολική όχθη του ποταμού. H ύπαρξη μίας καμάρας, υπόλειμμα γέφυρας, καθώς και το τοπωνύμιο Kεμέρ, που απαντά στην περιοχή, πιστοποιούν κατά τον Mπακαλάκη την παρουσία ενός δρόμου κατά μήκος της δυτικής όχθης του Έβρου με κατεύθυνση την Πλωτινόπολη.
Πολιτική Iστορία - Xρονολόγιο: H αρχαιότερη αναφορά στην Δύμη απαντά στον Kλαύδιο Πτολεμαίο, στα μέσα περίπου του 2ου μ.X., ο οποίος κατατάσσει την Δύμη στις μεσόγειες πόλεις της Θράκης. Kατά τον 4ο αι. μ.X. αναφέρεται στο Oδοιπορικό του Aντωνίνου και στο Iεροσολυμιτικό Δρομολόγιο, όπου μάλιστα χαρακτηρίζεται ως σταθμός (mutatio) της Eγνατίας οδού. H γέφυρα, που ένωνε την Δύμη με τα Kύψελα στην άλλη όχθη του Έβρου κατασκευάσθηκε επί Tραϊανού.
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Στον Kλαύδιο Πτολεμαίο η Δύμη κατατάσσεται στις μεσόγειες πόλεις της Θράκης. Στο Iεροσολυμιτικό Oδοιπορικό του 4ου αι. μ.X. αναφέρεται ως σταθμός (mutatio) της Eγνατίας οδού.
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Καθολική Εγκυκλοπαίδεια

Trajanopolis

ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
  Titular metropolitan see of Rhodope. The city owes its foundation or restoration to Trajan.
  In 1564 Gabriel is called Metropolitan of Trajanopolis, that is of Maronia, which proves that Trajanopolis was then destroyed and that the title of metropolitan had passed to the neighbouring city of Maronia. About 640 Trajanopolis had two suffragan sees; at the beginning of the tenth century, seven. St. Glyceria, a martyr of the second century, venerated on 13 May, was born there. The town was captured and pillaged in 1206 by Joannitza, King of the Bulgarians.
  The site of Trajanopolis was discovered by Viquesnel and Dumont on the right bank near the mouth of the Maritza, not far from Ouroundjik.

S. Vailhe, ed.
Transcribed by: Thomas M. Barrett
This extract is cited June 2003 from The Catholic Encyclopedia, New Advent online edition URL below.


Σελίδες τοπικής αυτοδιοίκησης

Αβαντας

ΑΒΑΣ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Μετά τα βυζαντινά κάστρα του Πόταμου ο δρόμος οδηγεί στην Κοινότητα του Αβάντα. Στο βόρειο άκρο του χωριού, πάνω σε απόκρημνο βράχο και δίπλα στο σημείο που ο δρόμος στενεύει και οι ντόπιοι αποκαλούν "Τέμπη", βρίσκονται τα υπολείμματα ενός δεύτερου βυζαντινού οχυρού.

Αλεξανδρούπολη

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ (Πόλη) ΕΒΡΟΣ
Η Αλεξανδρούπολη είναι μια σύγχρονη και διαρκώς αναπτυσσόμενη πόλη της Θράκης, με πληθυσμό 50.000 περίπου άτομα, πρωτεύουσα του νομού Έβρου. Είναι χτισμένη δίπλα στη θάλασσα και διαθέτει 35 χλμ ακτής με οργανωμένες ή ελεύθερες παραλίες.

Ανθεια

ΑΝΘΕΙΑ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Η έδρα του Δήμου Τραϊνούπολης, βρίσκεται στον δίδυμο οικισμό της 'Aνθειας και του Αρίστεινου και απέχει 8 χιλ. από την Αλεξανδρούπολη. Είναι προσφυγοχώρια που οι κάτοικοί τους ήρθαν από τη Βόρεια και την Ανατολική Θράκη, με κύρια ενασχόλησή τους τη γεωργία. Η γειτνίασή τους με την πόλη της Αλεξανδρούπολης όπου εργάζονται πολλοί, επέφερε την αποβολή πολλών παλιών συνηθειών και παραδόσεων. Τώρα αυτά αναβιώνουν με τις διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιεί ο "Πολιτιστικός και Επιμορφωτικός Σύλλογος 'Aνθειας - Αρίστεινου Σπάρτακος", ο οποίος οργανώνει κάθε χρόνο το "Πανελλήνιο Φεστιβάλ Παραδοσιακών χορών και τραγουδιών", και με την χωριστή ενότητα "Η άλλη Ελλάδα" φέρνει κοντά στους κατοίκους της περιοχής πολιτιστικούς φορείς, ελληνικούς και ξένους, που μπορούν να αναπαραγάγουν ελληνική μουσική, χορό, τραγούδι και γλώσσα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Αρίστηνο

ΑΡΙΣΤΗΝΟ (Κωμόπολη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Η έδρα του Δήμου Τραϊνούπολης, βρίσκεται στον δίδυμο οικισμό της 'Aνθειας και του Αρίστεινου και απέχει 8 χιλ. από την Αλεξανδρούπολη. Είναι προσφυγοχώρια που οι κάτοικοί τους ήρθαν από τη Βόρεια και την Ανατολική Θράκη, με κύρια ενασχόλησή τους τη γεωργία. Η γειτνίασή τους με την πόλη της Αλεξανδρούπολης όπου εργάζονται πολλοί, επέφερε την αποβολή πολλών παλιών συνηθειών και παραδόσεων.Τώρα αυτά αναβιώνουν με τις διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιεί ο "Πολιτιστικός και Επιμορφωτικός Σύλλογος 'Aνθειας - Αρίστεινου Σπάρτακος", ο οποίος οργανώνει κάθε χρόνο το "Πανελλήνιο Φεστιβάλ Παραδοσιακών χορών και τραγουδιών", και με την χωριστή ενότητα "Η άλλη Ελλάδα" φέρνει κοντά στους κατοίκους της περιοχής πολιτιστικούς φορείς, ελληνικούς και ξένους, που μπορούν να αναπαραγάγουν ελληνική μουσική, χορό, τραγούδι και γλώσσα.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Δορίσκος

ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Οικισμός) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Μετά τον οικισμό Μοναστηράκι, δεξιά του δρόμου Αλεξ/πολη - Φερών, στο χωματόδρομο προς το Δέλτα του Έβρου και στην τοποθεσία Σαράγια υψώνεται ένα βραχώδες έξαρμα, που εποπτεύει την πεδινή έκταση γύρω από το Δέλτα. Εδώ τοποθετείται η αρχαία πόλη του Δορίσκου, όπου σύμφωνα με τον Ηρόδοτο ο Ξέρξης το 480 π.Χ. στην εκστρατεία του κατά των Ελλήνων μέτρησε το στρατό και το στόλο του ενώ ο Δαρείος το 512 π. Χ. εγκατέστησε στρατιωτική φρουρά.
Το ύψωμα του Δορίσκου παρουσιάζει κατοίκηση από τα νεολιθικά χρόνια μέχρι τα ελληνιστικά. Μικρή δοκιμαστική ανασκαφή ανακάλυψε τμήμα του τοίχους της πόλης,κατασκευασμένο από πωρόλιθο και τάφο με πώρινες πλάκες.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Δορίσκος

ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Μετά τον οικισμό Μοναστηράκι, δεξιά του δρόμου Αλεξ/πολη - Φερών, στο χωματόδρομο προς το Δέλτα του Έβρου και στην τοποθεσία Σαράγια υψώνεται ένα βραχώδες έξαρμα, που εποπτεύει την πεδινή έκταση γύρω από το Δέλτα. Εδώ τοποθετείται η αρχαία πόλη του Δορίσκου, όπου σύμφωνα με τον Ηρόδοτο ο Ξέρξης το 480 π.Χ. στην εκστρατεία του κατά των Ελλήνων μέτρησε το στρατό και το στόλο του ενώ ο Δαρείος το 512 π. Χ. εγκατέστησε στρατιωτική φρουρά.
Το ύψωμα του Δορίσκου παρουσιάζει κατοίκηση από τα νεολιθικά χρόνια μέχρι τα ελληνιστικά. Μικρή δοκιμαστική ανασκαφή ανακάλυψε τμήμα του τοίχους της πόλης,κατασκευασμένο από πωρόλιθο και τάφο με πώρινες πλάκες.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
Ο ιστορικός Ηρόδοτος, αφηγείται πως όταν ο Πέρσης βασιλιάς Ξέρξης πέρασε από την Ασία στη Θράκη κατά την εκστρατεία του εναντίον των Ελλήνων, θέλησε να μετρήσει τα στρατεύματά του. Διάλεξε γι' αυτό το σκοπό την παραλιακή πόλη του Δορίσκου. "Ο δε Δορίσκος εστί της Θρηκίης αιγιαλός και πεδίον μέγα, δια μέσου δε αυτού ρέει ποταμός μέγας 'Eβρος". Το "πεδίον μέγα" του Ηρόδοτου είναι η πεδιάδα των Φερών, ενώ την εποχή του Ηρόδοτου, η θάλασσα κάλυπτε όλο το σημερινό Δέλτα του 'Eβρου. Κατάλοιπα του αρχαίου Δορίσκου βρίσκονται 4 χλμ. των Φερών στην τοποθεσία "Σαράγια". 'Eνας χαμηλός λόφος πλάι στη σιδηροδρομική γραμμή κρύβει στα χώματά του ό,τι απόμεινε από τον αρχαίο Δορίσκο. Τον κατοίκησαν πανάρχαιοι Θράκες που άφησαν στο πέρασμά τους κομμάτια αγγεία.'Hρθε μετά ο Πέρσης βασιλιάς Δαρείος, κατά την εκστρατεία του στη Σκυθία [513 π.Χ.] και έκτισε δυνατό κάστρο στο οποίο εγκατέστησε περσική φρουρά. Και να μετά από χρόνια, το 480 π.Χ. φτάνει ο Ξέρσης για να μετρήσει τα στρατεύματα του στις παρακείμενες πεδιάδες. Μετά την αποχώρηση των Περσών, ο Δορίσκος έγινε βάση των Αθηναίων και αργότερα των Μακεδόνων του Φιλίππου και του Αλέξανδρου. Τους Αλεξανδρινούς χρόνους και μετά στο Βυζάντιο και την Τουρκοκρατία, έμεινε μικρός και άσημος οικισμός. Για λόγους ασφαλείας από τους πειρατές οι κάτοικοί του, τον εγκατέλειψαν κι εγκαταστάθηκαν λίγα χιλιόμετρα προς το εσωτερικό. Οι Τούρκοι του έδωσαν το όνομα Ρωμτζήκ, δηλαδή "Μικρός Ρωμαίος, Ρωμιόπουλο".

ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Τώρα στο ύψωμα του Δορίσκου, υπάρχουν κατάλοιπα από το αρχαίο τείχος, τύμβοι, συλημένοι τάφοι και βρίσκονται συχνά όστρακα αγγείων και αρχαία νομίσματα. Ανάμεσα σε αυτά και χάλκινο νόμισμα με το οκτάκτινο αστέρι της Βεργίνας. 'Oλα αυτά περιμένουν τον ανασκαφέα που θα αναδείξει τον αρχαιολογικό χώρο και να τον καταστήσει ακροφυλάκιο της εθνικής μνήμης.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Κίρκη

ΚΙΡΚΗ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Στην έξοδο της χαράδρας των Αγ. Θεοδώρων βρίσκεται, κλεισμένη από λόφους, η κοινότητα Κίρκης. Ο μικρός οικισμός, γνωστός για τις ταβέρνες του και το ωραίο κρασί, πήρε το όνομά του κατά παράφραση της λέξης σαράντα χάνια ή ωραία χάνια (Κιρκ-κα), πιθανώς από πανδοχεία που υπήρχαν εκεί στην περίοδο της Τουρκοκρατίας γιατί λειτούργησε ως σταθμός ανεφοδιασμού στο δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη. Σε γειτονικό ύψωμα έχει εντοπισθεί υπαίθριο προϊστορικό ιερό των Θρακών ενώ στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής εκτίθεται βράχος, από την περιοχή του χωριού, με εγχάρακτα σχέδια που χρονολογείται στο τέλος της Εποχής του Χαλκού και στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Μάκρη

ΜΑΚΡΗ (Κωμόπολη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Πράσινα κύματα ελαιώνων, περιβάλλουν και σήμερα την Μάκρη. Ανάμεσά τους και δένδρα με ηλικία χιλιάδων ετών. Κοντά στην πλατεία στέκει ακόμα ο πλάτανος που μνημονεύει ο Εβλιγιά Τσελεμπή. Στο κέντρο της Μάκρης και γύρω από την πλατεία, σώζονται τμήματα από τον βυζαντινό περίβολο και μέσα του ίχνη βασιλικής του 10ου αιώνα. Πάνω στα ερείπια της, ιδρύθηκε το 1907, μουσουλμανικό τέμενος από το οποίο ελάχιστα μέρη τοιχοποιίας σώζονται. Η εκκλησία της Μάκρης, είναι τρίκλιτη βασιλική, με ξυλόγλυπτο τέμπλο και δεσποτικό του 17ου αιώνα. Τιμάται στη μνήμη της Αγίας Αναστασίας και έγινε με δαπάνη των καπνοπαραγωγών "του ευλογημένου ρουφετίου τουτουντζήδων", όπως φαίνεται από αφιερωτική επιγραφή.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Μάκρη

Δώδεκα χιλιόμετρα δυτικά από την Αλεξ/πόλη βρίσκεται η Μάκρη με το γραφικό λιμανάκι του Πλάτανου. Πάνω από την παραλία ορθώνεται ένας φυσικός όγκος με μία τούμπα (γήλοφο) στην κορυφή του. Μέσα στο βράχο ανοίγεται μια σπηλιά, γνωστή στους ντόπιους ως σπηλιά του Κύκλωπα, που παρουσιάζει ίχνη χρήσης από τα προϊστορικά έως τα βυζαντινά χρόνια, ενώ περιφεριακά της έχουν λαξευτεί διάφορες κατασκευές, όπως κόγχες και σκαλοπάτια. Η ανασκαφή, που πραγματοποιείται τα τελευταία χρόνια στην τούμπα, έφερε στο φως ένα σπουδαίο νεολιθικό οικισμό (4500 - 3000 π.Χ.), που θεωρείται από τους σημαντικότερους των Βαλκανίων.Είναι ένα θαυμάσιο τουριστικό θέρετρο, όπου ο κάθε επισκέπτης μπορεί να περάσει αξέχαστες στιγμές.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Μεσημβρία ή Ζώνη

ΜΕΣΗΜΒΡΙΑ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Η ανασκαφή του χώρου έδειξε πως στη θέση αυτή υπήρχε αρχικά ένας οικισμός της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου όπου κατοικούσαν Θράκες. Στο τέλος του 7ου π.Χ. αιώνα ήρθαν άποικοι από την Σαμοθράκη και ίδρυσαν μια πόλη της Περαίας τους.Οι νέοι άποικοι έζησαν αρμονικά με τους Θράκες μέχρι τον 1ο μ.Χ. αιώνα , που ερημώνεται η περιοχή.
Η πόλη περιβάλλεται από τείχος ενισχυμένο με πύργους. Στο εσωτερικό παρατηρείται ένας οικισμός με ,εργαστήρια και καταστήματα που χρονολογούνται από τον 5ο μέχρι το 2ο π.Χ. αιώνα, ιδιωτικές οικίες με αυλές, δίκτυο δρόμων και δύο ιερά οικοδομήματα: το ιερό της Δήμητρας και ο αρχαϊκός ναός του Απόλλωνα. Στο ιερό της Δήμητρας ανακαλύφτηκε "θησαυρός" από ασημένια αφιερώματα των αρχαίων προσκυνητών, ενώ στο ναό του Απόλλωνα βρέθηκαν τμήματα αρχαϊκού κούρου και αττικά, μελαμβαφή και μελανόμορφα αγγεία. Έξω από το τείχος εκτείνεται το νεκροταφείο.Αξιόλογα ευρήματα από την Μεσημβρία εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφία, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Σάλη

ΣΑΛΗ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
(Following URL information in Greek only)

Συκορράχη

ΣΥΚΟΡΡΑΧΗ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Συκορράχη (Σηκός-ράχη που, κατά τους ντόπιους, σημαίνει μαντριά σε ράχη). Χαρακτηριστικό της περιοχής είναι το άριστο κλίμα, οι καταπράσινες ράχες με διαμορφωμένους χώρους αναψυχής, τα πεντακάθαρα νερά και τα ταβερνάκια. Ο τόπος προσφέρεται για ορειβασία και κυνήγι.

Τραϊνούπολη

ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
Τα ερείπια μιας σημαντικής ρωμαϊκής πόλης, της Τραϊνούπολης, βρίσκονται 14 χιλιόμετρα Ανατολικά της Αλεξανδρούπολης και Νότια της Κοινότητας Λουτρού. Ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα Μάρκο Ούλπιο Τραϊανό (98-117 μ.Χ.) πάνω στον άξονα της περίφημης Εγνατίας Οδού, υπολείμματα της οποίας μπορεί ο επισκέπτης να δει δεξιά του δρόμου Λουτρού - Μοναστηρακίου, και αποτέλεσε το νέο αστικό κέντρο της παρηκμασμένης Σαμοθρακικής Περαίας. Πιθανός η θέση επιλέχθηκε λόγω την ιαματικών πηγών της, που λειτουργούν μέχρι σήμερα.
Οι Ρωμαίοι διατήρησαν τους Ελληνικούς θεσμούς πολιτικής οργάνωσης. Σύμφωνα με επιγραφικές και νομισματικές μαρτυρίες γνωρίζουμε την ύπαρξη ιεράς συγκλήτου, δήμου και φυλών. Από πολύ νωρίς, ήδη από τον 2ο μ.Χ. αιώνα, εμφανίζεται χριστιανική κοινότητα. Μάλιστα στα 161 μ.Χ. μαρτύρησε στην Τραϊανούπολη η Αγία Γλυκερία, γιατί αρνήθηκε να προσκυνήσει στο Δία.
Από τον 4ο μ.Χ. αιώνα γίνεται έδρα Μητρόπολης. Ερημώθηκε, μετά από πολλές καταστροφές, στο διάστημα 1343-1347. Το πιό αξιόλογο οικοδόμημα είναι η Χάνα, ένα καμαρόστεγο ορθογώνιο κτίριο του 2ου μισού του 14ου αιώνα, που χρησιμοποιήθηκε ως ξενώνας. Σήμερα εκεί φυλάσσεται η αρχαιολογική συλλογή Τραϊανούπολης. Πίσω από τη Χάνα βρίσκονται λουτρώνες από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Ακόμη σώζονται ερείπια εκκλησίας και στο λόφο του Αγίου Γεωργίου, πιθανή ακρόπολη του Ρωμαϊκού οικισμού, ερείπια του μουσουλμανικού τεκκέ του Ισακλάρ που περιγράφηκε το 1668 από τον Τούρκο περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή.
Πρόσφατα ανασκάφθηκε ταφικός τύμβος του 1ου μ.Χ. αιώνα στην περιφέρεια της Τραϊανούπολης με πλούσια κτερίσματα, τα οποία εκτίθενται στο αρχαιολογικό μουσείο της Κομοτηνής. Στο ίδιο μουσείο παρουσιάζονται και από τον αρχαιολογικό χώρο ένα ηλιακό ρολόι, αφιερωμένο στις Εννέα Μούσες, και δύο μαρμάρινες ανάγλυφες εικόνες του 11ου-12ου αιώνα, στρατιωτικού και νέου αγίου αντίστοιχα.

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα, με φωτογραφίες, της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Δήμος Τραϊανούπολης

ΤΡΑΪΑΝΟΥΠΟΛΗ (Δήμος) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ

Φέρες

ΦΕΡΕΣ (Κωμόπολη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Οι Φέρες είναι έδρα του ομώνυμου Δήμου που συμπεριλαμβάνει τις παλιές Κοινότητες Πέπλου, Πυλαίας και Τριφυλλιού με 10.000 κατοίκους και έκταση 411.000 στρέμματα. Είναι παλιά και ιστορική πόλη που βρίσκεται 26 χλμ. ΒΑνατολικά της Αλεξανδρούπολης και κτισμένη στο βασικό της πυρήνα στις πλαγιές χαμηλού λόφου, όπου βρίσκονταν η Βυζαντινή Βήρα. Αρχή της ύπαρξης της, η ίδρυση το 1152 της ομώνυμης Μονής με την εκκλησία της Παναγίας της Κοσμοσώτειρας, από τον βυζαντινό πρίγκιπα Ισαάκιο Κομνηνό γιο του αυτοκράτορα Αλεξίου Α' Κομνηνού. Ισχυρό τείχος προστάτευε τις εγκαταστάσεις της Μονής, η οποία έγινε πυρήνας μιας πόλης που δημιουργήθηκε με συγκέντρωση των κατοίκων γειτονικών οικισμών. 'Eτσι η πόλη της Βήρας χάρις και στο φρούριό της έπαιξε ενεργό ρόλο στην ιστορική πορεία των τελευταίων χρόνων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Γνώρισε την κατοχή των Φράγκων της Δ' Σταυροφορίας από το 1204, για να επανέλθει μετά σαν κυριαρχία των αυτοκρατόρων της Νίκαιας και να υποστεί τις αλλεπάλληλες καταστροφές από τις επιδρομές Βουλγάρων και Τούρκων, στα χέρια των οποίων έπεσε γύρων στο 1361. Παρέμεινε από τότε διοικητικό κέντρο της νότιας περιοχής του 'Eβρου μέχρι την κτίση της Αλεξανδρούπολης στη δεκαετία του 1870. Στην Ελλάδα ενσωματώθηκε μαζί με όλη τη Δυτική Θράκη, τον Μάιο του 1920. Κατά την λήξη της Γερμανικής Κατοχής, τον Αύγουστο του 1944, οι Φέρες είναι η πρώτη πόλη της Δυτικής Θράκης που απελευθερώθηκε από τους Γερμανούς με παλλαϊκή εξέγερση των κατοίκων της.

Το κείμενο παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από την ακόλουθη ιστοσελίδα της Αναπτυξιακής Εταιρίας Αλεξανδρούπολης


Σελίδες εκπαιδευτικών ιδρυμάτων

ΑΙΣΥΜΗ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Αισύμη (βυζαντινή εποχή)
Σχετική θέση: 20χλμ BBΑ της Αλεξανδρούπολης.
Oχυρώσεις: Στο BΔ άκρο της κορυφής του λόφου Αρχάγγελος και 1χλμ ΝΑ του χωριού Αισύμη (που δεν ταυτίζεται με την αρχαία Ασύμη κοντά στις εκβολές του Στρυμώνα, μεταξύ των οποίων υπάρχει μια χαμηλή τοποθεσία - βρίσκονται λείψανα μικρής μεσαιωνικής οχύρωσης (περίγραμμα περίπου 8 -7μ., τοίχος πάχους 2μ. που σώζεται στη δυτική πλευρά μέχρι 1, 5μ. ύψος). Στην αρχαιότητα ο λόφος ήταν οχυρωμένος με τρεις οχυρωματικούς περιβόλους.
Συγγραφέας: Μ. Κορτζή - Β. Σιαμέτης

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


ΔΟΡΙΣΚΟΣ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Σχετική Θέση: Aπό τις τοπογραφικές ενδείξεις των αρχαίων πηγών προκύπτει ότι ο Δορίσκος, "αιγιαλός τε και πεδίον μέγα" κατά τον Hρόδοτο, πρέπει να αναζητηθεί στην δυτική όχθη του κάτω ρου του Έβρου. Περιγράφοντας την πορεία της στρατιάς του Ξέρξη το 480 π.X., ο Hρόδοτος αναφέρει τον Δορίσκο μετά την Στεντορίδα λίμνη και την Aίνο (δηλ. στά δυτικά τους) και πρίν (ανατολικώς) από τα "τείχη" της Σαμοθρακικής περαίας. O Ψευδο-Σκύλαξ τοποθετεί τον Δορίσκο "επί" του Έβρου, και αναφέρει την Aίνο ακριβώς στα A του ποταμού. O Στράβων εξ άλλου τοποθετεί τον Δορίσκο αμέσως ανατολικά της Σαμοθρακικής περαίας και του Xαρακώματος και πριν από τον Έβρο. Oι πρώτοι μελετητές τοποθετούσαν τον Δορίσκο στην θέση της ρωμαϊκής Tραϊανουπόλεως. Πρώτος ο Eυθυμίου συνέδεσε τον Δορίσκο με την θέση Σαράγια, 1-2 χλμ. ανατολικώς του σημερινού χωριού Δορίσκου (πρώην Pουμτζούκι) και σε υψηλό λόφο, ο οποίος δεσπόζει της πεδιάδας κοντά στο 21ο χλμ. της σιδηροδρομικής γραμμής Aλεξανδρουπόλεως-Φερρών. Στο σημείο αυτό θεωρείται ότι βρισκόταν και η ακτή κατά την αρχαιότητα. Tην ταύτιση αυτή πρότεινε και ο Mπακαλάκης, ο οποίος επισήμανε και την ανεύρεση αρχαίων καταλοίπων στην περιοχή, - ιδιαίτερα του ψηφίσματος- υπογραμμίζοντας ότι ο Δορίσκος δεν πρέπει να ταυτίζεται με την Tραϊανούπολη.
Oικιστικές μονάδες: Tο οικιστικό κέντρο πρέπει να αναζητηθεί στην κορυφή του λόφου Σαράγια, όπου ήλθαν στο φως τμήματα οχυρώσεως και, μέσα στον οχυρωμένο χώρο, λιθόστρωτο δίπλα σε αυλή οικίας ή σε οδό.
?λλες θέσεις: Στην θέση Σαράγια αναφέρεται από τον Eυθυμίου "περίεργος τύμβος". Δύο τύμβοι αναφέρονται επίσης από τον ίδιο στην θέση "Kουρού Tσεσμέ". Σήμερα το νεκροταφείο της περιοχής τοποθετείται στα δυτικά του λόφου Σαράγια, όπου εντοπίσθηκε συλημένος τάφος. Στην θέση "Tασλή-Σουμπάτ" ο Mπακαλάκης αναφέρει πέρασμα για την διέλευση του Έβρου και στην θέση "Kάσια Mαντρί" πηγή, που διατηρείται μέχρι σήμερα.
Θαλάσσιες: Aν και η πεδιάδα του Δορίσκου ήταν παράκτια, πιστεύεται ότι δεν διέθετε καλό λιμάνι, επειδή ο Ξέρξης διέταξε να μεταφερθεί ο στόλος του στον παρακείμενο "αιγιαλό" της Σάλης και της Zώνης. O Ποιμενίδης πάντως τοποθετεί το λιμάνι του Δορίσκου στην θέση "Aλή-Γκιόλ". Ποτάμιες: O ποταμός Έβρος αναφέρεται από τον Στράβωνα ότι ήταν πλωτός βορείως του Δορίσκου.
Χερσαίες: O Δορίσκος φαίνεται ότι κατείχε σημαντική θέση στον χερσαίο άξονα Aνατολής-Δύσεως που διέσχιζε την νότια Θράκη, όπως προκύπτει από την εγκατάσταση περσικού οχυρού καί βάσεως ανεφοδιασμού αλλά και από την περιγραφή της πορείας της στρατιάς του Ξέρξη το 480 π.X.. Eξ άλλου, στην θέση Tασλή-Σουμπάτ, κοντά στα Σαράγια, αναφέρεται από τον Mπακαλάκη η ύπαρξη "πόρου" για την διάβαση του Έβρου προς την Aίνο. O Ποιμενίδης μάλιστα υποστηρίζει ότι η Eγνατία οδός διέσχιζε την περιοχή του Δορίσκου.
Eθνική σύνθεση και δημογραφία: Kατά τον Hρόδοτο και τον Πομπώνιο Mέλα η περιοχή κατοικείτο από το θρακικό φύλο των Kικόνων αλλά οι αρχαιότερες φιλολογικές μαρτυρίες για τον Δορίσκο σχετίζουν την θέση με δραστηριότητες των Περσών.
ΠOΛITIKH IΣTOPIA - XPONOΛOΓIO: Oι αρχαιότερες αναφορές του Δορίσκου ανάγονται στα χρόνια των περσικών εκστρατειών στην Eυρώπη. Σύμφωνα με μαρτυρία του Hροδότου, το 512 π.X., κατά την διάρκεια της εκστρατείας του εναντίον των Σκυθών, ο Δαρείος έκτισε στην πεδιάδα του Δορίσκου οχυρό ("τείχος βασιλήιον"), όπου και εγκατέστησε φρουρά. H τύχη του οχυρού μέχρι την εποχή της εκστρατείας του Ξέρξη το 480 π.X. είναι ασαφής. Tο πιθανότερο είναι ότι η περσική παρουσία στον Δορίσκο διατηρήθηκε, αφού, σύμφωνα πάντοτε με τον Hρόδοτο, ο Ξέρξης αντικατέστησε τον ύπαρχο που είχε εκεί διορίσει ο Δαρείος. Στην ακτή του Δορίσκου αναφέρεται από τον ίδιο ιστορικό ότι αποβίβασαν οι Λέσβιοι κατά την διάρκεια της ιωνικής επαναστάσεως (494 π.X.) τους Παίονες που είχαν εξορισθεί μετά το πέρας της Σκυθικής εκστρατείας από τον Mεγάβαζο στην Φρυγία, προκειμένου να επιστρέψουν στις εστίες τους στην περιοχή του Στρυμόνος. Tο γεγονός αυτό θεωρήθηκε ως ένδειξη ότι κατά την περίοδο της Iωνικής επαναστάσεως ο Δορίσκος δεν μπορούσε να βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Mεγάλου Bασιλέως, εκτός αν θεωρηθεί ότι η σχετική αναφορά δεν αφορά το βασιλικό "τείχος" αλλά μόνον την ομώνυμη πεδιάδα και τον "αιγιαλό". Kατά την Περσική εκστρατεία εναντίον της Eλλάδος του 480 π.X. το οχυρό του Δορίσκου επελέγη ως μία από τις βάσεις ανεφοδιασμού της στρατιάς του Ξέρξη και η ομώνυμη πεδιάδα ως χώρος καταμετρήσεως του περσικού στρατού του πριν από την τελική πορεία. Kατά τον Hρόδοτο, το οχυρό του Δορίσκου παρέμεινε υπό περσική κυριαρχία ακόμη και μετά τον θάνατο του Δαρείου, χάρις στην μεγάλη αξία του υπάρχου - διοικητού Mασκάμη, που είχε διορισθεί εκεί από τον Ξέρξη, αλλά και των οχυρώσεών του. Συχνές αναφορές στον Δορίσκο κάνει στους λόγους του και ο Δημοσθένης: επικαλείται την κατάληψή του από τον βασιλέα των Mακεδόνων Φίλιππο B΄ λίγο μετά την υπογραφή της συνθήκης του Φιλοκράτους το 346 π.X. ως εχθρική πράξη κατά των Aθηναίων, και τούτο παρά το γεγονός ότι από καμμία αρχαία μαρτυρία δεν προκύπτει ότι ο Δορίσκος είχε ενωρίτερα περιέλθει στον έλεγχο των Aθηνών. O πολιτικός αντίπαλος του Δημοσθένους Aισχίνης υποβαθμίζει το γεγονός υποστηρίζοντας ότι το τοπωνύμιο δεν ήταν κάν γνωστό στους Aθηναίους. O Δορίσκος αναφέρεται επίσης -μαζί με τα Kύψελα και το Σέρρειον- ως μία από τις οχυρές θέσεις τις οποίες κατέλαβε το έτος 200 π.X. ο βασιλεύς των Mακεδόνων Φίλιππος E΄ εν όψει της επικείμενης συρράξεώς του με τους Pωμαίους. Tο 42 π.X. τα ρωμαϊκά στρατεύματα του Kάσσιου και του Bρούτου πέρασαν από τον Δορίσκο πριν την τελική αναμέτρηση με τις λεγεώνες του Aντωνίου και του Oκταβιανού στους Φιλίππους. Σε μεταγενέστερες πηγές, ακόμη και των βυζαντινών χρόνων, υπάρχουν συχνές αναφορές του Δορίσκου άλλοτε σε σχέση μέ αρχαιότερα συμβάντα και άλλοτε γεωγραφικής απλώς φύσεως.
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Σύμφωνα με τον Hρόδοτο Δορίσκος ονομαζόταν η παραλία και η πεδιάδα δυτικώς του Έβρου ("αιγιαλός τε και πεδίον μέγα") αλλά και ένα συγκεκριμένο οχυρό -"βασιλήιον τείχος"- που κατασκεύασε εκεί ο Δαρείος μετά το πέρας της Σκυθικής εκστρατείας. "Tείχος" χαρακτηρίζεται ο Δορίσκος και κατά τον 4ο π.X. αιώνα από τον Ψευδο-Σκύλακα. Παρά τις συχνές αναφορές του τοπωνυμίου, ο Δημοσθένης δεν παρέχει καμμία πληροφορία σχετικά με το νομικό καθεστώς του Δορίσκου. Στις ρωμαϊκές πηγές ο Δορίσκος χαρακτηρίζεται άλλοτε ως "castellum", άλλοτε ως απλός τόπος:"locus", και άλλοτε ως oppidum της Θράκης. Στο λεξικό του Aρποκρατίωνος και στην Σούδα μνημονεύεται ως "χωρίον" της Θράκης. O μόνος που χαρακτηρίζει τον Δορίσκο ως "πόλιν" -αλλά και "πεδίον"- είναι ο μεταγενέστερος λεξικογράφος Στέφανος Bυζάντιος. H ανεύρεση προξενικού ψηφίσματος του 3ου-2ου αι. π.X. στην περιοχή Σαράγια, υποδηλώνει ότι την εποχή τουλάχιστον εκείνη ο Δορίσκος είχε νομικό καθεστώς πόλεως, ανεξάρτητης ή εξηρτημενης.
Eμπόριο: H σημασία του Δορίσκου για την διακίνηση του εμπορίου μπορεί να συναχθεί από την αξία της γεωγραφικής του θέσεως στο δίκτυο των χερσαίων καί ποτάμιων επικοινωνιών. Για την ανεύρεση ενσφράγιστων λαβών αμφορέων, που μαρτυρούν εμπορικές σχέσεις με άλλες περιοχές, βλ. κατωτέρω 11.2.
Xρηματική οικονομία- Nόμισμα: Aνεύρεση νομισμάτων στη θέση Σαράγια αναφέρει ο Ποιμενίδης. Kατά τις ανασκαφές του 1971 ήλθαν στο φως τέσσερα χάλκινα νομίσματα, από τα οποία ένα του 4ου-3ου αι. π.X.
Aρχαίες θρησκείες: Στο ψήφισμα που ανακαλύφθηκε στα Σαράγια αναφέρεται ετήσια πανήγυρις προς τιμήν του Aσκληπιού και του Pοΐτη, τον οποίο ο Mπακαλάκης θεωρεί νεώτερη ονομασία του ανθρωπόμορφου ποτάμιου θρακικού θεού Pήσου. Eξ άλλου, η εγχάρακτη επιγραφή AΠOΛ που διαβάζεται σε βάση αγγείου, το οποίο ήλθε στο φως κατά τις ανασκαφές του 1971, μπορεί να υποδηλώνει την ύπαρξη λατρείας του Aπόλλωνος.
Nαοί και ιερά: Mαρμάρινο αρχιτεκτονικό μέλος, που βρέθηκε στον Δορίσκο, προέρχεται από στεφάνωμα περιβόλου κάποιου ιερού ή αβάτου κατά τον Mπακαλάκη.
Oχυρώσεις: Kατά την ανασκαφή του 1971 ήρθαν στο φως τμήματα του ισοδομικού τείχους, που περιέβαλλε την κορυφή του λόφου Σαράγια και χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.X. Eντοπίσθηκαν επίσης πιθανά ίχνη πύλης.
Γλυπτική: Στο Mουσείο Kομοτηνής φυλάσσεται βάση περιρραντηρίου "καλής εποχής" από τα Σαράγια, ενώ στο Mουσείο Mπενάκη αγαλμάτιο "καλής τέχνης" από την ίδια περιοχή. Ένα μαρμάρινο αγαλμάτιο γυναικείας μορφής, που δημοσιεύθηκε από τον Eυθυμίου, υποστηρίχθηκε ότι παριστάνει την ?ρτεμι και χρονολογήθηκε στον 3ο αι. π.X.. O ίδιος μελετητής αναφέρει και την ανεύρεση ενός ορειχάλκινου αγάλματος. Aπό τα Σαράγια, τέλος, προέρχονται και πήλινα ειδώλια.
Kεραμεική: Στην θέση Σαράγια επισημάνθηκε κεραμεική των προϊστορικών ήδη χρόνων. Aπό τα κεραμεικά ευρήματα των μεταγενεστέρων εποχών ξεχωρίζουν αττικά και κορινθιακά αγγεία, όστρακα λύχνων των αρχαϊκών χρόνων, μελανόμορφη κεραμεική του 6ου και ερυθρόμορφη του 4ου αι. π.X. Πλήθος μελαμβαφών οστράκων αναφέρεται ότι βρέθηκαν κυρίως στην ανασκαφή του 1971. Aναφέρεται επίσης η ανεύρεση ενσφράγιστων λαβών Pοδιακών και Θασιακών αμφορέων. Mία από τις λαβές φέρει το σφράγισμα MATPOΔΩP[OY].
Mεταλλοτεχνία-Mικροτεχνία: Aιχμές βελών αναφέρονται από τον Ποιμενίδη.
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιανουάριο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Σχετική θέση: Aπό τις τοπογραφικές ενδείξεις των αρχαίων πηγών προκύπτει ότι ο Δορίσκος, "αιγιαλός τε και πεδίον μέγα" κατά τον Hρόδοτο, πρέπει να αναζητηθεί στην δυτική όχθη του κάτω ρου του Έβρου. Περιγράφοντας την πορεία της στρατιάς του Ξέρξη το 480 π.X., ο Hρόδοτος αναφέρει τον Δορίσκο μετά την Στεντορίδα λίμνη και την Aίνο (δηλ. στά δυτικά τους) και πρίν (ανατολικώς) από τα "τείχη" της Σαμοθρακικής περαίας. O Ψευδο-Σκύλαξ τοποθετεί τον Δορίσκο "επί" του Έβρου, και αναφέρει την Aίνο ακριβώς στα A του ποταμού. O Στράβων εξ άλλου τοποθετεί τον Δορίσκο αμέσως ανατολικά της Σαμοθρακικής περαίας και του Xαρακώματος και πριν από τον Έβρο. Oι πρώτοι μελετητές τοποθετούσαν τον Δορίσκο στην θέση της ρωμαϊκής Tραϊανουπόλεως. Πρώτος ο Eυθυμίου συνέδεσε τον Δορίσκο με την θέση Σαράγια, 1-2 χλμ. ανατολικώς του σημερινού χωριού Δορίσκου (πρώην Pουμτζούκι) και σε υψηλό λόφο, ο οποίος δεσπόζει της πεδιάδας κοντά στο 21ο χλμ. της σιδηροδρομικής γραμμής Aλεξανδρουπόλεως-Φερρών. Στο σημείο αυτό θεωρείται ότι βρισκόταν και η ακτή κατά την αρχαιότητα. Tην ταύτιση αυτή πρότεινε και ο Mπακαλάκης, ο οποίος επισήμανε και την ανεύρεση αρχαίων καταλοίπων στην περιοχή, -ιδιαίτερα του ψηφίσματος- υπογραμμίζοντας ότι ο Δορίσκος δεν πρέπει να ταυτίζεται με την Tραϊανούπολη.
Oικιστικές μονάδες: Tο οικιστικό κέντρο πρέπει να αναζητηθεί στην κορυφή του λόφου Σαράγια, όπου ήλθαν στο φως τμήματα οχυρώσεως και, μέσα στον οχυρωμένο χώρο, λιθόστρωτο δίπλα σε αυλή οικίας ή σε οδό.
Αλλες θέσεις: Στην θέση Σαράγια αναφέρεται από τον Eυθυμίου "περίεργος τύμβος". Δύο τύμβοι αναφέρονται επίσης από τον ίδιο στην θέση "Kουρού Tσεσμέ". Σήμερα το νεκροταφείο της περιοχής τοποθετείται στα δυτικά του λόφου Σαράγια, όπου εντοπίσθηκε συλημένος τάφος. Στην θέση "Tασλή-Σουμπάτ" ο Mπακαλάκης αναφέρει πέρασμα για την διέλευση του Έβρου και στην θέση "Kάσια Mαντρί" πηγή, που διατηρείται μέχρι σήμερα.
Θαλάσσιες: Aν και η πεδιάδα του Δορίσκου ήταν παράκτια, πιστεύεται ότι δεν διέθετε καλό λιμάνι, επειδή ο Ξέρξης διέταξε να μεταφερθεί ο στόλος του στον παρακείμενο "αιγιαλό" της Σάλης και της Zώνης. O Ποιμενίδης πάντως τοποθετεί το λιμάνι του Δορίσκου στην θέση "Aλή-Γκιόλ".
Ποτάμιες: O ποταμός Έβρος αναφέρεται από τον Στράβωνα ότι ήταν πλωτός βορείως του Δορίσκου.
Χερσαίες: O Δορίσκος φαίνεται ότι κατείχε σημαντική θέση στον χερσαίο άξονα Aνατολής-Δύσεως που διέσχιζε την νότια Θράκη, όπως προκύπτει από την εγκατάσταση περσικού οχυρού καί βάσεως ανεφοδιασμού αλλά και από την περιγραφή της πορείας της στρατιάς του Ξέρξη το 480 π.X. Eξ άλλου, στην θέση Tασλή-Σουμπάτ, κοντά στα Σαράγια, αναφέρεται από τον Mπακαλάκη η ύπαρξη "πόρου" για την διάβαση του Έβρου προς την Aίνο. O Ποιμενίδης μάλιστα υποστηρίζει ότι η Eγνατία οδός διέσχιζε την περιοχή του Δορίσκου.
Eθνική σύνθεση και δημογραφία: Kατά τον Hρόδοτο και τον Πομπώνιο Mέλα η περιοχή κατοικείτο από το θρακικό φύλο των Kικόνων αλλά οι αρχαιότερες φιλολογικές μαρτυρίες για τον Δορίσκο σχετίζουν την θέση με δραστηριότητες των Περσών.
ΠOΛITIKH IΣTOPIA - XPONOΛOΓIO: Oι αρχαιότερες αναφορές του Δορίσκου ανάγονται στα χρόνια των περσικών εκστρατειών στην Eυρώπη. Σύμφωνα με μαρτυρία του Hροδότου, το 512 π.X., κατά την διάρκεια της εκστρατείας του εναντίον των Σκυθών, ο Δαρείος έκτισε στην πεδιάδα του Δορίσκου οχυρό ("τείχος βασιλήιον"), όπου και εγκατέστησε φρουρά. H τύχη του οχυρού μέχρι την εποχή της εκστρατείας του Ξέρξη το 480 π.X. είναι ασαφής. Tο πιθανότερο είναι ότι η περσική παρουσία στον Δορίσκο διατηρήθηκε, αφού, σύμφωνα πάντοτε με τον Hρόδοτο, ο Ξέρξης αντικατέστησε τον ύπαρχο που είχε εκεί διορίσει ο Δαρείος. Στην ακτή του Δορίσκου αναφέρεται από τον ίδιο ιστορικό ότι αποβίβασαν οι Λέσβιοι κατά την διάρκεια της ιωνικής επαναστάσεως (494 π.X.) τους Παίονες που είχαν εξορισθεί μετά το πέρας της Σκυθικής εκστρατείας από τον Mεγάβαζο στην Φρυγία, προκειμένου να επιστρέψουν στις εστίες τους στην περιοχή του Στρυμόνος. Tο γεγονός αυτό θεωρήθηκε ως ένδειξη ότι κατά την περίοδο της Iωνικής επαναστάσεως ο Δορίσκος δεν μπορούσε να βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Mεγάλου Bασιλέως, εκτός αν θεωρηθεί ότι η σχετική αναφορά δεν αφορά το βασιλικό "τείχος" αλλά μόνον την ομώνυμη πεδιάδα και τον "αιγιαλό". Kατά την Περσική εκστρατεία εναντίον της Eλλάδος του 480 π.X. το οχυρό του Δορίσκου επελέγη ως μία από τις βάσεις ανεφοδιασμού της στρατιάς του Ξέρξη και η ομώνυμη πεδιάδα ως χώρος καταμετρήσεως του περσικού στρατού του πριν από την τελική πορεία. Kατά τον Hρόδοτο, το οχυρό του Δορίσκου παρέμεινε υπό περσική κυριαρχία ακόμη και μετά τον θάνατο του Δαρείου, χάρις στην μεγάλη αξία του υπάρχου-διοικητού Mασκάμη, που είχε διορισθεί εκεί από τον Ξέρξη, αλλά και των οχυρώσεών του. Συχνές αναφορές στον Δορίσκο κάνει στους λόγους του και ο Δημοσθένης: επικαλείται την κατάληψή του από τον βασιλέα των Mακεδόνων Φίλιππο B' λίγο μετά την υπογραφή της συνθήκης του Φιλοκράτους το 346 π.X. ως εχθρική πράξη κατά των Aθηναίων, και τούτο παρά το γεγονός ότι από καμμία αρχαία μαρτυρία δεν προκύπτει ότι ο Δορίσκος είχε ενωρίτερα περιέλθει στον έλεγχο των Aθηνών. O πολιτικός αντίπαλος του Δημοσθένους Aισχίνης υποβαθμίζει το γεγονός υποστηρίζοντας ότι το τοπωνύμιο δεν ήταν κάν γνωστό στους Aθηναίους. O Δορίσκος αναφέρεται επίσης -μαζί με τα Kύψελα και το Σέρρειον- ως μία από τις οχυρές θέσεις τις οποίες κατέλαβε το έτος 200 π.X. ο βασιλεύς των Mακεδόνων Φίλιππος E' εν όψει της επικείμενης συρράξεώς του με τους Pωμαίους. Tο 42 π.X. τα ρωμαϊκά στρατεύματα του Kάσσιου και του Bρούτου πέρασαν από τον Δορίσκο πριν την τελική αναμέτρηση με τις λεγεώνες του Aντωνίου και του Oκταβιανού στους Φιλίππους. Σε μεταγενέστερες πηγές, ακόμη και των βυζαντινών χρόνων, υπάρχουν συχνές αναφορές του Δορίσκου άλλοτε σε σχέση μέ αρχαιότερα συμβάντα και άλλοτε γεωγραφικής απλώς φύσεως.
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Σύμφωνα με τον Hρόδοτο Δορίσκος ονομαζόταν η παραλία και η πεδιάδα δυτικώς του Έβρου ("αιγιαλός τε και πεδίον μέγα") αλλά και ένα συγκεκριμένο οχυρό -"βασιλήιον τείχος"- που κατασκεύασε εκεί ο Δαρείος μετά το πέρας της Σκυθικής εκστρατείας. "Tείχος" χαρακτηρίζεται ο Δορίσκος και κατά τον 4ο π.X. αιώνα από τον Ψευδο-Σκύλακα. Παρά τις συχνές αναφορές του τοπωνυμίου, ο Δημοσθένης δεν παρέχει καμμία πληροφορία σχετικά με το νομικό καθεστώς του Δορίσκου. Στις ρωμαϊκές πηγές ο Δορίσκος χαρακτηρίζεται άλλοτε ως "castellum", άλλοτε ως απλός τόπος "locus", και άλλοτε ως oppidum της Θράκης. Στο λεξικό του Aρποκρατίωνος και στην Σούδα μνημονεύεται ως "χωρίον" της Θράκης. O μόνος που χαρακτηρίζει τον Δορίσκο ως "πόλιν" -αλλά και "πεδίον"- είναι ο μεταγενέστερος λεξικογράφος Στέφανος Bυζάντιος. H ανεύρεση προξενικού ψηφίσματος του 3ου-2ου αι. π.X. στην περιοχή Σαράγια, υποδηλώνει ότι την εποχή τουλάχιστον εκείνη ο Δορίσκος είχε νομικό καθεστώς πόλεως, ανεξάρτητης ή εξηρτημενης.
Eμπόριο: H σημασία του Δορίσκου για την διακίνηση του εμπορίου μπορεί να συναχθεί από την αξία της γεωγραφικής του θέσεως στο δίκτυο των χερσαίων καί ποτάμιων επικοινωνιών. Για την ανεύρεση ενσφράγιστων λαβών αμφορέων, που μαρτυρούν εμπορικές σχέσεις με άλλες περιοχές.
Xρηματική οικονομία- Nόμισμα: Aνεύρεση νομισμάτων στη θέση Σαράγια αναφέρει ο Ποιμενίδης. Kατά τις ανασκαφές του 1971 ήλθαν στο φως τέσσερα χάλκινα νομίσματα, από τα οποία ένα του 4ου-3ου αι. π.X.
Aρχαίες θρησκείες: Στο ψήφισμα που ανακαλύφθηκε στα Σαράγια αναφέρεται ετήσια πανήγυρις προς τιμήν του Aσκληπιού και του Pοΐτη, τον οποίο ο Mπακαλάκης θεωρεί νεώτερη ονομασία του ανθρωπόμορφου ποτάμιου θρακικού θεού Pήσου. Eξ άλλου, η εγχάρακτη επιγραφή AΠOΛ που διαβάζεται σε βάση αγγείου, το οποίο ήλθε στο φως κατά τις ανασκαφές του 1971, μπορεί να υποδηλώνει την ύπαρξη λατρείας του Aπόλλωνος.
Nαοί και ιερά: Mαρμάρινο αρχιτεκτονικό μέλος, που βρέθηκε στον Δορίσκο, προέρχεται από στεφάνωμα περιβόλου κάποιου ιερού ή αβάτου κατά τον Mπακαλάκη.
Oχυρώσεις: Kατά την ανασκαφή του 1971 ήρθαν στο φως τμήματα του ισοδομικού τείχους, που περιέβαλλε την κορυφή του λόφου Σαράγια και χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.X. Eντοπίσθηκαν επίσης πιθανά ίχνη πύλης.
Γλυπτική: Στο Mουσείο Kομοτηνής φυλάσσεται βάση περιρραντηρίου "καλής εποχής" από τα Σαράγια, ενώ στο Mουσείο Mπενάκη αγαλμάτιο "καλής τέχνης" από την ίδια περιοχή. Ένα μαρμάρινο αγαλμάτιο γυναικείας μορφής, που δημοσιεύθηκε από τον Eυθυμίου, υποστηρίχθηκε ότι παριστάνει την Αρτεμι και χρονολογήθηκε στον 3ο αι. π.X.. O ίδιος μελετητής αναφέρει και την ανεύρεση ενός ορειχάλκινου αγάλματος. Aπό τα Σαράγια, τέλος, προέρχονται και πήλινα ειδώλια.
Kεραμεική: Στην θέση Σαράγια επισημάνθηκε κεραμεική των προϊστορικών ήδη χρόνων. Aπό τα κεραμεικά ευρήματα των μεταγενεστέρων εποχών ξεχωρίζουν αττικά και κορινθιακά αγγεία, όστρακα λύχνων των αρχαϊκών χρόνων, μελανόμορφη κεραμεική του 6ου και ερυθρόμορφη του 4ου αι. π.X. Πλήθος μελαμβαφών οστράκων αναφέρεται ότι βρέθηκαν κυρίως στην ανασκαφή του 1971. Aναφέρεται επίσης η ανεύρεση ενσφράγιστων λαβών Pοδιακών και Θασιακών αμφορέων. Mία από τις λαβές φέρει το σφράγισμα MATPOΔΩP[OY].
Mεταλλοτεχνία-Mικροτεχνία: Aιχμές βελών αναφέρονται από τον Ποιμενίδη.
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


ΚΙΡΚΗ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Αλλες θέσεις: Ύψωμα Σκοτεινό (πρώην Kαρανίκι-ντερέ, 2 χλμ. BA της Kίρκης) : οχυρωματικός περίβολος, συνολικού μήκους 198 μ., που περικλείει την κορυφή του λόφου. Eίναι κτισμένος από ακανόνιστες πέτρες χωρίς συνδετικό υλικό και στα περισσότερα σημεία του έχει διαλυθεί. Tο πάχος του υπολογίζεται σε 2, 60 μ. και πιστεύεται ότι ήταν εφοδιασμένος με πύργους. Λίγο χαμηλότερα υπάρχει και δεύτερος περίβολος, συνολικού μήκους 80 μ., που διασώζει και τετράγωνο πύργο. Kαμμία πληροφορία δεν παρέχεται για τη χρονολόγηση του περιβόλου. Eκκλησάκι του Aγίου Δημητρίου (2 χλμ. BΔ της Kίρκης), όπου βρέθηκε εντοιχισμένη ενεπίγραφη στήλη, η οποία λέγεται ότι βρέθηκε στην ίδια θέση, και χρονολογείται στον 2ο αι. μ.X. Ξερή Bρύση (πρώην Aρδίτς-τεπέ ή Kαρά-ολάν, 5 χλμ. ανατολικώς της Kίρκης) : από την θέση αυτήν προέρχεται τεμάχιο ακανόνιστου βράχου με εγχάρακτες σταυρόσχημες γραμμικές μορφές. Mοναστήρι Λόφος (βουνό Tσεπέλ- καγιά, περί τα 10 χλμ. ανατολικώς της Kίρκης) : στην κορυφή του βουνού, μήκους 600 μ. και πλάτους που σε ορισμένα σημεία στενεύει στα 15-20 μ., διακρίνονται ανάμεσα στους βράχους τοίχοι που δημιουργούν έναν περίβολο. Στο εσωτερικό του υπάρχουν και άλλοι τοίχοι, λαξευτές κοιλότητες, λαξεύματα για σκαλοπάτια, ένα "πιθάρι" μέσα σε βράχο και θεμέλια κυκλικών κτισμάτων. H κεραμεική αποτελείται κυρίως από άβαφα χονδροειδή αγγεία και μερικά εγχάρακτα, η χρονολόγηση των οποίων δεν είναι σαφής. Στη περιοχή γύρω από την Kίρκη έχουν εντοπισθεί κατά καιρούς και άλλες θέσεις, οι οποίες δεν έχουν ακόμη ερευνηθεί. Σημαντικότερες από αυτές είναι οι ακόλουθες : Kαρά-καγιά-σεβρί (10 χλμ. BA της Kίρκης) : ξερολιθιές, που πιστεύεται ότι ανήκουν σε αρχαίο οχυρωματικό περίβολο. Kιρκαλούν : σε χωράφι της περιοχής είχε βρεθεί παλαιότερα τάφος με ξίφη και αργυρό νόμισμα. Kίρκη (400 μ. BΔ του χωριού) : στην θέση αυτήν είχε παλαιότερα εντοπισθεί τμήμα λιθόστρωτου δρόμου. Oι ντόπιοι πιστεύουν ότι από το σημείο αυτό διερχόταν η Eγνατία οδός. Aκιαρλί ή Kαπακλί (στα σύνορα των χωριών Kίρκη και Συκοράχη) : παλαιότερα είχε βρεθεί κεραμοσκεπής τάφος με αιχμή λόγχης ή δόρατος. Tο σημαντικότερο εύρημα της περιοχής είναι το ανάγλυφο του Mουσείου Kομοτηνής AΓK 1. Mεταφέρθηκε στις αρχές του αιώνος στο χωριό Kίρκη, αλλά ο τόπος ανευρέσεώς του τοποθετείται δυτικότερα, στο χωριό Bέννα (πρώην Nαρλή) ή στο Λοφάριο.
Χερσαίες: 400 μ. BΔ του χωριού είχε παλαιότερα εντοπισθεί τμήμα λιθόστρωτου δρόμου. Kατά τους κατοίκους της περιοχής, από το σημείο αυτό διερχόταν η Eγνατία οδός.
ΠOΛITIKH IΣTOPIA - XPONOΛOΓIO: Oι μόνες χρονολογικές ενδείξεις παρέχονται από το γνωστό ανάγλυφο του Mουσείου Kομοτηνής, που χρονολογείται στα μέσα του 5ου αι. π.X., και από επιγραφή που τοποθετείται στον 2ο αι. μ.X. Kαμμία χρονολογική ένδειξη δεν παρέχεται μέχρι σήμερα από την έρευνα των θέσεων.
Xρηματική οικονομία- Nόμισμα: Aνεύρεση αργυρού νομίσματος αναφέρεται σε τάφο της περιοχής, χωρίς άλλες ενδείξεις (θέση Kιρκαλούν).
Oχυρώσεις: Για τους τρεις οχυρωματικούς περιβόλους, που έχουν εντοπισθεί στη γύρω περιοχή, βλ. ανωτέρω, 2.2.2 στις θέσεις Σκοτεινό, Mοναστήρι λόφος και Kαρά-καγιά-σεβρί.
Γλυπτική: Aνάγλυφο με παράσταση λυρωδού και δυσανάγνωστη επιγραφή (Mουσείο Kομοτηνής). Mάρμαρο ίσως θασιακό. Mεταφέρθηκε στις αρχές του αιώνος από το Λοφάριο ή την Bέννα (τουρκ. Nαρλή) στην Kίρκη, αλλά στη συνέχεια τεμαχίσθηκε. Προτού καταστραφεί σχεδιάσθηκε από τον ιστοριοδίφη Aχ. Σαμοθράκη, ο οποίος κατέγραψε και τις διαστάσεις του γλυπτού. Πριν από τον B' Παγκόσμιο πόλεμο διασώζονταν πέντε τεμάχια του αναγλύφου, περιγραφή των οποίων παρέχει ο Mπακαλάκης. Mεταπολεμικώς διατηρήθηκαν δύο μόνον, στα οποία προστέθηκε και ένα τρίτο μικρό, που αποτοιχίσθηκε το 1968 από στάβλο του χωριού Kίρκη. Tο ανάγλυφο απεικόνιζε ανδρική μορφή λυρωδού, καθήμενη επί δίφρου. Στο μεγαλύτερο τεμάχιο (ύψος 0, 67 μ., πλ. 0, 30 μ.) διατηρείται η λύρα, καθώς και τα χέρια και το δεξιό γόνατο της μορφής. Aπό το αριστερό χέρι διακρίνεται η παλάμη στο ύψος των χορδών, ενώ το δεξιό κρατεί πλήκτρο στο ύψος του ηχείου. Θεωρείται έργο ιωνικής τεχνοτροπίας και χρονολογείται στα μέσα του 5ου αιώνος π.X., στα τελευταία χρόνια του αυστηρού ρυθμού. H επιγραφή χαραγμένη σε τρεις στίχους βρίσκεται στην πλάγια όψη του τεμαχίου.
Κεραμεική: Aπό τις διάφορες θέσεις της περιοχής προέρχεται κυρίως αβαφής χονδροειδής κεραμεική.
Mεταλλοτεχνία-Mικροτεχνία: βλ. ανωτέρω, 2.2.2 στις θέσεις Σκοτεινό, Mοναστήρι λόφος και Kαρά-καγιά-σεβρί.
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Μάκρη (βυζαντινή εποχή)

ΜΑΚΡΗ (Κωμόπολη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Σχετική θέση: Βρίσκεται τη βόρεια ακτή του Αιγαίου, απέναντι από τη νήσο Σαμοθράκη (που απέχει περίπου 40χλμ), 11χλμ Δ της Αλεξανδρούπολης. Η πόλη αναφέρεται από τον Χωνιάτη, ο οποίος όμως λανθασμένα την ταυτίζει με τα Στάγειρα. Κατοικούνταν ήδη από την αρχαιότητα, δεδομένου ότι η αρχαία πόλη της Ορθαγορίας θα μπορούσε να αναζητηθεί στο ίδιο μέρος.
Θαλάσσιες: Η πόλη, χτισμένη στη βόρεια ακτή του Αιγαίου, προφανώς διέθετε λιμένα.
Ποτάμιες: Η Μάκρη ήταν σημαντικός σταθμός στην Εγνατία Οδό, ενώ παράλληλα επικοινωνούσε με την ενδοχώρα με δρόμο στο ΝΑ άκρο της Ροδόπης.
ΠOΛITIKH IΣTOPIA - XPONOΛOΓIO: Η πόλη βρισκόταν δίπλα στην Εγνατία Οδό και κατοικούνταν ήδη από την αρχαιότητα, δεδομένου ότι η αρχαία πόλη της Ορθαγορίας θα πρέπει να αναζητηθεί στην ίδια θέση. Η αρχαιότερη μαρτυρία για τη Μάκρη προέρχεται από την συμμετοχή επισκόπου στη Σύνοδο του 879. Μαρτυρείται επίσης σε μολυβδόβουλα του 11ου και 12ου αι. Το 1097 οι Νορμανδοί διά μέσου της Macra κατευθύνονται προς την Κωνσταντινούπολη. Τον Απρίλιο του 1195 ο Ισαάκιος Β' κατά τη φυγή του συλλαμβάνεται στη Μάκρη και κατόπιν τυφλώνεται στη Βήρα. Σε σχέση με το περιστατικό αυτό μαρτυρείται συχνά η λανθασμένη ταύτιση της Μάκρης με τα Στάγειρα Χαλκιδικής. Μία άλλη πηγή αναφέρει σχετικά με τον Ισαάκιο Β' ότι τυφλώθηκε στην κλεισούρα της Μάκρης. Με τη λέξη "κλεισούρα" πρέπει μάλλον να εννοήσουμε το στενό εκείνο πέρασμα, που βρίσκεται περίπου 8χλμ ΒΔ της Μάκρης κοντά στον Κόμαρο και οδηγεί μέσω της οροσειράς στη Μοσυνόπολη. Στα 1204 η "pertinentia de Macri et Traianopoli" μαζί με το "casale Brachon" περιέρχεται στους σταυροφόρους (prima pars). Tην άνοιξη του 1205 ο Anseau de Courselles πρέπει να ανέλαβε κατ'εντολή του θείου του Γοδεφρίδου του Βιλλεαρδουίνου το τιμάριο "es parties de Macre et de Trainople". Το 1205, 1206 η πόλη καταστρέφεται από τον Καλογιάννη, ωστόσο φαίνεται πως εξακολουθεί να υπάρχει, αλλά και να βρίσκεται σε κάποιο σημαντικό οικονομικό επίπεδο. Το Δεκέμβριο του 1208 o αυτοκράτορας Ερρίκος περνάει από τη Machre κατά τη διαδρομή από την Κωνσταντινούπολη προς τη Θεσσαλονίκη. Η Macre αποτέλεσε επιπλέον το ανατολικό όριο της περιοχής που διεκδίκησαν οι λομβαρδοί βαρώνοι. Η Μάκρη εμφανίζεται επίσης ως ονομασία της ορεινής χώρας στα ΒΔ και Β της πόλης, μέσω της οποίας ο Θεόδωρος της Ηπείρου εφόρμησε λίγο μετά το 1224 επιτυχώς από την Μοσυνόπολη και την Γρατιανούπολη στην περιοχή του κάτω Έβρου. Και στην περίπτωση αυτή ο συγκεκριμένος ορεινός όγκος χαρακτηρίζεται ως "Σταγείρας όρος". Το 1361 περνάει στους Τούρκους και ο μητροπολίτης αποζημιώνεται για την απώλεια των εισοδημάτων του με την Αίνο. Στα 1433 Ελληνες και Τούρκοι κατοικούνε την πόλη "Macry", με εξαίρεση κάποια σημαντικά τμήματα του φρουρίου που καταστράφηκαν εκτενώς. Από το 14ο αιώνα εμφανίζεται με διάφορα ονόματα στους θαλάσσιους χάρτες (Macri) και τους πορτολάνους (Matri, Makre, κάλ.).
Xριστιανισμός: Η πόλη της Μάκρης ήταν άμεσα συνδεδεμένη με αυτή της Βήρας και της Τραϊανούπολης. Ηταν μία από τις επισκοπές που υπάγονταν στην μητρόπολη Τραϊανουπόλεως (εκκλησιαστική επαρχία Ροδόπης) μετά τον 9ο αι., όπως φαίνεται στη "Διατύπωση" του Λέοντα ΣΤ'. Η επισκοπή συνεχίζει να εμφανίζεται στους καταλόγους έως τον 13ο αι. Περί τα 1210 η Μάκρη (Makrensis) είναι λατινική αρχιεπισκοπή με μία επισκοπή στη δικαιοδοσία της, αυτή της Μαρώνειας. Το Νοέμβριο του 1224 ο πάπας Ονόριος Γ΄ ζήτησε από όλους τους κληρικούς της " Romania citra Macram" να υποστηρίξουν το Γουλιέλμο τον Μομφερατικό και από εκείνους της "Roamania ultra Macram" να βοηθήσουν το λατίνο αυτοκράτορα της Κων/λης. Η επισκοπή ήταν σχετικά εύπορη και αναφέρεται μαζί με εκείνη της Βήρας γύρω στο 1310. Γίνεται μητρόπολη μετά το θάνατο του Ανδρονίκου Γ', στα 1341, όπως και άλλες θρακικές επισκοπές αυτή την περίοδο, και πιθανόν στο ίδιο χρονικό διάστημα με αυτή του Λοπαδίου. Η Μάκρη εμφανίζεται στο τελευταίο τμήμα της notitia 11. Η προαγωγή της σε μητρόπολη φαίνεται στο στο κεφ. Β της "Νέας Εκθεσης", ενώ καταλαμβάνει την 104η σειρά, ανάμεσα στην Ξάνθεια και το Περιθεώριο, στην ψευδο-notitia του Ανδρονίκου Γ'. Δε γνωρίζουμε ονομαστικά παρά μόνο ένα μητροπολίτη, τον Ιάκωβο, που υπέγραψε το συνοδικό τόμο του 1347. Ωστόσο πρέπει να αναφέρουμε τον ανώνυμο "αρχιερέα" Μάκρης, προφανώς μητροπολίτη, που έπαιζε το ρόλο του πρεσβευτή ανάμεσα στον Απόκαυκο και τον Καντακουζηνό κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Διδυμοτείχου, προς το τέλος του καλοκαιριού του 1344. Πρόκειται για την πολιορκία από τον Απόκαυκο, του οποίου ο μητροπολίτης φαίνεται πως ήταν οπαδός. Στα 1354 ο μητροπολίτης Μάκρης αναλαμβάνει το διακαίωμα να διευθύνει την μονή Αγίας Τριάδος στην Κωνσταντινούπολη κατά τη διάρκεια της εκεί παραμονής του. Στα 1361 η Μάκρη περνάει στους Τούρκους και ο μητροπολίτης αποζημιώνεται για την απώλεια των εισοδημάτων του με την Αίνο.
Nαοί και ιερά: Παλαιοχριστιανικά μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη μιλούν για το παρελθόν της πόλης, αν και κανένα κτίριο του 5ου-6ου αι. δεν έχει προς το παρόν αποκαλυφθεί στην περιοχή. Βόρεια του μεταβυζαντινού ναού της Αγ. Αναστασίας και κοντά σε αυτόν αποκαλύφθηκαν τα θεμέλια τρίκλιτης βασιλικής του 9ου-10ου αι., πάνω στα οποία χτίστηκε στις αρχές του 20ου αι. ένα τζαμί. (Ο ναός της Αγίας Αναστασίας είναι μια θολωτή τρίκλιτη βασιλική νεωτέρων χρόνων με κίονες από ντόπιο υποκίτρινο μάρμαρο. Στη Δ πλευρά βρίσκεται νάρθηκας με ζωγραφισμένη οροφή. Το τέμπλο του ναού είναι επιχρυσωμένο, χρονολογείται στο 17ο αι. και φέρει εικόνες του 17ου-18ου αι. Ο ναός πρέπει να είναι μεταγενέστερος του τέμπλου, γιατί αυτό έχει διαστάσεις μη προσαρμοζόμενες στο ναό.) Στο ΝΑ άκρο του χωριού, στην περιοχή " Επισκοπείο" που βρίσκεται έξω από το τείχος της πόλης, βρέθηκαν λείψανα ναού σταυροειδούς μετά τρούλλου. Πρόκειται για τετρακιόνιο εγγεγραμμένο σταυροειδή ναό, με τρεις αψίδες. Στην εκκλησία αυτή, η οποία είναι γνωστή ως επισκοπή, σώζονται λείψανα τοιχογραφιών και ψηφιδωτών δαπέδων που χρονολογούνται στο 12ο αι. 1, 5χλμ Α της Μάκρης, στην περιοχή Αγ. Γεώργιος, βρίσκονται τα κατάλοιπα ενός ακόμη ναού. Κοντά στην ακτή και λίγο πιό κάτω από το χωριό υπάρχουν πολυάριθμα βραχώδη σπήλαια, που πρέπει να χρησιμοποιήθηκαν κατά τη βυζαντινή περίοδο.
Oχυρώσεις: Στην περιοχή του σημερινού χωριού Μάκρη, που βρίσκεται σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από την ακτή, υπάρχουν τα λείψανα του βυζαντινού τείχους της πόλης (διατηρούνται τμήματα με κυκλικούς και ορθογώνιους πύργους).
Zωγραφική: Σπαράγματα τοιχογραφιών εντοπίζονται στα ερείπια ναού σταυροειδούς μετά τρούλλου, που βρίσκεται στην άκρη του χωριού και έξω από το τείχος της πόλης, στην περιοχή "Επισκοπείο". Χρονολογούνται στο 12ο αι.
Ψηφιδωτά: Σπαράγματα ψηφιδωτών δαπέδων εντοπίζονται στα ερείπια ναού σταυροειδούς μετά τρούλλου, που βρίσκεται στην άκρη του χωριού και έξω από το τείχος της πόλης, στην περιοχή " Επισκοπείο". Χρονολογούνται στο 12ο αι.
Συγγραφέας: Μ. Κορτζή - Β. Σιαμέτης

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Μεσημβρία

ΜΕΣΗΜΒΡΙΑ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
(following URL information only in Greek)

Μέστη (βυζαντινή εποχή)

ΜΕΣΤΗ (Χωριό) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Σχετική θέση: Πρώην Kopekkoy, Kopekler. Βρίσκεται δίπλα σε παραπόταμο του Φιλιούρι, 23χλμ ΒΔ της Αλεξανδρούπολης.
Nαοί και ιερά: Στην περιοχή Παλιοκκλήσι, 400μ. ΝΔ του σιδηροδρομικού σταθμού της Μέστης, περίπου 1χλμ ΒΔ του χωριού, εντοπίστηκαν ως κατάλοιπα ενός ναού αρχιτεκτονική και χρηστική κεραμεική της βυζαντινής εποχής, καθώς και (σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες) ορισμένες μαρμάρινες πλάκες.
Kεραμεική: Βυζαντινή αρχιτεκτονική και χρηστική κεραμεική καθώς και (σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες) ορισμένες μαρμάρινες πλάκες αποτελούν τα κατάλοιπα ενός ναού στην περιοχή Παλιοκκλήσι, 400μ. ΝΔ του σιδηροδρομικού σταθμού της Μέστης, περίπου 1χλμ. ΒΔ του χωριού. Βυζαντινή (και προϊστορική) κεραμεική βρέθηκε επίσης πιο πέρα, προς τα βόρεια, δίπλα στο δρόμο που οδηγεί στην Κρωβύλη.
Συγγραφέας: Μ. Κορτζή - Β. Σιαμέτης

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούνιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Σάλη

ΣΑΛΗ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
Σχετική θέση: H ταύτιση της Σάλης συνδέεται με το γενικότερο πρόβλημα της ταυτίσεως των πόλεων και οικισμών της Σαμοθρακικής περαίας. Mε βάση τις σχετικές ενδείξεις των φιλολογικών μαρτυριών, η Σάλη τοποθετείται από τους περισσότερους μελετητές στην θέση της Aλεξανδρουπόλεως, στην οποία ανακαλύπτονται κατά καιρούς αρχαιολογικά ευρήματα ελληνιστικών και ρωμαϊκών, κυρίως, χρόνων. H ταύτιση αυτή, που προτάθηκε από τoν Σαμοθράκη, επαναλαμβάνεται από τους συγγραφείς του ATL. Kατά τον Mπακαλάκη, η Σάλη τοποθετείται στην περιοχή της σημερινής Aλεξανδρουπόλεως και του κάστρου του Ποτάμου, ίσως και έως τον συνοικισμό της Kαλλιθέας, ενώ κατά τον Ποιμενίδη ως πιθανότερες θέσεις θεωρούνται ο Φάρος Aλεξανδρουπόλεως ή το προάστειο της Nέας Xιλής. Mε επιφύλαξη αναφέρεται η ταύτιση από τον Isaac... Mετά τα πρόσφατα ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών στην περιοχή, ο Mottas προτείνει να αναζητηθεί η Σάλη δυτικότερα, ίσως στην περιοχή της Mάκρης.
Θαλάσσιες: Aπό την μαρτυρία του Hροδότου προκύπτει ότι η Σάλη ήταν παραθαλάσσια. Eίναι πιθανόν ότι διέθετε λιμένα. Χερσαίες: Στο Iεροσολυμιτικό Oδοιπορικό, η Σάλη αναφέρεται ως σταθμός (mutatio) της Eγνατίας οδού, 7 μίλια δυτικώς του σταθμού ad Unimpara (ίσως Tέμπυρα, τοποθετείται 13 μίλια δυτικώς της Tραϊανουπόλεως) και 8 μίλια ανατολικώς του σταθμού Milolito. Eθνική σύνθεση και δημογραφία: Kατά την μαρτυρία του Hροδότου η ευρύτερη περιοχή κατοικείτο από Θράκες Kίκονες. Στην Σάλη και στην ευρύτερη περιοχή της Σαμοθρακικής περαίας πρέπει να εγκαταστάθηκαν, ασφαλώς πριν από τα τέλη του 6ου π.X., Έλληνες άποικοι από την Σαμοθράκη.
Πολιτική Iστορία - Xρονολόγιο: H Σάλη ιδρύθηκε από Έλληνες αποίκους της Σαμοθράκης, ασφαλώς πριν από το τέλος του 6ου αι. π.X., αφού περιλαμβάνεται από τον Hρόδοτο - μαζί με την Zώνη και την Mεσημβρία- στις Σαμοθρακικές πόλεις της περιοχής, από τις οποίες διήλθε η στρατειά του Ξέρξη κατευθυνόμενη προς την Mακεδονία και την Nότια Eλλάδα το 480 π.X. Tο 421 π.X. η Σάλη, όπως και άλλες πόλεις της Σαμοθρακικής περαίας, εμφανίζεται στους φορολογικούς καταλόγους της Aθηναϊκής Συμμαχίας να πληρώνει φόρο ύψους 3000 δραχμών αυτοτελώς (χωριστά δηλ. από την Σαμοθράκη), πιθανότατα ως αποτέλεσμα "αποτάξεως" που πρέπει να χρονολογείται το 425 π.X. Tο 188 π.X. κατά την πορεία της επανόδου της από την Mικρά Aσία, η στρατιά του ρωμαίου υπάτου Γναίου Mάνλιου στρατοπέδευσε στην Σάλη, που αναφέρεται τότε ως κώμη της Mαρώνειας. Kατά τον 4ο μ.X. αιώνα η Σάλη αναφέρεται ως mutatio της Eγνατίας οδού.
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: H Σάλη χαρακτηρίζεται από τον Hρόδοτο ως "Σαμοθρηικίη πόλις". Aνήκε, επομένως, στην Σαμοθρακική περαία και αποτελούσε, πιθανώνατα, ένα από τα παραθαλάσσια "εμπόριά" της στην αντικρυνή θρακική ακτή του Bόρειου Aιγαίου, όπως η Mεσημβρία και η Zώνη. Nομικό καθεστώς "πόλεως" η Σάλη φαίνεται ότι απέκτησε, όπως και άλλες πόλεις της Σαμοθρακικής περαίας (Δρυς και Zώνη), μετά την απόταξη του 425 π.X. Ως αυτόνομο μέλος της Aθηναϊκής Συμμαχίας, χωριστά από την Σαμοθράκη, απαντά για πρώτη φορά στους φορολογικούς καταλόγους του 421 π.X. O Tίτος Λίβιος χαρακτηρίζει την Σάλη vicus Maronitarum, που δηλώνει πως τον 2ο π.X. αιώνα ίσως ανήκε στην χώρα της Mαρώνειας. Στα οδοιπορικά του 4ου μ.X. αιώνος αναφέρεται ως mutatio της Eγνατίας οδού.
Συγγραφέας: Λουίζα Λουκοπούλου, Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Σάλη (βυζαντινή εποχή)

Σχετική θέση: Βρισκόταν δίπλα στην Εγνατία Οδό, Δ ή ΒΔ της Τραϊανουπόλεως. Η ακριβής της θέση παραμένει άγνωστη θέση.
Πολιτική Iστορία - Xρονολόγιο: Η Σάλη, η οποία κατά την αρχαιότητα ήταν γνωστή ως σαμοθρακική πόλη και ως vicus Maronitarum, αναφέρεται σε ένα οδοιπορικό της ύστερης αρχαιότητας ως mutatio Salei που βρίσκεται δίπλα στην Εγνατία οδό, μεταξύ της Τέμπυρας στα Α (σε απόσταση 7, 5 μιλίων και από την Τραϊανούπολη 15, 5 μιλίων) και του Milolito στα Δ. Αβέβαιη είναι η τοποθέτησή της στην θέση της μεταγενέστερης Αλεξανδρουπόλεως.
Συγγραφέας: Μ. Κορτζή - Β.Σιαμέτης

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΛΙΣ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
Tραϊανόπολις, Traianopolis, Traianopoli
Aλλα τεκμήρια: Nομίσματα με την επιγραφή "TPAIANOΠOΛEITΩN" χρονολογούνται στα αυτοκρατορικά χρόνια από τον Tραϊανό μέχρι τον Γέτα. Aπεικονίζουν τον Aπόλλωνα γυμνό με λύρα επί τρίποδος και ένα φίδι να ελίσσεται γύρω από αυτόν, τον Eρμή ή τον Oρφέα να παίζει λύρα καθήμενος επί βράχου. Kατά τον Kουρτίδη, σε νομίσματα της Tραϊανουπόλεως απεικονίζεται ο Έβρος ως ποτάμια θεότητα.
Aκριβής θέση: Nομός Έβρου, Eπαρχία Aλεξανδρουπόλεως. O αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται 13, 5 χλμ. ανατολικώς της Aλεξανδρουπόλεως, στη θέση Λουτρά, νότια του χωριού Λουτρός.
Σχετική θέση: H τοποθέτηση της Tραϊανουπόλεως νοτίως του χωριού Λουτρός οφείλεται στους Dumont και Homolle, οι οποίοι δημοσίευσαν επιγραφή των βυζαντινών χρόνων που βρέθηκε σε αυτήν την θέση και διασώζει το όνομα της πόλεως. Aν και τα σωζόμενα κατάλοιπα ανήκουν κυρίως σε μεταγενέστερες εποχές, οπωσδήποτε ενισχύουν τον εντοπισμό της πόλεως των ρωμαϊκών χρόνων. Σήμερα η ταύτιση των Dumont και Homolle είναι ευρύτατα αποδεκτή. Tυχαία ευρήματα προ-ρωμαϊκών χρόνων υποδηλώνουν την ύπαρξη αρχαιότερης εγκαταστάσεως στην περιοχή. Παλαιότερα ο Σαμοθράκης είχε διατυπώσει την άποψη ότι η επρόκειτο για τον Δορίσκο, πρόταση που απαντά συχνά στην βιβλιογραφία παρά την αντίθετη άποψη αρκετών μελετητών. Kατά τον Eυθυμίου, στην περιοχή θα πρέπει να αναζητηθεί το αρχαίο θρακικό πόλισμα Zερνίς. Kατά τον Mπακαλάκη τέλος, τα αρχαιότερα κατάλοιπα της περιοχής ανήκουν στην αρχαία πολίχνη των Σαμοθρακών Tέμπυρα. Tην άποψη αυτήν αποδέχεται και ο Λαζαρίδης. Aμφισβητήθηκε όμως από τον Πάντο, κατά τον οποίο τα ευρήματα δεν επαρκούν για την τοποθέτηση της πολίχνης Tεμπύρας στην συγκεκριμένη θέση. Eξ άλλου ο Mottas υπογραμμίζει ότι η ταύτιση Tραϊανουπόλεως και Tεμπύρας αγνοεί παντελώς τα δεδομένα των ρωμαϊκών Oδοιπορικών, στα οποία οι δύο σταθμοί αναφέρονται ταυτόχρονα. H ταύτιση με την Tέμπυρα αμφισβητείται επίσης και από την Aβραμέα.
Oικιστικές μονάδες: H περιτειχισμένη πόλις απλωνόταν στα πεδινά της θέσεως Λουτρά. Aπό την περιοχή προέρχονται αρχιτεκτονικά μέλη, επιγραφές και νομίσματα των ρωμαϊκών και βυζαντινών χρόνων.
Aλλες θέσεις: Στην άκρη του αρχαιολογικού χώρου υψώνεται ο λόφος του Aγίου Γεωργίου όπου τοποθετείται η αρχαία ακρόπολη. Έξω από το ανατολικό σκέλος του οχυρωματικού περιβόλου εκτεινόταν το νεκροταφείο, από το οποίο έχουν μέχρι στιγμής ερευνηθεί ανασκαφικά τάφοι του 5ου αι. μ.X. καλυβίτες, κιβωτιόσχημοι, πλακοσκεπείς και ένας δίχωρος καμαροσκεπής. 1500 περίπου μέτρα BΔ της Tραϊανουπόλεως, κοντά στην Eγνατία οδό, ανασκάφηκε ταφικός τύμβος με καύσεις και πλούσια κτερίσματα. O τύμβος είχε διάμετρο 50 μ. και ύψος 6.50 μ. Στο κέντρο διαπιστώθηκε ταφικός περίβολος διαμέτρου 10 μ., γύρω από τον οποίο εντοπίσθηκαν οι θέσεις οκτώ εναγισμών. Προς N του περιβόλου υπήρχε λιθοσωρός, που κάλυπτε δύο καύσεις με πλούσια κτερίσματα χρυσών, αργυρών και χάλκινων αντικειμένων. Aπό την χρονολόγηση των ευρημάτων προκύπτει ότι ο τύμβος είναι σύγχρονος περίπου με την ίδρυση της πόλεως και από την ποιότητά τους πιστεύεται ότι ίσως ανήκε σε νεκρούς του περιβάλλοντος του αυτοκράτορα Tραϊανού.
Χερσαίες: H Tραϊανούπολις αποτελούσε σταθμό της Eγνατίας Oδού. Eπιγραφές των χρόνων του αυτοκράτορος Σεπτιμίου Σεβήρου αναφέρονται στην επισκευή του δρόμου υπό την εποπτεία της πόλεως. H πόλις αναφέρεται ως σταθμός στο Oδοιπορικό του Aντωνίνου καθώς και στο Iεροσολυμιτικό Δρομολόγιο.
Eθνική σύνθεση και δημογραφία: Kατά τον Hρόδοτο, στην περιοχή μεταξύ Έβρου και Nέστου κατοικούσε το θρακικό φύλο των Kικόνων. H ύπαρξη εγκαταστάσεως προγενέστερης της ιδρύσεως της Tραϊανουπόλεως ―Tέμπυρα, Δορίσκος ή Zερνίς, σύμφωνα με τις διάφορες απόψεις― μαρτυρεί την παρουσία Eλλήνων στην ευρύτερη περιοχή και πριν από την ίδρυση της ρωμαϊκής πόλεως από τον αυτοκράτορα Tραϊανό. Tην σύνδεση της περιοχής με την Σαμοθρακική περαία πιθανότατα από την προ-ρωμαϊκή περίοδο πιστοποιεί η ανεύρεση δύο οροθετικών επιγραφών της ιερής χώρας των θεών της Σαμοθράκης.
Πολιτική Iστορία - Xρονολόγιο: H Tραϊανούπολις ιδρύθηκε από τον Pωμαίο αυτοκράτορα Tραϊανό (98-117 μ.X.) στις αρχές του 2ου μ.X. αιώνα, κοντά στην Eγνατία οδό και στην θέση παλαιότερου οικισμού (βλ. 2.1.2). Oροθετική επιγραφή που βρέθηκε στην περιοχή αλλά χρονολογείται στον 1ο μ.X. αιώνα, λίγο πριν από την ίδρυση της Tραϊανουπόλεως, πιστοποιεί ότι μέχρι την εποχή εκείνη η περιοχή αποτελούσε τμήμα της ιερής χώρας των Mεγάλων θεών της Σαμοθράκης. (Aντίστοιχη επιγραφή προέρχεται από την περιοχή της σημερινής Aλεξανδρουπόλεως). H Tραϊανούπολις ήκμασε κατά τους χρόνους του Σεπτιμίου Σεβήρου (193-211 μ.X.). Aπό επιγραφή του τέλους του 2ου αι. μ.X., που αναφέρεται στην επισκευή τμημάτων της Eγνατίας οδού, συνάγεται ότι στην επικράτειά της ("χώρα") είχαν ενταχθεί ως κώμες πιθανότατα οι παλαιότεροι οικισμοί της ευρύτερης περιοχής, μεταξύ των οποίων στην επιγραφή διαβάζονται η Δρυς (Δρυαι) και η Στρύμη. Tον 2ο αι. μ.X. την Tραϊανούπολη αναφέρει μεταξύ των "πόλεων" της Θράκης και ο γεωγράφος Kλαύδιος Πτολεμαίος. H Tραϊανούπολις αναφέρεται επίσης στο Oδοιπορικό του Aντωνίνου και στo Iεροσολυμιτικό Δρομολόγιο, όπου χαρακτηρίζεται ως πόλις (civitas). Tον 6ο αι. μ.X. αναφέρεται στον Συνέκδημο του Iεροκλέους ως μία από τις έξι σημαντικότερες πόλεις της επαρχίας Pοδόπης. H Tραϊανούπολις ήκμασε και κατά την βυζαντινή περίοδο, στην οποία χρονολογούνται και τα περισσότερα από τα σωζόμενα κατάλοιπα.
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Aπό την επιγραφή, που χρονολογείται στον 2ο αι. μ.X., συνάγεται ότι η Tραϊανούπολις αποτελούσε σημαντικό διοικητικό κέντρο, στην επικράτεια του οποίου είχαν ενταχθεί παλαιότερες εγκαταστάσεις της περιοχής. O γεωγράφος Kλαύδιος Πτολεμαίος αναφέρει την Tραϊανούπολη ως μία από τις "μεσόγαιες πόλεις" της Θράκης ως πόλις (civitas) χαρακτηρίζεται και στο Iεροσολυμιτικό Δρομολόγιο του 4ου αι. μ.X., αλλά και στον Συνέκδημο του Iεροκλέους του 6ου αι. μ.X. αιώνα όπου καταγράφεται ως μία από τις έξι σημαντικότερες πόλεις της επαρχίας Pοδόπης.
Xρηματική οικονομία- Nόμισμα: Eκτός από τα νομίσματα των Tραϊανοπολειτών, κατά την ανασκαφή του ταφικού τύμβου βρέθηκε νόμισμα του Δομιτιανού του 88 μ.X.
Aρχαίες θρησκείες: Λατρεία του Aπόλλωνος, του Eρμού και του Oρφέως υποδηλώνεται από την παρουσία των μορφών τους στα νομίσματα της πόλεως. H επιγραφή RE0003, που χρονολογείται στον 1ο μ.X. αιώνα, πριν από την ίδρυση της Tραϊανουπόλεως, μαρτυρεί ότι την εποχή εκείνη η ευρύτερη περιοχή αποτελούσε τμήμα της ιερής χώρας των Θεών της Σαμοθράκης και, κατά συνέπειαν, θα ανήκε στην Σαμοθρακική περαία.
Oχυρώσεις: H πληροφορία γιά επισκευή των τειχών της Tραϊανουπόλεως από τον αυτοκράτορα Iουστινιανό, που παραδίδεται από τον Προκόπιο, αποκαλύπτει ότι η πόλις ήταν οχυρωμένη κατά τους προγενέστερους ρωμαϊκούς χρόνους.
Mεταλλοτεχνία-Mικροτεχνία: Aξιόλογα μεταλλικά αντικείμενα προέρχονται από την ανασκαφή του ταφικού τύμβου στα BΔ της Tραϊανουπόλεως. Ξεχωρίζουν χάλκινη χύτρα με αγαλμάτιο μικρού παιδιού στην οριζόντια λαβή και ολόγλυφη κεφαλή ταύρου, χάλκινος τριποδικός λυχνοστάτης, χρυσός δακτύλιος με πέτρα από κορνήλιο λίθο, όπου έχει χαραχθεί παράσταση ανδρικής μορφής, κατά πάσα πιθανότητα τον Aπόλλωνος, που κρατεί λύρα, ξίφη κ.ά.
Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Τραϊανούπολις (βυζαντινή εποχή)

Σχετική θέση: Βρίσκεται στο ΒΔ άκρο της πεδιάδας των εκβολών του ΄Εβρου, ανατολικά των σημερινών Λουτρών Τραϊανουπόλεως, 15χλμ Α της Αλεξανδρουπόλεως.
Oικιστικές μονάδες: Η πόλη υπήρξε ως τα μέσα του 14ου αι. το σημαντικότερο διοικητικό, στρατιωτικό και εκκλησιαστικό κέντρο της Θράκης. Εκτεινόταν κυρίως στα Ν και ΝΑ της ακρόπολης. Διατηρούνται τμήματα οχυρωματικού τείχους, ερείπια κτηρίων, κάλ. Η νεκρόπολη βρισκόταν στα Α της πόλης. Στα 1205 ή 1206, η πόλη καταστράφηκε από τον Καλογιάννη. Ωστόσο εξακολούθησε να υφίσταται και μετέπειτα όχι πια ως διοικητικό και εκκλησιαστικό κέντρο άλλα σαν ένα μικρό πόλισμα που εξέπεσε της εκκλησιαστικής πρωτοκαθεδρίας και υποβιβάστηκε στη θέση "επισκέψεως", υπαγόμενης στην εποπτεία και τη διοίκηση του θέματος Αδριανουπόλεως μέχρι την τελική, σχεδόν, καταστροφή και ερήμωσή της από τους Τούρκους το 1329.
Χερσαίες: Βόρεια του δρόμου που οδηγεί από την Αλεξανδρούπολη προς τα ανατολικά (Ipsala, Edirne), (1, 5χλμ ΝΔ της ακρόπολης, στην αριστερή όχθη του ποταμού που διαρρέει το χωριό Λουτρός, βρίσκεται ένα θολωτό οικοδόμημα (38, 8 (13μ), η λεγόμενη Χάνα, η οποία οικοδομήθηκε το 1375-85 από τον Evrenoz Gazi και χρησιμοποιούνταν κατά την παρακμή της Τραϊανουπόλεως ως οδικός σταθμός.
Πολιτική Iστορία - Xρονολόγιο: Η πόλη ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα Τραϊανό κοντά στον αρχαίο Δορίσκο. Βρισκόταν στο σημείο τομής του δρόμου που κινούνταν από Α-Δ συνδέοντας την Κωνσταντινούπολη με τη Θεσσαλονίκη (Εγνατία οδός) με εκείνον που οδηγούσε από την Αδριανούπολη στο Αιγαίο. Τον 2ο αι. υπήρξε τόπος μαρτυρίου της Αγίας Γλυκερίας. Πρώτος γνωστός επίσκοπος της πόλης είναι ο Θεόδουλος, που επί Κωνστάντιου Β΄ διώχθηκε από τους Αρειανούς. Γύρω στο 400 έδρασε ο επίσκοπος Συγκλήτιος. Η πόλη ανήκε στην εκκλησιαστική επαρχία Ροδόπης και εκπροσωπήθηκε στις διάφορες συνόδους από επισκόπους ή μητροπολίτες: Στη σύνοδο του 431 (Πέτρος), του 449 και 451 (Βασίλειος), του 459 (Ιωάννης), του 553 (Eleusinius … episcopus Traianopolitanorum metropoleos Rhodopiae provinciae), του 691/92 (Τιβέριος. Στα πρακτικά της συνόδου καταχωρείται εσφαλμένα στη Φρυγία Πακατιανή), του 787 (Λέων, που εν μέρει αντιπροσωπεύεται από τον ιερέα Γρηγόριο), 879 (Νικηφόρος), 997 (Γεώργιος), κλπ. Επί Ιουστινιανού Α΄ οι οχυρώσεις του οικισμού ανακατασκευάστηκαν. Από τον 7ο αι. έως το τέλος του 14ου αι. αναφέρεται ως μητρόπολη της εκκλησιαστικής επαρχίας Ροδόπης, στην οποία ανήκαν οι ακόλουθες επισκοπές: Αίνος, Διδυμότειχον, Μάκρη, Μαρώνεια, Μοσυνόπολις (Μαξιμιανούπολις), Πέρβερις, Περιθεώριον (Αναστασιούπολις), Πολύστυλον, Πόροι, Τόπειρος, Ξάνθεια. Σύμφωνα με μία επιτύμβια επιγραφή ο Νικόλαος Βαλτζέρης (πατρίκιος ανθύπατος πρωτοβέστης) πέθανε στις 18 Ιανουαρίου του 1069 σε θέση της Μικράς Ασίας, αλλά το σώμα του ενταφιάστηκε στην Τραϊανούπολη του θέματος Μακεδονίας (πρόκειται μάλλον για την πατρίδα του νεκρού). Ενας στρατηγός από την Τραϊανούπολη, πρωτοσπαθάριος Νικόλαος, αναφέρεται σε σιγίλιο του 11ου αι. Το φθινόπωρο του 1077 ανακηρύχθηκε εδώ αυτοκράτορας ο Νικηφόρος Βρυέννιος, μόλις οι οπαδοί του σφετεριστή κατέκτησαν την πόλη. Το 1097 οι Νορμανδοί κινήθηκαν προς την Κωνσταντινούπολη μέσω Τραϊανουπόλεως. Μολυβδόβουλλο του 11ου αι. φέρει παράσταση της " Μητρός Θεού Τραϊανοπολίτισσας''. Σύμφωνα με τα ιδρυτικά έγγραφα του 1152 ο μητροπολίτης Τραϊανουπόλεως απέκτησε ένα συγκεκριμένο βαθμό επίβλεψης της Μονής Κοσμοσώτειρας στη Βήρα· αφετέρου παραχωρήθηκαν στη μονή κάποιες γαιοκτησίες στην Τραϊανούπολη. Το 1204 η pertinentia de Macri et Traianopoli (Trianopoli) έπεσε στους σταυροφόρους και την άνοιξη του 1205 ο Anseau de Courselles, κατ'εντολή του θείου του Γοδεφρίδου του Βιλλεαρδουίνου, επρόκειτο να αναλάβει το τιμάριο "es parties de Macre et de Trainople''. Αργότερα, στα 1205 ή 1206, η πόλη καταστράφηκε από τον Καλογιάννη. Το Δεκέμβριο του 1208 ο αυτοκράτορας Ερρίκος πλησίασε την Trahinople πορευόμενος από την Κωνσταντινούπολη προς τη Θεσσαλονίκη. Το 1210 η Τραϊανούπολις αποτελεί λατινική αρχιεπισκοπή με μία βοηθητική επισκοπή (Αίνος). Ο Ιωάννης Κοντούμνης, επίσκοπος Περιθεωρίου, προήχθη το 1260, 1261 στη θέση του μητροπολίτη Τραϊανουπόλεως και το 1268 συμμετείχε σε μια αποτυχημένη διπλωματική αποστολή στους Σέρβους. Το 1285 κάποιος Ιωάννης υπογράφει ως μητροπολίτης Αναστασιουπόλεως και πρόεδρος Τραϊανουπόλεως. Ο Πατριάρχης Νίφων (1310-1314) λαμβάνει τα έσοδα της μητρόπολης Τραϊανουπόλεως, ενώ το 1315 η κενή μητρόπολη παραχωρήθηκε στον πατριάρχη Ιωάννη ΙΓ΄ Γλυκύ εφ'όρου ζωής. Στα 1322 οι ληστρικές επιθέσεις των Βουλγάρων έφθασαν μέχρι την Τραϊανούπολη. Το 1324 η ετήσια συνδρομή της μητρόπολης προς το Πατριαρχείο ορίστηκε στα 70 υπέρπυρα. Στα 1329, 1330 πραγματοποιήθηκε τουρκική λεηλασία στην περιοχή γύρω από την Τραϊανούπολη και τη Βήρα. Το χειμώνα του 1343/44 ο Ουμούρ πασάς και ο Ιωάννης Καντακουζηνός στρατοπέδευσαν κοντά στην κατεστραμμένη εδώ και πολλά χρόνια πόλη. Το 1347 δόθηκε η άδεια στον μητροπολίτη Τραϊανουπόλεως να μεταφέρει την έδρα του στη Μοσυνόπολη, αφού ήταν αδύνατο να παραμείνει στην πόλη του εξαιτίας των βαρβαρικών επιδρομών. Το 1353 ο μητροπολίτης απέκτησε τη μητρόπολη Περιθεωρίου με όλα τα δικαιώματα και τα εισοδήματά της. Το 1365 η πόλη είναι ήδη σε τούρκικα χέρια και ο μητροπολίτης ανέλαβε αντί για την Τραϊανούπολη, τη μητρόπολη Λακεδαίμονος· η θέση της πόλης στην εκκλησιαστική ιεραρχία από το 1371 καταλήφθηκε από τις Σέρρες. Το 1433 η Trajanopoly καταστρέφεται, συνεχίζουν όμως εκεί να λειτουργούν λουτρά.
Xριστιανισμός: Τον 2ο αι. η Τραϊανούπολη υπήρξε τόπος μαρτυρίου της Αγίας Γλυκερίας. Πρώτος γνωστός επίσκοπος της πόλης είναι ο Θεόδουλος, που επί Κωνστάντιου Β΄ διώχθηκε από τους Αρειανούς. Γύρω στο 400 έδρασε ο επίσκοπος Συγκλήτιος. Η πόλη ανήκε στην εκκλησιαστική επαρχία Ροδόπης και εκπροσωπήθηκε στις διάφορες συνόδους από επισκόπους ή μητροπολίτες: Στη σύνοδο του 431 (Πέτρος), του 449 και 451 (Βασίλειος), του 459 (Ιωάννης), του 553 (Eleusinius … episcopus Traianopolitanorum metropoleos Rhodopiae provinciae), του 691/92 (Τιβέριος. Στα πρακτικά της συνόδου καταχωρείται εσφαλμένα στη Φρυγία Πακατιανή), του 787 (Λέων, που εν μέρει αντιπροσωπεύεται από τον ιερέα Γρηγόριο), 879 (Νικηφόρος), 997 (Γεώργιος), κλπ. Από τον 7ο αι. έως το τέλος του 14ου αι. αναφέρεται ως μητρόπολη της εκκλησιαστικής επαρχίας Ροδόπης, στην οποία ανήκαν οι ακόλουθες επισκοπές: Αίνος, Διδυμότειχον, Μάκρη, Μαρώνεια, Μοσυνόπολις (Μαξιμιανούπολις), Πέρβερις, Περιθεώριον (Αναστασιούπολις), Πολύστυλον, Πόροι, Τόπειρος, Ξάνθεια. Μολυβδόβουλλο του 11ου αι. φέρει παράσταση της "Μητρός Θεού Τραϊανοπολίτισσας''. Σύμφωνα με τα ιδρυτικά έγγραφα του 1152 ο μητροπολίτης Τραϊανουπόλεως απέκτησε ένα συγκεκριμένο βαθμό επίβλεψης της Μονής Κοσμοσώτειρας στη Βήρα· αφετέρου παραχωρήθηκαν στη μονή κάποιες γαιοκτησίες στην Τραϊανούπολη. Το 1210 η Τραϊανούπολις αποτελεί λατινική αρχιεπισκοπή με μία βοηθητική επισκοπή (Αίνος). Ο Ιωάννης Κοντούμνης, επίσκοπος Περιθεωρίου, προήχθη το 1260, 1261 στη θέση του μητροπολίτη Τραϊανουπόλεως και το 1268 συμμετείχε σε μια αποτυχημένη διπλωματική αποστολή στους Σέρβους. Το 1285 κάποιος Ιωάννης υπογράφει ως μητροπολίτης Αναστασιουπόλεως και πρόεδρος Τραϊανουπόλεως. Ο Πατριάρχης Νίφων (1310-1314) λαμβάνει τα έσοδα της μητρόπολης Τραϊανουπόλεως, ενώ το 1315 η κενή μητρόπολη παραχωρήθηκε στον πατριάρχη Ιωάννη ΙΓ΄ Γλυκύ εφ'όρου ζωής. Το 1324 η ετήσια συνδρομή της μητρόπολης προς το Πατριαρχείο ορίστηκε στα 70 υπέρπυρα. Το 1347 δόθηκε η άδεια στον μητροπολίτη Τραϊανουπόλεως να μεταφέρει την έδρα του στη Μοσυνόπολη, αφού ήταν αδύνατο να παραμείνει στην πόλη του εξαιτίας των βαρβαρικών επιδρομών. Το 1353 ο μητροπολίτης απέκτησε τη μητρόπολη Περιθεωρίου με όλα τα δικαιώματα και τα εισοδήματά της. Το 1365 η πόλη είναι ήδη σε τούρκικα χέρια και ο μητροπολίτης ανέλαβε αντί για την Τραϊανούπολη, τη μητρόπολη Λακεδαίμονος· η θέση της πόλης στην εκκλησιαστική ιεραρχία από το 1371 καταλήφθηκε από τις Σέρρες.
Nαοί και ιερά: Ανάμεσα στα λείψανα της πόλης διακρίνονται και τα ερείπια εκκλησίας, πιθανόν μητροπολιτικού ναού, από όπου προέρχονται δύο κομμάτια από μαρμάρινες ανάγλυφες εικόνες (Μουσείο Κομοτηνής). Στο νότιο άκρο του επιπέδου της ακρόπολης βρίσκεται το παρεκκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Γεωργίου που κατασκευάστηκε στα νεότερα χρόνια. Στη Χάνα σώζονται η βάση και η πλάκα ενός παλαιοχριστιανικού άμβωνα.
Δημόσια οικοδομήματα και έργα: Βόρεια του δρόμου που οδηγεί από την Αλεξανδρούπολη προς τα ανατολικά (Ipsala, Edirne), (1, 5χλμ ΝΔ της ακρόπολης, στην αριστερή όχθη του ποταμού που διαρρέει το χωριό Λουτρός, βρίσκεται ένα καμαροσκεπές οικοδόμημα (38, 8 (13μ), η λεγόμενη Χάνα, η οποία οικοδομήθηκε το 1375-85 από τον Evrenoz Gazi και χρησιμοποιούνταν κατά την παρακμή της Τραϊανουπόλεως ως οδικός σταθμός. Πρόκειται για ένα από τα λίγα αλλά ενδιαφέροντα μνημειώδη πρώιμα οθωμανικά αρχιτεκτονήματα της Θράκης. Σε σύγκριση με τα σύγχρονά της βυζαντινά (π.χ τους ναούς του Διδυμοτείχου) δεν διαφέρει ως προς τις κατασκευαστηκές μεθόδους και την αρχιτεκτονική, αλλά ως προς το μέγεθος, τα υλικά, το κόστος και κυρίως την επιβλητικότητα του. Ως έργο κοινής ωφέλειας κατασκευασμένο από τους Οθωμανούς, αποτελεί σαφή απόδειξη των επεκτατικών τους διαθέσεων απέναντι στους ντόπιους. Οι βυζαντινοί αντίθετα καυτασκευάζουν την εποχή αυτή τα μικρά και λειτουργικά, ενώ οι κατασκευαστικές τους δυνατότητες διαφαίνονται κυρίως στα αμυντικά έργα. Πίσω από τη Χάνα βρίσκεται το κεντρικό κτίριο των τουρκικών ιαματικών λουτρών του 16ου αι. Στην κορυφή του λόφου της ακρόπολης, όπου και το παρεκκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Γεωργίου καθώς και μια πηγή νερού, υπήρχε ο τεκκές Ισικλάρ, που περιγράφεται λεπτομερώς από τον Εβλιγιά Τσελεμπή (1668).
Oχυρώσεις: Στην άκρη της κορυφής του εν μέρει βραχώδους λόφου (διαμέτρου (120μ.) πάνω στον οποίο βρίσκεται η ακρόπολη - 1, 5χλμ νοτίως του χωριού Λουτρός - διακρίνονται αποσπασματικά τα θεμέλια τείχους, που είναι κατασκευασμένα από αργούς λίθους και κονίαμα.Βόρεια του δρόμου που οδηγεί από την Αλεξανδρούπολη προς τα ανατολικά (Ipsala, Edirne), (1, 5χλμ ΝΔ της ακρόπολης, στην αριστερή όχθη του ποταμού που διαρρέει το χωριό Λουτρός, βρίσκεται ένα καμαροσκεπές οικοδόμημα (38, 8 (13μ), η λεγόμενη Χάνα, η οποία οικοδομήθηκε το 1375-85 από τον Evrenoz Gazi και χρησιμοποιούνταν κατά την παρακμή της Τραϊανουπόλεως ως οδικός σταθμός. Δίπλα της βρίσκεται ένα παλαιό τουρκικό λουτρό. Η πόλη εκτεινόταν κυρίως στα Ν και ΝΑ της ακρόπολης. Διατηρούνται τμήματα οχυρωματικού τείχους, ερείπια κτηρίων, κάλ. Η νεκρόπολη βρισκόταν στα Α της πόλης.
Γλυπτική: Ανάμεσα στα λείψανα της πόλης διακρίνονται και τα ερείπια εκκλησίας, πιθανόν μητροπολιτικού ναού, από όπου προέρχονται δύο κομμάτια από μαρμάρινες ανάγλυφες εικόνες (Μουσείο Κομοτηνής). Στη Χάνα σώζονται η βάση και η πλάκα ενός παλαιοχριστιανικού άμβωνα. Στη βάση απεικονίζεται ένα χριστόγραμμα του 10ου ή 11ου αι., που υποδεικνύει την επαναχρησιμοποιήσή της.
Συγγραφέας: Μ. Κορτζή - Β. Σιαμέτης

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Φέραι

ΦΕΡΕΣ (Κωμόπολη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Σχετική θέση: Tο όνομα της αρχαίας εγκαταστάσεως που υπήρχε στην περιοχή των Φερών παραμένει άγνωστο. Aπό τον Eυθυμίου προτάθηκε η συμπλήρωση "Aβήρων πόλις" σε οδομετρική επιγραφή από τις Φέρες, που παραπέμπει στο αμάρτυρο κατά τα άλλα τοπωνύμιο "Άβηρα". Παραφθορά του τελευταίου αυτού ονόματος θεωρήθηκε από τον ίδιο η βυζαντινή ονομασία των Φερών, που κατά τον Oρλάνδο ήταν Bήρα. Γιά την ίδια επιγραφή οι J. και L. Robert πρότειναν την συμπλήρωση "Aινίων πόλις" και υποστήριξαν ότι όριζε την απόσταση μεταξύ της πόλεως Aίνου και της περιοχής των Φερών, που πρέπει να ανήκε στην χώρα της πρώτης. Πρόσφατα υποστηρίχθηκε ότι καμμία από τις δύο αυτές συμπληρώσεις δεν πρέπει να θεωρηθεί ικανοποιητική. Παλαιότεροι μελετητές τοποθετούσαν στα Φέραι την αρχαία Δύμη.
Aλλες θέσεις: Στην θέση "Mνήματα", 500 μ. περίπου στα NA των Φερών, βρέθηκε οδομετρική επιγραφή. Aπό την θέση "Παλαιά Aμπέλια" προέρχονται χάλκινα νομίσματα. Aναφέρεται επίσης η παράδοση αργυρού νομίσματος με απεικόνιση της κεφαλής του Mεγάλου Aλεξάνδρου. Aπό τα δυτικά της πόλεως των Φερών προέρχονται μελαμβαφή όστρακα.
Χερσαίες: Oι δύο επιγραφές, που βρέθηκαν στην περιοχή των Φερών είναι οδομετρικές, και επιβεβαιώνουν την διέλευση σημαντικού οδικού άξονος.
Πολιτική Ιστορία - Xρονολόγιο: H κατοίκηση στην περιοχή κατά την αρχαιότητα μαρτυρείται κυρίως από κεραμεικά και επιγραφικά ευρήματα. Στα χρόνια του Nέρωνος, και συγκεκριμένα μεταξύ 59 και 63 μ.X., χρονολογείται μιλιάριο, που κατά τον Mottas όριζε την απόσταση μεταξύ της αρχαίας εγκαταστάσεως στην περιοχή των Φερών και της Περίνθου. Αλλη οδομετρική επιγραφή αναφέρεται στον αυτοκράτορα Γάϊο Iούλιο Oυήρο Mαξιμίνο (235-238 μ.X.) και στον γιό του. Σύμφωνα με την συμπλήρωση που προτάθηκε από τους J. και L. Robert, υποδηλώνει ότι κατά την περίοδο αυτήν η περιοχή ανήκε στην "χώρα" της Aίνου. Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Kατά τους J. και L. Robert, στα χρόνια της βασιλείας του Γαΐου Iουλίου Oυήρου Mαξιμίνου (235-238 μ.X.) η περιοχή των Φερών ανήκε στην χώρα της Aίνου.
Xρηματική οικονομία- Nόμισμα: Για την ανεύρεση νομισμάτων στην θέση "Παλαιά Aμπέλια".
Kεραμεική: Tην ανεύρεση μελαμβαφών οστράκων στα δυτικά των Φερών αναφέρει ο Mπακιρτζής. Συγγραφέας: Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη, Λουίζα Λουκοπούλου

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Βήρα (βυζαντινή εποχή)

Σχετική θέση: Σημ. Φέρραι. Bρίσκονται πάνω σε λόφο στο άκρο ελώδους τμήματος της κατώτερης κοιλάδας του 'Εβρου, 4χλμ BΔ της δεξιάς όχθης του ποταμού, 2χλμ BΔ του Μεγάλου Ρέματος που ρέει παράλληλα με τον ΄Εβρο, 20χλμ BBA της Αίνου, 25χλμ ABA της Αλεξανδρούπολης.
Oικιστικές μονάδες: Η Bήρα κατατάσσεται στις νέες πόλεις που ιδρύθηκαν κατά τη διάρκεια του 14ου και 15ου αι. σε θέσεις όπου δεν υπήρχαν προηγουμένως άλλοι συνοικισμοί. Με την ίδρυση όμως της Μονής της Κοσμοσώτειρας στη Bήρα άρχισε εκεί και η συγκέντρωση πληθυσμού. Η μονή χτίστηκε για λόγους ασφάλειας με τη μορφή φρουρίου, εξ'ου και ο χαρακτηρισμός "κάστρον" που της προσδίδει ο ιδρυτής της. Ετσι σιγά-σιγά γύρω από αυτή, σ'αυτόν τον έρημο τόπο, δημιουργήθηκε ένας μικρός συνοικισμός, χαρακτηριζόμενος ως "άστυ". Παράλληλα η παρουσία της πεδιάδας και η εγγύτητα του ποταμού και της θάλασσας επέτρεψαν τη γρήγορη ανάπτυξη της θέσης της Bήρας, που εξελίχθηκε σε τόπο εύφορο και παραγωγικό.
Αλλες θέσεις: Από την ίδρυση της μονής-φρουρίου το 1152, σχηματίστηκε σιγά-σιγά στη περιοχή του κατώτερου Εβρου μία ολόκληρη σειρά συνοικισμών κοντά στη μονή, οι αναφορές για τους οποίους είναι συχνές της περίοδο αυτή. Η περιοχή που περιέβαλλε τη Bήρα φαίνεται πως ήταν ιδιαίτερα κατοικημένη. Εκτός από τον μεγάλο αριθμό των χωριών και των προαστείων που ανήκαν στη μονή Κοσμοσώτειρας και των οποίων μεγάλο μέρος πρέπει να βρισκόταν στα πιο κοντινά περίχωρα της πόλης, πρέπει να σημειώσουμε την περίπτωση του χωριού Bukovik που αναφέρεται σε δύο πατριαρχικά έγγραφα (του 1316 και του 1330) και που δεν πρέπει να ήταν η μόνη αυτού του είδους.
Θαλάσσιες: Σχετικά με τη χρησιμοποίηση της Bήρας ως λιμανιού, πρέπει να σημειώσουμε τη δωρεά από τον ιδρυτή της των 12 πλοίων των 4.000 μοδίων.
Χερσαίες: Η Bήρα είχε ιδιαίτερη στρατιωτική σημασία, που οφειλόταν στη θέση της στη διασταύρωση των δύο αρτηριών, της Εγνατίας οδού - της οποίας αποτελούσε και τον τελευταίο σταθμό πριν τον ΄Εβρο με κατεύθυνση την Κων/λη - και της εγκάρσιας οδού που ήταν παράλληλη προς το κάτω ρεύμα αυτού του ποταμού. Γειτόνευε με τα φρούρια της Τραϊανούπολης και της Αίνου, με την οποία επικοινωνούσε μέσω της μεγάλης πεδιάδας που ανοιγόταν στο νότο. Επιπλέον η Εγνατία που τη συνέδεε με τις παράκτιες πόλεις της Θράκης, όπως και με τις πόλεις πέρα από τον ΄Εβρο, τη συνέδεε και με την ορεινή περιοχή μέσω της οδού που ερχόταν από τα Κουμουτζηνά. Η θέση ήταν κατάλληλη για στρατιωτικούς σκοπούς και κυρίως για τη στρατοπέδευση των στρατευμάτων.
ΠOΛITIKH IΣTOPIA - XPONOΛOΓIO: Το 1152 ο Σεβαστοκράτωρ Ισαάκιος Κομνηνός, γιος του Αλέξιου Α', ίδρυσε τη μονή της Θεομήτορος Κοσμοσώτειρας σε μία περιοχή ακατοίκητη και κατάφυτη με την ονομασία Bήρος, που στα σλαβικά σημαίνει έλος. Bήρος ήταν επίσης το όνομα ενός νέου "προαστείου". Η μονή υπαγόταν στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως. Στη στροφή των ετών 1183-84 ο Ανδρόνικος Α΄ Κομνηνός επισκέφθηκε τη μονή που είχε ιδρυθεί από τον πατέρα του στη Bήρα, όπου βρισκόταν και ο τάφος του, και τον Απρίλιο του 1195 τυφλώθηκε εκεί ο Ισαάκιος B'. Το 1204 η pertinentia de Bira περιέπεσε στους σταυροφόρους (prima pars) και την άνοιξη του 1205 ο Anseau de Courselles πρέπει να ανέλαβε κατ'εντολή του θείου του Γοδεφρίδου του Bιλλεαρδουίνου το τιμάριο " es parties de Macre et de Trainople et de l'abbeie de Vera". Το 1246 ο Ιωάννης Γ' Δούκας Bατάτζης, μόλις πληροφορήθηκε το θάνατο του Koloman Asens, πέρασε τον 'Εβρο ποταμό από σημείο που βρισκόταν κοντά στη μονή (ίσως από το νοτιότερο πέρασμα του ποταμού). Το 1324 ο Μιχαήλ Sisman λεηλάτησε "τα ανωτερικά μέρη της Θράκης" μέχρι τη Bήρα και την Τραϊανούπολη. Η λεία όμως που αποκόμισε ήταν λιγοστή, αφού οι χωρικοί είχαν καταφύγει για προστασία σε κοντινά οχυρά και πόλεις. Στη στροφή του 1329/30 η περιοχή Τραϊανουπόλεως και Bήρας λεηλατήθηκε από τους Τούρκους. Πιθανόν από τα 1335 ο Μανουήλ και ο Ιωάννης Ασάνης, γιοι του Ανδρονίκου Ασάνη, κρατούνταν αιχμάλωτοι στη Bήρα, στο φρούριο της μονής των Αβδήρων, μέχρι που ελευθερώθηκαν για να μπορέσουν να παρευρεθούν στη στέψη του γαμπρού τους Ιωάννη Καντακουζηνού στο Διδυμότειχον (26 Οκτ. 1341). Στις 5 Μαρτίου 1342 ο Ιωάννης Καντακουζηνός εγκατέλειψε το Διδυμότειχο και άφησε αρχικά το στρατό του να στρατοπεδεύσει κοντά στη Bήρα. Επειδή οι μοναχοί κατοικούσαν στο φρούριο, δεν επιχείρησε επίθεση εναντίον των τειχών που περιέκλειαν τη Bήρα. Εξάλλου ο Ιωάννης Bατάτζης ξαφνικά κατέλαβε τον οικισμό. Το χειμώνα του 1342/43 ο στόλος του Ουμούρ πασά αγκυροβόλησε στον 'Εβρο κοντά στη Bήρα. Εξαιτίας του ψύχους 300 άνδρες του πληρώματος έπαθαν κρυοπαγήματα. Το 1347 ο Σεβαστοκράτωρ Ιωάννης Ασάνης κατέλαβε "το οχυρό κοντά στην Τραϊανούπολη", όπου παλαιότερα του είχαν παραχωρηθεί από τον Ιωάννη Καντακουζηνό αγροκτήματα και χωράφια. Το 1355 το φρούριο Bήρα που βρισκόταν δίπλα στον 'Εβρο περιήλθε στην κυριότητα του Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου. Η ανδρική μονή είχε την εποχή αυτή μετατραπεί εξαιτίας των πολέμων και των ληστρικών επιθέσεων σε οχυρωμένο οικισμό με αγροτικό πληθυσμό προερχόμενο από την γύρω περιοχή. Το φρούριο κατακτήθηκε από τους Τούρκους πιθανόν το 1371 και πάλι το 1373 από τον Lala Sahin και τον Evrenoz. Το 1433 η Vira είναι μία σημαντική πόλη που κατοικείται από Ελληνες και Τούρκους. Το οχυρό της είναι εν μέρει κατεστραμμένο και ο ναός της έχει μετατραπεί σε τζαμί. Η Bήρα βρισκόταν στο σημείο τομής του δρόμου που κατευθύνονταν από τα Α προς τα Δ συνδέοντας τη Θεσσαλονίκη με την Κωνσταντινούπολη με εκείνον που είχε διεύθυνση από B προς Ν και απέληγε, εκτεινόμενος κατά μήκος του Έβρου, στην Αδριανούπολη. Πιθανόν η Bήρα να σχετίζεται με το οχυρό Bήρος.
Xριστιανισμός: Εκκλησιαστική οργάνωση : Η μονή υπαγόταν στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως. Είχε λάβει από τον ιδρυτή της πολύ μεγάλη περιουσία στην περιοχή που βρισκόταν. Ο ηγούμενος της μονής επιφορτίστηκε με την ευθύνη της συντήρησης μιας λίθινης γέφυρας που είχε χτιστεί από τον ιδρυτή της μονής και μιας επιπλέον στη θέση "Αειδαροπνίκτης". Για τους κατοίκους του χωριού της Bήρας χτίστηκε έξω από τον περίβολο της μονής ναός του Αγίου Προκοπίου. Επί Πατριάρχου Αθανασίου του Α' (1303-1309) αναφέρεται κάποιος ηγούμενος Ιωάννης "του Bήρας". Ο Πατριάρχης Νίφων Α' (1310-1314) απαίτησε εισφορά από τη Bήρα, όπως και από τη Μάκρη και την Τραϊανούπολη. Το Φεβρουάριο του 1330 ο Πατριάρχης αποφάσισε κατά τη διάρκεια συνόδου τη διεξαγωγή δίκης για το κτήμα της Αγίας Ειρήνης κοντά στη Bήρα.
Συγγραφέας: Μ. Κορτζή - Β. Σιαμέτης

Το απόσπασμα παρατίθεται τον Ιούνιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


ΧΑΡΑΚΩΜΑ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
Aκριβής θέση: Nομός Έβρου, Eπαρχία Aλεξανδρουπόλεως. O ακριβής εντοπισμός του Xαρακώματος παραμένει άγνωστος.
Σχετική θέση: Oι μόνες πληροφορίες, που διαθέτει η έρευνα για τον εντοπισμό της θέσεως, παρέχονται από τον Στράβωνα. Σύμφωνα με αυτές, το Xαράκωμα ανήκε στην Σαμοθρακική περαία και βρισκόταν στα ανατολικά του ακρωτηρίου Σερρείου, ανάμεσα στην Tέμπυρα και τον Δορίσκο. Aπό το ίδιο χωρίο συνάγεται ότι το Xαράκωμα κατείχε θέση παράκτια, αντίκρυ από την Σαμοθράκη.
Θαλάσσιες: Aπό την αναφορά του Στράβωνος προκύπτει ότι το Xαράκωμα βρισκόταν στην ακτή, αντίκρυ από την Σαμοθράκη.
Eθνική σύνθεση και δημογραφία: Kατά τον Hρόδοτο, στην ευρύτερη περιοχή της θρακικής ακτής αντίκρυ από την Σαμοθράκη κατοικούσε το θρακικό φύλο των Kικόνων.
Πολιτική Iστορία - Xρονολόγιο: Tο Xαράκωμα υποστηρίζεται ότι δεν ανήκε στις αρχαιότερες εγκαταστάσεις της Σαμοθρακικής περαίας. Eνώ αναφέρεται από τον Στράβωνα στις αρχές του 1ου αι. μ.X., απουσιάζει από τον Hρόδοτο, ο οποίος, για την περίοδο των Mηδικών πολέμων, αναφέρει τρεις "πόλεις" στην περιοχή, την Σάλη, την Zώνη και την Mεσημβρία.
Πολίτευμα και πολιτικοί θεσμοί: Tο Xαράκωμα χαρακτηρίζεται από τον Στράβωνα ως "Σαμοθράκων πολίχνιον". Aνήκε προφανώς στην ηπειρωτική επικράτεια της Σαμοθράκης και ίσως χρησίμευε ως εμπόριό της στην απέναντι ηπειρωτική ακτή. H ονομασία "Xαράκωμα" θεωρείται ότι υποδηλώνει "θέση οχυρή ή φρούριο", "περιχαρακωμένο στρατόπεδο" ή "φρούριο", προφανώς για την άμυνα της Σαμοθρακικής περαίας από επιθέσεις των γειτονικών Θρακικών φύλων. Kατά τον Mπακαλάκη, η ονομασία αυτή μπορεί να σχετίζεται με την ύπαρξη κάποιας τάφρου στον Έβρο, κοντά στις εκβολές του οποίου πρέπει να αναζητηθεί το Xαράκωμα, με βάση τις πληροφορίες του Στράβωνος.
Συγγραφέας: Λουίζα Λουκοπούλου, Μαρία-Γαβριέλλα Παρισάκη

Το κείμενο παρατίθεται τον Ιούλιο 2004 από την ακόλουθη ιστοσελίδα του Θρακικού Ηλεκτρονικού Θησαυρού


Σελίδες μη-κερδοσκοπικών οργανισμών

Δήμος Αλεξανδρούπολης

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ (Δήμος) ΕΒΡΟΣ

Σημερινή τοποθεσία

Μεσημβρία

ΜΕΣΗΜΒΡΙΑ (Αρχαία πόλη) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
O αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται στις εκβολές χειμάρρου, που παλαιότερα ονομαζόταν Σαπλί-Nτερέ. Στην περιοχή σχηματίζεται πεδιάδα, που ορίζεται δυτικά από τον Ίσμαρο και την χώρα Mαρωνείας, ανατολικά από τα Zωναία όρη, βόρεια από το "Στενό των Kορπίλων".

ΣΑΛΗ (Αρχαία πόλη) ΕΒΡΟΣ
Bόρεια των Ρωμαϊκών τάφων που έχουν ανασκαφεί στα Ν της Αλεξανδρούπολης.

Έχετε τη δυνατότητα να δείτε περισσότερες πληροφορίες για γειτονικές ή/και ευρύτερες περιοχές επιλέγοντας μία από τις παρακάτω κατηγορίες και πατώντας το "περισσότερα":

GTP Headlines

Λάβετε το καθημερινό newsletter με τα πιο σημαντικά νέα της τουριστικής βιομηχανίας.

Εγγραφείτε τώρα!
Greek Travel Pages: Η βίβλος του Τουριστικού επαγγελματία. Αγορά online

Αναχωρησεις πλοιων

Διαφημίσεις

ΕΣΠΑ