Μέσα στην αχλή του μύθου και της προϊστορίας εμφανίστηκαν οι Θρακοπελασγοί
και όρθωσαν πανύψηλα τείχη στην περιοχή του λόφου Καλέ, για να την προφυλάξουν
από βαρβαρικές επιδρομές. Σ' αυτή την οχυρή θέση ιδρύθηκε το Βυζαντιακό Διδυμότειχο
γύρω στον 9ο μ.Χ. αιώνα. Η ονομασία του σχετίζεται άμεσα με την οχύρωσή του: ένα
διπλό τείχος που διακρίνεται σήμερα, περιέβαλε τα ευάλωτα σημεία του λόφου. Αυτό
το δίδυμο τείχος έδωσε το όνομά του στην πόλη.
Το σημερινό Διδυμότειχο, κτισμένο στην ίδια θέση, βρίσκεται στο κέντρο
του κατά μήκος άξονα του
Νομού
Έβρου και απέχει 1 χλμ. από τον ομώνυμο ποταμό, φυσικό σύνορο με την
Τουρκία.
Σήμερα, πάνω στα κάστρα, που παλιά ήταν το κέντρο της ζωής της πόλης,
υπάρχει ο παραδοσιακός οικισμός, οι βυζαντινές εκκλησίες και οι λαξεμένες σπηλιές
υπόγεια των σπιτιών του Βυζαντιακού Διδυμότειχου. Με το πέρασμα των χρόνων, η
πόλη επεκτάθηκε και έξω από τα τείχη, όπου και μετατοπίστηκε το κέντρο βάρους
της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής του τόπου.
Η αντίθεση που δημιουργούν τα κάστρα με τον κατάφυτο στις όχθες
Ερυθροπόταμο,
τον παραπόταμο του
Έβρου
που περιρρέει το Διδυμότειχο, προσδίδει μια γραφική αρμονία στην πόλη. Αυτή η
αντίθεση της πέτρας με το πράσινο επιτείνεται με το δάσος "Τσίχλα",
μια θαυμάσια τοποθεσία, φυσικό πνεύμονα της περιοχής.
Το Διδυμότειχο υπήρξε η αρχαιότερη Θρακική πόλη με αναπτυγμένο εμπόριο
τόσο με την
Αθήνα, όσο και
με τις άλλες Ελληνικές πόλεις και τα νησιά.
Στη Ρωμαϊκή εποχή αποτέλεσε διοικητικό κέντρο, γεγονός που αποδεικνύεται
από το ότι ο Τραϊανός διάλεξε την περιοχή για να ιδρύσει σ’ ένα γειτονικό
λόφο μια νέα Ρωμαϊκή πόλη, την
Πλωτινόπολη.
Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους το Διδυμότειχο γνώρισε τη μεγαλύτερη
ακμή του. Στα 1325, με τον πρώτο διχασμό της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, γίνεται
δεύτερη πρωτεύουσα του Βυζαντίου, με βασιλιά τον Ανδρόνικο Γ. Στα 1341 με τον
δεύτερο διχασμό, ο Ιωάννης Καντακουζηνός στέφεται αυτοκράτορας στο ναό του Αγίου
Γεωργίου του Παλαιοκαστρίτη μέσα στο κάστρο του Διδυμότειχου και κάνει την πόλη
πρωτεύουσα του κράτους του.
Εδώ γεννήθηκαν ο κατόπιν αυτοκράτορας του κρατιδίου του Νικαίας Ιωάννης
Γ Βατάτζης, ο αυτοκράτορας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας Ιωάννης Ε Παλαιολόγος
και ο σουλτάνος των Τούρκων Βαγιαζίτ Α ο Κεραυνός.
Η θέση της πόλης, τα οχυρά της και τα πανύψηλα και μεγαλόπρεπα τείχη
της, προσείλκυσαν κατά καιρούς κάθε διερχόμενο λαό ή επιδρομέα. Γι’ αυτό
το λόγο, έγινε στόχος πολλών επιδρομών στη μεγάλη ιστορική της πορεία. Στα 1361
εκπορθείται από τους Τούρκους επί Μουράτ Α και γίνεται πρωτεύουσα του Οθωμανικού
κράτους στην Ευρώπη μέχρι το 1368. Κατά τους Βαλκανικούς πολέμους καταλήφθηκε
διαδοχικά από Βουλγάρους και Τούρκους και απελευθερώθηκε το Μάη του 1920, οπότε
και περιήλθε οριστικά στην
Ελλάδα.
Το κείμενο (απόσπασμα) παρατίθεται τον Σεπτέμβριο 2003 από τουριστικό φυλλάδιο
του Δήμου Διδυμοτείχου.